Της Εύας Λαδιά
Ήταν μια τρυφερή ψυχή ο αξέχαστος Κώστας Μαμαλάκης. Και καθώς επιμελούμαι τις αναμνήσεις του μαθαίνω υπέροχα πράγματα για το Ρέθυμνο και τους ανθρώπους του που ποτέ δεν γνώρισα.
Μια από τις μορφές που περιγράφει με ξεχωριστή ευαισθησία είναι η πρώτη του δασκάλα, που ήταν φυσικό να σημαδέψει τις μνήμες του.
Αλλά για την «κα Αμαλία» Ζαννιδάκη, για την οποία και η αναφορά μας, δεν ήταν ο μοναδικός που μιλά με αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Ανάμεσά τους και ο μεγάλος μας συγγραφέας Παντελής Πρεβελάκης, που επίσης φοίτησε στο ιδιωτικό νηπιαγωγείο και δημοτικό της ξεχωριστής αυτής γυναίκας και εκπαιδευτικού από το 1913 μέχρι το 1925.
Ήταν πραγματικά το σχολείο που άφησε εποχή, κοντά στη σημερινή Μητρόπολη αρχικά και μετά δίπλα στην Εθνική Τράπεζα της οδού Τσουδερών.
Η μικρότερη προσφυγοπούλα
Σύμφωνα με ένα δημοσίευμα που βρήκαμε στην Άγονη Γραμμή για τις Αρσακειάδες η Αμαλία (Μανουσάκη) Ζαννιδάκη πρέπει να ήταν από τα πιο μικρά προσφυγόπουλα στην επανάσταση του 1878. Γεννήθηκε στο χωριό Πηγή 18 Ιανουαρίου και ήταν κόρη του Γεωργίου Μανουσάκη από τον Καλλικράτη. Πρέπει να ξενιτεύτηκε όταν ακόμα ήταν βρέφος κατά την επανάσταση του 1878, να αποφοίτησε από το Αρσάκειο στα δεκαοκτώ της, για να επιστρέψει εικοσάχρονη και με σχετική εκπαιδευτική πείρα στη γενέτειρα πόλη και ν’ αφιερώσει τη ζωή της σ’ ένα σχολείο δικό της, όπως εκείνη το εννοούσε.
Ίδρυσε σχολείο στου Ψυρρή
Ο εκλεκτός λόγιος Κωστής Η. Παπαδάκης και μαθητές του στο πληρέστατο ιστορικών στοιχείων βιβλίο «Ρέθυμνο 1900-1950» αναφέρει ότι η Αμαλία Ζαννιδάκη αποφοίτησε 19 χρόνων από το Αρσάκειο και το 1898 παίρνει άδεια από το Νομάρχη Αττικής και Βοιωτίας να ιδρύσει Ιδιωτικό σχολείο Θηλέων στη συνοικία Ψυρρή στην Αθήνα. Το ίδιο έτος παίρνει και το πτυχίο της νηπιαγωγού και τον επόμενο χρόνο, το 1899 -επί Κρητικής Πολιτείας- οργανώνει με επιτυχία στο Ρέθυμνο, ρωσικό νηπιαγωγείο που λειτούργησε στη μεγάλη αίθουσα του Πρίγκιππος (αργότερα αίθουσα τριών Ιεραρχών). Το ιδιωτικό σχολείο που ίδρυσε το 1898 ή 99 (και που αρχικά λειτούργησε ως νηπιαγωγείο στον αριθμό 20 της τότε οδού Ελισάβετ -σημερινή Δασκαλογιάννη) αργότερα μεταφέρθηκε στην ευθεία της Εθνικής Τράπεζας, θ’ αποτελέσει ξεχωριστό κεφάλαιο όταν κάποτε γραφτεί η ιστορία της εκπαίδευσης στο Ρέθυμνο. Για την ώρα ο αναγνώστης αξίζει να μελετήσει την αναφορά στην Αμαλία που γίνεται στο γνωστό βιβλίο της εκλεκτής μας συμπολίτισσας κας Μαρίας Τσιριμονάκη, με τίτλο «Ρεθεμνιώτες» (σ. 171-178), όπου έχουν συγκεντρωθεί αρκετά κι ενδιαφέροντα στοιχεία. Και σας συνιστούμε να το διαβάσετε.
Πραγματοποίησε το όνειρό της
Η Αμαλία Ζαννιδάκη λοιπόν γύρισε στο Ρέθυμνο με το δίπλωμα του Αρσακείου, έχοντας πείρα εργαζόμενη σε διάφορα σχολεία της ελεύθερης Ελλάδας, με το όνειρο να φτιάξει ένα δικό της (ιδιωτικό) σχολείο, όπως εκείνη το ήθελε. Και το πέτυχε. Ήταν βέβαια εξαίρεση του κανόνα, γιατί εκείνο τον καιρό και στις περισσότερες περιπτώσεις οι Αρσακειάδες των επαναστάσεων επέστρεφαν στο γενέθλιο τόπο όταν ησύχαζαν τα πράγματα και αναλάμβαναν μια θέση δασκάλας. Τη θέση αυτή την κρατούσαν για λίγο ή πολύ και, πάντως, μέχρι το γάμο τους, που ήταν και κρίσιμο σταυροδρόμι για τις αποφάσεις τους. Φαίνεται πως ακόμα και στις περιπτώσεις συμβιβασμών, το σύνηθες ήταν ο ρόλος της συζύγου και μητέρας να παραμερίσει αυτόν της δασκάλας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις η Μαρία Παπαϊωάννου, η Λέλα Κούνουπα κ.α. Η Αμαλία Ζαννιδάκη όμως ενώ παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Ζαννιδάκη από τον Κάστελλο Ρεθύμνης, συνέχισε την εργασία της με το επώνυμο του συζύγου της.
Εκλεκτοί συμπολίτες σύγχρονοι μελετητές, όπως Μαρία Τσιριμονάκη, Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης, Γεώργιος Δρανδάκης, Κωστής Η. Παπαδάκης, Γιώργος Εκκεκάκης, Χάρης Στρατιδάκης, αναφέρονται λεπτομερώς στη δασκάλα αυτή που άφησε εποχή.
«Η μεγάλη μας δασκάλα»
Εμείς θα σταθούμε σε άγνωστες σελίδες όπως μας τις φωτίζει ο Κώστας Μαμαλάκης και αναφέρονται στις προσωπικές του αναμνήσεις με το γενικό τίτλο «Η πόλη που δε σβήνει» και σύντομα θα δουν το φως της δημοσιότητας σε μια ενδιαφέρουσα έκδοση.
Γράφει λοιπόν ο Κώστας Μαμαλάκης μεταξύ άλλων για την πρώτη του δασκάλα:
«Αεράτη προχωρεί η «μεγάλη» δασκάλα μας, με το γνώριμο μειδίαμα στα χείλη, το βάδισμά της το ελαφρά λικνιστικό και πεσίχαρο και τη βεντάλια στο χέρι.
Η κυρία Αμαλία…!
Πόσες παιδικές ψυχές δεν διάπλασε με το τέλειο παιδαγωγικό της σύστημα, «Μοντεσόρειο και Φρεβολιανό», που άνοιξε τα αθώα και έκπληκτα μάτια των νηπίων και τα έμπαζε για πρώτη φορά στις ομορφιές και τα μυστήρια του κόσμου.
Πόσα θεμέλια ψυχής γερά δεν έθεσε, με το χαρούμενο σύστημά της και τον παράδεισο του εκπαιδευτηρίου της.
Εκπαιδευτήριον Αμαλίας κ. Ζαννιδάκη
Μια ταμπέλα με φόντο θαλασσί κι άσπρα γράμματα φιγουράριζε πάνω σε μια πόρτα πλάι στην Εθνική Τράπεζα «Εκπαιδευτήριον Αμαλίας Κ. Ζαννιδάκη».
Είχε αυλή μεγάλη με κήπο συνεχόμενο, μια στέρνα με χρυσόψαρα και κολλημένη στο πλευρό της μια γούρνα μαρμάρινη με βρύσες και δυο σκαλοπάτια.
Ο κήπος της γιομάτος πορτοκαλιές, μανταρινιές και ροδιές. Η είσοδος ήταν ένα μεγάλο μακρινάρι και στην άκρη είχε ένα αυλάκι χτιστό που έτρεχε νερό πάντα.
Μικτή φοίτηση είχε τότε μόνο στο σχολειό της κυρίας Αμαλίας.
Εμείς είμαστε προνομιούχοι, γιατί έβαζε στα θρανία ανακατεμένα κορίτσια κι αγόρια.
Το εκπαιδευτήριο της Ζαννιδάκη είχε πλήρες δημοτικό και νηπιαγωγείο, άριστα οργανωμένο σχολείο με εκλεκτό διδακτικό προσωπικό. Θυμάμαι εκτός από τη Βεβελάκη τη Νίτσα Κούνουπα, τη Μονιάκη υπό την άμεση φυσικά άγρυπνη εποπτεία της Ζαννιδάκη.
Στα διαλείμματα συχνά έκανε την εμφάνισή του ο κύριος Κωστής ο Ζαννιδάκης, ένας υπέροχος άνθρωπος που λάτρευε την σύντροφο της ζωής του, την Αμαλία του.
Κρατούσε στο χέρι ένα δίσκο γλυκά από του Γρηγοριάδη και της πρότεινε περίπατο -Σάββατο ήτανε- για τ’ απόγευμα με την καινούργια άμαξα «βιζ α βι» (δηλαδή αντικριστά) που έφερε ο μερακλής ο Σπύρος ο Πρινιωτάκης.
«Εντάξει Κωσταδιό μου» του απαντούσε η Αμαλία με την τη γλυκιά τραγουδιστή φωνή της.
«Να πάμε περίπατο με την καινούργια άμαξα στον Πλατανιά».
Αυστηρή αλλά εναντίον του ξύλου
Το νηπιαγωγείο της πρότυπο στον καιρό του με τα νέα συστήματα με όλα τα εποπτικά μέσα η τελευταία λέξη της παιδαγωγικής.
Στο εκπαιδευτήριο της Ζαννιδάκη φοιτούσε κι ένας απείθαρχος. Πήγαινε στην Τετάρτη δημοτικού αλλά είχε πρόωρη ανάπτυξη και φαινόταν πολύ μεγαλύτερος από ότι ήταν.
Ήταν ο μόνος που δεν φοβόταν την κυρία Αμαλία. Ήταν γιος του Εσπερόν διευθυντού του Αγγλικού Τυπογραφείου. Ατίθασοι είμαστε και ‘μεις, μικρά θηριάκια αλλά μόνο ένα βλέμμα αυστηρό της κυρίας Αμαλίας μας έκανε να τα χρειαστούμε.
Το περίεργο είναι ότι η κυρία Αμαλία η άτεγκτη στα θέματα ευταξίας του Εσπερόν του «χάριζε κάστανα» υποχωρούσε.
Όλους τους υπόλοιπους μας φοβέριζε με τιμωρίες και ένα φανταστικό υπόγειο του σχολείου που είχε κρεμασμένα στους τοίχους μαστίγια κι ένα …δράκο στη γωνιά. Όλα αυτά βέβαια ήταν απειλές ξύλο ποτέ δεν έπεφτε. Το θεωρούσε αντιπαιδαγωγικό από τότε μόνον η κυρία Αμαλία.
Από το νηπιαγωγείο άρχιζε να καθοδηγεί τα βήματά μας για να μάθουμε πόλκα λανσιέδες και τον πυρρίχιο έτσι μας πρωτογνώρισε τον πεντοζάλη.
Τόσο μας εντυπωσίασαν τα βήματα και ο σκοπός του πεντοζάλη, ώστε θα έλεγα ότι μπολιάστηκαν από τότε τα πόδια μας από το ρυθμό του και η ψυχή μας αναφτερά άμα ακούσει το σκοπό του».
Αυτά καταθέτει ο αξέχαστος Κώστας Μαμαλάκης για την πρώτη του δασκάλα. Και συμπληρώνει στο βιβλίο του ο Κωστής Η. Παπαδάκης.
«Η Αμαλία Μανουσάκη, η «κυρία Αμαλία», όπως την αποκαλούσαν οι Ρεθεμνιώτες και τα Ρεθεμνιωτάκια τα χρόνια εκείνα ήταν δασκάλα αυστηρή, αλλά πίσω από τα αυστηρό ύφος και το εξεταστικό της βλέμμα έσφυζε δυνατή η αγάπη της προς στους μαθητές της Πέθανε το Σεπτέμβριο του 1947».
Αξίζει να αναζητήσετε περισσότερα για τη σημαντική αυτή γυναίκα στις μελέτες των εκλεκτών μας ιστορικών και συγγραφέων που προαναφέραμε. Εμείς θα κλείσουμε το αφιέρωμά μας με τον επίλογο του Κώστα Μαμαλάκη που ευωδιάζει, θαρρώ, όλη την αγάπη των μαθητών της για την ίδια και τη νοσταλγία για τα χρόνια που τους χάρισε εκεί στον παραμυθένιο της χώρο…
«Αχ κυρία Αμαλία μας, γιατί μας έδωσες «ενδεικτικό;;;».