Όπως σημειώνει ο Ιατρικός Σύλλογος σε ανακοίνωσή του το «ελληνικό πείραμα» στην υγεία είναι σε πλήρη εξέλιξη, χωρίς σχεδιασμό και χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι ανάγκες του πληθυσμού αλλά οι ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής της χώρας, με αποτέλεσμα οι ασθενείς και οι ασφαλισμένοι να έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο εξαιτίας της δυσλειτουργίας του ΕΟΠΥΥ και των συγχωνεύσεων των νοσηλευτικών μονάδων.
Ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου αναφέρεται, επίσης, στην έρευνα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας για το 2012, όπου αναφέρονται τα εξής: «Έξι στους δέκα αναβάλλουν ή δεν προσφεύγουν στις υπηρεσίες ΠΦΥ λόγω υστέρησης προσφοράς δηλαδή λειτουργίας του ΕΟΠΥΥ και βέβαια λόγω της επιδεινούμενης οικονομικής κατάστασης των πολιτών. Η επιδείνωση του επιπέδου υγείας πλήττει κατά σειρά τους χρονίως πάσχοντες -το 38% του πληθυσμού- τους φτωχούς, τους ηλικιωμένους, τους ανέργους και τους συνταξιούχους.
Οι συγχωνεύσεις νοσοκομειακών μονάδων δεν έχουν νόημα αν δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες του πληθυσμού αναφοράς την στιγμή μάλιστα που έχουν αυξηθεί οι εισαγωγές στα νοσοκομεία κατά 30%.
Όπου τα μέτρα πάρθηκαν με αυτήν την φιλοσοφία είχαν σαν αποτέλεσμα αύξηση νοσηρότητας, ιδιαίτερα καρδιαγγειακής και δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και τις αυτοκτονίες», καταλήγει η σχετική έρευνα.
Σχετικά με τις ελλείψεις και τα προβλήματα στον ΕΟΠΥΥ Ρεθύμνου, ο Ιατρικός Σύλλογος επισημαίνει: «Με αυτά τα αντικειμενικά δεδομένα θα περίμενε κανείς μια προσπάθεια καλύτερης κάλυψης από την πολιτεία, άμεσα, με την ενίσχυση τουλάχιστον του ΕΣΥ και των δημόσιων δομών του ΕΟΠΥΥ.
Αντίθετα όμως με κάθε λογική το ιατρικό προσωπικό του ΕΟΠΥΥ προβλέπεται να μειωθεί το 2013 κατά 10% επιπλέον, όταν τον προηγούμενο χρόνο έχασε ήδη ένα ανάλογο ποσοστό.
Κατά συνέπεια στον νομό μας όχι μόνο δεν προσλαμβάνονται οι 14 γιατροί διαφόρων ειδικοτήτων που περιμένουν από τον Μάιο του 2012 να καλύψουν θέσεις στα πρωινά ιατρεία του ΙΚΑ-ΕΟΠΥΥ άλλα δεν πρόκειται να ανανεωθούν ούτε οι συμβάσεις εννέα ιατρών που λήγουν αυτή την περίοδο. Έτσι θα μείνουν οκτώ μόνο γιατροί στα ιατρεία (πρωινά και απογευματινά) για του ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ δηλαδή το σύνολο του πληθυσμού του νομού.
Επιχειρείται, εσκεμμένα κατά τη γνώμη μας, η πλήρης υποβάθμιση και τελικά η κατάργηση των ήδη ελλειμματικών και προγραμματισμένα «μη αποδοτικών υπηρεσιών» χωρίς να διαφαίνεται με τι θα αντικατασταθούν αφήνοντας τους ασφαλισμένους ουσιαστικά ακάλυπτους ή με περιορισμένες δυνατότητες πρόσβασης. Καταγγέλλουμε τους υπεύθυνους για την επικίνδυνη πολιτική στο χώρο της υγείας και απαιτούμε όπως είχαμε κάνει ήδη από το περασμένο φθινόπωρο την ενίσχυση και όχι την διάλυση τουλάχιστον των σταθερών δομών του ΙΚΑ/ΕΟΠΥΥ με την ανανέωση των συμβάσεων όσων γιατρών επιθυμούν να συνεχίσουν, την πρόσληψη όσων έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον, την επαναλειτουργία του μικροβιολογικού και την συνέχιση λειτουργίας του ακτινολογικού εργαστηρίου».
Η ανακοίνωση του Ιατρικού Συλλόγου καταλήγει ως εξής: «Εκφράζουμε την αγωνία μας για την ταλαιπωρία και τους κινδύνους που διατρέχουν οι κάτοικοι αλλά και οι επισκέπτες του νομού μας από την υστέρηση σε δομές, σε υπηρεσίες και σε υγειονομικό προσωπικό.
Περιμένουμε και από τους ασφαλισμένους, να αντιδράσουν άμεσα, μαζικά και δυναμικά σε κάθε απόπειρα περαιτέρω υποβάθμισης του ήδη χαμηλού επιπέδου υπηρεσιών του υδροκέφαλου υπερταμείου που στήθηκε, όπως αποδείχθηκε, με σκοπό να μετακυλήσει την δαπάνη στους ασφαλισμένους, να δυσκολέψει την πρόσβασή τους, να απαξιώσει το ιατρικό δυναμικό, να κάμψει τις αντιστάσεις και να καταστήσει ευκολότερη την είσοδο οργανωμένων συμφερόντων στον χώρο με το πρόσχημα της αγοράς φθηνών, μαζικών, απρόσωπων υπηρεσιών. Καλούμε για πολλοστή φορά τους υπεύθυνους για τις πολιτικές στην Υγεία να ακούσουν τουλάχιστο την φωνή απελπισίας και αγανάκτησης των ανθρώπων των όποιων έχουν νομική και ηθική ευθύνη να προστατεύουν το πολυτιμότερο αγαθό, την υγεία.
Διεκδικούμε το αυτονόητο. Το δικαίωμα όλων μας για αξιοπρεπή περίθαλψη».