Αφαίρεσαν τον τίτλο του αγωνιστή από τον Διαμαντίδη επειδή διετέλεσε… δήμαρχος!
- Πρώτο μέλημα του Ι. Τσουπάκη μετά την εκλογή του να κάνει σχολείο στον τόπο του
Ένας από τους σημαντικούς ήρωες του Αμαρίου ήταν και ο Παντελής Διαμαντίδης ή Διαμαντής (1841-1929). Θα ήταν όμως εντελώς άγνωστος αν δεν τον ανέφερε ο Μιχάλης Τρούλης στο βιβλίο του «Νομαρχία Ρεθύμνου – Ο Τόπος – Η Ιστορία – Ο θεσμός». Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος, με καταγωγή από το Φουρφουρά, γεννήθηκε επαναστάτης. Στη διάρκεια της πολυτάραχης ζωής του είχε πάρει μέρος στις διαδηλώσεις κατά του βασιλιά Όθωνα στην Αθήνα, το 1862, πολέμησε τους πολιορκητές της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, έξω από μοναστήρι, ανακατεύτηκε και με τα κοινά. Ήταν μάλιστα ο πρώτος δήμαρχος του παλιού δήμου Πανακραίων.
Εκτός από τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες που σκιαγραφούν ωστόσο την προσωπικότητά του Παντελή Διαμαντίδη, δεν ξέραμε τίποτα περισσότερο γι’ αυτόν. Μέχρι που ξεφυλλίζοντας, τυχαία, τον τύπο της εποχής, εντοπίσαμε στην «Κρητική Επιθεώρηση» του 1929 μια εκτενή αναφορά στο θάνατο του ήρωα. Υπάρχει λεπτομερής περιγραφή της κηδείας και δημοσιεύεται η νεκρολογία που εκφώνησε μια άλλη μεγάλη μορφή του τόπου μας, ο γιατρός και πολιτικός Γεώργιος Ανδρεδάκης (1859-1933).
Αναφερόμενος στο βίο και στην πολιτεία του ηρωικού νεκρού ο Ανδρεδής μας δίνει σημαντικά στοιχεία για τον Διαμαντίδη που χωρίς την αναφορά του Μιχάλη Τρούλη δεν θα τον ήξερε κανένας.
Καταγωγή από τον Φουρφουρά
Την ημερομηνία γέννησης, 1841, αναφέρει στη νεκρολογία του ο Ανδρεδάκης. Ήταν λοιπόν από το Φουρφουρά ο Διαμαντίδης, αλλά όπως συνέβη και με πολλούς άλλους που έφυγαν από την Κρήτη για να ενταχθούν στο στρατό της ελεύθερης Ελλάδας, εκείνος είχε καταφύγει στην Αθήνα. Η έκρηξη της επανάστασης του 1866 τον βρίσκει στο πεδινό πυροβολικό με το βαθμό του λοχία. Η συνάντησή του με τον Γεώργιο Δασκαλάκη, γιο της μεγάλης ηρωίδας του Αρκαδίου, είναι η πέτρα που ταράζει τα λιμνάζοντα νερά του βίου του. Πείθεται από τον συμπατριώτη του αγωνιστή να τον ακολουθήσει στην Κρήτη για να ενισχύσουν τους επαναστάτες. Όταν το μαθαίνει ο διοικητής του Ζυμβακάκης κάνει το παν για να τον αποτρέψει. Μέχρι που τον απειλεί με φυλάκιση. Έχοντας εκτιμήσει τη γενναιότητα και τις ικανότητες του νεαρού στρατιώτη του θυμίζει πόσο λαμπρό μέλλον τον περιμένει αν παραμείνει στο σώμα. Αυτά τα προνόμια όμως θα τα χάσει αν φύγει. Εκείνος όμως δεν πτοείται από καμιά δελεαστική πρόταση. Ούτε όμως και οι απειλές τον αποτρέπουν από την απόφαση που έχει ήδη πάρει.
Ακολουθεί τον Δασκαλάκη, φεύγοντας κρυφά με ένα πλοιάριο, φθάνουν στην Κρήτη και μαζί με άλλους αγωνιστές που είχαν στο μεταξύ ενταχθεί στην ομάδα δράσης των δύο ηρώων βρίσκονται στο Αρκάδι. Εκεί ο Διαμαντίδης γίνεται μάρτυρας της άγριας κόντρας του Δασκαλάκη με τον ηγούμενο Γαβριήλ στη στρατηγική που έπρεπε να ακολουθηθεί για την απόκρουση του εχθρού. Λίγο έλειψε να μιλήσουν τα όπλα. Ο Παντελής με το θάρρος και τη σύνεση που τον χαρακτήριζε όταν έπρεπε να πάρει σοβαρές αποφάσεις μπήκε στη μέση ειρηνοποιός υπενθυμίζοντας πόσο επικίνδυνο ήταν για τον τόπο η διχογνωμία και η έπαρση. Η πατρίδα έπρεπε να είναι πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες. Το γενικό καλό θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο για όλους. Ο Δασκαλάκης πειθαναγκάζεται από το φίλο του Διαμαντίδη να ηρεμήσει και επιστρέφει το σπαθί στο θηκάρι.
Αύγουστο μήνα του 1866 ο Διαμαντίδης αντιμετωπίζει τον εχθρό σε μια σκληρή μάχη που γίνεται στον Πλατανιά. Σαν θηρίο μάχεται ο Παντελής κερδίζοντας το θαυμασμό όλων. Μετά το νικηφόρο αποτέλεσμα ο Δασκαλάκης προτείνει το φίλο του για οπλαρχηγό. Εκείνος αρνείται κατηγορηματικά. Μοναδική του φιλοδοξία είναι να προσφέρει υπηρεσίες στην πατρίδα του έστω και σαν απλός στρατιώτης. Το χωριό του ο Φουρφουράς περήφανο για το άξιο τέκνο του μόλις αποσύρθηκε εκουσίως ο οπλαρχηγός Εμμ. Σαριδάκης ανέδειξε αρχηγό τον Διαμαντίδη. Με την ιδιότητα αυτή παίρνει μέρος σε όλες τις συσκέψεις αρχηγών που αποφασίζουν για την τύχη του αγώνα διακρινόμενος για την διακριτική του στάση και την ωριμότητα του λόγου του. Παραμένει πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες και προσπαθεί με κάθε τρόπο να συνεφέρει όσους αγωνιστές ξεπερνούν το μέτρο διεκδικώντας προνόμια. Στα πρωτοπαλίκαρά του έχει εντάξει τον Μανούσο Μουρτζανό, τον Ψιμικό, ενώ πολεμάει πλάι στον ανθό της Αμαριώτικης παλικαριάς υπό τον αρχηγό Διογένη Μοσχοβίτη και μετέπειτα τον Εμμανουήλ Πορτάλιο.
Παίρνει μέρος και στην άμυνα της Ιεράς Μονής Αρκαδίου υπερασπίζοντας τους ηρωικούς έγκλειστους.
Με την έκρηξη της επανάστασης του 1878 επιστρέφει στην Κρήτη για να πολεμήσει. Όταν μάλιστα συνέβη να κινδυνέψει ο Μιχαήλ Κόρακας από τους κενόδοξους αντιπάλους του ο Παντελής με άλλους κορυφαίους του αγώνα, πήγε και διεκδίκησε με επιχειρήματα την απαλλαγή του Κόρακα. Είχε πάντα το θάρρος της γνώμης του και ήξερε να πείθει χωρίς να καταφεύγει σε ακραίες λύσεις. Ήξερε να ελέγχει τα συναισθήματά του και να διαχειρίζεται την οργή του αφοσιωμένος στον αγώνα για τη λευτεριά της πατρίδας του.
Μετά τη σύμβαση της Χαλέπας ο Διαμαντίδης εξελέγη τρεις φορές δήμαρχος Μοναστηρακίου ή Πανακραίων. Σαν δήμαρχος αφιερώθηκε στην πραγματοποίηση κοινωφελών έργων που βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής των δημοτών του. Αν και οι πόροι ήταν σχεδόν ανύπαρκτοι εκείνος κατάφερε να υλοποιεί το πρόγραμμά του πείθοντας τους δημότες να συμμετέχουν ενεργά στα θέματα του δήμου ακόμα και με προσωπική εργασία.
Η επιτυχημένη του θητεία στην τοπική αυτοδιοίκηση αναγνωρίστηκε από τους υψηλά ιστάμενους που τον διόρισαν λοχαγό της Χωροφυλακής. Και στα καθήκοντά του αυτά ο Παντελής ανταποκρίθηκε με μεγάλη επιτυχία.
Κατάφορη αδικία
Όπως συμβαίνει όμως με κάθε άξιο άνθρωπο έτσι και ο Παντελής Διαμαντίδης έπεσε θύμα μικροψυχίας που διέκρινε αυτούς που περιστασιακά βρέθηκαν να διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου. Όταν γινόταν η καταγραφή των αγωνιστών το όνομα του αγνού πατριώτη διεγράφη από τη λίστα με το πρόσχημα ότι διετέλεσε δήμαρχος. Ήταν κι αυτό ένα από τα περιστατικά που στιγμάτισαν τη διοίκηση επί Κρητικής Πολιτείας.
Ο Διαμαντίδης αποδέχτηκε με αξιοπρέπεια και την αδικία αυτή. Αυτό που τον απασχολούσε, όπως και όλους τους συμπολεμιστές του, με την δική του φιλοσοφία ήταν η δικαίωση της Κρήτης. Πέρασαν χρόνια γεμάτα απογοητεύσεις. Επιτέλους ο μεγάλος εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος εκπλήρωσε το μεγάλο όνειρο. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα βρήκε τον Παντελή πανευτυχή αλλά πάμπτωχο.
Πέθανε στις 8 Ιανουαρίου 1929. Ο χειμώνας εκείνη τη χρονιά ήταν από τους πιο άγριους που γνώρισε το νησί. Η σφοδρή κακοκαιρία όμως δεν εμπόδισε να συρρεύσουν από διάφορα μέρη άνθρωποι που τιμούσαν τον Παντελή Διαμαντίδη για τον τελευταίο αποχαιρετισμό. Σύσσωμη η κοινωνία του Φουρφουρά είχε συγκεντρωθεί για την εξόδιο ακολουθία. Στεφάνους κατέθεσαν με τις απαραίτητες προσφωνήσεις οι πρόεδροι των κοινοτήτων Φουρφουρά, Γ. Μανωλικάκης και Βυζαρίου Στ. Καραμπασάκης.
Στο δικό του αποχαιρετισμό που ήταν πιο αναπτυγμένος ο κοινοτάρχης Βυζαρίου μνημονεύοντας και άλλους οπλαρχηγούς είπε μεταξύ άλλων:
«Σε παρακαλούμε όταν θα εισέρχεσαι στα Ηλίσια Πεδία να φωνάξεις με την βροντώδη φωνή σου και υπερηφάνως εις τους συναγωνιστάς σου. Χαίρετε Πορτάλιοι, Λίτινες, Μοσχοβίτες, Κατσαντώνηδες, Ψαρουδάκη και Τσούπη. Χαίρετε διότι το δέντρο της ελευθερίας το οποίο εφυτεύσατε και εποτίσατε με το αίμα σας εκαρποφόρησε. Τους δε γλυκείς αυτούς καρπούς γεύονται και απολαμβάνουν οι απόγονοί σας…».
Επικήδειο εκφώνησε ο γηραιός τότε πολιτευτής Αμαρίου Γεώργιος Ανδρεδάκης, αφήνοντας για τον ερευνητή όλα αυτά τα πολύτιμα στοιχεία που σκιαγραφούν τη ζωή και τη δράση του σημαντικού αυτού αγωνιστή.
Ο Παντελής Διαμαντίδης τίμησε τον τόπο του αλλά και τον αγώνα της Κρήτης για τη λευτεριά της ακολουθώντας το βηματισμό των ανιδιοτελών αγωνιστών. Πέθανε φτωχός από υλικά αγαθά, αλλά πλούσιος σε δόξα και καλή φήμη. Ποτέ δεν είναι αργά να λάβει ακόμα και τώρα την τιμή που του αξίζει. Γιατί δεν μας τιμά να αφήνουμε έρμαιους στη λήθη και στη φθορά του χρόνου πατριώτες του αναστήματος ενός Παντελή Διαμαντίδη.
Ο Ιωάννης Τσουπάκης από τη Νίθαυρη
Μπορεί να φθάσεις σε μια μεγάλη μορφή του τόπου, άγνωστη όμως στους νεότερους, από μια απλή περιέργεια.Σίγουρα ναι. Από την επιθυμία να μάθω σε ποιον ανήκε ένας εξαίσιος καναπές παραδοσιακού σχήματος, πραγματικό έργο τέχνης, γνώρισα έναν ακόμα σημαντικό άνδρα που κόσμησε το Αμάρι, τον Ιωάννη Τσουπάκη, από τη Νίθαυρη Αμαρίου.
Μόνο να δεις την εικόνα του θαυμάζεις την Αμαριώτικη λεβεντιά, με τ’ άσπρα στιβάνια να μαρτυρούν την ανυπότακτη φύση του.
Ο Ιωάννης Τσουπάκης που θεωρείται γενάρχης των Τσουπάκηδων της Νίθαυρης, γεννήθηκε στη Νίθαυρη.Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν γόνος της μεγάλης κρητικής οικογένειας με βαθιές ρίζες στη Δυτική Κρήτη.
Γεννήθηκε γύρω στα 1845 και από μικρός ακόμα έδειξε την έφεσή του στα Γράμματα μα και στα Άρματα.
Νέος ακόμα είχε αποκτήσει με πολλές δυσκολίες γνώσεις, φαινόμενο για την εποχή του. Κι όσο διεύρυνε τους πνευματικούς του ορίζοντες τόσο τον πίεζε ασφυκτικά το πέλμα του κατακτητή.
Ήταν από τους πρώτους πάντα που έδινε το παρόν στο πρόσταγμα της πατρίδας. Τον βρίσκουμε να αγωνίζεται με απαράμιλλη γενναιότητα στις επαναστάσεις 1866-1869, 1878-1879 και στην άτυχη επανάσταση του 1896-1897, ως γενικός οπλαρχηγός Ανατολικού Αμαρίου.
Έμεινε στην ιστορία και για το διάστημα που έμεινε στη νοτική σπηλιά Νίθαυρης Αμαρίου, εκεί που αργότερα θα περνούσε κάποιο μικρό διάστημα της αιχμαλωσίας του ο στρατηγός Κράιπε.
Ένα καταφύγιο αγωνιστών
Το σπήλαιο Paul Faure από τα πολλά αξιοθέατα της περιοχής, βρίσκεται βόρειο-ανατολικά από το χωριό Νίθαυρις, σε υψόμετρο 700μ., στην τοποθεσία Καλικάς. Οι διαστάσεις του είναι 100μ.Χ40μ. και με ανώτερο ύψος τα 20 μέτρα. Εκτός από τις πολλές του ονομασίες (Ονύμαχος, Καλλικά Τρύπα, Νοτική Τρύπα Νιθαύρεως και Πωλ Φωρ), την εντυπωσιακή του είσοδο που είναι χαραγμένο το αρχαίο όνομα ONYMAXOC και τους περίφημους σταλακτίτες, κρύβει και μια πλούσια ιστορία που μαρτυρεί ότι εκατοικείτο από τον άνθρωπο από την αρχαιότητα.
Στο κέντρο της πρώτης υπόγειας αίθουσας του (20Χ10μ.), ορθώνεται μια τεράστια σταλαγμιτική στήλη που δεν αποκλείεται να λειτούργησε ως λατρευτικό είδωλο, γιατί στο έδαφος γύρω από αυτή, είναι γεμάτη με όστρακα κάθε εποχής, από τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ. μέχρι τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Φαίνεται ότι αρχικά λειτούργησε ως ιερό σπήλαιο κάποιου μινωικού οικισμού της περιοχής. Από την κυρίως αίθουσα ξεκινούν δύο σήραγγες. Η πρώτη, κατηφορίζει προς μια καταβόθρα βορειοδυτικά. Η άλλη πιο στενή και λιγότερο απότομη, κατευθύνεται ανατολικά. Οι δύο σήραγγες είναι αρκετά δύσβατες, η υγρασία έντονη και ο κίνδυνος κατολισθήσεων μεγάλος.
Πώς σώθηκαν από την προδοσία
Εκεί εύρισκαν καταφύγιο πολλοί επαναστάτες. Ανάμεσά τους ο Τσουπογιάννης και ο Λανζουρομάρκος, φημισμένοι για τη δράση τους. Είχαν γίνει φόβος και τρόμος των Τούρκων, ιδιαίτερα των Αμπαδιωτών, που ήταν σκληροί και αμείλικτοι. Βασάνιζαν τους Κρητικούς χωρίς έλεος. Και δεν υπολόγιζαν κανένα. Οι δυο επαναστάτες ο Τσουπογιάννης και ο Λαντζουρομάρκος δεν άντεχαν άλλο αυτή την καταπίεση και «βγήκαν στο κλαρί».
Η μεγάλη δράση που είχαν αναπτύξει έγινε αφορμή να τους επικηρύξουν.
Μια επικήρυξη αποτελεί μεγάλο πειρασμό για κάθε εθνικά ανάξιο. Έτσι και στην ιστορία μας τηρήθηκε η «παράδοση» της ντροπής από έναν κοντοχωριανό των ηρώων.
Αυτός πήγε και τους κατέδωσε. Ο προδότης όμως λογάριαζε χωρίς τον πατριωτισμό ενός νεαρού. Ήταν ο Κώστας Δανδουλάκης, βοσκαρουδάκι, που εφοδίαζε με τρόφιμα τους χαΐνηδες και γενικά είχε την έγνοια τους.
Ο Κωστής τους έσωσε
Οι Τούρκοι πλησιάζοντας αντιλήφθηκαν πως ο μικρός μιλάει με κάποιον.
«Μαρέ του Τσούπη μιλείς;» τον ρώτησε κάποιος αιφνιδιάζοντάς τον.
Ο Κωστής όμως παρά τα 16 χρόνια του είχε φρόνηση γέροντα σοφού. Πήρε αμέσως στροφές το μυαλό του και χωρίς να διστάσει αποκρίθηκε πως επειδή έχει μοναξιά, μιλεί πότε των προβάτων του και πότε του εαυτού του. Φρόντισε βέβαια να δώσει ένταση στη φωνή του για να τον ακούσουν οι χαΐνηδες που κρύβονταν στο σπήλιο. Και τα κατάφερε. Οι δυο επαναστάτες προχώρησαν αμέσως προς το βάθος της σπηλιάς, που μόνο εκείνοι γνώριζαν τα κατατόπια.
Αυτό το γνώριζε ο Κωστής που για να γίνει περισσότερο πιστευτός είπε στους Τούρκους αν δεν τον πίστευαν να πάνε να ψάξουν στη σπηλιά αυτόν που γυρεύουν.
Οι Τούρκοι μπήκαν στη σπηλιά κι επειδή δεν έβλεπαν κανένα πήραν να προχωρούν προς τα κάτω. Με την ίδια πάντα ψυχραιμία πάντως ο 16χρονος Δανδουλάκης, τους φώναξε να προσέχουν γιατί η κατηφόρα στα σκοτεινά ήταν επικίνδυνη. Δεν ήθελαν και πολύ οι Τούρκοι να τον πιστέψουν γιατί ήδη τους είχε τρομοκρατήσει το άγνωστο στη σκοτεινή τρύπα που προχωρούσαν. Γύρισαν λοιπόν χωρίς δεύτερη κουβέντα πίσω κι έφυγαν.
Η γενναία αυτή πράξη του νεαρού αναφέρεται σε δικά του δίστιχα όπου γίνεται μνεία και του προδότη με το παρανόμι που τον ήξεραν στην περιοχή.
Δήμαρχος Αποδούλου
Ο σεβασμός του κόσμου στο πρόσωπό του Ιωάννη Τσουπάκη, όσο περνούσαν τα χρόνια ήταν απέραντος.
Έτσι το 1882, έχοντας αποκτήσει μεγάλο κύρος στην περιοχή του εκλέγεται δήμαρχος του τότε δήμου Αποδούλου, μετέπειτα δήμου Κουρήτων.
Αμέσως μετά την εκλογή του φρόντισε να βοηθήσει τα παιδιά του τόπου του να μη στερηθούν τα γράμματα.
Έτσι την ίδια χρονιά εκλογής του στο δήμο, ιδρύει το 1ο σχολείο της Αμπαδιάς στη Νίθαυρη, μετά από υπόδειξη της Εθνικής Εταιρείας, (μυστική οργάνωση) και με απόφαση της Δημογεροντίας Ρεθύμνης. Ήταν μια αντίδραση των Κρητών παραγόντων στις πιέσεις που ασκούσαν οι φοβεροί Αμπαδιώτες Τούρκοι στην περιοχή.
Επελέγη και στάλθηκε δάσκαλος στην περιοχή ο 20χρονος απόφοιτος του Βαρβακείου Λυκείου Αθηνών και φοιτητής Νομικής Αντώνιος Ιωάν. Κυριακάκης από το Άνω Μέρος. Η εντολή που του δόθηκε ήταν να αναπτύξει την πατριωτική κίνηση. Οι Νιθαυριανοί ενθουσιασμένοι για την επιλογή τον υποδέχτηκαν πανηγυρικά με επικεφαλής τον Τσουπογιάννη.
Στο ίδιο σχολείο υπηρέτησε για μικρό διάστημα και ο γιος του Τσουπάκη, Στέλιος, πριν κάνει καριέρα στο ταχυδρομείο.
Το 1892, ήταν εκλέξιμος για τη θέση παρέδρου στο Ειρηνοδικείο μαζί με τον γιο του Αλέξανδρο.
Ο Τσουπογιάννης μπορεί να ήταν ένας αγέρωχος πολεμιστής αλλά σε καιρό ειρήνης ήταν ένας εξαιρετικός οικογενειάρχης και τρυφερός πατέρας. Με τη σύζυγό του Ασπασία Φουντουλάκη, (την ονομαστή Τσουπογιάνναινα) επίσης από τη Νίθαυρη, απέκτησαν εννέα παιδιά. Πέντε γιους όλους εγγράμματους και τέσσερις θυγατέρες.
Ο Αλέξανδρός του ήταν αρχικά δημοτικός υπάλληλος στον Δήμο Αποδούλου και στη συνέχεια έμπορος Ρεθύμνου, ο Γεώργιος προτίμησε να ασχοληθεί με την αγροτική τους περιουσία, ο Στυλιανός, δάσκαλος, προϊστάμενος του ταχυδρομείου Αποδούλου και Αγίας Γαλήνης, έγινε αργότερα πρόεδρος Νιθαύρεως, ο Εμμανουήλ, γεωργός κι αυτός, είχε μεταβάλει επί κατοχής το σπίτι του σε κρησφύγετο πατριωτών και ο Νικόλαος μετανάστευσε στο Γιχάνεσμπουργκ, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο.
Οι κόρες του Μαρία σύζυγος παπά Αθανασίου Πουλακάκη, Πηνελόπη σύζ. Κ. Ζαμπετάκη, Ελένη συζ. Εμμ. Ζαχαριουδάκη, Διαμάντα συζ. Θ Βαρούχα είχαν μια καλή αποκατάσταση αντάξια της γενιάς και της ανατροφής τους.
Όλοι οι απόγονοι του Τσουπογιάννη, διαδραμάτισαν μεγάλο ρόλο στην Αντίσταση.
Το 1902 ο σπουδαίος αυτός άνδρας εξελέγη μέλος της Επιτροπείας Αγωνιστών. Ήταν από τις τελευταίες διακρίσεις που έλαβε στον πολυτάραχο βίο του. Ο θάνατός του προκάλεσε συγκίνηση σε όλο το νομό. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στην κηδεία του έφθασε στη Νίθαυρη στρατιωτικό άγημα με απόφαση της Κρητικής Πολιτείας, που τον τίμησε με χάλκινο στέφανο.
Ο Ιωάννης Τσουπάκης θα ένοιωθε περήφανος αν μπορούσε να γνωρίσει τον βίο και την πολιτεία των απογόνων του. Όλοι τους τίμησαν στο έπακρον το όνομα και τη γενιά τους.
Θα τους γνωρίσουμε καλύτερα στα επόμενα φύλλα μας με στοιχεία που μας έδωσε ο εκλεκτός τους απόγονος κ. Νικολέων Τσουπάκης, φιλόλογος, δημοσιογράφος, με πολλές ακόμα καλλιτεχνικές ιδιότητες. Και τον ευχαριστούμε θερμά και γι’ αυτό.
Πηγές:
Επικήδειος Γεωργίου Ανδρεδάκη που δημοσιεύτηκε στην «Κρητική Επιθεώρηση» και συγκεκριμένα στο 25 Ιανουαρίου 1929.
Χριστόφορου Σταυρουλάκη «Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη Αρκάδι Αρκάδι».
Η φωτογραφία του Διαμαντίδη δημοσιεύεται στο βιβλίο του Μιχάλη Τρούλη «Νομαρχία Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2010».
Λεωνίδα Αντ. Κυριακάκη: Συμπληρωματικά στοιχεία για το δημοτικό σχολείο Νίθαυρης (περιοδικό «Προμηθέας Πυρφόρος» τ. 33 Ιανουάριος – Μάρτιος 1983).
Νικολέου Τσουπάκη: Νοτική σπηλιά Νίθαυρης Αμαρίου.
Νικολέου Τσουπάκη: Η συμβολή των Τσουπάκηδων στους αγώνες.
Κριτόλαου Ψαρουδάκη: Αγωνίες και Αγώνες μιας εποχής.