Η αναγκαιότητα ενσωμάτωσης των ιατρείων πόνου και παρηγορικής φροντίδας στους οργανισμούς των νοσοκομείων, για να ανοίξει ο δρόμος για την προκήρυξη θέσεων, επισημάνθηκε χθες στη διάρκεια επιστημονικής ημερίδας με θέμα «Θεραπεία Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας», που συνδιοργάνωσαν ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου, το Γενικό Νοσοκομείο Ρεθύμνου και ο Δήμος Ρεθύμνου, υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εταιρίας Θεραπείας Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα στη χώρα λειτουργούν 57 ιατρεία πόνου στα νοσοκομεία, άτυπα, με γιατρούς με ψυχή, όπως χαρακτηριστικά λέει η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Θεραπείας Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας, Ιωάννα Σιαφάκα, που υπερβάλλουν εαυτόν, γιατί επιθυμούν με κάθε τρόπο να απαλύνουν και να θεραπεύσουν τον πόνο που βιώνουν οι ασθενείς. Δίπλα σε αυτούς και πολλοί εθελοντές που πάντα προσφέρουν και η στήριξή τους είναι αδιαμφισβήτητη. Όμως μια δομή υγείας δεν μπορεί να βασίζεται στον εθελοντισμό.
Οι ανάγκες πολλές και η ζήτηση τεράστια, αφού στα ιατρεία πόνου απευθύνονται κατά κύριο λόγο ογκολογικοί ασθενείς. Άνθρωποι που δίνουν τη μάχη με τον καρκίνο και τον πόνο που αυτός συνεπάγεται, σωματικός, ψυχικός, κοινωνικός αλλά και ρευματοπαθείς, καθώς και άλλους ασθενείς που αντιμετωπίζουν χρόνιους πόνους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Ρέθυμνο, που είναι ένα από τα λίγα περιφερειακά νοσοκομεία που λειτουργεί ιατρείο πόνου, τα τελευταία τρεισήμισι χρόνια (λειτουργεί από το 2020), έχουν εξυπηρετηθεί περίπου χίλιοι ασθενείς, όμως η αναμονή είναι τεράστια, αφού το ιατρείο λειτουργεί μόνο δυο φορές την εβδομάδα.
Η επιστήμη προχωρά, τεχνικές υπάρχουν, φάρμακα επίσης, οπότε και η πολιτεία οφείλει σύμφωνα με την κ. Σιαφάκα να μη στερεί στον άνθρωπο που πονά το αναφαίρετο δικαίωμα της θεραπείας του πόνου.
Σε σχετικές δηλώσεις της η κ. Σιαφάκα, ομότιμη καθηγήτρια Αναισθησιολογίας και Θεραπείας Πόνου της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Θεραπείας Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας (ΠΑΡΗΣΥΑ), η οποία ήταν και πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής της χθεσινής εσπερίδας ανέφερε: «είναι πραγματικά μεγάλη χαρά που κατορθώσαμε στο Ρέθυμνο να κάνουμε το συνέδριο θεραπείας πόνου και παρηγορικής φροντίδας. Είμαστε πολύ συγκινημένοι και περήφανοι που ένα μέλος του Δ.Σ. μας, ο κ. Χρονάκης, με αυτοθυσία λειτουργεί το ιατρείο πόνου στο νοσοκομείο Ρεθύμνου. Δεν είναι μόνο ο κ. Χρονάκης, συνεπικουρούν και άλλοι γιατροί και ήταν εντυπωσιακή η ομάδα του, την οποία είχαμε την ευκαιρία να δούμε από κοντά την πέμπτη και να συνδράμουμε το έργο του, εξυπηρετώντας τους ασθενείς. Πραγματικά αξίζει αυτό να φανεί και να πούμε ότι σε μια μικρή πόλη, σε ένα περιφερειακό νοσοκομείο λειτουργεί ένα ιατρείο πόνου που δεν υστερεί σε τίποτα από την πρωτεύουσα. Ίσα ίσα έχει προχωρήσει και κάνει και τεχνικές παρεμβατικές πολύ προχωρημένες και πολύ νεωτεριστικές. Τα ιατρεία πόνου και παρηγορικής φροντίδας δυστυχώς στα περισσότερα νοσοκομεία δεν περιλαμβάνονται στους Οργανισμούς των νοσοκομείων. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι εφικτή η προκήρυξη θέσεων για την στελέχωσή τους με προσωπικό. Όμως δεν μπορούμε να λειτουργούμε με εθελοντές. Είναι καλοδεχούμενοι πάντα οι εθελοντές και βοηθάνε ουσιαστικά, όμως δεν μπορεί μια παροχή υγείας να βασίζεται εξ ολοκλήρου στον εθελοντισμό. Αυτό ζητάμε. Εγώ συμμετείχα και στην Εθνική Επιτροπή για την παρηγορητική φροντίδα όμως οι εισηγήσεις μου δεν εισακούστηκαν».
Όπως πρόσθεσε η κ. Σιαφάκα τα ιατρεία πόνου έχουν μεγάλη προσφορά στους ασθενείς και επεσήμανε ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα όλων των ασθενών να μην πονάνε: «Ένας στους δυο ογκολογικούς ασθενείς στη φάση που κάνει την αντικαρκινική του θεραπεία, είτε είναι χημειοθεραπεία είτε ακτινοβολία είτε κάποιο χειρουργείο θα βιώσει πόνο. Χρειάζεται στη φάση αυτή ειδικό γιατρό. Δυο στους τρεις με μεταστάσεις και με προχωρημένο νόσημα, θα έχουν πόνο και είναι αναφαίρετο το δικαίωμά τους να μην υποφέρουν. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα όλων να μην υποφέρουν. Φάρμακα έχουμε και τεχνικές έχουμε. Δεν μπορώ όμως να έχω ογκολογικό ασθενή και να του δίνω ραντεβού μετά από ένα μήνα. Δεν αντέχεται. Σήμερα τα 57 νοσοκομεία, στα οποία λειτουργούν ιατρεία πόνου, υποστηρίζονται από εξαθλιωμένους εξοντωμένους αναισθησιολόγους από την περίσσεια της ψυχής τους. Δεν λύνεται το πρόβλημα. Πρέπει να προκηρυχθούν θέσεις ψυχολόγων, νοσηλευτών, φυσικοθεραπευτών», τονίζει με αγανάκτηση και προσθέτει: «Πρεπει το δημόσιο σύστημα να παρέχει παρηγορική φροντίδα. Δεν σημαίνει ότι επειδή δεν έχω θεραπεία του νοσήματος, ότι θα αφήσω τον ασθενή να υποφέρει, είτε είναι πόνος είτε είναι εμετός είτε όλα τα βασανιστικά συμπτώματα».
Γ. Χρονάκης: «Μπορουμε να κάνουμε αναισθησία στον πόνο»
Όπως είπε ο υπεύθυνος του ιατρείου πόνου του Γ.Ν.Ρ., Γιάννης Χρονάκης, ο πόνος είναι το μόνο σύμπτωμα που είναι σε άμεση συνάντηση με την ποιότητα της ζωής και πρέπει να θεραπευτεί. Στο Ρέθυμνο, όπως λέει, το ιατρείο πόνου που λειτουργεί από το 2021 έχει δεχτεί περίπου 1.000 ασθενείς.
«Η αντιμετώπιση του πόνου είναι θείο δώρο, οπότε εμείς οι αναισθησιολόγοι αλγολόγοι από τη στιγμή που μπορούμε να κάνουμε αναισθησία στον ασθενή μπορούμε να κάνουμε αναισθησία και στον πόνο. Οπότε έχουμε μία ευκολία να βοηθήσουμε με διάφορες φαρμακευτικές και παρεμβατικές τεχνικές τους ασθενείς μας, οι οποίοι είναι ασθενείς με καλοήθη η κακοήθη πόνο. Προσφέρουμε στους ασθενείς μας μία ελπίδα ότι θα πάνε όλα καλά. Ακόμα και όταν οι ασθενείς μας βρίσκονται στο τελικό στάδιο. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε και τους οικείους τους και το περιβάλλον τους, γιατί όπως γνωρίζουμε όλοι καλά, όταν ένας στην οικογένεια νοσήσει δυστυχώς νοσούμε όλοι και υποφέρουμε όλοι. Στο ιατρείο του Ρεθύμνου, για καλή μου τύχη, μετά από τριάμισι χρόνια, έχουμε δύο νοσηλευτές και μία εθελόντρια νοσηλεύτρια και έναν εθελοντή φυσιοθεραπευτή, οπότε το δουλεύουμε πάρα πολύ καλά. Δυστυχώς οι χρόνοι αναμονής παραμένουν μεγάλοι. Λειτουργούμε μόνο δύο φορές το μήνα για την ώρα, ωστόσο όταν υπάρχουν εφημερίες ή κάποια χειρουργεία ενδιάμεσα μπορεί να καταφέρουμε να δούμε κάποιους ασθενείς» τόνισε ο κ. Χρονάκης.
Ο διοικητής του νοσοκομείου Ρεθύμνου, Λευτέρης Μαρκάκης, τόνισε: «Η αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου αποτέλεσε έναν από τους κύριους στόχους της υφιστάμενης διοίκησης και ιατρικής υπηρεσίας του νοσοκομείου Ρεθύμνου από το 2020 που αναλάβαμε καθήκοντα. Το Μάιο του 2021 και παρά το έντονο πρόβλημα στελέχωσης του αναισθησιολογικού τμήματος, το ιατρείο πόνου λειτούργησε για πρώτη φορά από συστάσεως του νοσοκομείου κατόπιν εισήγησης προς την διοίκηση του διευθυντή αναισθησιολογίας Γιάννη Χρονάκη και νυν επιστημονικά υπεύθυνου του ιατρείου. Παράλληλα με την στελέχωση του αναισθησιολογικού τμήματος του νοσοκομείου το ιατρείο ξεκίνησε να επεκτείνει τη δράση του, να θεραπεύει και να καινοτομεί μέσα από την εφαρμογή πρωτοποριακών θεραπειών όπως η διαδερμική νευρόλυση και η νευρόλυση με ραδιοσυχνότητες. Η εκδήλωση έχει ξεχωριστή σημασία για το νοσοκομείο Ρεθύμνου, διότι συμπίπτει και με την πλήρη στελέχωση του αναισθησιολογικού τμήματος, την έλευση μετά από χρόνια ειδικευμένων στο τμήμα και τη δυνατότητα να μπορεί το αναισθησιολογικό τμήμα να συνδιοργανώνει τόσο σπουδαίες εκπαιδευτικές εκδηλώσεις». Από την πλευρά της η Αναστασία Καπελέρη, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνου, αναφέρθηκε στον χρόνιο πόνο και την ανάγκη θεραπείας του τονίζοντας μεταξύ άλλων στο χαιρετισμό της: «Ο χρόνιος πόνος συνιστά μία από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης στον ιατρό και ταλαιπωρεί περίπου 11 έως 40% του πληθυσμού παγκοσμίως. Ο χρόνιος πόνος συνιστά ασθένεια και όχι απλώς συμπτώματα της νόσου. Και αυτό γιατί συνοδεύεται από μόνιμες μεταβολές στο περιφερικό και Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, που απαιτούν εξειδικευμένη θεραπεία για να αναστραφούν. Οι περισσότεροι ασθενείς θεωρούν ότι είναι αναμενόμενο και φυσιολογικό να πονά κάνεις αλλά δεν είναι έτσι. Όταν ο πόνος γίνεται χρόνιος, πάντα χρειάζεται αντιμετώπιση. Το ιατρείο πόνου αποτελεί το χώρο στον οποίο πραγματοποιείται διάγνωση και αντιμετώπιση του χρόνου πόνου και ανακούφιση των συμπτωμάτων που το συνοδεύουν. Όσον αφορά την ανακουφιστική φροντίδα κανένας με μία περιοριστική για τη ζωή κατάσταση δεν πρέπει να ζει και να πεθαίνει με περιττό πόνο και αγωνία. Η παρηγορική φροντίδα δίνει αξιοπρέπεια μέχρι το τέλος της ζωής. Στόχος είναι η πρόσβαση σε μονάδες παρηγορικής φροντίδας που θα παρέχουν εξειδικευμένη και ολιστική αντιμετώπιση των συμπτωμάτων των ατόμων που βρίσκονται στο καταληκτικό στάδιο της ζωής τους, καθώς και υποστήριξη των οικείων τους».
Τις εργασίες της χθεσινής επιστημονικής εσπερίδας παρακολούθησαν η αντιπεριφερειάρχης Μαρία Λιονή, ο δήμαρχος Γιώργης Μαρινάκης, ο πρώην υπουργός Υγείας, γιατρός, Ανδρέας Ξανθός, γιατροί όλων των ειδικοτήτων και επιστήμονες.