Επισημάνσεις του Σταμάτη Παπαδάκη στα «Ρ.Ν.», επίκουρου καθηγητή στο τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Μία από τις πλέον καινοτόμες και δυναμικά αναπτυσσόμενες προσεγγίσεις είναι η μέθοδος STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics), που ενθαρρύνει τους μαθητές να εφαρμόζουν τις γνώσεις τους σε πραγματικά προβλήματα
Μία εκπαιδευτική προσέγγιση που καλείται να αναμορφώσει τις διδακτικές πρακτικές σε εκπαιδευτικό πλαίσιο, προετοιμάζοντας κατάλληλα τους μαθητές για τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας του μέλλοντος και βελτιώνοντας παράλληλα τα υπάρχοντα μαθητικά προγράμματα σπουδών είναι η μέθοδος STEM. Ουσιαστικά πρόκειται για μία διεπιστημονική προσέγγιση που συνδυάζει τις επιστήμες, την τεχνολογία, τη μηχανική και τα μαθηματικά και έχει ως στόχο την ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων, κριτικής σκέψης και δημιουργικότητας, ενσωματώνοντας θεωρητικές γνώσεις με πρακτικές εφαρμογές, από την προσχολική εκπαίδευση μέχρι το Πανεπιστήμιο. Πέρα από τα απαραίτητα τεχνολογικά εργαλεία που απαιτούνται προκειμένου να μπορούν να εξοικειωθούν οι μαθητές και οι φοιτητές με τα νέα ψηφιοποιημένα περιβάλλοντα, η κατάρτιση των εκπαιδευτικών συνίσταται επίσης απαραίτητη διαδικασία, ώστε να εξασφαλιστεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, ομαλή ένταξή της στα νέα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Στον πυρήνα της, αφορά όλους τους μαθητές και μαθήτριες, ανεξαρτήτως φύλου και κοινωνικού υπόβαθρου, και επιδιώκει την ολιστική ανάπτυξη των ικανοτήτών τους. Η STEM εκπαίδευση δημιουργεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον μάθησης, όπου οι μαθητές ενθαρρύνονται να εφαρμόζουν τις γνώσεις τους σε πρακτικά προβλήματα, να εργάζονται ομαδικά και να αναπτύσσουν τόσο τεχνικές όσο και διαπροσωπικές δεξιότητες. Μέσω της επίλυσης πραγματικών προβλημάτων, οι μαθητές αποκτούν μια ουσιαστική κατανόηση των εννοιών και μαθαίνουν πώς να ενσωματώνουν τη θεωρία στην πράξη. Αυτό το μοντέλο μάθησης προωθεί την καινοτομία και την προσαρμοστικότητα, στοιχεία κρίσιμα για την προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη σε έναν παγκοσμιοποιημένο και τεχνολογικά προηγμένο κόσμο.
«Αναγκαία η χρήση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων στην εκπαίδευση»
Μία σειρά από προϋποθέσεις αναδιάταξης των προγραμμάτων σπουδών και διαρκούς κατάρτισης των εκπαιδευτικών απαιτεί η μέθοδος STEM, για να ενταχθεί αποτελεσματικά στο ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης, σύμφωνα με τον Σταμάτη Παπαδάκη, επίκουρο καθηγητή στο τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, με ειδίκευση στην εκπαιδευτική χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ). ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων στα «Ρ.Ν.»: «Η ενσωμάτωση της STEM στο εκπαιδευτικό σύστημα απαιτεί μια αναθεώρηση των προγραμμάτων σπουδών, επαγγελματική κατάρτιση των εκπαιδευτικών, και συχνά επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και διδακτικές μεθόδους που υποστηρίζουν την ενεργή μάθηση και την εφαρμοσμένη έρευνα. Η εφαρμογή της STEM εκπαίδευσης συνοδεύεται από την αναγκαιότητα χρήσης σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων, ενώ η εξοικείωση με αυτά είναι ουσιώδης για την υλοποίηση δραστηριοτήτων που απαιτούν ψηφιακή επάρκεια και καινοτόμες μεθόδους διδασκαλίας».
Σε μία εναλλακτική διδασκαλία στοχεύει η μέθοδος STEM στην εκπαίδευση, με τους εκπαιδευτικούς να καλούνται να την αξιοποιήσουν κατάλληλα, ώστε να βελτιώσουν το μαθησιακό περιβάλλον, σύμφωνα με τον κ. Παπαδάκη. «Τα οφέλη για τους μαθητές περιλαμβάνουν την ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων, την ενίσχυση της κριτικής σκέψης και της δημιουργικότητας, καθώς και την καλύτερη προετοιμασία για έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο επαγγελματικό χώρο. Από την πλευρά των εκπαιδευτικών, η χρήση τεχνολογικών εργαλείων συμβάλλει στη διαφοροποιημένη διδασκαλία, την παρακολούθηση της προόδου των μαθητών και την ενίσχυση του διαδραστικού περιβάλλοντος μάθησης, καθιστώντας τη διαδικασία μάθησης πιο αποδοτική και ευχάριστη», σημείωσε ο καθηγητής και στη συνέχεια συμπλήρωσε: «Στο STEM δίνεται έμφαση στη διαθεματική συνεργασία, στην επίλυση σύνθετων προβλημάτων και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας και αγοράς εργασίας. Επιπλέον, το STEM ενθαρρύνει την ενεργό συμμετοχή και τον πειραματισμό, προωθώντας ένα περιβάλλον όπου η αποτυχία αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία μάθησης, σε αντίθεση με την παραδοσιακή «μαθητοκεντρική» προσέγγιση που συχνά επικεντρώνεται στη μετάδοση πληροφοριών».
«Κρίσιμη τόσο για το παρόν όσο και για το μέλλον»
Ένα σημαντικό εργαλείο προετοιμασίας των νέων για τη μελλοντική αγορά εργασίας και τις ανάγκες της είναι η STEM εκπαίδευση, καθότι οι νέες γενιές που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στις προσχολικές ηλικίες, σύμφωνα με τον κ. Παπαδάκη, θα κληθούν να εργαστούν σε επαγγέλματα που ακόμα δεν έχουν ακόμα επινοηθεί. «Η STEM εκπαίδευση θεωρείται κρίσιμη τόσο για το παρόν όσο και για το μέλλον της εκπαίδευσης. Προσπαθούμε μέσω της STEM εκπαίδευσης να εκπαιδεύσουμε τους σημερινούς μαθητές, για να ανταπεξέλθουν στην αυριανή κοινωνία και στον επαγγελματικό στίβο, τον οποίο θα κληθούν να αντιμετωπίσουν. Στο παρόν, προωθεί την ανάπτυξη δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για την επίλυση σύγχρονων προβλημάτων και για την ένταξη των μαθητών σε μια κοινωνία υψηλών τεχνολογικών απαιτήσεων. Για το μέλλον, θεωρείται βασικός παράγοντας για την προετοιμασία των νέων σε ένα δυναμικό, καινοτόμο και παγκοσμιοποιημένο εργασιακό περιβάλλον, συμβάλλοντας στην ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη των χωρών», σημείωσε ο κ. Παπαδάκης.
Επιπλέον, προκειμένου να μπορέσει να υπάρξει μία αποτελεσματική αξιοποίηση των εργαλείων της STEM εκπαίδευσης στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, απαιτείται μία πολυδιάστατη προσέγγιση, που θα περιλαμβάνει επενδύσεις σε υποδομές και τεχνολογίες, επαγγελματικές κατάρτισης των εκπαιδευτικών, αναθεωρήσεις των προγραμμάτων σπουδών, συνεργασίες μεταξύ σχολείων, επιχειρήσεων και ερευνητικών ιδρυμάτων, αξιολόγηση των πρώτων αποτελεσμάτων και διαρκής ανατροφοδότηση, όπως σημείωσε ο κ. Παπαδάκης, ο οποίος επεσήμανε ότι απαιτείται: «Διασφάλιση της πρόσβασης σε σύγχρονο εξοπλισμό και ψηφιακά μέσα, τόσο στα σχολεία όσο και σε εξωσχολικούς χώρους μάθησης, συνεχής επαγγελματική ανάπτυξη, σεμινάρια και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών ώστε οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να αξιοποιούν αποτελεσματικά τα νέα εργαλεία, ενσωμάτωση δραστηριοτήτων που προάγουν τη διαθεματική συνεργασία, την επίλυση προβλημάτων και τον πειραματισμό, εφαρμογή καινοτόμων προγραμμάτων, για την ανταλλαγή γνώσεων και την εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων σε πραγματικά προβλήματα και συστηματική παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και προσαρμογή των προγραμμάτων βάσει των αναγκών και των επιτευγμάτων των μαθητών», ενώ ο κ. Παπαδάκης υπογράμμισε επίσης ότι: «Αυτές οι δράσεις, τόσο σε επίπεδο της ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, όσο και στο πλαίσιο διεθνών πρωτοβουλιών, αποτελούν προϋποθέσεις για την ολιστική και βιώσιμη ανάπτυξη του μοντέλου STEM, εξασφαλίζοντας τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς».
«Ενεργοποιείται το μαθησιακό ενδιαφέρον»
Αναφορικά με το κατά πόσο υπάρχει κάποιος σκεπτικισμός σχετικά με την εφαρμογή και την ενσωμάτωση της STEM εκπαίδευσης στις εκπαιδευτικές διαδικασίες, ο κ. Παπαδάκης επεσήμανε: «Κύρια ζητήματα που τίθενται αφορούν την έλλειψη επαρκούς εξοπλισμού, την ανάγκη για ειδική κατάρτιση των εκπαιδευτικών, καθώς και την πιθανή υποβάθμιση κάποιων βασικών θεωρητικών γνώσεων, αν δεν δοθεί το κατάλληλο βάρος στην ισορροπία μεταξύ θεωρίας και πρακτικής».
Τέλος, σχολιάζοντας την εφαρμογή της στην Ελλάδα και τις πρώτες αξιολογήσεις που έχουν ληφθεί, προκειμένου να καθοριστεί ο βαθμός αποτελεσματικότητάς της, ο κ. Παπαδάκης ανέφερε: «Στην Ελλάδα έχουν αναπτυχθεί πρωτοβουλίες και προγράμματα που ενσωματώνουν στοιχεία STEM στην εκπαιδευτική διαδικασία, ιδιαίτερα μέσω έργων που προωθούν την καινοτομία, τη συνεργασία μεταξύ σχολείων και του επιχειρηματικού κόσμου, καθώς και της συμμετοχής σε διασυνοριακά προγράμματα (π.χ. Erasmus+). Τα αποτελέσματα, αν και ακόμη υπό αξιολόγηση, δείχνουν ότι τέτοιες πρακτικές συμβάλλουν στην ενίσχυση του ενδιαφέροντος των μαθητών για τις επιστήμες και την τεχνολογία, στη βελτίωση της ψηφιακής τους επάρκειας και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν σε αυτά τα προγράμματα αναφέρουν θετική ανταπόκριση όσον αφορά την ενεργοποίηση του μαθησιακού ενδιαφέροντος και την ενίσχυση της διδακτικής τους πρακτικής».