Παρακολούθησα με μεγάλο ενδιαφέρον την ομιλία του συμπολίτη στρατηγού Μανούσου Παραγιουδάκη προχθές στο Λύκειο Ελληνίδων. Ας που επιτραπεί να πω ότι έχω προσωπικούς λόγους να ενδιαφέρομαι για τη Μάχη της Κρήτης, γιατί ο πατέρας μου πολέμησε σ’ αυτήν. Ήταν έφεδρος αξιωματικός και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή στην Αλβανία, όταν εκδηλώθηκε η επίθεση των Ιταλών. Αμύνθηκε σθεναρά και μετέσχε στην αντεπίθεση φτάνοντας στο πιο προχωρημένο σημείο της ελληνικής προέλασης. Πενήντα χρόνια αργότερα η εφημερίδα «Νέα» των Αθηνών έστειλε ένα ρεπόρτερ στα ελληνικά χωριά της Αλβανίας, για να βρει υπολειπόμενες μνήμες από τα ιστορικά αυτά γεγονότα και ένας γέρος θυμόταν «ένα αξιωματικό Αρχοντάκη, που πέρασε από το σπίτι του και μιλούσε όλο για νίκες».
Εκεί στα χιόνια έχασε από ιταλική οβίδα τον αδελφό του και ο ίδιος απόκτησε βαριά κρυοπαγήματα και ένα «Χρυσό Αριστείο Ανδρείας». Προσπαθώντας ανεπιτυχώς, να θεραπεύσει τα κρυοπαγήματά του βρέθηκε στην Κρήτη και επιστρατεύτηκε για την Μάχη της. Πολέμησε σκληρά στου Σταυρωμένου ως επικεφαλής Μονάδας και δέχτηκε μια γερμανική σφαίρα 3 εκατοστά από την καρδιά του, προσπαθώντας να αποσύρει από το πεδίο της μάχης ένα βαριά τραυματισμένο στρατιώτη του. Για την όλη συμβολή του στον αγώνα αυτό ο ήσυχος, σιωπηλός και φίλεργος αυτός δάσκαλος τιμήθηκε με ένα δεύτερο «Χρυσό Αριστείο Ανδρείας».
Έχω, λοιπόν, κάθε λόγο να ενδιαφέρομαι για τη Μάχη της Κρήτης, για τη μνήμη του πατέρα μου και για την ιστορία του νησιού.
Για τη Μάχη αυτή έχω ακούσει ουκ ολίγες ομιλίες, κυρίως από συναδέλφους φιλολόγους, και κάθε φορά σκεπτόμουν ότι οι Έλληνες είμαστε των άκρων, ή του ζενίθ ή του ναδίρ. Είτε θεοποιούμε πρόσωπα και γεγονότα, αν συμφωνούμε με το πνεύμα τους, είτε τα δαιμονοποιούμε και τα μηδενίζουμε, αν δεν μας αρέσουν.
Πρώτη φορά άκουσα μια νηφάλια κριτική των γεγονότων της ιστορικής Μάχης από ένα ειδικό, δηλαδή με στρατιωτική σκέψη και απόκτησα μια σαφέστερη αντίληψη γι’ αυτά. Συνοψίζω τα κύρια δεδομένα όπως τα ξεκαθάρισα:
1. Υπήρχε σχέδιο του βασιλιά και της Κυβέρνησης να κρατηθεί ελεύθερη η Κρήτη, λόγω της στρατηγικής σημασίας της στο σημείο επαφής, τριών ηπείρων και της εγγύτητάς της προς σπουδαίους μεταφορικούς άξονες (Σουέζ) και ενεργειακούς πόρους (Μέση Ανατολή, Ρουμανία) και ως αεροναυτική βάση που ελέγχει την Ανατολική Μεσόγειο.
2. Υπήρχε σχέδιο να εξοπλιστεί η Κρήτη με μέριμνα των Βρετανικών δυνάμεων.
3. Οι σύμμαχοι είχαν αποκρυπτογραφήσει τον Κρυπτογραφικό Κώδικα των Γερμανών και, γεγονός πρωτοφανές, εγνώριζαν με κάθε λεπτομέρεια τα επιθετικά σχέδιά τους για την κατάληψη της Κρήτης με αεραποβατική ενέργεια.
4. Υπήρχαν στην Κρήτη σημαντικές συμμαχικές δυνάμεις (Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί), που είχαν απαγκιστρωθεί από την ηπειρωτική Ελλάδα μετά την κατάρρευση του μετώπου στα βόρεια σύνορα.
Όμως, παρά τις ευμενείς αυτές προϋποθέσεις και παρά τον ηρωικό αγώνα πλείστων στρατιωτικών Ελλήνων και συμμάχων και πλήθους πολιτών, η Κρήτη καταλήφθηκε τελικά από τους ουρανοκατέβατους Γερμανούς. Πολλοί λόγοι συνήργησαν στην αρνητική αυτή εξέλιξη της αναμέτρησης, οι κυριότεροι από τους οποίους φαίνεται να είναι:
1. Το σχέδιο εξοπλισμού του νησιού δεν πραγματοποιήθηκε. Ο οπλισμός των αμυνομένων ήταν κατά μέγα μέρος πεπαλαιωμένος και εντελώς ανεπαρκής για την αντιμετώπιση του σιδηρόφρακτου άνθους του γερμανικού στρατού. Ο πατέρας μου μου έχει πει ότι όλα τα φυσίγγια του τμήματός του τα κρατούσε ο ίδιος μέχρι τη Μάχη σε μια σιτιοδόχη και ότι λίγες μέρες ακόμη πριν από την επίθεση εκπαίδευαν τους πολιτοφύλακες στα έμπεδα πώς να σημαδεύουν, όσοι είχαν όπλα.
2. Η Μεραρχία Κρητών μπορούσε να έχει αποσυρθεί συντεταγμένη από την ηπειρωτική Ελλάδα και να έχει μεταφερθεί στον τόπο της, αλλά αφέθηκε εκεί και αποσυντέθηκε. Αν βρισκόταν στην Κρήτη, τα πράγματα θα ήσαν ασυγκρίτως δυσκολότερα για τους εισβολείς.
3. Η βρετανική αεροπορία δεν έδρασε, αντίθετα από τα ναυτικό που εμπόδισε την απόβαση Γερμανικών δυνάμεων από θαλάσσης.
4. Δεν καταστράφηκαν οι αεροδιάδρομοι που αποτελούσαν τον πρώτο αντικειμενικό στόχο των εισβολέων, πιθανόν για να μην αντιληφθούν οι Γερμανοί το σπάσιμο του Κρυπτογραφικού τους Κώδικα.
5. Παράλληλα με τον ηρωισμό των μαχητών υπήρξε και αδράνεια και ασυνεννοησία μεταξύ ορισμένων ηγητόρων. Το ανέρεισμα 107 εδέσποζε στο αεροδρόμιο του Μάλεμε και από αυτό έπρεπε να εκδηλωθεί αντεπίθεση το πρώτο βράδυ της Μάχης εναντίον των λιγοστών Γερμανών που προσπαθούσαν να ελέγξουν τον αεροδιάδρομο. Η αντεπίθεση αυτή δεν έγινε και αντίθετα το ύψωμα 107 εκκενώθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις που το κατείχαν και καταλήφθηκε ως απροσδόκητο δώρο από τους εισβολείς. Από το σημείο αυτό άρχισε η κατάληψη της Κρήτης και προχώρησε ανατολικά, προς Ρέθυμνο και Ηράκλειο.
Ελέχθη ότι το πρώτο εκείνο βράδυ της Μάχης ένας διοικητής φορούσε τις πυτζάμες του (!).
Η στρατιωτική αξιολόγηση της Μάχης της Κρήτης που έκανε ο ομιλητής ήταν σαφής και ουσιαστική:
1. Λόγω των σοβαρότατων απωλειών των αλεξιπτωτιστών, το όπλο αυτό δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ ξανά από τους Γερμανούς σε ευρείας έκτασης επιχείρηση.
2. Η επιχείρηση της Κρήτης ανέστειλε επί εβδομάδες την εισβολή των Γερμανών στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να ενσκήψει ο βαρύς ρωσικός χειμώνας που καταπονούσε τον γερμανικό στρατό και τον εξοπλισμό του.
Για τους λόγους αυτούς, που δεν είναι οι μόνοι, η Μάχη της Κρήτης είχε ευρύτερη σημασία για τη συνολική έκβαση του πολέμου, παρά το γεγονός ότι δεν έγιναν όσα έπρεπε να γίνουν για να κρατηθεί το νησί ελεύθερο. Μπορεί να υποτεθεί βάσιμα ότι οι Βρετανοί απέβλεπαν περισσότερο στη συνολική νικηφόρο έκβαση του πολέμου παρά στις επί μέρους τοπικές συγκρούσεις. Δύσκολα θα μπορούσε να τους ψέξει κανείς γι’ αυτό.
Εδώ τώρα πέφτει από τον ουρανό, φιλικός αλεξιπτωτιστής, το ερώτημα: Τι κάνει το Ρέθυμνο για τη διαμνημόνευση της Μάχης, στην οποία το ίδιο διεδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο; Θα αξιωθεί να δημιουργήσει κάποτε το «Μουσείο της Μάχης της Κρήτης», για το οποίο ο αείμνηστος Μάρκος Πολιουδάκης μόχθησε και συγκέντρωσε πλούσιο υλικό και τόσοι άλλοι, παλαιότεροι και νεότεροι, όπως ο Δημήτρης Σκαρτσιλάκης;
Πριν από πολλά χρόνια, ίσως είκοσι, διατύπωσα την εξής πρόταση:
1. Να αναλάβει ο Δήμος με δαπάνες του την αγορά κατάλληλου ακινήτου για τη μεταστέγαση της Στρατολογίας από το σημερινό κτήριό της.
2. Να παραχωρηθεί το κτίριο της Στρατολογίας, νεοκλασικού ύφους άριστο στοιχείο της Παλιάς Πόλης, στον Δήμο για να ιδρύσει σ’ αυτό «Μουσείο της Μάχης της Κρήτης».
Δυστυχώς η πρόταση αυτή δεν εγκρίθηκε τότε και διερωτώμαι μήπως είναι τώρα η ώρα να συζητηθεί πάλι κάτι τέτοιο, ώστε το «Μουσείο της Μάχης της Κρήτης» να βρει επιτέλους τη θέση του; Μπροστά στη μεγάλη αναγκαιότητα της διαρκούς ανάπτυξης για το καλό του κοινωνικού συνόλου δεν έχουν καμιά θέση οι μικροϋπολογισμοί των συμφερόντων των διάφορων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Πιστεύω ότι και ο δήμαρχος ενδιαφέρεται σοβαρά και ο στρατηγός Παραγιουδάκης, που πρόσφερε στον τόπο το θαυμάσιο στρατιωτικό μουσείο του Χρωμοναστηρίου, θα χαιρόταν να διαθέσει την πλούσια σχετική εμπειρία και το προσωπικό του κύρος για ένα τέτοιο σκοπό.
Η ίδρυση του ιστορικού αυτού Μουσείου, που θα ήταν η μεγαλύτερη έμπρακτη απόδοση τιμής προς τους μαχητές και τα θύματα αλλά και σημαντικό στοιχείο πολιτισμικής και τουριστικής υποδομής του Ρεθύμνου, δεν φαίνεται εύκολη υπόθεση στην (αν)αξιοπαθούσα Ελλάδα μας, όταν το υπουργείο Πολιτισμού (;) προτιμά τον Προμαχώνα της Φορτέτζας αποθήκη αντί για Πολιτιστικό – Συνεδριακό Κέντρο με αναπτυξιακή δυναμική, λες και χάθηκαν οι αποθήκες από την πόλη. Αξίζει όμως να επιδιωχθεί μια λύση.
Καταλήγοντας προσθέτω ότι κατά τη γνώμη μου ορθώς αξιολόγησε ο στρατηγός την ανάκληση της απονομής τίτλου εκ μέρους του Πανεπιστημίου στον κ. Ρίχτερ, γιατί κανείς δεν έχει δικαίωμα να μετατρέπει την Ιστορία σε προπαγανδιστική μπροσούρα. Αυτή η πλαστογράφηση συμβαίνει σε απολυταρχικά καθεστώτα, όπου κάθε φορά που αλλάζει η ηγεσία ξαναγράφονται τα ιστορικά βιβλία και οι εγκυκλοπαίδειες.
* Ο Δημήτρης Ζαχ. Αρχοντάκης είναι τ. δήμαρχος Ρεθύμνης