Ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, πραγματοποίησε ομιλία την Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2025, σε κοινή συνεδρίαση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και των Διαρκών Επιτροπών Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων και Παραγωγής και Εμπορίου, στην Αίθουσα Γερουσίας της Βουλής των Ελλήνων.
Θέμα της ημερήσιας διάταξης ήταν η εξέταση της έκθεσης του πρώην Προέδρου της Φινλανδίας, Σάουλι Νιινίστο (Sauli Niinistö) για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με την ενίσχυση της πολιτικής και της στρατιωτικής προετοιμασίας και ετοιμότητας της Ευρώπης, καθώς και την αξιολόγηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη-μέλη της σε ένα ασταθές γεωπολιτικό τοπίο.
Ο κ. Κεφαλογιάννης υπογράμμισε πως η πρόταση της έκθεσης για την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας επικυρώνει την ήδη αναληφθείσα πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Πολωνού Πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ για τη δημιουργία ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας, ικανής να ανταποκριθεί στις πανευρωπαϊκές ανάγκες.
Παράλληλα, επανέλαβε τη θέση της Ελλάδας υπέρ της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, η οποία απαιτεί αύξηση των αμυντικών δαπανών και των παραγωγικών δυνατοτήτων της ευρωπαϊκής αμυντικής και τεχνολογικής βάσης, με χρηματοδότηση της έρευνας και της ανάπτυξης, επισημαίνοντας ότι ασφαλής Ευρώπη σημαίνει ασφαλής πατρίδα για κάθε Ευρωπαίο πολίτη.
Ο Υφυπουργός τόνισε πως όταν ένα κράτος-μέλος αποτελεί θύμα ένοπλης επίθεσης στο έδαφος του σημαίνει ότι και ολόκληρη η ΕΕ βρίσκεται σε κατάσταση νόμιμης άμυνας. Το ίδιο ισχύει και όταν υπάρχει ξεκάθαρη απειλή ένοπλης επίθεσης ή πολέμου. Πόσω δε μάλλον όταν έχουμε την απαράδεκτη κατάσταση ένα υποψήφιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Τουρκία, να απειλεί με casus belli ένα κράτος-μέλος της Ελλάδας και να έχει υπό κατοχή του, μέρος του εδάφους άλλου κράτους-μέλους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ακολούθως, δήλωσε ότι μέσω του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), επιχειρήσεις startups και εταιρείες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα μπορούν να αναπτύξουν τα δικά τους επιχειρηματικά σχέδια και να κατευθύνουν τις επενδύσεις και τις υποδομές τους στις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, με προστιθέμενη φυσικά αξία στα σχετικά ευρωπαϊκά διακρατικά προγράμματα ερευνητικής και αναπτυξιακής συνεργίας και κατά συνέπεια στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας.
Πιο αναλυτικά, στην ομιλία του ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Με μεγάλη ικανοποίηση, χαιρετίζουμε το μεγαλόπνοο πόνημα για την ενίσχυση της πολιτικής και στρατιωτικής ετοιμότητας της Ευρώπης. Πρόκειται για μια πλήρη, συνεκτική και λεπτομερή έκθεση, η οποία αξιολογεί, διατυπώνει συστάσεις και δίνει κατευθύνσεις για τον τρόπο ενίσχυσης της μη στρατιωτικής και στρατιωτικής ετοιμότητας της ΕΕ για το παρόν και το μέλλον. Με έρεισμα στο κανονιστικό κεκτημένο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας της ΕΕ, ο κύριος Niinisto δεν περιορίζεται σε διατυπώσεις διακηρυκτικού χαρακτήρα, αλλά με ορθολογισμό και όραμα υπογραμμίζει τη σημασία της υιοθέτησης μιας νέας, ουσιαστικής εννοιοδότησης και προσέγγισης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος της Άμυνας και της Ασφάλειας, τόσο από τη μεριά των Ευρωπαϊκών Κυβερνήσεων όσο και από τη μεριά των Ευρωπαίων πολιτών. Με ορθή ανάγνωση των προκλήσεων ασφαλείας που δεν είναι πλέον περιφερειακού χαρακτήρα, της γεωπολιτικής ρευστότητας και αβεβαιότητας, καθώς τα κράτη-μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν ολοένα και πιο πολυδιάστατες, πολύπλοκες και διασυνοριακές απειλές και κρίσεις, υποβάλει πλήθος προτάσεων για τη δημιουργία δομών, μηχανισμών και διαδικασιών για την υλοποίηση ενός οριζόντιου μηχανισμού ετοιμότητας και διαχείρισης κρίσεων σε επίπεδο ΕΕ υπό το πρίσμα μιας ολιστικής προσέγγισης.
Ως μέλος πρώτης γραμμής της ΕΕ και ως μέλος που αντιμετωπίζει μοναδικές και άμεσες προκλήσεις ασφαλείας, ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα έχει από καιρό κατανοήσει την κρίσιμη σημασία της ενίσχυσης των μηχανισμών ασφάλειας και άμυνας της ΕΕ. Άλλωστε για τη χώρα μας, λόγω κυρίως της γεωγραφικής θέσης σε μια περιοχή τεράστιου γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος, αποτελεί διαχρονικό διακύβευμα η ασφάλειά της. Όπως επίσης, διαχρονικό αίτημά της αποτέλεσε και αποτελεί η ενιαία αμυντική πολιτική. «Μοιραζόμαστε μια ενιαία ασφάλεια» αναφέρει ο κος Niinisto στην Έκθεση. Από τα βόρεια και ανατολικά σύνορα της Ευρώπης έως τον νότο, αντιμετωπίζουμε αναθεωρητικές ατζέντες και παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Από την προθυμία αυταρχικών κρατών να χρησιμοποιήσουν βία για να επιβάλουν εδαφικές ή πολιτικές διεκδικήσεις μέχρι την υιοθέτηση υβριδικών τακτικών, όπως η εργαλειοποίηση της μετανάστευσης, η τρομοκρατία στον κυβερνοχώρο, οι ψευδείς ειδήσεις και οι εκστρατείες παραπληροφόρησης, ο οικονομικός και ενεργειακός εκβιασμός, οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Όλα τα ανωτέρω αποτελούν προκλήσεις που κλυδωνίζουν τις χώρες της ΕΕ, δημιουργούν ανασφάλεια στους Ευρωπαίους και απειλούν άμεσα την ευημερία τους. Κανένα κράτος-μέλος δεν έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα ανεξάρτητα. Ολόκληρο το κοινό αξιακό μας σύστημα, η ουσιαστική πολιτική μας ολοκλήρωση εγκιβωτίζεται και πραγματώνεται στη βάση της εφαρμογής της ρήτρας της αμοιβαίας άμυνας του άρθρου 42.7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ρήτρας της αλληλεγγύης του άρθρου 222 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ. Διότι μόνο όταν το κανονιστικό κεκτημένο γίνεται επιχειρησιακά λειτουργικό, επέρχεται η αληθινή πολιτική ολοκλήρωση της ΕΕ.
Και η πολιτική ολοκλήρωση περνά μέσα από την αμυντική ολοκλήρωση. Αυτό απαιτεί αναβάθμιση των δυνατοτήτων των αμυντικών βιομηχανιών της ΕΕ, χρηματοδότηση και αύξηση των κοινών επενδύσεων στην άμυνα, με τη δημιουργία νέων μηχανισμών και διαδικασιών για την αποτελεσματική υλοποίησή τους. Πρωτίστως όμως απαιτεί μια συνειδητή παραδοχή και αποδοχή ότι ασφαλής Ευρώπη σημαίνει ασφαλής πατρίδα για κάθε Ευρωπαίο πολίτη. Όταν ένα κράτος-μέλος αποτελεί θύμα ένοπλης επίθεσης στο έδαφος του σημαίνει ότι και ολόκληρη η ΕΕ βρίσκεται σε κατάσταση νόμιμης άμυνας. Το ίδιο ισχύει και όταν υπάρχει ξεκάθαρη απειλή ένοπλης επίθεσης ή πολέμου. Πόσω δε μάλλον όταν έχουμε την απαράδεκτη κατάσταση ένα υποψήφιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Τουρκία, να απειλεί με casus belli ένα κράτος-μέλος (Ελλάδα) και να έχει υπό κατοχή του, μέρος του εδάφους άλλου κράτους-μέλους (Κύπρος).
Άλλωστε μιλάμε για τα ίδια της τα εξωτερικά σύνορα. Η κυριαρχία, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα των κρατών, το απαραβίαστο των συνόρων και η ειρηνική διευθέτηση των διαφορών συνιστούν βασικά στοιχεία της ευρωπαϊκής τάξης ασφάλειας. Η ασφάλεια και η ειρήνη σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, αφορά την ειρήνη και την ασφάλεια ολόκληρου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Σε χαλεπούς καιρούς, μια ισχυρή Ένωση σκέφτεται στρατηγικά, έχει κοινό όραμα και ενεργεί συλλογικά. Το κρίσιμο ερώτημα όμως παραμένει επίκαιρο: πώς θα έχει τη δυνατότητα η Ένωση να είναι πραγματικά ικανή να υπερασπιστεί τον εαυτό της και να ενεργήσει αυτόνομα, όταν είναι απαραίτητο, αναλαμβάνοντας μεγαλύτερη ευθύνη για την υπεράσπιση της δικής της ευημερίας; Με ποιο τρόπο θα διασφαλιστεί η πολιτική και στρατιωτική της ετοιμότητα έναντι των τρεχουσών αλλά και μελλοντικών προκλήσεων και απειλών; Η ετοιμότητά της, δηλαδή, να προβλέπει, να αποτρέπει και να αντιμετωπίζει κάθε είδους κρίση με διατομεακές και διασυνορικές επιπτώσεις για το σύνολο της Ευρώπης;
Η Ελλάδα, εδώ και καιρό έχει ταχθεί υπέρ της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Θα πρέπει να έχουμε όχι απλά βούληση αλλά και ικανότητα να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας. Η ενεργοποίηση στην επίτευξη των στρατηγικών μας στόχων απαιτεί ενεργές πολιτικές για την αντιμετώπιση των νέων δυναμικών απειλών. Πρέπει να αναπτύξουμε μια στρατηγική κουλτούρα που ενθαρρύνει την έγκαιρη, ταχεία και όταν είναι απαραίτητη, ισχυρή παρέμβαση, επενδύοντας στην κοινή προετοιμασία, με προεξάρχοντα τον τομέα της Άμυνας. Η πρόταση της Έκθεσης για την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας επικυρώνει την ήδη αναληφθείσα πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Πολωνού Πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ για τη δημιουργία ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας, ικανής να ανταποκριθεί στις πανευρωπαϊκές ανάγκες. Ήδη ως χώρα, προχωρούμε στην ανάπτυξη της δικής μας ασπίδας αεράμυνας, αντι-drone και αντιπυραυλικής προστασίας, και είμαι βέβαιος ότι η Ελλάδα έχει πολλά να συνεισφέρει σε αυτή την προσπάθεια. Το γεγονός ότι η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, συμπεριέλαβε την ιδέα της Ασπίδας Αεράμυνας στην επικείμενη Λευκή Βίβλο, για μας αποτελεί ένα θετικό και σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της ενιαίας Ευρωπαϊκής Άμυνας.
Αυτό βέβαια απαιτεί μία κεντρική σχεδίαση αρχιτεκτονικής ασφαλείας και άμυνας της ΕΕ που θα ενσωματώσει συμμαχικές και εθνικές προσεγγίσεις. Που αφενός θα αφουγκράζεται τις εθνικές ανησυχίες των κρατών-μελών και αφετέρου θα συγχρονίζει την εθνική άμυνα των κρατών-μελών με τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό. Σήμερα, εν πολλοίς, οι αμυντικές δαπάνες κάθε κράτους, το μέγεθος των Ενόπλων Δυνάμεων που διαθέτει και το πλέγμα στρατιωτικών ικανοτήτων που διατηρεί, συμπεριλαμβάνοντας και το βαθμό συνεργασίας με ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες, εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη αντίληψη που έχει ένα κράτος για την άμυνα και την ασφάλεια, από τις απειλές που αντιμετωπίζει ως Έθνος αλλά κυρίως από τη δημοσιονομική του ικανότητα. Συγχρόνως όμως, η ετοιμότητα και η στρατηγική αυτονομία της ΕΕ απαιτεί αύξηση των αμυντικών δαπανών, αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της ευρωπαϊκής αμυντικής και τεχνολογικής βάσης, με χρηματοδότηση της έρευνας και της ανάπτυξης (Research and Development).
Οι νέες προκλήσεις στην άμυνα και την ασφάλεια και η ικανότητα της αυτονομίας απαιτούν η ΕΕ να έχει δικό της τεχνολογικό αποτύπωμα. Οι συνεργασίες και οι κοινοπραξίες στην έρευνα, στην ανάπτυξη και στην παραγωγή στρατιωτικής τεχνολογίας αιχμής αλλά και τεχνολογιών διττής χρήσης, με την ενδυνάμωση της σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αποτελεί το «μεγάλο στοίχημα» που πρέπει να κερδηθεί. Η Ελλάδα συμμετέχει και συντονίζει πολλαπλά προγράμματα διακρατικής και ερευνητικής συνεργασίας της ΕΕ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος βιομηχανικής ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας, συνεργαζόμενη σε εθνικό επίπεδο με πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και επιχειρήσεις. Δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω, κυρίες και κύριοι, το πρόσφατο εγχείρημα του ΥΠΕΘΑ για τη δημιουργία ενός Οικοσυστήματος Καινοτομίας για την Εθνική Άμυνα που προωθεί και υποστηρίζει την Έρευνα και την Ανάπτυξη τεχνολογιών διττής χρήσης. Μέσω του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), επιχειρήσεις startups και εταιρείες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα μπορούν να αναπτύξουν τα δικά τους επιχειρηματικά σχέδια και να κατευθύνουν τις επενδύσεις και τις υποδομές τους στις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, με προστιθέμενη φυσικά αξία στα σχετικά ευρωπαϊκά διακρατικά προγράμματα ερευνητικής και αναπτυξιακής συνεργίας και κατά συνέπεια στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας. Παράλληλα, όμως, θεωρώ ότι η ανάπτυξη τεχνολογιών αιχμής, όπως είναι η τεχνητή νοημοσύνη και των προϊόντων βιώσιμης ψηφιακής τεχνολογίας θα βοηθήσει και στην πιο αποτελεσματική συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ, καθώς οι Νατοϊκές δομές υποστηρίζονται από ένα πυκνό πλέγμα προηγμένων στρατιωτικών τεχνολογιών. Και η Ελλάδα είναι αυτονόητο ότι υποστηρίζει αυτή τη σύμπραξη στη βάση των αρχών της αμοιβαιότητας, της συμπεριληπτικότητας, της διαφάνειας και της αυτονομίας στη λήψη των αποφάσεων.
Η ενίσχυση της συνέργειας των κρατών-μελών στον τομέα της άμυνας και στην αμυντική βιομηχανία, καθώς αυτά έχουν τη δεξαμενή από όπου θα αντληθούν οι δυνατότητες της ΕΕ, η διάχυση της αλυσίδας παραγωγής προϊόντων τεχνολογίας αιχμής ή ανατρεπτικών τεχνολογιών ανάμεσα στα κράτη-μέλη μέσα από τον σχηματισμό κοινοπραξιών, η ανάπτυξη μιας ενιαίας αγοράς άμυνας, η προσβασιμότητα στις αλυσίδες παραγωγής ευρωπαϊκών εταιρειών μικρής και μεσαίας κεφαλοποίησης, (SMEs/mid-caps), η ανάθεση των αμυντικών προγραμμάτων εντός του κύκλου των κρατών της ΕΕ και όχι σε τρίτους ανταγωνιστές, θεωρώ ότι αποτελούν μηχανισμούς-κλειδιά για μια ισχυρή συνεκτική ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, με οικονομία κλίμακος, με εξειδίκευση για τη δημιουργία πόλων αριστείας χωρίς κατακερματισμούς των αμυντικών δυνατοτήτων και επικάλυψη προσπαθειών (duplication of effort). Πέρα όμως από τον μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, χρειαζόμαστε ένα βιώσιμο μοντέλο χρηματοδότησης για αυξημένες αμυντικές δαπάνες. Η Ελλάδα πιστεύει ότι οι στρατιωτικές δαπάνες θα πρέπει να εξαιρεθούν από τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ. Μόνον τότε τα κράτη θα αποκτήσουν δημοσιονομικό χώρο για να επενδύσουν στην άμυνα και στην ασφάλεια χωρίς να υπάρχει ως «δαμόκλειος σπάθη» ο κίνδυνος του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος. Ο κος Niinisto στις συστάσεις του για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού επενδυτικού πλαισίου ετοιμότητας κάνει λόγο για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων χρηματοδότησης του αμυντικού τομέα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Πράγματι, όπως έχω διατυπώσει και στο παρελθόν, η συμπερίληψη της ασφάλειας και της άμυνας στον κατάλογο των στρατηγικών προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων θα βοηθήσει πρωτίστως και με χρηματοδότηση που θα περιλαμβάνει και επιχειρήσεις μεσαίας και μικρής κεφαλοποίησης. Επιχειρήσεις που είναι σημαντικές για την καινοτομία και τη μαζική παραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών, συστημάτων anti-drone, ηλεκτρονικού πολέμου και συλλογής πληροφοριών. Επίσης, σχετικά, στην Έκθεση του κ. Niinisto προτείνεται η δημιουργία ενός νέου ευρωπαϊκού μέσου, ενός νέου ειδικού μηχανισμού χρηματοδότησης για την άμυνα, «Μηχανισμού Υπεράσπισης της Ευρώπης» (Defending Europe Facility), όπως την ονομάζει. Πράγματι απαιτείται η δημιουργία ενός νέου ευρωπαϊκού μέσου, για τη χρηματοδότηση των συλλογικών αμυντικών μας αναγκών ύψους τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ.
Η ασφάλεια είναι το υπέρτατο αγαθό που εγγυάται την ευημερία, τη βιώσιμη ανάπτυξη, το μέλλον της ΕΕ. Είναι η προϋπόθεση για τη διατήρηση των κοινών αξιών και στόχων μας. Όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να απολαμβάνουν τις ίδιες εγγυήσεις ασφάλειας σε ισότιμo επίπεδο προστασίας έναντι των συμβατικών ή των υβριδικών απειλών. Όλα τα μέτρα που συζητάμε με αφορμή την Έκθεσή σας για μια Ευρώπη ισχυρή, αυτόνομη και προετοιμασμένη για κάθε είδους απειλή, αποτελούν το ανελικτικό βήμα αντίληψης της ΕΕ από απλά ενός «χώρου» σε μιας «Δύναμης» ικανής να προασπίζεται τα συμφέροντά της, με μια ισχυρή, ενιαία και αξιόπιστη αποτρεπτική ικανότητα ώστε να παραμείνει όχι απλά «χώρος» αλλά πόλος ειρήνης, ευημερίας, ανάπτυξης και σταθερότητας».