Της ΜΑΡΙΑΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗ
Δεν φταίμε εμείς που μεγαλώσαμε
Φταίει η ΖΩΗ που είναι μικρή.
Μα αν είναι κι η σύνταξη μικρή
Γίνεται κι η ΖΩΗ ΠΙΚΡΗ.
Και τι ζητάμε επί τέλους τι ζητάμε;
Μ’ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ στον Παράδεισο να πάμε!
Δεν φταίμε εμείς που άλλοι τα φάγανε!
ΦΤΑΙΝΕ αυτοί και μόνο αυτοί.
Όμως μονάχα εμείς πληρώνουμε
Κι ακόμη να χορτάσουνε ……αυτοί.
Και να που φτάσαμε!
Με νόμους και νομολογίες, εδώ και χρόνια πως τα καταφέρνουν οι εκάστοτε κυβερνώντες, να φορτώνουν όλα τα βάρη στους εργαζόμενους αλλά και στους συνταξιούχους.
Άνθρωποι που δούλεψαν, μόχθησαν, πλήρωσαν εισφορές -γιατί αν δεν είχαν πληρώσει δεν θα είχαν πάρει και σύνταξη- με όνειρο να μπορέσουν να ζήσουν με αξιοπρέπεια τα τελευταία χρόνια της ζωής τους, να βρίσκονται σε απόγνωση.
Αφού όλα αυτά τα χρόνια, οι συντάξεις κόβονται και κόβονται και κόβονται……
Ευτυχώς λοιπόν που υπάρχουμε και εμείς οι συνταξιούχοι.
Είναι στιγμές που νοιώθω περήφανη!
Έτσι πρέπει να νοιώθουμε όλοι οι συνταξιούχοι. Αυτά τα χρόνια εμείς στηρίξαμε την Ελλάδα.
Αφού όταν χρειάζονται χρήματα οι κυβερνήσεις για να καλύψουν ελλείμματα μειώνουν τις συντάξεις.
Εμείς πάντως δεν φταίμε για αυτά τα ελλείμματα, αφού ούτε κονδύλια διαχειριζόμαστε ούτε κυβερνούμε, και πόσο να φάμε γέροι άνθρωποι!
Και ευτυχώς όλοι αυτοί σκέφτονται και νοιάζονται για το καλό μας.
Παράδειγμα: Μειώνουν τις συντάξεις στις χήρες πάρα πολύ, γιατί νοιάζονται γι’ αυτές!
Αλήθεια νοιάζονται για την σιλουέτα τους -που να τρέχουν τώρα για αδυνατίσματα και γυμναστικές και δίαιτες.
Θα γίνουν κορμάρες εκ των πραγμάτων, αφού η σύνταξη που θα παίρνουν θα φτάνει μόνο για ΠΡΩΪΝΟ! Ένα πικρό καφέ δηλαδή.
Πλησιάζει η 1η Οκτωβρίου. Παγκόσμια ημέρα αφιερωμένη στην τρίτη ηλικία.
Επειδή τελευταία συνηθίζω ν’ αφιερώνω κάποιες επετειακές μέρες σε συγκεκριμένα πρόσωπα που γνώρισα κι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ζωή μου, αυτή την ημέρα θα την αφιερώσω στους συναδέλφους που γνώρισα στην ομοσπονδία των Συνταξιούχων Ελλάδας.
Τα χρόνια περνούν πολύ γρήγορα και φτάνει η στιγμή που τα μετράς και αναρωτιέσαι πως είναι δυνατόν να έχουν περάσει τόσα πολλά.
Τα ίδιο αναρωτήθηκα κι εγώ όταν διαπίστωσα πως έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που πέρασα την πόρτα της ομοσπονδίας των συνταξιούχων ΙΚΑ εκπροσωπώντας τους συντοπίτες μας συνταξιούχους ΙΚΑ Νομού Ρεθύμνου.
Από την πρώτη στιγμή ένοιωσα δέος που βρέθηκα εκεί κοντά και ανάμεσα σε ξεχωριστούς ανθρώπους. ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ με όλα τα γράμματα κεφαλαία.
Όλοι κουβαλούσαν στην πλάτη τους και στην καρδιά τους τόσους αγώνες, τόσους πόνους, τόσες ιστορίες που εγώ ντράπηκα κι έσκυψα το κεφάλι μπροστά στο μεγαλείο και την αγωνιστικότητά τους.
Αναρωτήθηκα τι δουλειά έχω εγώ δίπλα σ’ αυτούς τους ήρωες της ζωής που παρά τα χρόνια τους είχαν τόσο πάθος τόση ζωντάνια, τόση αγωνιστικότητα που για μια στιγμή ντράπηκα και θέλησα να το βάλω στα πόδια.
Κάθισα σε μια καρέκλα και κοίταζα. Άνθρωποι ηλικιωμένοι, άλλος να βάζει κολλύριο στα μάτια του, άλλος να παίρνει χάπι για την πίεση, κι άλλος να τρέμει από το βάρος τόσων κόπων και τόσων αγώνων και αγωνιών.
Η αίθουσα μύριζε ναφθαλίνη από κουστούμια και ρούχα που φυλάγονταν ποιος ξέρει πόσα χρόνια για να φορεθούν τέτοιες σημαντικές στιγμές.
Οι γυναίκες ήταν πολύ λίγες. Μετρημένες στα δάχτυλα.
Κοιτάζοντας όλους τους καινούργιους συναδέλφους μου έβλεπα τον πατέρα μου. Θα ήταν πολύ περήφανος για μένα που ήμουν εκεί.
Κι έτσι ξεκίνησε η πορεία μου σ’ ένα κομμάτι της ζωής μου που κράτησε πολλά, όμορφα, ξεχωριστά χρόνια.
Και τι να πρωτοθυμηθώ!
Τις πορείες και τους αγώνες στην Κρήτη και Αθήνα;
Τις συναντήσεις μας και την συνύπαρξή μου με ξεχωριστούς ανθρώπους που μου έμαθαν τόσα πολλά.
Θυμούμαι την πρώτη φορά που πήγαμε στο Πολυτεχνείο να καταθέσουμε στεφάνι! Η συγκίνηση δεν περιγράφεται αλλά και δεν ξεχνιέται ποτέ.
Ήταν μεγάλη η τιμή που μου έκαναν όταν μου πρότειναν να είμαι υποψήφια στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας και παρά το ότι εγώ ήμουν καινούργια και δεν γνώριζα ούτε ονόματα καλά – καλά ψηφίστηκα και έτσι ξεκίνησε η πορεία μου για χρόνια μετά.
Και Αγώνες, Αγώνες, Αγώνες.
Αγώνες που μας ένωναν χωρίς να μας νοιάζουν τα χρώματα και τα κόμματα. Χωρίς να μας νοιάζει που ανήκει ο καθένας αφού είχαμε όλοι κοινό στόχο.
Καλύτερες μέρες για τους ηλικιωμένους και τους συνταξιούχους. Καλύτερες μέρες για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας.
Καλύτερες μέρες για όλους.
Αν κερδίσαμε ή χάσαμε θα το κρίνει η ιστορία.
Εγώ θεωρώ πως κέρδισα αφού είχα την τύχη να γνωρίσω και να πορευτώ με τόσο ξεχωριστούς ανθρώπους όπως ο Τάκης ο Μαυριδόγλου, ο Βασίλης ο Γεωργαντάς, ο Ηρακλής ο Αναγνωστόπουλος, ο Μανόλης ο Ραλάκης, ο Καραντάνης, ο Μιχάλης, η Δέσποινα η Βενετσανοπούλου, η Φραγκή η Σοφία και πολλοί άλλοι.
Κάποιοι έχουν φύγει. Τους φαντάζομαι πως κι εκεί στον παράδεισο αγώνες θα κάνουν για μας τους υπόλοιπους.
Αυτοί που έχουν μείνει συνεχίζουν να παλεύουν για το δίκιο του εργαζόμενου, του συνταξιούχου, του νέου, του ΑΝΘΡΩΠΟΥ.