Οι παραμονές Χριστουγέννων της πρώτης εικοσαετίας του περασμένου αιώνα δεν ήταν οι καλύτερες.
Δεκέμβρης 1913: Δεν έχει προλάβει το Ρέθυμνο να χαρεί την επίσημη πια ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και κάποιοι ψίθυροι προκαλούν μεγάλη αναστάτωση. Ο νομός μάλλον θα έχανε την αυτονομία του και θα μοιραζόταν μεταξύ Ηρακλείου και Χανίων που θα είχαν και το μεγαλύτερο μερίδιο.
Μια πρώτη ένδειξη που δημιουργούσε εύλογες ανησυχίες ήταν η κάθοδος 250 ευζώνων από την Εθνική Φρουρά, οι οποίοι θα φρόντιζαν για την αποκατάσταση της τάξης στους δυο μεγάλους νομούς. Για το Ρέθυμνο καμιά μέριμνα. Ψηφίζεται και ο προϋπολογισμός του κράτους που προβλέπει 70 εκατομμύρια δραχμές για αναπτυξιακά έργα στο νησί χωρίς καμιά πρόβλεψη για τον νομό των Γραμμάτων και Τεχνών.
Στην ηλεκτρισμένη αυτή ατμόσφαιρα ήταν φυσικό να μη λειτουργεί η κρίση και οι πάντες να έχουν χάσει τον έλεγχο.
Έτσι στις 20 του Δεκέμβρη ξεσηκώνονται οι κάτοικοι Χουμερίου και υποχρεώνουν τον μηχανικό Νικόλαο Ξανθόπουλο να διακόψει τις εργασίες για τη μελέτη της κεντρικής αρτηρίας Ρεθύμνης Ηρακλείου. Επιμένουν ότι δεν θα εφαρμοστεί μελέτη που να εξυπηρετεί τα χωριά, οπότε η ενδοχώρα είναι καταδικασμένη σε μαρασμό. Η εξέγερση αυτή υποχρέωσε τη μετάβαση στο Χουμέρι όλης της τοπικής ηγεσίας για την αποκατάσταση της τάξης. Κάλεσε ο νομάρχης τους κατοίκους και τους μίλησε σε αυστηρή γλώσσα. Ούτε λίγο ούτε πολύ αν δεν συμμορφώνονταν να επιτρέψουν στο μηχανικό να συνεχίσει τη δουλειά του θα αναλάμβανε ο νόμος να επιβάλει την τάξη.
Τι να κάνουν οι φουκαράδες; Υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν για να μην έχουν μπελάδες.
Η εποχή ήταν φαίνεται κατάλληλη και για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» αλλιώς δεν εξηγείται πως στο χωριό Κουρούτες δυο άτομα αγνώστων στοιχείων μπήκαν στα καλά καθούμενα στο καφενείο του χωριού, στις 8:00 το βράδυ, και άρχισαν να πυροβολούν.
Από τις σφαίρες τραυματίστηκε κάποιος Γεώργιος Σαρρής ευτυχώς ελαφρά.
Τελικά δεν διαπιστώθηκαν οι ακριβείς λόγοι που προκάλεσαν την απόπειρα αυτή. Φημολογήθηκε ότι οι δράστες προέρχονταν από ορεινό χωριό του Μυλοποτάμου με τον οποίο κάποιοι θαμώνες του καφενείου είχαν διαφορές.
Σωτήρια πρωτοβουλία Μανουρά
Τελικά η ανάληψη πρωτοβουλίας από το δικηγόρο Στέργιο Μανουρά, να συναντήσει το Βενιζέλο και να του εκθέσει την κατάσταση προκάλεσε τις άμεσες διευκρινίσεις από τον Εθνάρχη που καθησύχασε τους Ρεθεμνώτες κι επιτέλους η γαλήνη επανήλθε στον τόπο.
Δεκέμβρης 1918: Σε μια ατμόσφαιρα που θυμίζει σε πολλά σημεία την τωρινή ετοιμάζονταν οι Ρεθεμνιώτες να γιορτάσουν Χριστούγεννα.
Στο τοπικό τύπο δημοσιευόταν από μέρες η λίστα με τους νεκρούς στη φονική μάχη της Δοϊράνης.
Και σαν να μην έφτανε ο πόλεμος ήρθε και η φονική γρίπη να κορυφώσει το δράμα.
Παραμονές Χριστουγέννων η κατάσταση φαίνεται πως έχει ξεφύγει. Αυτό γίνεται αντιληπτό από την επείγουσα εγκύκλιο του Νομάρχη Νικολάου Ασκούτση προς Δημάρχους, Ιερείς και Διδασκάλους του νομού με ημερομηνία 22 Δεκεμβρίου 1918.
Η εγκύκλιος τονίζει τις διαστάσεις του προβλήματος με την αστραπιαία εξάπλωση της νόσου και συνιστά ως μέτρα πρόληψης:
Προφύλαξη τις νύκτες κυρίως από το κρύο, να μην κουράζονται πολύ στις εργασίες τους, να περιορίσουν την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών, να μην έρχονται σε επαφή με άτομα που έχουν νοσήσει ή νοσούν.
Σαν θεραπεία προτείνεται μόλις αρχίσουν τα πρώτα συμπτώματα ο ασθενής να μένει στο κρεβάτι για 6-7 ημέρες, να βάζει βεντούζες, αν υπάρχει βήχας και υψηλός πυρετός, να είναι κατά προτίμηση «κοφτές», καθημερινές εντριβές με τσικουδιά, κινίνο πρωί βράδυ, αυστηρή δίαιτα σε περίπτωση πυρετού, ή να πίνει ο ασθενής μόνο γάλα, τσάι και ζεστό χυλό και πορτοκαλάδα επίσης ζεστή. Τις ημέρες που θα μένει στο σπίτι για προφύλαξη να μην τρώει τίποτα, παίρνοντας μόνο λίγο ζωμό.
Αν ο πυρετός συνεχίζεται πέραν της τρίτης ημέρας να καλείται επειγόντως γιατρός.
Η εγκύκλιος καλούσε τέλος τους Ρεθεμνιώτες να πειθαρχήσουν στις οδηγίες αυτές για να μην υπάρχουν δυσάρεστες συνέπειες σε όποιον αδιαφορήσει, καθώς η γρίπη δεν αστειεύεται και μπορεί να επιφέρει και το θάνατο ακόμα.
Στο μεταξύ η πόλη είχε νεκρώσει, τα σχολεία είχαν κλείσει με απόφαση της Νομαρχίας επίσης για να περιοριστεί το κακό αλλά η γρίπη εξακολουθούσε να θερίζει.
Κι ένας άτυχος φαντάρος από το Ατσιπόπουλο
Πένθος κυριαρχεί παντού. Θρηνεί και το Ατσιπόπουλο ένα γενναίο στρατιώτη.
Ήταν ο Γεώργιος Σαμψών του Ιωάννη και της Αικατερίνης. Γεννήθηκε στο Ατσιπόπουλο Ρεθύμνης στις 25 Απριλίου 1884. Ήταν ένας νέος ευθυτενής, ένας λεβέντης που δεν απουσίασε από κανένα ξεσηκωμό του καιρού του. Δεν έλειψε φυσικά και από την επανάσταση του Θερίσσου το 1905, όπου συμμετείχε με ομάδα Ατσιπουλιανών. Στρατεύθηκε 15 Ιανουαρίου 1917 στο 8ο Σύνταγμα Πεζικού στο μακεδονικό Μέτωπο στο κέντρο της 1ης Ύλης Ιππασίας Στρατού. Πέθανε στις 28 Νοεμβρίου 1918 στο Α’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης από βρογχοπνευμονία.
Σαν να μην έφθαναν οι επιδημίες και οι συμφορές ο χειμώνας είναι βαρύς. Οι καταρρακτώδεις βροχές προκαλούν υπερχειλίσεις των ποταμών και των ρυάκων. Κάτω από τις συνθήκες αυτές βρήκε τραγικό θάνατο κάποιος κάτοικος της Μύρθιου Αγίου Βασιλείου.
Ήταν ο Γεώργιος Καβαδάκης, ο οποίος διήρχετο έφιππος τον Ελληνικό Ρύακα, όπως αναφέρει ο τοπικός τύπος. Παρασύρθηκε όμως από ισχυρό ρεύμα και πνίγηκε. Το πτώμα του εντοπίστηκε στην παραλία στο Δαμνόνι. Και μια λεπτομέρεια που φανερώνει τα άσκημα παιχνίδια που παίζει πολλές φορές η ζωή στους άτυχους ανθρώπους. Ενώ πνίγηκε ο αναβάτης το ζώο δεν έπαθε τίποτα. Εντοπίστηκε σώο και αβλαβές!
Κι ενώ τα γράμματα από το μέτωπο δείχνουν το υψηλό φρόνημα του στρατού μας, διαπιστώνεται ότι ελάχιστη ανταπόκριση είχε η έκκληση για τη φανέλα του στρατιώτη και κάποιος αρθρογράφος μαλώνει τις κυρίες των δυο μεγάλων γυναικείων σωματείων που αδιαφόρησαν όπως αναφέρει. Αυτό το σχόλιο δεν μπορεί κανείς να το πάρει στα σοβαρά γιατί τότε και τα δυο σωματεία με τις δραστηριότητές τους ανακούφιζαν την ανθρώπινη δυστυχία και πρόσφεραν λίγη χαρά στα μικρά παιδιά με τις εκδηλώσεις τους.
Δεκέμβρης 1919
Ένα χρόνο μετά η ίδια θολή ατμόσφαιρα κυριαρχεί, ενώ ο κόσμος προσπαθεί να συνέλθει από τις τόσες συμφορές.
Καθένας σέρνει το σταυρό του άλλος μικρό, άλλος μεγάλο.
Ο Εμμανουήλ Γοβατζιδάκης πάντως περνά μια δοκιμασία διαφορετική από τους άλλους. Ενώ περίμενε αύξηση από τον δήμο που εργαζόταν έμεινε με τη χαρά και δημοσιεύει το παράπονό του.
Υποθέτει ότι δεν πήρε την αύξηση που δικαιούτο γιατί όπως διαπίστωσε, η συνήθειά του να έχει άποψη για το δημοτικό ζήτημα δεν εύρισκε σύμφωνους αρκετούς από το δημοτικό συμβούλιο που τον «περιποιήθηκε» καταλλήλως.
Εκείνος όμως δεν τους χαρίστηκε και όπως αναφέρει στην επιστολή του στον τοπικό τύπο «…οι κύριοι σύμβουλοι οίτινες επρωτοστάτησαν εις το να μην αυξηθή η μισθοδοσία μου ελησμόνησαν φαίνεται ότι δεν είναι αιρετοί αλλ’ ότι είναι εντελώς τυχάρπαστοι και κατά συνέπειαν δεν ώφειλον να μην είναι τόσον απολυταρχικοί, επιπλέον δε ελησμόνησαν ότι είμαι στρατιώτης και συνεπώς ότι προ παντός άλλου έπρεπε να τύχω οικονομικής ενισχύσεως. Αλλά βεβαίως ουδείς εκ των δημοτικών τούτων συμβούλων δύναται να αισθανθή ούτε τας ανάγκας τας οποίας έχει ο στρατιώτης ούτε τας θυσίας εις τας οποίας υποβάλλεται ούτος, διότι ουδείς, εκ των κυρίων τούτων εξεπλήρωσε πώποτε τας στρατιωτικάς αυτού υποχρεώσεις ούτε εν ειρήνη ούτε εν πολέμω…».
Και ο ατυχής Γοβατζιδάκης κλείνει την επιστολή του βεβαιώνοντας ότι δεν επιδιώκει άρση της αδικίας σε βάρος του με την μισθολογική του αποκατάσταση, απλά θέλει να καταγγείλει το ήθος των δημοτικών παραγόντων. Και τους αφήνει στην κρίση του Γενικού Διοικητή με την πεποίθηση ότι θα τους θυμίσει ότι σαν διορισμένοι που είναι οφείλουν να γνωρίζουν και να αποδεικνύουν ότι δεν είναι πάνω από τους νόμους και τη λογική…
Η γρίπη εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τον κόσμο και οι περισσότεροι είναι χρονιάρες μέρες στο κρεβάτι.
Σύμφωνα όμως με άρθρο αγανακτισμένου συμπολίτη, σε αρκετά αυστηρό ύφος, ενώ συνιστάται από τις υγειονομικές αρχές ειδική δίαιτα και κατανάλωση γάλακτος, αυτό που προσφέρεται από τους χωρικούς δεν έχει πια γεύση του γνωστού παχύρευστου ποτού της ζωής, από τη νοθεία που γίνεται όλο και πιο εμφανής. Αναγκάζονται επομένως ορισμένοι να καταναλώνουν γάλα του κουτιού, το οποίο όμως είναι χαλασμένο. Αφού λοιπόν, ωρύεται ο αρθρογράφος, δεν υπάρχει αστυνομική εποπτεία να περιορίσει την νοθεία του νωπού γάλακτος ας αποφασίσει το Υπουργείον Επισιτισμού να επιτρέψει την εισαγωγή παστεριωμένου και να μην περιμένει να εξαντληθούν οι παρακαταθήκες για να παραλάβει νέα παρτίδα όπως συνηθίζεται.
«Επιτέλους λίγο ενδιαφέρον κύριοι αρμόδιοι» καταλήγει ο οργισμένος αρθρογράφος που υπογράφει Α.Ω.
Το πρόβλημα του βουλευτή Παπαμιχελάκη
Ένα σοβαρό θέμα απασχολεί το βουλευτή κ. Παπαμιχελάκη που γίνεται αφορμή να ζητήσει και τη συνδρομή του ετέρου βουλευτή κ. Σκουλά.
Πρόκειται για την ανησυχία που είχε προκαλέσει η φήμη, περί αποστρατεύσεως του Σώματος Στρατού Εθνικής Αμύνης. Ιδιαίτερα ανησυχούσαν οι αδειούχοι στρατιώτες που έμεναν ενταύθα. Και το αίτημα του βουλευτή ήταν σε περίπτωση ακριβείας της πληροφορίας αυτής να ανασταλεί κάθε ενδεχόμενη νέα αποστολή.
Νέα σελίδα ανοίγει στη ζωή του ο Βασίλειος Σ. Καλαϊτζάκης που λίγο πριν την εκπνοή του 1919 διορίζεται Γραμματέας του δήμου Ρεθύμνου. Αυτός ο διορισμός τον υποχρεώνει να παραιτηθεί από τη δημοσιογραφία και με δημόσια δήλωσή του παραχωρεί όλα τα δικαιώματα της «Κρητικής Επιθεώρησης» στον αδελφό του Ιωάννη.
Δεκέμβριος: 1929
Εκείνος που περνούσε από το Δημαρχείο Ρεθύμνου, παραμονή Χριστουγέννων του 1929, δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Ήταν βέβαια γνωστό ότι η φτώχεια έδειχνε την πιο σκληρή της όψη από την απελευθέρωση και πέρα, αλλά η κατάσταση ξεπερνούσε κάθε όριο φαντασίας.
Μητέρες με πεινασμένα παιδιά στην αγκαλιά, που τουρτούριζαν από το κρύο, ανάπηροι, γέροι και ορφανά παιδιά δημιουργούσαν μια σύνθεση τόσο ξένη με το γιορτινό πνεύμα των ημερών.
Ήταν ένας όχλος προσωποποιημένης δυστυχίας, που είχε συγκεντρωθεί στο δημαρχείο μετά τη φήμη ότι θα έδιναν βοηθήματα. Και πράγματι.
Ο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Τιμόθεος είχε κάνει έκκληση για μια ενεργή συμπαράσταση στους πάσχοντες συνανθρώπους και ο Σύλλογος Κυριών με το Λύκειο Ελληνίδων πήραν το ζήτημα πολύ στα σοβαρά.
Ευγενής άμιλλα σωματείων
Ο εκδότης της εφημερίδας «Δημοκρατία», Νίκος Ανδρουλιδάκης, θα δημοσιεύσει λίγες μέρες αργότερα την «επίθεση» που δέχτηκε από δυο κυρίες των ευγενώς αμιλλώμενων σωματείων, οι οποίες απαιτούσαν αποκατάσταση της αλήθειας για το ποιος φορέας είχε συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα. Η επιθυμία να προσφέρει κάθε σωματείο περισσότερα και να σκορπίσει χαμόγελα ευτυχίας στους αναξιοπαθούντες έφθανε στο σημείο μεγάλης κόντρας που κομψά βέβαια αλλά αρκετά δεικτικά σχολίαζε ο τοπικός τύπος. Τι άλλο να σχολίαζε σε μια επίσης πτωχή σε γεγονότα επικαιρότητα η κάθε εφημερίδα;
Σημασία έχει ότι ο έρανος σημείωσε μεγάλη επιτυχία γιατί μέσα σ’ ένα πρωινό οι κυρίες συγκέντρωσαν αρκετά χρήματα, αφού κανένας δεν αρνήθηκε να βοηθήσει έστω κι από το υστέρημά του. Μόλις άνοιξαν τα κουτιά μετρήθηκε το σημαντικό ποσόν για την εποχή των 12.200 δρχ.
Στη γενική αυτή προσπάθεια αντιμετώπισης της φτώχειας ο Δήμος Ρεθύμνου είχε προσφέρει 9.500 δρχ., το Εφεδρικό Ταμείο δρχ. 3.000, το Μοναστηριακόν δρχ. 3.000 επίσης και ο Σύλλογος Κυριών 2.000.
Για την ιστορία θα αναφέρουμε τα ονόματα των κυριών που ξεπερνώντας τις αναστολές της εποχής βγήκαν στο δρόμο κι άπλωσαν χέρι επαιτείας για να χορτάσουν δυστυχισμένα πλάσματα.
Ήταν Λέλα Κούνουπα, Γεωργία Ζακάκη, Γαλάτεια Δέρα, Ιωάννα Ν. Παπαδάκη, Γεωργία Χαμαράκη, Δομενίκη Ανδρεάδου, Γεωργία Βλαστού, Μαρία Δερμιτζάκη, Αναστασία Δρανδάκη, Πηνελόπη Μιχελακάκη, Τελέσιλα Αναγνωστοπούλου, Σεβαστούλα Παντζάρη, Λέλα Σκευάκη, Ευφημία Στραπατσάκη, Δανάη Καφφάτου, Αργυρώ Δερμιτζάκη, Ιουλία Χονδρού, Αγλαΐα Σαββάκη, Άννα Λιλιτάκη, Αθηνά Μυλωνάκη και Λάουρα Σωτήρχου.
Συμμετείχαν όμως και νεαρές δεσποινίδες όπως οι: Ιφιγένεια Κιουρτσιδάκη, Θάλεια Δαφνομήλη, Ιφιγένεια Γαβαλά, Ευαγγελία Δροσάκη, Χρυσούλα Δάβη, Φανή Καλογρίδου, Ελευθερία Αντ. Λαμπάκη, Ειρήνη Περβολαράκη, Ευαγγελία Παπαδάκη, Γεωργία Τσάκωνα, Μαρία Γερμανάκη, Ελένη Ραφαηλίδου, Χαρίκλεια Πλυμάκη, Μαρία Ψυχουντάκη, Γεωργία Πισκοπάκη, Ευαγγελία Χαλκιαδάκη και Στέλλα Κουτρουμπά.
Μετά τη σχετική ειδοποίηση από τον τελάλη μαζεύτηκαν του Ρεθύμνου οι ταπεινοί στο δημαρχείο περιμένοντας. Αδιαφορούσαν για το κρύο, αφού σε λίγο και για φαγητό θα είχαν να αγοράσουν, ίσως και για λίγο κάρβουνο ν’ ανάψουν μαγκάλι.
Με το που άνοιξε το κουτί πέσαν όλοι πάνω να προλάβουν. Ευτυχώς που οι αρμόδιοι υπάλληλοι είχαν προβλέψει να ενισχύσουν την «άμονα» γιατί λίγο έλειψε να αναποδογυρίσει η κάσα με τα χρήματα.
Ευτυχώς η επιτροπή είχε προβλέψει και για τους δυστυχείς που δεν μπορούσαν να πάνε στο δημαρχείο για το βοήθημα. Με απόλυτη διακριτικότητα τους επισκέφθηκαν στο σπίτι τους οι άγγελοι καλοσύνης και τους έδωσαν το μερτικό τους για να περάσουν γιορτές.
Ικανοποίηση Επισκόπου
Το αποτέλεσμα ικανοποίησε ιδιαίτερα τον Επίσκοπο που κάνει δημόσιο ευχαριστήριο, μετά πολλών επαίνων, σε όσους συνεισέφεραν στον έρανο.
Ωστόσο ο κόσμος ψώνιζε με μεγάλη δυσκολία και μάλιστα λιγότερα και από τα απαραίτητα. Η δε συνήθεια των μποναμάδων μετά βίας τηρήθηκε από εκείνους που είχαν κάποτε κάποια δυνατότητα.
Το αφιέρωμά μας σε παραμονές Χριστουγέννων άλλων εποχών συνεχίζεται…