Τετάρτη, 21 Μαΐου, 2025
No Result
View All Result
Rethnea
Advertisement
  • ΡΕΘΥΜΝΟ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
    • Πολιτική
  • ΠΑΙΔΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
  • ΑΤΖΕΝΤΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Rethnea
  • ΡΕΘΥΜΝΟ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
    • Πολιτική
  • ΠΑΙΔΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
  • ΑΤΖΕΝΤΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Rethnea
No Result
View All Result
Αρχική Αφιερώματα

Ύμνησε τη μάχη της Κρήτης με παραδοσιακό στίχο και μας έδωσε ένα έμμετρο χρονικό

ΜΝΗΜΗ ΗΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

Εύα Λαδιά Από Εύα Λαδιά
20/05/2025 - 9:52 πμ
στην κατηγορία Αφιερώματα
ΜΝΗΜΗ Η ΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

O Ηλίας Καλογεράκης

«Το πολυβόλο κελαϊδεί, και σκότωνε στα ίσια κι οι Γερμανοί κρυβότανε μεσ΄ στα Αγριοκυπαρίσια»

Από τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση αρχίζουν να αναφέρονται στα γεγονότα της Μάχης της Κρήτης οι λόγιοι της εποχής. Ενδιαφέρον φυσικά παρουσιάζει ό,τι προέρχεται από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων της Στυλιανό Δημητρακάκη, Μιχαήλ Παπαδάκη, Στυλιανό Καλλονά , Πετρακογιώργη, κ.ά.

Αρχές της δεκαετίας του 80 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τίτλο «Η Μάχη της Κρήτης» από έναν συμπαθέστατο Ρεθεμνιώτη, τον Ηλία Καλογεράκη,  που αγαπούσε μεν τα γράμματα αλλά για τα αυστηρά δεδομένα της εποχής δεν θα μπορούσε να ενταχθεί στους λόγιους. Αυτό το κενό είχε καλύψει ο σύλλογος Συγγραφέων Λογοτεχνών αγκαλιάζοντας κάθε δημιουργό ακόμα κι αν είχε δημοσιεύσει μαντινάδες. Το βιβλίο είχαν επιμεληθεί δυο αξέχαστες φίλες που η απουσία τους ακόμα ματώνει τη μνήμη μας. Ήταν η Μαρία Λιοδάκη και η Χαρούλα Πρινιωτάκη.

ΜΝΗΜΗ Η ΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

Για το βιβλίο του αυτό ο Ηλίας Καλογεράκης αναφέρει στον πρόλογο: «Το παρόν πολυβασανισμένο έργο που αρχίζεις να διαβάζεις, άρχισε να γράφεται το έτος 1968 στις 6 Μαΐου ημέρα Σάββατο. Η μέρα την οποία στερήθηκα και εγώ όπως όλα τα ορφανά της Κατοχής τον πατέρα μου το 1944 6η Μαΐου Σάββατο. Με μοναδικό μάρτυρα τα μάτια του πριν κλείσουν αντίκρυσαν και είδαν τον μεγαλύτερο γιό του, τον μεγάλο μου αδελφό.

Βαριά κληρονομιά η ορφάνια.

Μα πιο βαριά η στέρηση του πατέρα. Η ηλικία μεγαλώνει το παιδί γίνεται παλικάρι και ο πόνος μέσα μας μαζί κι’ αυτός γίνεται θεριό να φάει σίδερα. Μια μέρα το 1968 ημέρα συναπαντήματος, ημέρα που ο πόνος ξεχείλισε, ανέβηκε στα χείλια και δειλά-δειλά τα χείλια άρχισαν τον πόνο να τον κάνουν τραγούδι – μαντινάδα όπως ξέρει κάθε Κρητικός να τραγουδά όταν πονά. Έψαξα χαρτιά και βιβλία ιστορικά – μαρτυρίες – διάφορα ντοκουμέντα με σοβαρές ιστορικές αφηγήσεις και γνήσιες ημερομηνίες. Αποτέλεσμα ν’ αρχίσω να γράφω, κάνοντας την ιστορία και τις αφηγήσεις με τις σωστές ημερομηνίες τραγούδι Κρητικό – Μαντινάδα, που βγαίνει από κάθε ορφανεμένο σπίτι και μοιρολόι που κλαίει ακόμα το νησί μας για τον χαμό τόσων νεκρών.

Σε καμιά χώρα της Ευρώπης, μα σε καμιά δεν έκαναν τόσους ομαδικούς τάφους, όπως στην δική μας, στην Ελλάδα στην Κρήτη. Πουθενά δεν είδα – δεν διάβασα – δεν άκουσα στους νεκρούς που είχαν οι άλλες χώρες ανάμεσα να βρίσκονται μωρά δύο έως έξι χρονών και παιδιά από 6-12 χρονών, ξεκοιλιασμένα με ξιφολόγχες και σκοτωμένα με υποκόπανους τουφεκιών    όπως στην Ελλάδα και ειδικά στην Κρήτη.

Μεγάλο πράγμα να είσαι Έλληνας. Προτέρημα να είσαι Κρητικός. Ο Θεός έπλασε τη φύση και τον άνθρωπο. Ο Έλληνας έπλασε τον πολιτισμό – την ιστορία και τα ανθρώπινα αισθήματα.

Γι’ αυτό από χρόνια μας πολεμούν – μας μάχονται μας κυνηγούν με όλα τα μέσα για να μας ξεκάνουν. Μας ανοίγουν πληγές αιώνιες και μας βάνουν φωτιά να καούμε ενώ εμείς φωτιζόμαστε από αυτήν. Όπως μας φωτίζουν οι φλόγες από την Κωνσταντινούπολη, το  Μεσολόγγι, τη Σμύρνη, τη Θεσσαλονίκη, το Σούλι, το Ζάλογγο, τα Γιάννενα, την Τρίπολη, το Αρκάδι, τα Δερβενάκια, τη Κάνδανο, τα Ανώγεια, τη Χίο, τα Ψαρά. Έτσι μας φωνάζουν οι νεκροί από το σκοπευτήριο της Καισαριανής, το Χαϊδάρι, τα Καλάβρυτα, τη Κάνδανο, την Αγυιά, τα Ανώγεια, το Γερακάρι, το Άδελε ,τα Περβόλια, Μυσσίρια και τόσους άλλους μαρτυρικούς τόπους και ομαδικούς τάφους Ελλήνων αγωνιστών να αγωνιζόμαστε συνέχεια για τον τόπο μας.

Επίλογο σε αυτό το έργο δεν θα βρείτε. Ούτε και τέλος θα διαβάσουν τα μάτια μας. Θα συνεχίσει να γράφεται, να τραγουδιέται, να μιλά για τα βάσανα του τόπου μας, για αυτό τον τόπο που τον ορέγονται πολλοί και τον μισούν άλλοι τόσοι…».

Από το έμμετρο αυτό χρονικό θα επιλέξουμε μερικά εδάφια και για να μνημονεύσουμε τον εκλεκτό Ρεθεμνιώτη που έφυγε νωρίς αλλά και για να γνωρίσουμε ακόμα μια απόπειρα γραφής των συγκλονιστικών εκείνων γεγονότων, μέσα από την απλή γραφή που χαρακτηρίζεται όμως από ευαισθησία ψυχής και παλμό πατριωτικής συνείδησης

Αναφέρει μεταξύ άλλων λοιπόν ο αξέχαστος Ηλίας στο πόνημά του αυτό για τα γεγονότα στο Ρέθυμνο:

Αποσπάσματα από το βιβλίο Μάχη της Κρήτης

Περβόλια μου με τ΄ άνθη σου, και με τσι λεμονιές σου

Δυο, τρεις χιλιάδες Γερμανούς, έχεις στις αμμουδιές σου.

Οι Γερμανοί σαν πέφτανε, στην άμμο στα Σεπέρια

βριχνάνε τσι Περβολιανούς, με αδιανά τα χέρια

Με τί πολεμοφόδια να παν να πολεμήσουν

που ο Μεταξάς και οι λοιποί πήγαν να τα πουλήσουν

Όταν τονέ γυρέψανε, όλους να τσ΄αφοπλήσουν

τώρα θαρρούνε οι Γερμανοί, πως θα τσι ξεκληρήσουν

Γιατί το ξέρουν πως Στρατός στην Κρήτη δεν υπάρχει

η Μεραρχιά των Κρητών, που ήτανε πολεμάρχοι

Ούλοι είχανε αποκλειστή ψηλά στην Αλβανία

κι΄όλους τσι θέρισε ο καημός, κι΄ η μαύρη αγωνία

Στην ΚΡΗΤΗ πώς να φτάξουνε, έστω και κολυμπώντας

και να σκοτώνουν Γερμανούς, στη μάχη πολεμώντας

Γι΄ αυτό και ξαφνιαστήκανε, σαν πέφτανε στην Άμμο,

με τα Μαχαίρια οι Κρητικοί, και να τσι βάνουν χάμω

Μια φάλαγγα από Γερμανούς εις τη ΒΙΟ τρυπώνει

τη μάντρα κάνει πρόχημα, κι΄αποκειδά ξαμώνει

Στο Ρέθεμνος πω θέλα μπή, την μέρα να προλάβη

να πα να βρή τον Δήμαρχο και τα κλειδιά να λάβη

Κι΄ όντιμος με μια έφοδο, από τσι στρατιώτες

Από τσι χωροφύλακες κι ούλους τσι πατριώτες

Από κειδά τσι βγάλανε, και τσι μισούς σκοτώνουν

πέντε αιχμαλωτιστήκανε, και τσ΄άλλους τσι ζυγώνουν

Το πολυβόλο οι Γερμανοί βάνουν στο παραθύρι

και σκότωνε περβολιανούς, χωρίς κανά χατήρι.

Το παραθύρι ήτανε στσι Παρασκιώς το σπίτι

δίπλα στο κύμα του Γιαλού μας άλλαξε την πίστι

Το πολυβόλο κελαϊδή, και σκότωνε στα ίσια

κι΄ οι Γερμανοί κρυβότανε μεσ΄ στα Αγριοκυπαρίσια

Κι΄ ο Ουλαμός των στρατιωτών, και των Χωροφυλάκων

εσκάβανε συνέχεια των Γερμανών τον λάκκο.

Από κειδά τσι βγάλανε με έφοδο αέρα

κι΄αυτοί εστήσανε χορό εις τα Μυσσίρια πέρα

Τον καφενέ του Δούσμανη, κάνουνε στρατηγείο

και του Σουσάρη τον οντά μικρό νοσοκομείο.

Στου Ντουλουμπέκη βάνουνε αιχμάλωτους πολίτες

Περβολιανούς, Μυσσιριανούς κι ούλους τσι συντοπίτες

Γδύνουνε το μπακάλικο του χωριανού του Κόλια

κι’ από τ΄αεροπλάνα τους μας εκερνούσαν βόλια

Τρεις Μανουράδες πολεμούν απ΄όξω απ΄του Τσουρλάκη

μαζί ο Αντώνης ο Κατσιάς με τον Περβολαράκη

Όπως τ΄ανήμερα θεριά επέσανε στη Μάχη

δεν τσι φοβίζει ο πόλεμος κι ο χάρος όποιο λάχη.

Ένα κοπέλι κουβαλή του Μανουρά τ΄Αντρέα

σφαίρες στο πολυβόλο του και κάνει του παρέα.

Δώδεκα χρόνω ήτανε εκείνο το κοπέλι

κι΄ ο Μανουράς το ζύγωνε λέει του δεν το θέλει.

Σάλευε φύγε από παέ δεν θέλω εγώ κοπέλια

να πολεμούνε δίπλα μου με χάχανα και γέλια,

Δεν τσι φοβούμαι μπάρμπα εγώ, θέλω να τσι σκοτώσω

κι΄ όσο θα ζής θα ζω κι΄εγώ κι ως θέλει ας αποδώσω

Φαμέγιο δώδεκα χρονών κοντά σ΄ ένα φουρνάρη

Γιώργο Βεράκη τόλεγαν, μα σκέτο παλληκάρι

Χωρίς νερό χωρίς ψωμί κοντά τριάντα ώρες

τσι σφαίρες στ΄αερόπλανα στων Γερμανών τσι μπόρες

Μάχεται σαν τ΄αητόπουλο χωρίς να νοιώθη κόπο

και βοηθά του Μανουρά που γέμισε τον τόπο.

Από κορμιά Γερμανικά και δυό αεροπλάνα

Θεε μου ήντα καρδιά ΄χουνε στ΄ανθρώπινα τα σπλάχνα

Αδελιανοί και Πηγιανοί γινήκαν ένα σώμα

και με κορμιά γερμανικά γεμίσανε το χώμα.

Προς τα Χαμαλευράστερα στον Πλατανέ από κάτω

μάχες σκληρές γινήκανε μα δεν το βάζαν κάτω.

Οι Γερμανοί δειλιάζουνε και λίγο- λίγο θέλει

κι άκουγες και φωνάζανε, να μας σεφάνε θέλει

Μόνο όσοι είστε ζωντανοί καλά προφυλακτήτε

τον Άη Γιώργη πιάσετε , καλά ταμπουρωθέιτε

Απ΄τη Μεγάλη Πισκοπή είναι κατεβασμένοι

κάποσοι Λεβεντόκορμοι στον πόλεμο ψημένοι.

Μάχονται σαν τσι σταυραητούς στων Περβολιών την άμμο

κι ο χάροντας τσι θέρισε και τσί βάλενε χάμω.

Κι΄από τον Μυλοπόταμο είναι κατεβασμένοι

καλά παλιοί πολεμιστές μπαρουτοκαπνισμένοι

Απλαδιανά, Αγγελιανά, Φραγκεσιανά, Μετόχια

εκιά γινήκαν σύντροφοι τα πλούτη και η φτώχεια

Ο Πλούσιος κρατεί φωτιά και ο φτωχός τουφέκι

Μαχαίρι θέλει ο πόλεμος και Κρητικό φυσέκι.

Στ΄Αμάρι όντε τ΄ακούσανε ότι στο Κατωμέρι

αρχίσανε οι Γερμανοί να πέφτουν μεσημέρι

Ούλοι αναμαζωχτήκανε και κάνανε ομάδες

μαζί ξεμιγιστήκανε ακόμα και παπάδες.

Θρόνος, Αμάρι, Βισταγή, Νίθαυρη και Πλατάνια

ούλοι συγκεντρωθήκανε και πιάσαν τα Ρουμάνια.

Ο Μέρωνας, ο Φουρφουράς μαζί και το Βυζάρι

πιάνουν πολεμικό χορό αλλά χωρίς σφαχτάρι.

Πάνε να βρούνε τα σφαχτά οδέ του Σταυρωμένου

κανείς δε θέλει τη ζωή αυτή του σκλαβωμένου

Στο Νευς Αμάρι στη Γενή μα και στο Γερακάρι

εις τ΄ Άνω Μέρος στέκονται ούλοι σ΄ένα ποδάρι.

Ετοιμασίες κάνουνε στον πόλεμο να μπούνε

και στσ΄Αποστόλους ξεκινούν τσι Γερμανούς να βρούνε

Βολιώνες, Μύρθιο και Πρασές, Αποστόλους και Λαμπιώτες

Πατσό, Αποδούλου, και Σελί ούλοι τους πατριώτες.

Απ΄τα Αγιοβασιλιώτικα χωριά Κεφαλοχώρια

ούλοι μαζί ξεκίνησαν κι΄ένας γεράκος χώρια.

Ούλοι μαζί γλακούσανε και κείνος μοναχός του

σαλεύει και κρυφομιλεί κι΄αυτός και ο καϋμός του.

Κι΄έλεγε ο γέρος του καημού με μαύρη αγωνία

οι γυοί μου πότε θάρθουνε από την Αλβανία.

Πότε θα ρθούνε να μας δούν κι αυτοί πως πολεμάμε

θαρώ τον λέγαν Κελαϊδή δεν ξέρω, δεν θυμάμαι.

Στο Σπήλι, στα Δαριβιανά, Μύρθιο και Ατσιπάδες

Άνδρες αναμαζωχτήκανε παπάδες, δεσποτάδες.

Στη Κοξαρέ και στα Σελλιά εμαζωχτήκαν άντρες

όπως τα μπροστοκρίαρα που βγαίνουν απ΄τσι μάντρες.

Στσι Μέλαμπες στην Κάνεβο μα και στην Κρύα Βρύση

Ακούμια, Άγιος Βασίλειος η λευτεριά ν΄ανθίση.

Ροδάκινο, Γκουσελιανά, Καρρέ μα κι οι Αρμένοι

στο Ρέθεμνος εφτάξανε κι ο χάρος ανημένει.

Και τσ΄ανημένει με χώσιά στα κυπαρίσια μέσα

στην αμμουδιά των περβολιών στις καταπότες μέσα

Πρινιώτες κι Ατσιπουλιανοί, Γωνιώτες κι Άγ Άντρέας

του κάτω Βαρσαμώνερου άντρες καλής παρέας

Το πάνω Βαρσαμόνερο μαζί και ο Καλονύχτης

Ασή Γωνιώτες- Καρωτή μαζί κι΄ο Αποσπερίτης.

Σαϊτούρες, Μούνδρος, Ρούστικα κι ο Άγιος Κωνσταντίνος

με το σταυρό της εκκλησιάς πολέμησαν κι εκείνος.

Ζουρίδι, Αργυρούπολη κι΄ η Επισκοπή η μεγάλη

Κούφη, Αϊ Γιώργης στ΄ άρματα ξεσηκώθηκαν πάλι.

Κι΄ ανταριασμένοι τρέχανε ούλοι στο Κατωμέρι

κι΄ αντί για όπλα είχανε βέργες κι΄ ένα μαχαίρι.

Κι ο Χρωμοναστηριανός παπά Αλεβυζάκης

ανασκουμπώνει τον τσουμπέ και στη φωτιά τση μάχης.

Ρομφαία δίκοπη κρατεί στ΄ αριστερό του χέρι

σαν τον Αρχάγγελο Γαβριήλ το Κρητικό μαχαίρι.

Εις το δεξί ροξιαρική αναβαστά μπαστούνα

πιάνει το πρώτο Γερμανό και τόνε ταρακούνα.

Ψέλνει του το τρισάγιο και την κηδεία ψέλνει

κι΄ώσπου ν΄ακούσης το Αμήν στον Άδη τόνε στέλνει,

Πού πας παπά, θα σκοτωθής, φωνάζουν οι στρατιώτες

και κείνος τους απάντησε όπως οι πατριώτες

Η Λειτουργιά θέλει παπά κι΄ο πόλεμος τουφέκι

κι΄έτρεχαν άλλους για να βρή, ούτε λεπτό δε στέκει.

Δυό μαύρες μέρες πολεμά , κι΄ούτε θωρεί που πάει

αργά το βράδυ του μηνούν εις το χωριό να πάη.

Για μιάς να πάη στο χωριό, και λειτουργιά να στήση

γιατί ένα μωρογέννητο πρέπει να το βαπτίση.

Να δής που στον ανήφορο να πάη στο χωριό του

άφησε και παραγγελιά σ΄ ένα συγχωριανό του.

Σύντεκνε κράτα εσύ καλά, κι΄αύριο θα γυρίσω

κι΄αν θέλουν τούτο το νησί θα σου τσι σιγυρίσω.

Στο κάμπο τον Αδελιανό στον πλατανέ πιο πέρα

οι Γερμανοί κατάλαβαν ήντα θα πή φοβέρα.

Αδελοπήγια, Μεσσανοί μαζί κι΄οι Κυριανίτες

Εκιά να δής πως πολεμούν με τσι κατωμερίτες

Άη Δημήτρης, Μαρουλάς και Λούτρα και Αμνάτο

τσι Γερμανούς σκοτώνανε πριν κατεβούνε κάτω.

Καλώς τον τον Ηγούμενο Διονύσιο Ψαρουδάκη

που αρχίνηξε τον πόλεμο σαν το παλλικαράκη.

Αντράκι μου, παρέτησα τ΄Αρκάδι μοναχό του

γιατί άκουσε τον πόλεμο και κλαίει απ΄τον καημό του.

Κι΄άφησα και το βλέπουνε οι δυό σκοποί στην πύλη

ομπρός το Γιαμπουδοκωστή και πίσω το Γαβρίλη.

Στο δρόμο καλοσκέφτηκα για να γυρίσω πίσω

κι΄όμως αυτοί με στείλανε να τσ΄ αντικαταστήσω.

Ε πιάσε γούμενε δουλειά, πιάσε το σισανέ σου

μάζεψε την κοτσίδα σου και σφίξε τον τσουμπέ σου.

Με το καλό αντράκι μου κι΄ας λάχει ότι νάναι

κι΄ανέ σκοτώσω Γερμανούς συγχωρεμένοι νάναι.

Κι΄αρχίζει διπλολειτουργιά και καθυγιασμένη

των Γερμανών την δέηση την έχει καμωμένη.

Και νάβλεπες το γούμενο πούριχνε και γελούσε

και ξέχασε γονατιστός κι όρθιος πολεμούσε.

Κι΄οι σφαίρες εσφυρίζανε γύρω από τα αυτιά του

κι΄αυτός εθάριε μέλισσες πως πήγαν στα μαλλιά του.

Κι΄ούλοι τον Γούμενο θωρρούν να πολεμά σαν δράκος

ανάμεσα στσι Γερμανούς σαν Αθανάσιος Διάκος.

Με τέτοια ράσα τότες σας και τέτοιο Ιερωμένο

πώς να μην λένε το Νησί πως είναι ΑΝΤΡΙΩΜΕΝΟ.

Μα κι΄ ήντα λέτε νάγινε πέρα στου Σταυρωμένου

καλιά νε η Μάννα του φονιά παράτου σκοτωμένου.

Θωρώ ένα γέρο και γλακά και πιάνω του χέρα

ε μπάρμπα ήντα γίνεται πώς πάτε εσείς κιά πέρα.

Αντράκι μου δεν τα θωρής τούτα τα πανηγύρια

οι Γερμανοί αράξανε στη μέση στα Μυσσίρια.

Και κάμαν τον συνοικισμό, βάση και φρουραρχείο

και στου Μουντάφη την αυλή έχουν το στρατηγείο.

Μα πες μου μπάρμπα να χαρής στου Σταυρωμένου ήντα ναι

εκιάναι γιε μου οι Αυστραλοί κι΄ αυτοί θα τσ΄αποφάνε.

Αλήθεια μπάρμπα πολεμούν οι Αυστραλοί στρατιώτες

αντράκι μου δεν άκουσες ότι είναι πατριώτες.

Αυτοί παιδί μου πολεμούν ούλοι με ψυχραιμία

κι΄οι σφαίρες βρίσκουν Γερμανούς δεν χάνεται καμμία.

Έχουν παιδί μου σιγουριά μα και καπατσωσύνη

ούλοι τους ξέρουν τι θα πή πόλεμος κι΄αντριωσύνη

Ούλοι παιδί μου πολεμούν με τάξη και με θάρρος

και να σκεφθής αντράκι μου πως πήρανε το βάρος

Τση μάχης εις του Λατζιμά με Γερμανούς Κερκέζους

και πολεμούνε τίμια και όχι σαν τους Εγγλέζους.

Που δήθεν κάνουν πόλεμο κι΄ όλο πισωπατούνε

και δεν μπορούν κατάματα τσι Γερμανούς να δούνε

Μόν’ όλο με διαταγές και ψευτοοδηγίες

στο τέλος αποφύγανε όλες τσ΄οδομαχίες

Κι΄όχι πως δεν ηξέρανε τουφέκι για να πιάσουν

αλλά στο νου τους έβαλαν πως πρέπει να μη σκάσουν

Να κι΄ανέ μπούνε οι Γερμανοί, να κι΄αν δεν μπούν στην Κρήτη

μόνο όλο και ξανοίγανε οδέ τον Ψηλορείτη

Να βρούνε τα περάσματα που πάνε στ΄ακρογιάλια

κι΄από κειδά να βλέπουνε την Αίγυπτο με κυάλια.

Κι΄άφηκαν Νεοζηλανδούς και Αυστραλούς στρατιώτες

να κάνουνε τον πόλεμο μαζί με πατριώτες.

Να πολεμούνε στη φωτιά μ΄όλους τσι συντοπήτες

με του Κατωμεριού γενιές και Μυλοποταμήτες.

Γαράζο, Ανώγεια, Κάλυβος, Πέραμα, Μελιδόνι

Πάνορμο, Χώνος, Ρουμελή, κι΄η μάχη δεν τελειώνει

Ελεύθερνα, Γενή Γκαβέ, Αξό και Μαργαρίτες

Λειβάδεια, Σίσες, Ζωνιανά, Δαφνέδες, Πασαλήτες.

Αείμονας, Κεραμωτή, Κράνα, Χουμέρι, Χώνος

Μελισουργάκη, Φόδελε κι΄ο Άη Σύλλας μόνος

Καλανδαρέ, Κυνηγιανά, Ορθέ, Πρινέ, Εξάντα

Έρφοι, Τρυπόδο, Αλόϊδες, τα χειλιανά μια μπάντα

Άγιος Μάμας, Αχλαδές, Σκορδίλη, Δαμαβόλου

Μούνδρος, Κρασούνα, Σείσαρχα, τσι στείλαν του διαόλου

Ούλοι παιδί μου πολεμούν στου Λατζιμά τα πλάγια

απ΄του Ρεθέμνου τσι κορφές- Σεπέρια βουνοπλάγια

Σκέψου παιδί μου ότι ήρθανε ούλοι αγριεμένοι

στον πόλεμο και στη φωτιά καλά ΄ναι μαθημένοι

Και δε φοβούνται αντράκι μου των Γερμανών τα βόλια

αφού τσι κυνηγήσανε ίσαμε τα Περβόλια

Μέχρι κειδά τσί φτάξανε πούτονε Στρατιώτες

αυτοί τσι κυνγούσανε με τσ΄Αγιοβασιλιώτες

Μπάρμπα πολύ σ΄ ευχαριστώ και σου εύχομαι κουράγιο

πάω να δώ ήντα γίνεται στου Κάστρου το μουράγιο

Άντε παιδί μου στο καλό και πρόσεξε ήντα γράφεις

να γράψης ότι κι αν σου πούν κι΄ απόξω να τα μάθης

Κι΄ έφυγα και τον άφησα και στο Ηράκλειο μπαίνω

κι΄ άρχισα πάλι να ρωτώ κι΄ ούλα να τα μαθαίνω…

Και συνεχίζει ο Ηλίας Καλογεράκης με τα γεγονότα του Ηρακλείου παραθέτοντας όσα στοιχεία γνωρίζει. Σε κάποια σημεία κάνει τα λάθη του ιστορικού που ακολουθεί όπως στην περίπτωση του μικρού ήρωα του 12χρονου τότε Γιώργη Κονταράτου που αναφέρεται στους πρώτες αναφορές στην πατριωτική του δράση ως Γιώργης Βεράκης. Σφάλμα που διορθώσαμε μετά από ενδελεχή έρευνα. Τίποτα όμως δεν μπορεί να παραμερίσει τη λεβεντιά που κρύβουν αυτά τα έργα που δημιουργούσε ο πατριωτικός ενθουσιασμός, κάτι που λείπει σήμερα.

Κάποτε δίναμε μεγάλη σημασία στην αρτιότητα ενός λογοτεχνικού έργου. Ήρθε όμως ο καιρός να παίρνουν τη θέση τους στη χορεία των δημιουργιών ψυχής και να τιμώνται ανάλογα έργα, όπως αυτό που μένει στον αιώνα, να θυμίζει έναν ακόμα Ρεθεμνιώτη λογοτέχνη που έχει ξεχαστεί.

ΜΝΗΜΗ Η ΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

 

ΜΝΗΜΗ Η ΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

 

ΜΝΗΜΗ Η ΛΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ

 

 

Tags: ΑΦΕΙΡΩΜΑΤΑΕΥΑ ΛΑΔΙΑΜάχη της Κρήτης
Share239Tweet149Send
Εύα Λαδιά

Εύα Λαδιά

Η Εύα Λαδιά είναι δημοσιογράφος και λογοτέχνης.

Σχετικά νέα

katoxi maxi tis kritis

Κίνημα Δημοκρατίας: «Κρήτη, 20 Μαΐου 1941 – Η Φωνή της Αντίστασης που Αντηχεί Ακόμα»

20/05/2025 - 9:45 μμ
ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ - ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Μήνυμα του Βουλευτή Επικρατείας Ευάγγελου Αποστολάκη για τη Μάχη της Κρήτης

20/05/2025 - 5:43 μμ
ΟΛΗ ΜΑΧΗ ΚΡΗΤΗΣ

Μήνυμα του Διευθύνοντος Συμβούλου του Οργανισμού Λιμένος Ηρακλείου για την επέτειος της Μάχης της Κρήτης

20/05/2025 - 2:09 μμ
Μάχη της Κρήτης

Τραγωδίες που γράφτηκαν κατά τη Μάχη της Κρήτης ανατολικά του Ρεθύμνου

17/05/2025 - 9:45 πμ
Επόμενο άρθρο
ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΟΡΑΣΗ

Τεχνητή Νοημοσύνη: μπορούν οι μηχανές να βλέπουν όπως ο άνθρωπος;

5170159190667877 tempi-vouli-768x347

ΝΟΔΕ Ρεθύμνου: Ανεύθυνη και θεσμικά επικίνδυνη στάση του ΠΑΣΟΚ

20/05/2025 - 11:32 μμ
ΠΑΤΤΑΚΟΣ - ΛΙΟΝΗ

Στην αντιπεριφερειάρχη Ρεθύμνου ο νέος λιμενάρχης Κ. Παττακός

20/05/2025 - 4:45 μμ
CO2 PACMAN1

Κάλεσμα των πολιτών για συμμετοχή στη διαδικτυακή έρευνα «Σχεδιάζοντας ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον»

20/05/2025 - 3:55 μμ
Επαναλειτουργούν οι δωρεάν πρωτοβάθμιες υπηρεσίες μαιευτικής στο Κέντρο Υγείας Περάματος 

Επαναλειτουργούν οι δωρεάν πρωτοβάθμιες υπηρεσίες μαιευτικής στο Κέντρο Υγείας Περάματος 

20/05/2025 - 3:21 μμ
5169818293480189 dimosmylopoamou ypourgeio politikis prostasias3

Ενίσχυση του εξοπλισμού για την αντιπυρική θωράκιση του δήμου Μυλοποτάμου ζήτησε από τον υπουργό ο δήμαρχος

20/05/2025 - 2:04 μμ
5169715681917943 5-34

Εργασίες συντήρησης οδοστρώματος στον κόμβο Ατσιποπούλου

20/05/2025 - 11:15 πμ
ΕΥΑ ΛΑΔΙΑ ΕΥΑ ΛΑΔΙΑ ΕΥΑ ΛΑΔΙΑ
Πολιτιστικό Ρέθυμνο Πολιτιστικό Ρέθυμνο Πολιτιστικό Ρέθυμνο
Μ.Η.Τ. 242157
  • Ταυτότητα
  • Επικοινωνία
  • Όροι Χρήσης

© 2025 rethnea.gr

No Result
View All Result
  • ΡΕΘΥΜΝΟ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
    • Πολιτική
  • ΠΑΙΔΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
  • ΑΤΖΕΝΤΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

© 2025 rethnea.gr

No Result
View All Result
  • ΡΕΘΥΜΝΟ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
    • Πολιτική
  • ΠΑΙΔΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
  • ΑΤΖΕΝΤΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

© 2025 rethnea.gr