Με την ευκαιρία της επετείου του θανάτου ενός μεγάλου ανδρός του Ελευθερίου Βενιζέλου, που έμεινε σύμβολο ηγέτη και σημείο αναφοράς χαρισματικής ηγεσίας, θα συνεχίσουμε σήμερα με αποσπάσματα από έργα που αναφέρονται στο Βενιζέλο και στη σχέση του με το Ρέθυμνο.
Δεν κάνουμε «παράδοση» ιστορίας για να μεταφέρουμε λεπτομερώς τα γεγονότα. Οι πηγές που αναφέρουμε καλύπτουν τον τομέα της πλήρους αναφοράς και μάλιστα με ιδιαίτερο τρόπο. Ξεφυλλίζοντας βιβλία και εφημερίδες, στεκόμαστε σε αποσπάσματα που έχουν κάτι διαφορετικό και λιγότερο γνωστό στους νεότερους να μεταφέρουν από το ιστορικό χθες.
Ένα πολιτιστικό γεγονός
Πρώτος σταθμός του σημερινού μας οδοιπορικού μια επίσκεψη του Βενιζέλου, που άφησε εποχή, όπως και όλες άλλωστε. Αναφερόμαστε σε μια λεπτομέρεια που φέρνει στο φως και ένα πολιτιστικό γεγονός. Θα μας απασχολήσει σε επόμενα δημοσιεύματα αναλυτικά, γιατί έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Το βράδυ της 9 Νοέμβρη 1930, λοιπόν, που ο Ελευθέριος Βενιζέλος έφθασε στην πόλη μας με το καταδρομικό «ΕΛΛΗ» προκειμένου να κάνει τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του «Αγνώστου Στρατιώτη», με την ευκαιρία του εορτασμού της Αρκαδικής Εθελοθυσίας και της εκατονταετηρίδος της ελληνικής ανεξαρτησίας (1830-1930) παρακολούθησε στο «Ιδαίον Άντρον» θεατρική παράσταση με τον τίτλο: «Μπροστά στο θάνατο».
Περισσότερα για το έργο θα διαβάσετε στο αφιέρωμα για την πορεία του θεάτρου στην πόλη μας.
Κέρδιζε μικρούς και μεγάλους
Τη γοητεία που ασκούσε ο Βενιζέλος σε μικρούς και μεγάλους περιγράφει με ξεχωριστή χάρη ο σημαντικός μας συγγραφέας, ποιητής και λόγιος του Ρεθύμνου κ. Μανόλης Κούνουπας σε κάποιο διήγημά του. Σας συνιστούμε να το αναζητήσετε στο βιβλίο του Κωστή Παπαδάκη και των Μαθητών του Ρέθυμνο 1900-1950. (Σελίς 44-45). Είναι εξαιρετικό. Ο κ. Κούνουπας μας περιγράφει λοιπόν τη γνωριμία του με τον Εθνάρχη, όταν μια μέρα βρέθηκε με τον πατέρα του στα Χανιά. Ο νονός του Μιχάλης Αρπακουλάκης, έγινε αφορμή της συνάντησης. Είχε μόλις ενημερώσει το Γιάννη Κούνουπα, πατέρα του συγγραφέα ότι ο πρόεδρος είναι στα Χανιά. Εκείνος βέβαια λαχτάρησε με την είδηση. Ήθελε να δει το Βενιζέλο Αλλά… Το πρόβλημα ήταν ο μικρός. Που να τον άφηνε;
«Ευκαιρία να γνωρίσει το Βενιζέλο», του είπε ο κουμπάρος του και τον έπεισε. Έτσι ο μικρός Μανόλης βρέθηκε στο σπίτι του Εθνάρχη, ανάμεσα σε κόσμο αμέτρητο. Όταν όμως φάνηκε στο σαλόνι ο Βενιζέλος απόλυτη σιγή επικράτησε στην αίθουσα. Θαρρείς και με μια ματιά καθόριζε εκείνος ο χαρισματικός ηγέτης και τις αναπνοές του κόσμου που τον παρακολουθούσε. Ασκούσε μια αφάνταστη επιρροή στο πλήθος.
Μου έλεγε παλιός Ρεθεμνιώτης ότι εκείνο το βλέμμα του Βενιζέλου θαρρείς και σε μαγνήτιζε. Αλλά ας γυρίσουμε στις αναμνήσεις του κ. Μανόλη Κούνουπα.
Θα γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι
Ένα μικρό παιδί πάντα προκαλεί το ενδιαφέρον. Έτσι σε λίγο ο μικρός Μανόλης βρέθηκε στην αγκαλιά του προέδρου που τον σήκωσε ψηλά, τον φίλησε και τον ρώτησε:
– Πως σε λένε παιδί μου;
– Μανολάκη.
– Από δω και μπρος Μανολάκη μου θα είμαστε οι καλύτεροι φίλοι.
Έτσι κατέκτησε ο μεγάλος ηγέτης και τον Μανόλη Κούνουπα κι ας ήταν ένα παιδάκι τεσσάρων-πέντε χρόνων.
Τα παρακάτω που συνέβησαν ας τα απολαύσουμε από την υπέροχη πέννα του κ. Κούνουπα, στο ταλέντο της οποίας έχουμε πολλές φορές υποκλιθεί.
Έρχεται ο Βενιζέλος
«Πέρασαν από τότε κάμποσες μέρες και οι συμπολίτες μάθαιναν από τις εφημερίδες και από τον τελάλη ένα βαρυσήμαντο γεγονός, ότι «ο Βενιζέλος έρχεται στο Ρέθυμνο». Ξεσηκώθηκαν τότε όλα τα χωριά και «πατείς με πατώ σε» μπήκαν στην πόλη. Ο λαός επιφύλαξε μια θριαμβευτική υποδοχή στο μεγάλο πολιτικό. Η πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη είχε πλημμυρίσει από κόσμο. Είχε δημιουργηθεί το αδιαχώρητο.
Μέσα σε μια αποθέωση ζητωκραυγών και χειροκροτημάτων, κάποια στιγμή φάνηκε στον εξώστη της οικίας Ζαχαριουδάκη, με το μαύρο δίκοχο και το χαρακτηριστικό του χαμόγελο. Η ομιλία του ήταν σύντομη και έκλεισε με μια θλιβερή αναφορά στην τελευταία δολοφονική απόπειρα εναντίον του. Με το εύστροφο μυαλό του θέλησε να εκφράσει την αποστροφή του και την αγανάκτησή του, για την αθλιότητα των αχρείων δολοφόνων:
– Εμένα επιτέλους ας με σκότωναν αλλά την Έλενα γιατί; Τι τους έφταιξε η Έλενα;
Η σύζυγός του η Έλενα κατά την ώρα που έπεφταν απανωτές οι τουφεκιές έπεσε πάνω του, έβαλε ασπίδα το σώμα της γι’ αυτό και τραυματίστηκε σοβαρά.
– Όχι. Σε θέλουμε κι εσένα, σε θέλουμε κι εσένα αποκρίθηκε από κάτω δια βοής ο λαός.
– Εσένα θέλουμε Μαρίκα! Φώναξε άξαφνα ένας αντιπροσωπευτικός κεφάτος τύπος του παλιού ρεθεμνιώτικου περίγυρου. Ήταν στίχος από το ρεφραίν ενός πασίγνωστου λαϊκού τραγουδιού της εποχής. Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Το πλήθος ξέσπασε σε ζητωκραυγές, σε φωνές και σε χειροκροτήματα. Μέσα σ’ ένα παραλήρημα ενθουσιασμού αρχίσανε να τραγουδάνε όλοι μαζί:
– Εσένα θέλουμε Μαρίκα, εσύ που έχεις γλύκα.
Άλλοι έκλαιγαν κι άλλοι γέλαγαν, ενώ πιο πέρα μερικοί χόρευαν στο ρυθμό του τραγουδιού.
Σε λίγο ακούστηκε και η μπάντα του Δήμου να παίζει το θούριο του Βενιζέλου».
Αυτά συνέβησαν τότε, αλλά ήρθε και το κίνημα του 35 για να δοκιμαστούν σκληρά όλοι οι Βενιζελικοί.
Ο καιρός των πεζοναυτών
Για την περίοδο των πεζοναυτών αναφέρει σημαντικά γεγονότα ο αείμνηστος Θεμιστοκλής Βαλαρής στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις».
Αναφέρει στο σχετικό κεφάλαιο:
«Όταν έπεσε ο Βενιζέλος οι αντιβενιζελικοί στείλανε στην Κρήτη αρκετές χιλιάδες στρατιώτες και ειδικά στο Ρέθυμνο ένα τάγμα ως 800 πεζοναύτες.
Ο σκοπός των δεν ήταν άλλος παρά να μας τυραννούν δημιουργούντες διάφορες φασαρίες και να ξεμοναχιάζουν κανένα για να τον κοπανίσουν μέχρι αναισθησίας.
Ο μακαρίτης Μανόλης Σπανουδάκης είχε κάτω από την παλαιά δημαρχία κι επί της προκυμαίας οινοπνευματοποιείον και πουλούσε και με το ποτήρι διάφορα ποτά.
Μια μέρα λοιπόν μπαίνουν στο κατάστημά του δυο ναύτες για να πιούν ούζο. Άμα το πιαν, πετούν τα άδεια ποτήρια στην κρεμασμένη στον τοίχο εικόνα του Βενιζέλου και σπουν το τζάμι της κορνίζας. Δεν είχαν καλά καλά πέσει τα τζάμια χάμω και πεθιέται ο Σπανουδάκης με δύο πελάτες που είχε και τους αρπούν και τους κάνουν μαύρους στο ξύλο.
Την επομένη, καθώς κάθουνταν ξέγνοιος ο Σπανουδάκης μπαίνουν στο μαγαζί τρεις πεζοναύτες και του φωνάζουν:
«Φέρε μας τρία ούζα!».
Αυτός χωρίς ν’ ανοίξει το στόμα του με ένα πήδο βρίσκεται μπροστά των με το πιστόλι στο χέρι: «Ξεκουμπιστείτε, γιατί θα σας πετάξω τα μυαλά στον αέρα» τους είπε με προοίμιο μια γερή βρισιά.
Και οι πεζοναύτες χωρίς άχνα βγήκαν από το μαγαζί»…
«Θα χυθεί αίμα»
Για τον Λαμπάκη έχουμε κάνει ήδη αναφορά, καθώς και για το πάθος του για τον Βενιζέλο.
Στο ίδιο βιβλίο ο Θεμιστοκλής Βαλαρής αναφέρει κι ένα σοβαρό περιστατικό που συνέβη στο χώρο του εστιάτορα λάτρη του Εθνάρχη.
«Μια μέρα μπαίνουν στο εστιατόριο του Λαμπάκη τρεις πεζοναύτες και του λένε σταματημένοι κάτω από τη φωτογραφία του Βενιζέλου και μάλιστα με ύφος που δεν σήκωνε αντίρρηση:
«Να την κατεβάσεις αμέσως!».
Ο μάγεράς του, που μαγείρευε λίγο παρακάτω, ως άκουσε τη διαταγή των παίζει ένα πήδο καβαλικεύει τα κάγκελα, που χώριζαν τα μαγειρεία από το σαλόνι του εστιατορίου και με άλλον ένα βρίσκεται κάτω από τη μύτη των πεζοναυτών. Με άγριο ύφος και αποφασιστικό βλέμμα τους λέει:
«Έντηνε και κατεβάσετέ την, μα θα χυθεί αίμα!».
Ώστε ν’ ακούσουν αυτά τα λόγια και να δουν το εξαγριωμένο θεριό, στη μύτη των από κάτω, κατεβάζουν τα μούτρα των και φεύγουν».
Ένας Βενιζέλος από το πουθενά
Για μια μεταμφίεση του πατέρα του σε Βενιζέλο και τις συνθήκες που τον ενέπνευσαν γι’ αυτό, αναφέρει σε άλλο του σημείωμα ο κ. Μανόλης Κούνουπας.
Εκείνο το βράδυ του Μαρτίου του 1935, ενώ οι κυρίες του Συλλόγου Κυριών είχαν συμβούλιο με αφορμή τα γεγονότα του Κινήματος στο σπίτι της Λέλας Κούνουπα, στο άλλο δωμάτιο ο άνδρας της Γιάννης, με την επικουρία ενός υπαλλήλου Αρμενικής καταγωγής, του Αλέκου, μεταμφιέστηκε ούτε λίγο ούτε πολύ σε… Ελευθέριο Βενιζέλο!
Ένα ολόκληρο απόγευμα ασχολήθηκε ο υπάλληλος με υπομονή αλλά κατάφερε να μεταμορφώσει τον Ιωάννη Κούνουπα σε ένα εκπληκτικής ομοιότητας, Ελευθέριο Βενιζέλο.
Και συνεχίζει ο κ. Κούνουπας την αφήγησή του.
«Ωστόσο, εντελώς αναπάντεχα και από μια ατυχή σύμπτωση παρά λίγο να ανατραπούν τα σχέδια. Τότε ήμουν πολύ μικρός. Πήγαινα στις πρώτες τάξεις του σχολείου. Μόλις είχα σχολάσει και ανέβαινα πηδηχτά τη σκάλα του σπιτιού. Ανήσυχος ο πατέρας από το άκουσμα του ποδοβολητού ξεχνώντας τη μεταμφίεσή του βγήκε ανήσυχος να δει τι συμβαίνει…».
Όταν ο μικρός Μανολάκης είδε ξαφνικά μπροστά του το Βενιζέλο, που θυμόταν από την επίσκεψη στη Χαλέπα, έφυγε έντρομος και τρύπωσε στο σαλόνι που συνεδρίαζαν οι κυρίες.
– Μαμά φώναξε ο φίλος μου ο Βενιζέλος είναι στο σπίτι.
Κι ενώ η Λέλα έμεινε άφωνη, η κ. Ζακάκη σαν πιο ψύχραιμη βιάστηκε να την παρηγορήσει.
– Δεν πειράζει Λέλα μου. Θα είναι από τον πυρετό.
Ο καημένος ο πατέρας Κούνουπας σκεπτόμενος ότι έχει δημιουργηθεί σύγχυση βιάστηκε να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Αλλά μόλις τον είδαν οι κυρίες έπαθαν… την πλάκα τους.
Κι όταν η κ. Ζεκάκη ξεκίνησε να λέει:
«Εξοχότατε κύριε πρόεδρε…» ο αξέχαστος φαρμακοποιός πατέρας του Ανδρέα και του Μανόλη Κούνουπα σκέφτηκε να συνεχίσει την πλάκα. Και τις διαβεβαίωσε με το ανάλογο ύφος ότι από το Κίνημα δεν είχαν να φοβηθούν για τα χρήματα του ταμείου του Συλλόγου Κυριών, που ήταν και το θέμα της συνεδρίασης. Δυστυχώς γι’ αυτόν και την επιτυχία της πλάκας του μια παρατηρητική κυρία του συμβουλίου τον αναγνώρισε και του φώναξε:
«Και του χρόνου Γιάννη μου και του χρόνου».
Βλέπετε ήταν και Απόκριες.
Θα συνεχίσουμε όμως στο αυριανό μας φύλλο με το τελευταίο μέρος του αφιερώματος στον Εθνάρχη και την επιστολή του στο Νικόλαο Ανδρουλιδάκη μεταξύ των άλλων που σταχυολογήσαμε από διάφορες πηγές.