Το οικοδόμημα του σύγχρονου ελληνικού κράτους σε λίγες μέρες συμπληρώνει σαράντα χρόνια συνεχόμενης κι ομαλής λειτουργίας και νιώθω μια βαθιά ανάγκη να θέσω τους προβληματισμούς μου στους έγκριτους αναγνώστες.
Θα θίξω δύο ζητήματα που πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικά και είναι υποχρεωτικό να απασχολούν τον κάθε πολίτη με δημοκρατικές πεποιθήσεις.
Το πρώτο είναι το γεγονός ότι η τραγωδία της Κύπρου το 1974 προκάλεσε την λαϊκή οργή της ελληνικής κοινωνίας με συνέπεια την άμεση αποχώρηση των πραξικοπηματιών και την έλευση του Κ. Καραμανλή από το Παρίσι.
Δίχως αμφιβολία χρωστάμε ένα μεγάλο συγγνώμη στην Κύπρο και μια διερεύνηση στο φάκελο της υπόθεσης για την ευθύνη του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδας με το δίδαγμά της.
Το θέμα της προδοσίας της Κύπρου είναι μια πραγματικά πονεμένη κι αιματοβαμμένη ιστορία, που είναι ίσως παρακινδυνευμένο να αναφέρω, γιατί έχει πολλές πτυχές που δεν έχω τη γνώση να αναλύσω.
Όμως εκφράζω μια ελεύθερη άποψη, που στηρίζεται σε μια επιθυμία για αναζήτηση της αλήθειας.
Η προσωπική μου γνώμη λοιπόν είναι ότι η αλαζονεία της εξουσίας της χούντας συνταγματαρχών ήθελε μια Ένωση της Ελλάδας με την Κύπρο χωρίς να υπολογίζει τη γνώμη των εκπροσώπων της Κύπρου.
Αυτή η εμμονή δημιούργησε ρήξη στις σχέσεις των δυο χωρών και τύφλωσε τους Έλληνες φασίστες, που φέρθηκαν με απίστευτη ηλιθιότητα.
Έτσι αποσύρθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας και εισέβαλαν οι Τούρκοι παραβιάζοντας τον καταστατικό χάρτη του Ο.Η.Ε.
«Η δημοκρατία της Ελλάδας χτίστηκε πάνω στα ερείπια της Κύπρου» είπε πολύ εύστοχα ο ιδιοφυής μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης, όπου νομίζω με πολύ λιτό και συνοπτικό τρόπο αποκαλύπτει την αλήθεια.
Οι αγώνες του φοιτητικού κινήματος που προηγήθηκαν όσο αξιέπαινοι κι αν ήταν, δυστυχώς κρίθηκαν ανεπαρκείς, ώστε να προκαλέσουν μια ανατροπή του καθεστώτος.
Η βασική αντίδραση των ηρωικών φοιτητών ήταν το διάταγμα 1437, όπου καταργούσε την αναβολή από τη στρατιωτική θητεία, ώστε πλέον η μόρφωση κι η παιδεία υποτασσόταν στην υποχρέωση στράτευσης από τα νιάτα της χώρας για να υπηρετούν μια αρρωστημένη πατρίδα.
Ανεξάρτητα πάντως από την αποτελεσματικότητα της εξέγερσης σαν γεγονός στιγμάτισε τον φασισμό, έδωσε την πνοή της νέας γενιάς και συνέβαλε στην αλλαγή φρουράς που προκάλεσε την τραγωδία της Κύπρου.
Έτσι λοιπόν ο άνεμος ελευθερίας έφερε το κλαδί από το ιστορικό δέντρο της δημοκρατίας, ύστερα από μια επταετία χωρίς καμία ξένη παρέμβαση (φανερή τουλάχιστον), τραυματισμένο αλλά ζωντανό κι αγέρωχο.
Με τραγούδια και χαρές, έμπνευση και συναισθηματικές εξάρσεις η εποχή έθρεψε το δέντρο χωρίς όμως να φροντίσει για τη θεραπεία της ασθένειάς του και τη δυνάμωσή του με το απαραίτητο κλάδεμα και τις εργασίες προστασίας του.
Το πρώτο λάθος έγινε με την επαναφορά του συντάγματος του 1952 και αφαίρεση του χαρακτήρα της βασιλεύουσας δημοκρατίας, καθώς έδωσε το νομικό πάτημα στον βασιλιά να θεωρήσει αυτό το γεγονός πολιτική αυθαιρεσία παρ’ όλο που με το δημοψήφισμα που ακολούθησε λίγους μήνες αργότερα ο ελληνικός λαός αποφάσισε η εξουσία να είναι αιρετή κι όχι κληρονομική. Δίδαγμα; Πρέπει να τηρείται σειρά ιεραρχίας και σε πολύ απλά αλλά καθοριστικά ζητήματα, καθώς με μια προσθήκη στο δημοψήφισμα της αφαίρεσης βασιλευομένης προεδρίας από το ελληνικό σύνταγμα όλα θα ήταν νόμιμα, χωρίς ο τέως βασιλιάς να έχει καμία απολύτως αξίωση διεκδίκησης.
Το δεύτερο ζήτημα που ανακύπτει είναι η ανανέωση της ελληνικής δημοκρατίας και μια προσομοίωσή του με ένα υπεραιωνόβιο διαχρονικό δέντρο ηλικίας δυόμισι χιλιάδων χρόνων, που θέλει συνεχώς προστασία, πότισμα και φροντίδα.
Ιδιαίτερα στις μέρες μας, που με την οικονομική κρίση θεωρείται ότι καταλύθηκαν βασικοί όροι της δημοκρατίας, είναι επίκαιρο και ωφέλιμο πάντα να μνημονεύσουμε τον Ισοκράτη:
«Η δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται γιατί καταχράσθηκε το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας.
Γιατί έμαθε τους πολίτες να θεωρούν:
Την αυθάδεια ως δικαίωμα,
Την παρανομία ως ελευθερία,
Την αναίδεια του λόγου ως ισότητα,
Και την αναρχία ως ευδαιμονία».
Χρειάζεται σεβασμός στις θεμελιώδεις αρχές κι αξίες και λατρεία στο ΘΕ(ΣΜ)Ο της δημοκρατίας κι αγώνας.
Αγώνας καθημερινός, χωρίς συνθήματα περίσσια ούτε και φωνές αλλά αθόρυβα και παραδειγματικά.
Να υπάρχει μύηση κι εκτίμηση, όπου όποιος μελετά την ιστορία από τους αρχαίους Έλληνες μέχρι τους «γιους της Ελευθερίας» και τη διακήρυξη ανεξαρτησίας της Αμερικής, την κατάληψη της Βαστίλης και τη Γαλλική επανάσταση με το τρίπτυχο Ισότητα Αδελφότητα Δικαιοσύνη, τη ρωσική επανάσταση, τη ιδρυτική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συνθήκη της Ρώμης και τη συνθήκη Τάμπερε, που καθιστά την Ευρώπη χώρο Ελευθερίας – Ασφάλειας – Δικαιοσύνης να διαπιστώνει με την ψυχή του την έκταση και το εύρος των γεγονότων που συνέβησαν για να φτάσουμε στο σημερινό επίπεδο.
Κυρίως όμως νομίζω πρέπει να διαπιστωθεί το σύστημα εξουσίας μετά από κάθε επανάσταση και ο τρόπος που την εκμεταλλεύεται και διαστρεβλώνει τις αρχές κι αξίες που γεννήθηκαν από αυτή.
Μια συνομιλία μου με ένα δηλωμένο νοσταλγό του Παπαδόπουλου με προβλημάτισε έντονα, όχι για τις πεποιθήσεις με τις οποίες πάντα διαφωνώ κάθετα, αλλά γιατί σε κάποια ερωτήματα δεν μπορούσα να απαντήσω όπως ότι και σήμερα παραβιάζεται η δημοκρατία από κλέφτες πολιτικούς, ενώ ο Παπαδόπουλος ήταν πατριώτης και πέθανε φτωχός.
Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα κοινωνικό υπόβαθρο στην Ελλάδα, όπου θα αποτελεί το θεματοφύλακα της δημοκρατίας μας και θα επωμιστεί την ευθύνη και το υπαρξιακό φορτίο με το να «κλαδέψει» τα άρρωστα κλαδιά του «ιερού δέντρου» που απομυζούν τη ζωντάνια του και την ικανότητά του να αποπνέει «καθαρό αέρα» ισονομίας – ισοπολιτείας – αξιοκρατίας.
Το σημαντικότερο κατόρθωμα θα είναι να αποβάλουμε την μισαλλοδοξία, ώστε όπως λέει ο ποιητής Γ. Ρίτσος:
«Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα, δεν χρειάζονται περισσότερα.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου από τον κόσμο
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο».
Εύχομαι λοιπόν χρόνια πολλά στην Ελληνική Δημοκρατία!