Η Αυστρο-Ουγγρική συμμετοχή στο Κρητικό Ζήτημα», που φιλοξενείται στην αίθουσα του Στρατιωτικού Μουσείου στο Χρωμοναστήρι. Μέσα στο φωτογραφικό-αρχειακό υλικό της, προβάλλεται η συμβολή της Αυστροούγγρικής, ειρηνευτικής δύναμης στην ελάφρυνση των κρητικών από τα δεινά της Οθωμανικής κατοχής. Ο Γιούλιους Πίντερ, πρώτος ουσιαστικά Κυβερνήτης της ανεξάρτητης Κρήτης, κατά την περίοδο 1897-1898, αναδεικνύεται ως κύρια μορφή της περιόδου, αφού έδρασε καταλυτικά για την προστασία των κατοίκων του νησιού, αλλά και την τελική ανεξαρτησία της Κρήτης.
Ο κ. Μαρινάκης και η κυρία Σάντορφι απηύθυναν σύντομους χαιρετισμούς στους παρευρισκόμενους. Η συνέχεια περιελάμβανε μια ενδιαφέρουσα εισήγηση του ιστορικού ερευνητή και συγγραφέα κ. Δημήτρη Νικολακάκη .
Απολαυστικό ήταν το κονσέρτο του πολυβραβευμένου Ούγγρου πιανίστα Γιάνος Μπάλατς. Η βραδιά ολοκληρώθηκε με ξενάγηση στον εκθεσιακό χώρο από τον Πρόξενο της Ουγγαρίας στην Κρήτη, κ. Κώστα Κωνσταντινίδη.Ελλάδα-Ουγγαρία: Δεσμοί και σχέσεις από το παρελθόν
Ο κ. Μαρινάκης ξεκίνησε καλωσορίζοντας τους επίτιμους καλεσμένους και τον υπόλοιπο κόσμο που παραβρέθηκε στην εκδήλωση. Στη συνέχεια αναφέρθηκε συνοπτικά στο ιστορικό πλαίσιο της έκθεσης και στη συμβολή της παρουσίας των Συμμαχικών στρατευμάτων, στην Κρήτη, στην ανεξαρτησία και απελευθέρωση του τόπου. «Η κουλτούρα μας είναι δομημένη πάνω στο σεβασμό όλων των λαών, οι οποίοι πέρασαν από αυτό το νησί. Είμαστε ευγνώμονες σε όσους απ’ αυτούς συνέδραμαν την πνευματική του ανάπτυξη και την ιστορική του εξέλιξη, αλλά σεβόμαστε ακόμη και ‘κείνους που ήρθαν ως κατακτητές και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα μνημεία που μας άφησαν», τόνισε ενδεικτικά ο κ. Μαρινάκης. Στη συνέχεια καλωσόρισε την κυρία Σάντορφι λέγοντας πως «σας προσκαλούμε, να κάνουμε μαζί το παρελθόν μας και τους δεσμούς φιλίας και συνεργασίας που εγκαθίδρυσε μεταξύ των λαών μας, ασφαλείς πυξίδες προσανατολισμού για τις μελλοντικές μας σχέσεις. Υπάρχουν αναπτυξιακοί άξονες σύμπραξης όπως ο πολιτισμός, ο τουρισμός και η ανταλλαγή προϊόντων που μπορούν ν’ αποτελέσουν τη βάση της συνεργασίας μας. Σήμερα πλέον, αυτή η συνεργασία, μπορεί ν’ αποτελέσει επιλογή και όχι επιταγή συνθηκών πολέμου, όπως συνέβη στο παρελθόν».
Ακολούθησε ο χαιρετισμός της Πρέσβειρας της Ουγγαρίας, κυρίας Σάντορφι. Αφού ευχαρίστησε με τη σειρά της τους παρευρισκόμενους, η κυρία Σάντορφι συνέχισε, αναφορικά με το θέμα της έκθεσης, λέγοντας πως «μια τελετή έλαβε χθες χώρα στα Χανιά για την ονοματοδοσία ενός δρόμου της πόλης «οδός Ιουλίου Πίντερ», που υπήρξε γενικός πρόξενος της Αυστροουγγρικής Μοναρχίας. Ο Γιούλιους Πίντερ υπηρέτησε κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης περιόδου της μοντέρνας ιστορίας της Κρήτης και η αποστολή του, να εκπροσωπήσει την Αυστροουγγρική Μοναρχία, ήταν πολύ λεπτή. Πάντως σαν πολίτης της Ουγγαρίας και εξαιτίας της κοινής εμπειρίας της «ξένης κατοχής», συμπαθούσε ιδιαίτερα τον Κρητικό Λαό. Κυρίως στόχος του υπήρξε η ελάφρυνση του λαού του νησιού απ τα δεινά και ύψωσε ανάστημα με την ενεργητική παρουσία του για την προστασία του, όπως αναφέρεται ευρέως στον τοπικό και αθηναϊκό Τύπο της εποχής», υπερτονίζοντας την παρουσία και τη συμβολή του Προξένου της εποχής κατά την περίοδο της Κρητικής ανεξαρτησίας το διάστημα 1897-1898.
Επίσης αναφέρθηκε στους δύο πεσόντες που είχαν τα αυστροουγγρικά ειρηνευτικά στρατεύματα, τον Φέρεντζ Μάρτινακ, υπολοχαγό ο οποίος έχασε τη ζωή το 1897 στην Κάντανο και θάφτηκε στη θάλασσα. «Ο άλλος, Τζόζεφ Σμπλάντιτς, απεβίωσε στα Χανιά και η μνήμη του είναι ακόμα παρούσα, χάρις στη συμβολή του λαού των Χανιών, οι οποίοι έστησαν μνημείο στο Καθολικό κοιμητήριο της πόλης», επεσήμανε η πρέσβειρα. Κλείνοντας υπογράμμισε τη γεωπολιτική σημασία της Κρήτης από την αρχαία ως τη σύγχρονη ιστορία, ενώ στάθηκε στη σημερινή συγκυρία λέγοντας ότι «κατά τη διάρκεια των Επαναστάσεων στη ανατολή, την εποχή της αλλαγής για τις Αραβικές Χώρες, η Κρήτη δεν υπήρξε μονάχα στρατιωτική, αλλά και ανθρωπιστική βάση. Παρά τα χρηματοδοτικά και οικονομικά προβλήματα οι Κρητικοί επέδειξαν αλληλεγγύη και γενναιοδωρία. Σήμερα όλο και περισσότερες χώρες πλήττονται από την οικονομική Κρίση στην Ευρώπη, πράγμα που δημιουργεί μια ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη συνεργασίας σε ζητήματα Κοινής Ασφάλειας και Άμυνας».
Με το ζήτημα της σύμπραξης και συνεργασίας των ευρωπαϊκών κρατών σε πρώτο πλάνο, η κυρία Σάντορφι έκλεισε την ομιλία της με μια φράση γραμμένη στον τάφο του Ελ. Βενιζέλου «την οποία κρατάω από την επίσκεψή μου εκεί, εξαιτίας της σοφίας που περικλείεται στα λόγια του: «Ποτέ δεν περίμενα την Τύχη να με βοηθήσει να πάω τη χώρα μου μπροστά» φράση που επισημαίνει το νόημα της ευθύνης από όλους μας. Ευχαριστώ για την προσοχή σας», είπε η πρέσβειρα της Ουγγαρίας κλείνοντας το χαιρετισμό της.
Διαχρονική η σχέση των δύο χωρών μέσα στην Ιστορία
Στο σημείο αυτό, στο βήμα, ανέβηκε ο κ. Δημήτρης Νικολακάκης, ιστορικός ερευνητής, ο οποίος είχε αναλάβει τη βασική εισήγηση της εκδήλωσης. Ο κ. Νικολακάκης με μια λιτή αλλά άκρως περιεκτική ομιλία, βύθισε τους επισκέπτες στα βάθη των αιώνων εξηγώντας την ιστορική πορεία του λαού της «φίλης χώρας». Εν συνεχεία, με τη βοήθεια παράλληλης προβολής εικόνων από προτζέκτορα, παράθεσε μια σειρά από κοινά ιστορικά στοιχεία.
Αυτά ξεκίνησαν από τους βυζαντινούς χρόνους και τον ασπασμό του Χριστιανισμού από τους Ούγγρους, άγγιξαν την Ουγγρικής καταγωγής Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, Ειρήνη (Αγία Ειρήνη των Ούγγρων) και προσέγγισαν τον 17ο αιώνα, όταν «Πολλοί Έλληνες εμπορευόμενοι εγκαταστάθηκαν εκεί. Οι Έλληνες αυτοί εκμεταλλευόμενοι τα δασμολογικά προνόμια που τους παραχωρήθηκαν, σε σύντομο χρονικό διάστημα συσσώρευσαν σεβαστές περιουσίες, οργάνωσαν εύπορες κοινότητες, συνέστησαν εμπορικές συντεχνίες, έχτισαν μεγαλόπρεπες εκκλησίες, ιδρύσαν νοσοκομεία, σχολεία ακόμη και σχολή ελλήνων δασκάλων», τόνισε, ο κ. Νικολακάκης, παραθέτοντας ταυτόχρονα σειρά επιφανών ελληνικών οικογενειών που έδρασαν στην Ουγγαρία. «Η λέξη Έλληνας την εποχή εκείνη ήταν συνώνυμη της λέξης πλούσιος, ταυτόσημη της λέξης τίμιος και ταυτοσθενής της λέξης αγαπητός. Η ελληνική αυτή ομογένεια συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση του 1821 αλλά και στον απελευθερωτικό αγώνα των Ούγγρων το 1848-49, πολλοί ομογενείς θυσιάστηκαν για τη δεύτερη πατρίδα τους. Ακόμα και ο μεγάλος Έλληνας ποιητής, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, πήγε να πολεμήσει εκεί ως εθελοντής».
Όταν η ιστορική αναδρομή έφτασε στη περίοδο της Αύστρο-Ουγγρικής παρουσίας στην Κρήτη, αναφέρθηκε ενδελεχώς στη δράση του Προξένου της Μοναρχίας τότε, Γιούλιους Πίντερ αλλά και στο πολιτικό πλαίσιο της περιόδου. Η πίεση των συνθηκών ήταν τέτοια για τους Οθωμανούς, ώστε εξανάγκασε την Υψηλή Πύλη να ορίσει τον Πρόξενο «Επικεφαλής της Διεθνούς Διοικήσεως της Κρήτης και να ασκήσει οιονεί εξουσία ως κυβερνήτης της Μεγαλονήσου από την 1 Μαρτίου 1897 ως και την 12 Απριλίου 1898, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ειρήνευση του τόπου και στην επιβολή στο Γιλδιζ των αποφάσεων των Δυνάμεων σχετικά με την απελευθέρωση του νησιού. Για την όλη προσφορά του τιμήθηκε τρεις φορές από τη χώρα του κατά τη διάρκεια της θητείας του στα Χανιά», συμπλήρωσε ο εισηγητής.
Όσον αφορά την κοινή πορεία των δύο χωρών κατά τη σύγχρονη περίοδο, ο κ. Νικολακάκης ξεκίνησε από τα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την εμφύλια σύρραξη στη χώρα μας. Η Ουγγαρία εκείνης της περιόδου ακολουθούσε πολιτικά τις «ρυθμίσεις της Λαϊκής Δημοκρατικής Εξουσίας». Έτσι 8.000 πρόσφυγες του ελληνικού εμφυλίου, που άνηκαν στο ΔΣΕ κατέφυγαν στη συγκεκριμένη χώρα. «Απτή απόδειξη που τιμά την εποχή εκείνη είναι η κατασκευή το ‘50 σε χρόνο ρεκόρ του ελληνικού χωριού που μετά από δύο χρόνια μετονομάστηκε σε «Μπελογιάννης». Οικοδομήθηκαν 418 κατοικίες, δημαρχείο, ελληνορθόδοξη εκκλησία, ιατρείο, σχολειό, παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο, μαγειρείο, βιβλιοθήκη, αλλά και αίθουσα πολλαπλών χρήσεων. Την ίδια εποχή στη Ουγγαρία φιλοξενηθήκαν και 3.000 ελληνόπουλα παιδικής ηλικίας, αποτέλεσμα του λεγόμενου «παιδομαζώματος» «(ανάμεσα σε αυτά τα παιδιά και ο περίφημος ποδοσφαιριστής Γιούτσος)», συνέχισε ο κ. Νικολακάκης. Επίσης, ο ίδιος αναφέρθηκε στην Ουγγρική Επανάσταση του 1956 (2.450 νεκροί συνολικά) απέναντι στο Ολοκληρωτικό καθεστώς της χώρας και την συμπαράσταση των Ελλήνων τότε στο δοκιμαζόμενο Ουγγρικό Λαό. «Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, για μια ακόμη φορά χαρακτήριζε τον «Υπαρκτό Σοσιαλισμό» ως «Γραφειοκρατικό Καπιταλισμό». Ο Πάνος Καρραβίας έγραφε ότι η «επίθεσης των Σοβιετικών στην Ουγγαρία είναι αντιδραστική εκδήλωση κτηνώδους βίας ενάντια στην αναπόδραστη ιστορική πορεία των λαών προς την ελευθερία». Ο δε Νίκος Καζαντζάκης δήλωνε «ως Έλληνας που βαθύτατα υποφέρω από τον στραγγαλισμό της ελευθερίας στην Κύπρο από τους Άγγλους, εννοώ καλύτερα από κάθε άλλον και συμμετέχω στον αγώνα του Ουγγρικού λαού για την ελευθερία του».
Σύμφωνα με τον κ. Νικολακάκη, Ουγγαρία και Ελλάδα αποκατέστησαν διπλωματικές σχέσεις το 1956 και το 1964 αντάλλαξαν επισήμως πρεσβείες. Ανήκουν και οι δύο στην Ε.Ε. και διατηρούν στενές εμπορικές σχέσεις. Σε 200.000 υπολογίζονται οι Ούγγροι, που κάθε καλοκαίρι επισκέπτονται την Ελλάδα και «κυρίως την Κρήτη», όπως επεσήμανε ο κ. Νικολακάκης. Αρκετοί είναι εξίσου και οι Έλληνες που σπουδάζουν στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας. «Όσον αφορά τα θρησκευτικά θέματα, οι πολυάριθμες ελληνορθόδοξες ενορίες της χώρας υπάγονται υπό τη σκέπη του Μητροπολίτη Αυστρίας και Επίτιμου Εξάρχου Ουγγαρίας και Μεσευρώπης», συμπλήρωσε ο εισηγητής. Τέλος, αναφέρθηκε στο τελευταίο κοινό σημείο των δύο χωρών, που δεν είναι άλλο από το ΔΝΤ. «Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έθεσε υπό επιτήρηση την Ουγγαρία το 2008», όταν η χώρα εφάρμοσε «μια συνετή και έξυπνη οικονομική πολιτική που έδινε έμφαση στην ανάπτυξη με ταυτόχρονη μείωση της φορολογίας στα νοικοκυριά και περιστολή των κρατικών δαπανών. Παράλληλα επιβλήθηκε έκτακτη εισφορά στις Τράπεζες και στις μεγάλες επικερδείς επιχειρήσεις.
Έτσι μετά από κάποια έντονα σκαμπανεβάσματα και παρά τη λυσσαλέα αντίδραση και επίθεση των διεθνών τοκογλύφων και των οργάνων τους, η χώρα κατάφερε να απεμπλακεί από το ΔΝΤ ξεχρεώνοντας στις 6 Αυγούστου και την τελευταία δόση του δανείου παρότι η προβλεπόμενη ημερομηνία καταβολής της δόσης ήταν τον Μάρτιο του 2014. Αυτή κυρίες και κύριοι είναι η Ουγγαρία», είπε ο κ. Νικολακάκης ολοκληρώνοντας την ομιλία του.