Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κατηγορηματικά αντίθετος στην επικείμενη αύξηση του ΦΠΑ, η οποία αδιαμφισβήτητα θα πλήξει τις τουριστικές περιοχές και τους συναφείς κλάδους, αναφέρει ο βουλευτής Ρεθύμνου Ανδρέας Ξανθός, απαντώντας στην επιστολή του προέδρου του Συλλόγου Ξενοδόχων Νομού Ρεθύμνης κ. Εμμ. Τσακαλάκη, με την οποία ζητούσε από τους τοπικούς βουλευτές να τοποθετηθούν στο αίτημα του Συλλόγου Ξενοδόχων κατά της επικείμενης αύξησης του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία.
Χαρακτηριστικά στην επιστολή-απάντησή του ο κ. Ξανθός αναφέρει:
«Ένα από τα νέα προαπαιτούμενα που έχει θέσει η τρόικα για τη θετική αξιολόγηση του δημοσιονομικού προγράμματος είναι και η αύξηση του κατώτερου συντελεστή ΦΠΑ από το 6,5% που είναι σήμερα, στο 13%. Από την αλληλογραφία μέσω e-mail μεταξύ της τρόικας και της ελληνικής κυβέρνησης που έχει διαρρεύσει στον τύπο -και δεν έχει διαψευστεί από την κυβέρνηση- βγαίνει το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για αύξηση του ΦΠΑ στον τουρισμό (στα ξενοδοχεία), στα τρόφιμα και στα φάρμακα, για άρση των φοροελαφρύνσεων στους νησιωτικούς τουριστικούς προορισμούς, για μείωση και των κύριων συντάξεων μέσω της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, για αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την προκήρυξη απεργιών, καθώς και για πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων.
Διαπιστώνουμε ότι αυτοί που αποκαλούν τον τουρισμό «βαριά βιομηχανία» της χώρας, είναι οι ίδιοι που συζητούν με την τρόικα όλες αυτές τις άκρως «αντι-τουριστικές» ρυθμίσεις. Αποδεικνύεται ότι αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα που θα εφαρμοστεί στο βαθμό που εξασφαλιστεί η στήριξη των 180 βουλευτών για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, θα είναι η διαιώνιση του μνημονιακού πλαισίου και η συνέχιση της λιτότητας.
Επιτρέψτε όμως μου με την ευκαιρία να τονίσω ότι σύμφωνα με το Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ (το οποίο θέσαμε πρόσφατα σε ανοικτή διαβούλευση στην Περιφερειακή Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ στο Ηράκλειο), ο τουρισμός και η διασύνδεση του με τον πρωτογενή τομέα αποτελεί έναν από τους πυλώνες του γενικότερου σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την κατάρτιση ενός μακροπρόθεσμου Εθνικού Σχεδίου Τουριστικής Ανάπτυξης από το υπουργείο Τουρισμού ενταγμένο στα πλαίσια του εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου και το οποίο θα εξειδικεύεται σε επιμέρους Περιφερειακά Σχέδια Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης. Στην εκπόνηση αυτού του σχεδίου πολύ σημαντικός θα είναι ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των κοινωνικών οργανώσεων και φορέων, θα έχει καθοριστική σημασία η διακλαδική συνέργεια και η διαβούλευση με την κοινωνία.
Θέλουμε επίσης να επισημάνουμε ότι το σημερινό μοντέλο εντατικής εκμετάλλευσης του τουρισμού έχει κορεστεί και ήδη εμφανίζει σημάδια χρηματοοικονομικής κόπωσης. Δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στη διαφύλαξη του απαράμιλλου φυσικού μας περιβάλλοντος ως ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος της χώρας, είμαστε αντίθετοι στην λογική των «τουριστικών χωριών» που αποκόπτονται από την τοπική κοινωνία και οικονομία, καθώς και με την παραχώρηση δημόσιων εκτάσεων-φιλέτων για την οικοδόμηση νέων ξενοδοχειακών μονάδων σε παράκτιες περιοχές.
Σχεδιάζουμε να ενθαρρύνουμε, σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους με τον τουρισμό φορείς, τοπικά αναπτυξιακά σύμφωνα και συνέργειες ανάμεσα στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, στις ενώσεις παραγωγών, στους φορείς της αγοράς και στους επιχειρηματίες του τουρισμού.
Γιατί για τον ΣΥΡΙΖΑ ο βιώσιμος και κοινωνικά ανταποδοτικός τουρισμός είναι κυρίως συλλογική υπόθεση, προϋποθέτει αναπτυξιακό σοβαρό σχέδιο με εμπλοκή των τοπικών κοινωνιών και των οργάνων της Αυτοδιοίκησης.
Θα θέλαμε, τέλος, να υπενθυμίσουμε σε όσους τελευταία διακινούν δημοσιεύματα για υποτιθέμενο κλίμα ανησυχίας και αβεβαιότητας στον τουριστικό κλάδο εξ’ αιτίας των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα λόγω της αντίθεσής του στο μοντέλο του «all inclusive», ότι η αρνητική κριτική στο παραπάνω μοντέλο έχει υιοθετηθεί από τη συντριπτική πλειοψηφία των εμπλεκομένων φορέων και έχει κατ’ επανάληψιν τεθεί σε όλα τα αναπτυξιακά συνέδρια και τις σχετικές ημερίδες που έχουν γίνει στην Κρήτη. Είναι κοινή η διαπίστωση ότι αυτού του τύπου το τουριστικό προϊόν μπορεί να είναι «ευπώλητο» και να συνεισφέρει στην αύξηση των αφίξεων και διανυκτερεύσεων, αλλά δεν διαχέει το οικονομικό όφελος στην κοινωνία και στους συναφείς επαγγελματικούς κλάδους. Προφανώς η αλλαγή τουριστικού μοντέλου και η ενίσχυση εναλλακτικών μορφών ήπιας, φιλικής προς το περιβάλλον και τις ανάγκες της τοπικής οικονομίας τουριστικής ανάπτυξης, με σεβασμό στα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στα ξενοδοχεία και στα τουριστικά καταλύματα, δεν επιβάλλεται άνωθεν, αλλά προωθείται με συναινέσεις και συμπράξεις, πάντα στη λογική του αμοιβαίου οφέλους.
Ούτε ο τουρισμός, ούτε το τραπεζικό σύστημα, ούτε η κοινωνία έχουν ανάγκη σήμερα από ανυπόστατα σενάρια κινδυνολογίας και γενικευμένης ανασφάλειας, αλλά από συγκεκριμένες προτάσεις για την ανακούφιση των αδύναμων, την επανεκκίνηση της οικονομίας και την παραγωγική, κοινωνική και θεσμική ανασυγκρότηση του τόπου. Πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι μόνο πάνω στην κοινωνική συνοχή και στην αξιοπρέπεια των πολιτών μπορεί να εδραιωθεί η πολιτική σταθερότητα και η Δημοκρατία στη χώρα».