Του Δρ. ΜΙΧΑΛΗ Ι. ΣΗΜΑΝΤΗΡΑ
Σαν σήμερα πριν τέσσερα χρόνια, στις 28 Iουνίου 2015, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), προκειμένου να εκβιάσει την ελληνική κυβέρνηση και την ετυμηγορία του ελληνικού λαού ενόψει του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, αποφάσισε να διακόψει τον Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας (Emergency Liquitity Assistance, ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες, παρά την παρέμβαση του πρωθυπουργού της Γαλλίας Μανουέλ Βαλς: απόφαση, που εξανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να κηρύξει την ίδια ημέρα τραπεζική αργία (έως 20 Ιουλίου) και την επομένη να επιβάλλει περιορισμούς στις συναλλαγές (Capital Controls), με ανυπολόγιστο κόστος για την ελληνική οικονομία.
Δεδομένου ότι τότε ο κ. Ντράγκι παρέκαμψε τις νομικές υπηρεσίες της ΕΚΤ αναθέτοντας, επί πληρωμή, τη σύνταξη της απαιτούμενης νομικής γνωμοδότησης σε ιδιωτική νομική εταιρεία, όπως επίσης η εμμονή του να μην δημοσιοποιήσει το περιεχόμενό της έως σήμερα, παρά τις επίπονες προσπάθειες του Γιάνη Βαρουφάκη και του Γερμανού ευρωβουλευτή Φάμπιο Ντε Μάσι με τη συμπαράσταση ειδικών και προσωπικοτήτων, όπως παραθέτω παρακάτω, ενισχύουν τις αμφιβολίες περί νομιμότητας της ανωτέρω απόφασης της ΕΚΤ.
Τον Ιούλιο του 2015 οι Γιάνης Βαρουφάκης και Φάμπιο Ντε Μάσι ζήτησαν αντίγραφο της νομικής γνωμοδότησης από τον κ. Ντράγκι, δεδομένου ότι συντάχθηκε με χρήματα των ευρωπαίων πολιτών για να ρίξει φως στη νομιμότητα μιας τόσο κρίσιμης απόφασης που θέτει ερωτήματα για την πολιτική ανεξαρτησία της ΕΚΤ και για το κατά πόσον η λαϊκή κυριαρχία χωρών σε «πρόγραμμα» είναι συμβατή με τη δυνατότητα της ΕΚΤ να κλείνει τις τράπεζές τους, όταν οι κυβερνήσεις τους δεν «συμμορφώνονται» με τις επιταγές της. Ο κ. Ντράγκι απάντησε εγγράφως ότι αρνείται να δημοσιοποιήσει την εν λόγω νομική γνωμοδότηση, επικαλούμενος την «υποχρέωσή του να προστατεύσει» την εμπιστευτικότητα της γνωμοδότησης της ιδιωτικής νομικής εταιρείας.
Με την παραλαβή της άρνησης του κ. Ντράγκι ανάθεσαν οι Γιάνης Βαρουφάκης και Φάμπιο Ντε Μάσι στον έγκριτο καθηγητή δημόσιου, ευρωπαϊκού & διεθνούς δικαίου Ανδρέα Φίσερ-Λεσκάνο (πανεπιστήμιο Βρέμης, Γερμανία) να παράσχει νομική γνωμοδότηση με το εξής ερώτημα: «Δικαιολογείται νομικά η άρνηση του κ. Ντράγκι να δημοσιοποιήσει τη νομική γνωμοδότηση περί της νομιμότητας των αποφάσεων της ΕΚΤ που προκάλεσαν το κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών;».
Η γνωμοδότηση του καθηγητή Φίσερ-Λεσκάνο ήταν κατηγορηματική: «Η ΕΚΤ δεν διαθέτει νομικά επιχειρήματα ώστε να μπορεί να αρνηθεί τη δημοσιοποίηση των γνωμοδοτήσεων που ζήτησε σχετικά με τις ενέργειές της και, συνεπώς, η άρνηση του κ. Ντράγκι παραβιάζει τις αρχές διαφάνειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το δικαίωμα των πολιτών στην ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση (freedom of information)».
Στη βάση της γνωμοδότησης του καθηγητή Φίσερ-Λεσκάνο συγκέντρωσαν οι Γιάνης Βαρουφάκης και Φάμπιο Ντε Μάσι σε πανευρωπαϊκή καμπάνια πάνω από 30 χιλιάδες υπογραφές. Εν συνεχεία, υπέβαλλαν επίσημο αίτημα (mass freedom of information request) προς τον Πρόεδρο της ΕΚΤ για δημοσιοποίηση της σχετικής νομικής γνωμοδότησης.
Το αίτημα προσυπέγραψαν ο Μπενουά Αμόν [υποψήφιος τότε του Σοσιαλιστικού Κόμματος για τη γαλλική προεδρία], η καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών Γκεζίνε Σβαν [υποψήφια του Σοσιαλοδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD) για την προεδρία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (2004 & 2009), πρόεδρος του Ευρωπαϊκού πανεπιστημίου Βιαντρίνα, Φρανκφούρτη/Όντερ, Γερμανία (1999-2008), πρόεδρος της Σχολής Διακυβέρνησης (2009-2014) & Πλατφόρμας Διακυβέρνησης, Χούμπολντ-Βιαντρίνα, Βερολίνο (από το 2014)] και η Κάτια Κίπινγκ [συμπρόεδρος του Κόμματος της Γερμανικής Αριστεράς (DΙΕ LΙΝΚΕ)]. Επίσης, συνυπέγραψαν οι καθηγητές Κλάους Ντέρε (πανεπιστήμιο Φρίντριχ-Σίλερ, Γένα, Γερμανία), Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ (πανεπιστήμιο Τέξας, ΗΠΑ), Ρούντολφ Χίκελ (πανεπιστήμιο Βρέμης, Γερμανία), Γκούσταβ Χορν (ίδρυμα Χανς-Μπέκλερ, Γερμανία), Άϊντεν Ρίγκαν (Κολλέγιο πανεπιστημίου Ντάμπλιν, Ιρλανδία), Τζέφρι Σακς (Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ΗΠΑ), Γιόσεφ Φοκλ (πανεπιστήμιο Χούμπολντ, Βερολίνο, Γερμανία), Άρθουρ Γκίπσον (πανεπιστήμιο Κέϊμπριτζ, Βρετανία).
Η απάντηση της ΕΚΤ ήταν για μία ακόμα φορά αρνητική. Οι Γιάνης Βαρουφάκης και Φάμπιο Ντε Μάζι απευθύνθηκαν πλέον στο γενικό δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στις 12 Μαρτίου 2019 απεφάνθησαν οι τρεις δικαστές του, ως εξής: «Αντίθετα με την άποψη των εναγόντων, η ΕΚΤ δικαιολογημένα έλαβε υπ’ όψιν της τον υποθετικό αντίκτυπο που θα είχε η κοινοποίηση της γνωμοδότησης στον χώρο σκέψης της [“its space to think”] το 2015 αλλά και μετά το 2015».
Με βάση την ανωτέρω απόφαση οι πολίτες δεν δικαιούνται να μάθουν αν η ΕΚΤ έπραξε νόμιμα προκαλώντας το κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών στις 28 Ιουνίου 2015. Επειδή, μια τέτοια κοινοποίηση «θα περιόριζε τη δυνατότητα της ΕΚΤ να διατηρεί ικανό χώρο σκέψης». Οι τρεις δικαστές αποδέχθηκαν πλήρως το σαθρό σκεπτικό της ΕΚΤ, χωρίς την παραμικρή νομική αιτιολόγηση. Το επιχείρημα ότι εάν οι ευρωπαίοι πολίτες διάβαζαν τη νομική γνωμοδότηση που πλήρωσαν, περί της νομιμότητας των πράξεων της ΕΚΤ, θα περιοριζόταν η δυνατότητα της ΕΚΤ να σκέφτεται, δεν μπορεί να πείσει ούτε καν τους πλέον καλοπροαίρετους. Για τον λόγο αυτό οι ενάγοντες Γιάνης Βαρουφάκης και Φάμπιο Ντε Μάζι άσκησαν έφεση στο αρμόδιο δικαστήριο.
Η 28η Ιουνίου 2015 επιβεβαιώνει την τερατώδη και ανάρμοστη ισχύ της ΕΚΤ επί των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων της Ευρωζώνης. Η αδιαφανής άσκησή της από μη εκλεγμένους κεντρικούς τραπεζίτες που συσκέπτονται και αποφασίζουν κεκλεισμένων των θυρών τη λήψη αυθαίρετων μέτρων, προκειμένου να προκαλέσουν αδίκως το κλείσιμο των τραπεζών ενός κράτους-μέλους, πλήττει τη δημοκρατία και απαξιώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση.