Ένα πολύτιμο δώρο μου έκανε πρόσφατα ο πολυγραφότατος και μυριοβραβευμένος συμπολίτης συγγραφέας κ. Ευάγγελος Σπανδάγος.
Το φύλλο εφημερίδας ΑΓΩΝ που εξέδιδε ο ιστορικός πρόγονος Ευάγγελος Κ. Σπανδάγος με ημερομηνία 7 Φεβρουαρίου 1919!
Τι καλά σκέφτηκα να το διαβάσουμε μαζί και να ζήσουμε στο Ρέθυμνο μιας τόσο μακρινής εποχής.
Η εφημερίδα ΑΓΩΝ βλέπουμε πως έχει και πολιτική ταυτότητα «Βενιζελική Καθημερινή Εφημερίς» δηλώνεται με παρρησία στην προμετωπίδα.
Αλήθεια τι γινόταν στο Ρέθυμνο όταν όλος ο Ιταλικός τύπος ανέγραφε ως γεγονός την απόδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, ο αρχιστράτηγος Ντ’ Εσπραί ασχολείτο με τον καταρτισμό χωροφυλακής για την τήρηση της τάξης στην αυτόνομον Πολιτεία Κωνσταντινουπόλεως, στα Χρηματιστήρια του Λονδίνου υψώθηκαν τα ελληνικά χρεόγραφα, αγγλικά στρατεύματα κατέλαβαν το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και τους κυριότερους σιδηροδρομικούς σταθμούς και ο στρατηγός Χίντεμπουργκ επί κεφαλής 600.000 στρατιωτών βάδιζε εναντίον του Βερολίνου;
Περί ελληνικών αξιώσεων
Μια ματιά στο κύριο άρθρο και νομίζουμε πως ο χρόνος έχει σταματήσει, καθώς αναφέρεται στις …ελληνικές αξιώσεις. Από άλλη πηγή βέβαια αλλά περί αξιώσεων ο λόγος.
«Και ο Ευρωπαϊκός τύπος διαβάζουμε, πρωτοστατούντος του Γαλλικού και αι πλείσται των εν Αθήναις εκδιδομένων εφημερίδων, ασχολούνται κατ’ αυτάς με το εν τω Συνεδρίω των Παρισίων υποβληθέν υπό μέρους τους κ. Βενιζέλου υπόμνημα περί των Ελληνικών αξιώσεων. Αν κρίνει δε τις από το ευμενές ύφος με το οποίον ο Γαλλικός κατ’ εξοχήν τύπος, σχολιάζει το ζήτημα των Ελληνικών αξιώσεων και με την συγκρότησαν της επιτροπής εις την οποίαν ανετέθη η κατ’ ιδίαν μελέτη του διπλωματικού τούτου εγγράφου αποτελουμένης κατά το πλείστον από διακεκριμένους φιλέλληνας δύναται να τρέφει τας μεγαλυτέρας των ελπίδων περί του ότι και πάλιν η Ελλάς θα επιτύχει κατά το πλείστον την πραγμάτωσιν των εθνικών της δικαίων.
Θ’ απετέλει βεβαίως πολιτικήν αμβλυωπίαν η παραγνώρισις των δυσχερειών τας οποίας έχει να υπερπηδήσει ο μέγας της Ελλάδος πολιτικός, απέναντι τόσων αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων.
Αι ελληνικαί αξιώσεις δεν ευρίσκουν μόνο αντιδράσεις εκ μέρους των δυο προαιωνίων μας εχθρών Τουρκίας και Βουλγαρίας των οποίων τα συμφέροντα με τόσον αφιλοκερδή πατριωτισμό εξυπηρέτησε το παλαιόν τυραννικό καθεστώς, αλλά και από την σύμμαχο Ιταλία παρά την αμοιβαία συμπάθεια και αλληλεγγύην η οποία συνδέει τον Ελληνικόν και Ιταλικόν λαόν…».
Και το ενδιαφέρον αυτό άρθρο καταλήγει:
«Δεν δύναται δε ν’ αρνηθεί τις ότι αποτελεί αυτόχρημα ζήτημα τιμής δια το κόμμα των Φιλελευθέρων και ιδιαιτέρως του Αρχηγού αυτού όπως λάβει ιδιαιτέραν όλως μέριμναν δια την Κρήτη και κυρίως δια τον υστερούντα εν τη Κυβερνητική μερίμνη νομόν της Ρεθύμνης. Εάν η Κρήτη εν τη ομαλότητι αυτής συνεισέφερε κολοσσιαίας θυσίας εις τον σημερινόν εθνικόν αγώνα, ουδείς δύναται ν’ αμφισβητήσει την μεγίστην συμβολήν του Νομού Ρεθύμνης επιδοκιμάσαντος ανέκαθεν μετά της μεγαλυτέρας ιδεολογίας την πολιτικήν του κυρίου Βενιζέλου.
Εν τούτοις ο Νομός Ρεθύμνης ιδία δ’ αι Επαρχίαι Αγίου Βασιλείου και Αμαρίου ευρίσκονται από απόψεως συγκοινωνίας εις τοιαύτην αξιοθρήνητον κατάστασιν, ώστε την λαϊκήν αγανάκτησιν και δυσφορία να συγκρατεί μόλις η συναίσθησις της επιβαλλόμενης σήμερον εθνικής πειθαρχίας χάριν των μεγάλων εθνικών συμφερόντων, τα οποία είναι υποχρεωμένη όπως ακολουθεί αγρύπνως η Κυβέρνησις…».
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες οι ειδήσεις που ακολουθούν. Τυχόν συμπτώσεις με τα προβλήματα της σημερινής εποχής είναι εντελώς τυχαίες. Για το 1919 μιλάμε πάντα. Τα σχόλια δικά σας.
• Δωρεά υπέρ του Νοσοκομείου Ρεθύμνης
«Μετά χαράς αγγέλομεν ότι ο εξ Επισκοπής Ρεθύμνης κ. Εμμανουήλ Χατζή Πετράκις εδώρησεν υπέρ του Νοσοκομείου μας δραχμάς 500.
Συγχαίροντες τον δωρητήν ευχόμεθα όπως και άλλοι μιμηθωσιν αυτόν».
• Φεβρουάριος μήνας δηλώσεων από καταβολής δημοσίου ταμείου
«Συμφώνως τω Νόμω αι δηλώσεις των επιτηδευματιών του 1919 επιδίδονται εντός του μηνός Φεβρουαρίου».
• Και μια απαλλοτρίωση ιστορικής σημασίας
«Εξεδόθη απόφασις απαλλοτριώσεως των Μουσουλμανικών νεκροταφείων και των παρ αυτοίς γηπέδων υπέρ του Δήμου Ρεθύμνης».
Να υποθέσουμε ότι η παραπάνω απόφαση συνέβαλε στη δημιουργία του δημοτικού κήπου;
Η παρακάτω είδηση έχει ενδιαφέρον γιατί δείχνει την προνοιακή πολιτική της εποχής:
«Υπό του δημοτικού συμβουλίου της πόλεως μας διωρίσθη μαία δια τη μαίευσιν των απόρων η πτυχιούχος Μαία του ιατροσυνεδρίου Αθηνών κυρία Δέσποινα Σπητάδη».
Στη συνέχεια πληροφορούμεθα ότι δίνεται παράταση για την έκδοση εκλογικών βιβλιαρίων για να προλάβουν και οι στρατιώτες που έφτασαν μόλις είχε εκπνεύσει η προθεσμία, ενώ γίνεται και πρόσκληση κληρωτών του 1919 την 19ην Μαρτίου.
Και παρακάτω μια εύλογη απορία: Ενώ στον Πειραιά ο βακαλάος επωλήθη χονδρικώς 4,25 δρχ. στην πόλη μας το ίδιο φορτίο κόστιζε 7,80 δρχ., δικαίως ο αρθρογράφος βοά «Διατί άραγε η τόση ανισότης»;
Ιδού και μια καταγγελία: «Καταγγέλλομεν εις την Αστυνομίαν ότι έξωθεν των Περιβολίων εις θέσιν Μυσίρια πωλείται ελευθέρως το κρέας δρχ. 10 η οκά».
Επίσης ιστορικής σημασίας και η παρακάτω είδηση: «Δια του καταπλεύσαντος ατμοπλοίου «Αργολίδος» την πρωίαν της Τρίτης 5 τρ. αφίκοντο εις την πόλη μας 300 περίπου στρατιώται εκ των αιχμαλώτων του Γκαίρλιτς, οι οποίοι θα παραμείνουν ενταύθα».
Ποιοι ήταν οι αιχμάλωτοι ;
Εδώ χρειάστηκε να καταφύγουμε στην ιστορία για να καταλάβουμε περί ποίων επρόκειτο. Και όπως αναφέρεται στην Μηχανή του Χρόνου:
22 Σεπτεμβρίου 1916. Στην πόλη Γκέρλιτς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, έφταναν με τρένο από τη Δράμα, 6.100 Έλληνες στρατιώτες, 430 αξιωματικοί, δυνάμεις της ελληνικής χωροφυλακής, στρατιωτικοί υπάλληλοι, 93 γυναίκες αξιωματικών και 5 παιδιά. Ήταν όλη η δύναμη του Δ’ Σώματος Στρατού μαζί με τον οπλισμό της, που είχε παραδοθεί στις γερμανικές δυνάμεις και έζησε στην «αιχμαλωσία», συμβιώνοντας με τους κατοίκους της ξένης πόλης. Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν από το πρωτοφανές γεγονός της μεταφοράς στρατιωτικής δύναμης σε ξένο κράτος, ακόμη και σήμερα προκαλούν ερωτηματικά, σχετικά με το αν ήταν προδοσία ή όχι. Για να αποφευχθεί η αιχμαλωσία του Σώματος από τον βουλγαρικό στρατό, ο συνταγματάρχης Χατζόπουλος ζήτησε τη μεταφορά του στρατεύματος, μαζί με τον οπλισμό του, στη Γερμανία, ως το τέλος του πολέμου. Το αίτημά του έγινε δεκτό. Οι Έλληνες στρατιώτες παραδόθηκαν αμαχητί, εγκατέλειψαν οικειοθελώς την πόλη σε μια ξένη στρατιωτική δύναμη και αποφάσισαν να μεταφερθούν στη Γερμανία και συγκεκριμένα στην πόλη Γκέρλιτς. Οι αρχικές προσπάθειες των Γερμανών, κυρίως όσων αγαπούσαν την κλασική Ελλάδα, ήταν να εμφανιστεί η παραμονή των Ελλήνων στη Γερμανία ως πράξη «φιλοξενίας». Ωστόσο, ήταν μια ιδιότυπη αιχμαλωσία, καθώς σε κανέναν και για οιονδήποτε λόγο δεν επετράπη να εγκαταλείψει το γερμανικό έδαφος, καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η λογική του διαχωρισμού των Ελλήνων σε βενιζελικούς και βασιλικούς, τους ακολούθησε και στη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια της παραμονής στη γερμανική πόλη, οι φιλοβασιλικοί και γερμανόφιλοι αξιωματικοί είχαν προνόμια, τα οποία δεν ίσχυαν και για τους βενιζελικούς που πέρασαν αφόρητες στερήσεις. Στις αρχές του 1918, με την κατηγορία ότι ασκούσαν προπαγάνδα, 25 Έλληνες αξιωματικοί οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Βερλ της Βεστφαλίας, ενώ άλλοι 17 στις φυλακές του Κόνιγκσμπεργκ. Η θερμή φιλοξενία των πρώτων ημερών δεν είχε συνέχεια και ούτε ήταν εύκολο, καθώς η Γερμανία ήταν σε πόλεμο και ούτως ή άλλως υπήρχαν ελλείψεις. Για τους απλούς στρατιώτες όμως, η κατάσταση ήταν μαρτυρική. Σχεδόν στο σύνολό τους, υπέφεραν το μαρτύριο των στερήσεων, της ελλιπούς διατροφής και του αφόρητου κρύου στις παράγκες του στρατοπέδου, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους περίπου 400 άτομα, τα περισσότερα από φυματίωση. Οι σχέσεις της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης και των Ελλήνων, όσο περνούσε ο καιρός, γίνονταν και πιο εχθρικές. Οι Γερμανοί απαίτησαν από τους στρατιώτες να συμμετέχουν σε αγροτικές ασχολίες. Τελικά, η «αιχμαλωσία» τους έληξε, όταν η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Μετά την ανακωχή, τον Νοέμβριο του 1918, οι βασιλόφρονες αξιωματικοί, φοβούμενοι αντίποινα, αρνήθηκαν να επιστρέψει το Δ’ Σώμα Στρατού στη «βενιζελική» Ελλάδα. Ωστόσο, οι περισσότεροι στρατιώτες πήραν μέρος στη γερμανική επανάσταση των Σπαρτακιστών της Ρόζας Λούξεμπουργκ, με αίτημα την άμεση επιστροφή τους στην Ελλάδα. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης, δραπέτευσαν με κάθε μέσο και επέστρεψαν κατά ομάδες στην Ελλάδα.
Το αστυνομικό δελτίο
Μετά την αναγκαία αυτή ιστορική παρένθεση για να κατανοούμε τα γεγονότα επιστρέφουμε στη θεματική της εφημερίδας ΑΓΩΝ.
Με τρεις διαρρήξεις είχε μπει ο μήνας Φεβρουάριος του 1919.
Γύρω στις 8:00 το βράδυ αναφέρει το αστυνομικό δελτίο άγνωστοι έκλεψαν από το σπίτι του κ. Κωνσταντίνου Σταθάκη στην οδό Τειχών(;;;) μια αίγα αξίας 200 δραχμών.
Άγνωστοι επίσης διέρρηξαν το υποδηματοποιείο Χαρίδημου Καραμανωλάκι στην πάροδο της οδού Όλγας (;;;) και έκλεψαν ένα δέρμα και διάφορα εργαλεία αξίας δραχμών 35.
Η τρίτη περίπτωση έχει …γούστο:
Στην οδό Τσάρου άγνωστοι μπήκαν στο κατάστημα του κ. Γ. Λιοδάκι παραβιάζοντας ένα παράθυρο από την πλευρά της παραλίας. Επειδή όμως πίσω από το παράθυρο ήταν τοποθετημένα πολλά βαρέλια δεν κατόρθωσαν να προχωρήσουν και έφυγαν άπρακτοι.
Και το «καρφάκι» του συντάκτη:
«Περιμένονται αι ενέργειαι της Αστυνομίας αλλά και φρούρισις αγρυπνοτέρα…».
Θρήνος για έναν νέο
Να ρίξουμε τώρα και μια ματιά στα κοινωνικά ξεκινώντας από μια νεκρολογία.
Αφορά κάποιον Χαράλαμπο Ε. Παπαδακη που πέθανε 25 Ιανουαρίου στα Ρούστικα.
Ήταν γιος του συμβολαιογράφου Εμμανουήλ Παπαδακι.
Ήταν στο άνθος της ηλικίας του τελειόφοιτος Νομικής και υπάλληλος ήδη στην Τράπεζα Αθηνών.
Μια ξαφνική ασθένεια τον υποχρέωσε να επιστρέψει από την Αθήνα στο χωριό του τα Ρούστικα ελπίζοντας να ξεπεράσει το πρόβλημά του με τη φροντίδα των δικών του και το καλό κλίμα της περιοχής. Δυστυχώς όμως χειροτέρεψε η υγεία του και παρά τις φροντίδες των γιατρών στο νοσοκομείο υπέκυψε στο μοιραίο.
Αφίξεις
Και αφίξεις με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όπως αναφέρει η εφημερίδα:
«Αφίκετο ο φίλτατος κ. Ιωσήφ Λογιάκις ανθυπολοχαγός μετά διετή παραμονήν εν τω μετώπω τιμημένος δια των παρασήμων στρατιωτικής αξίας και του πολεμικού σταυρού.
Αφίχθησαν επίσης οι φίλοι κ. κ. Ιωάννης Ροδινός Εργοστασιάρχης και Λεωνίδας Τζέλησης έμπορος».
Για τους δυο τελευταίους να υποθέσουμε ότι επειδή εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολα τα ταξίδια το να ταξιδέψεις και να επιστρέψεις στην έδρα σου αποτελούσε είδηση; Οι ειδικοί ξέρουν και θα μπορούσαν να μας ενημερώσουν.
Στον πίνακα των ανακοινώσεων το Λύκειον Ελληνίδων καλεί την ίδια μέρα από 4 μ.μ. τα παιδιά μέχρι τις 6 και τους μεγάλους από τις 6 και μετά με είσοδο 1 δραχμή.
Επίσης την Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 1919 στη μεγάλη αίθουσα της Δημοτικής Σχολής δίδεται χορός υπέρ του Δημοτικού Νοσοκομείου.
Το Λύκειο σε δράση
Στη στήλη των κοινωνικών διαβάζουμε κάτι επίσης ενδιαφέρον:
Ημέρα Τετάρτη ήταν εκείνη τη χρονιά του 1919, η ημέρα των Τριών Ιεραρχών. Και το Λύκειο Ελληνίδων με πρωτότυπο τρόπο γιόρτασε τους προστάτες του Αγίους.
Η Πρόεδρός του Ιουλία Πετυχάκη βάφτισε το μικρό γιο του μουσικοδιδάσκαλου Ιωάννη Παρίδη και το ονόμασε Ελευθέριο προς τιμήν του Βενιζέλου.
Η εκδήλωση είχε μεγάλη συμμετοχή και ακολούθησε παιδικός χορός.
Το Λύκειο όμως έχει την τιμητική του, γιατί ακολουθεί και άλλο ρεπορτάζ που για την διευκόλυνση της φωτοσύνθεσης διαμορφώνουμε στα «καθ’ ημάς» για πληρέστερη κατανόηση.
Όπως αναφέρει ο συντάκτης ήταν και τότε μια εποχή ζοφερή χωρίς καμιά προοπτική ανάπτυξης με την ατμόσφαιρα να μυρίζει μπαρούτι.
Κι όμως το Λύκειο Ελληνίδων με τις ακούραστες κυρίες του έκανε το παν για να δίνει παλμό στην κοινωνική ζωή της πόλης.
Η περίοδος των Απόκρεω τους έδιναν εξαιρετικές αφορμές. Έτσι οργάνωσαν σειρά εκδηλώσεων για να βοηθήσουν τον κόσμο να ξεφύγει από την μιζέρια της σκέψης.
Πρεμιέρα έκαναν την Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 1919 και με το ζήλο των κυριών η επιτυχία ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Από τις 5 το απόγευμα άρχισε να συρρέει κόσμος στην αίθουσα. Κάποια στιγμή ξεκίνησε και το μουσικό πρόγραμμα με το μαρς «Φιλτάτη πατρίς» που απέδωσαν εξαιρετικά ο Ιωάννης Παρίδης στο πιάνο με συνοδεία βιολιού τον Ι. Βαλαρή.
Στη συνέχεια ομάδα καλλίφωνων δεσποινίδων που αποτελούσαν Μαρία Μαρουλιανού, Κατίνα Ι. Μουρνιανού, Ελένη Βουρδουμπάκη, Τούλα Παρίδου, Χαρίκλεια Πλυμάκη, Αθηνά Μυλωνάκη και Ε. Ορφανίδου ερμήνευσαν το «Έλα πάλι» από την οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη «Πρόθυμη χήρα».
Εκεί τώρα ο συντάκτης διέκρινε και επαινεί ξεχωριστά το soprano της δίδος Μαρουλιανού «με γλυκύτητα και αρμονίαν μελίρρυτον».
Το τραγούδι άρεσε τόσο στον κόσμο, ώστε η ομάδα υποχρεώθηκε να το ξανατραγουδήσει, ενώ το κοινό χειροκροτούσε με ενθουσιασμό.
Ακολούθησε απόσπασμα από την όπερα του Βέρντι «Χορός των μεταμφιεσμένων» με Παρίδη και Βαλαρή να θριαμβεύουν για να πάρει μεγάλο μερίδιο δόξης και ο Γοβατζιδάκης με Τροβατόρε.
Η εκδήλωση συνεχίστηκε με την συμπαθεστάτη υψίφωνο δ. Μαρουλιανού και την «Κόρη των κυμάτων» η οποία και υποχρεώθηκε να επαναλάβει μετά το θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού που είχε καταγοητευθεί από το άκουσμα.
Δεν απέφυγε την επανάληψη και η χαριτόβρυτος δ. Βουρδουμπάκη, παρεπιδημούσα όπως μας πληροφορεί ο συντάκτης η οποία ερμήνευσε το «Πως νοιώθω την αγάπη».
Από τη θέρμη του δημοσιεύματος συμπεραίνουμε πως οι καλλιτέχνες που είπαν αργότερα πως δυσκολότερο κοινό από το Ρεθεμνιώτικο δεν έχουν συναντήσει σίγουρα δεν θα είχαν το ταλέντο ούτε της διδός Μαρουλιανού ούτε και της διδός Βουρδουμπάκη.
Αν όμως το κοινό διασκέδαζε με τέτοια ακούσματα πώς να μην είναι υψηλοτάτων απαιτήσεων;
Μετά το τραγούδι ξεκίνησε ο χορός και με το συνδαύλισμα του κατάμεστου από μεζέδες και καλούδια κυλικείου δεν άργησε να ανάψει. Όταν πια οι χορευτές κουράστηκαν γύρω στα μεσάνυχτα να χορεύουν κάθισαν και τραγούδησαν όλοι μαζί το «Δός μου σαν πριν τα φιλιά σου». Έπειτα απαίτησαν να ακουστούν από την αρχή όλα τα τραγούδια του προγράμματος. Κι αφού ικανοποιήθηκε το αίτημά τους έδωσε ο Θεός να αποφασίσουν να επιστρέψουν στο σπίτι τους ενθουσιασμένοι από τη θαυμάσια βραδιά.
Πόσα οφείλουμε στο Λύκειο Ελληνίδων που σε κάθε δύσκολη στιγμή έδινε ελπιδοφόρα το παρόν ίσως ακόμα δεν έχουμε εκτιμήσει όπως θα έπρεπε.
Οφείλουμε χάρη στον κ. Ευάγγελο Σπανδάγο που χάρις στο δώρο του γυρίσαμε πίσω το χρόνο και ζήσαμε μια μέρα της πόλης μας άλλης εποχής τόσο μακρινής και ξένης με τα σημερινά δεδομένα. Αλλά περίεργα όμορφης. Γιατί υπήρχε υψηλό πνευματικό και καλλιτεχνικό επίπεδο. Ήταν πραγματικά η πόλη των Γραμμάτων και Τεχνών.