Ραγδαία αύξηση κατά 76% καταγράφηκε στις καταγγελίες κακοποίησης παιδιών στην Κρήτη το πρώτο τρίμηνο του 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου μελών Γυναικείων Σωματείων Ν. Ηρακλείου, με τα περισσότερα περιστατικά να καταγγέλλονται από γυναίκες – θύματα ενδοοικογενειακής βίας, που συχνά αποκαλύπτουν παράλληλα και την κακοποίηση των παιδιών τους.
Τα στοιχεία της έκθεσης παρουσίασε στη διάρκεια συνέντευξής του ο συντονιστής έργων του Συνδέσμου Νίκος Σπετσίδης στην Τηλεόραση CRETA με τη Μίρκα Οικονομοπούλου, δεδομένα που θέτουν επί τάπητος την ανάγκη ενίσχυσης των δομών προστασίας και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας.
«Στις καταγγελίες που γίνονται από τις γυναίκες, είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε και κακοποίηση παιδιών. Οπότε σε μια καταγγελία μπορεί να υπάρχουν δύο θύματα, μητέρα και παιδί. Υπάρχει ένα ανησυχητικό ποσοστό αυξήσεις καταγγελιών σχετικά με την κακοποίηση των παιδιών το οποίο πρέπει να το καταλάβουμε, να βρούμε τη ρίζα του», σημείωσε ο κ. Σπετσίδης.
Ποιοτικά δεδομένα για τις καταγγελίες παιδιών δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί αναλυτικά, όπως τόνισε ο κ. Σπετσίδης, κάτι το οποίο πρόκειται στις επόμενες εκθέσεις να αρχίσει να καταγράφεται προκειμένου να διερευνώνται τα χαρακτηριστικά των περιστατικών.
«Ποιοτικά δεδομένα για τις καταγγελίες κακοποίησης παιδιών δεν έχουμε ακόμη. Όμως στις επόμενες εκθέσεις θα δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση κα ανάλυση σε αυτό. Βλέπουμε ότι έχουμε μια συγκέντρωση καταγγελιών στις μικρές ηλικίες, μέχρι 10 ετών. Εκτιμά κανείς ως μια πρώτη προσέγγιση ότι η μητέρα κατήγγειλε ένα περιστατικό κακοποίησης και παράλληλα καταγγέλθηκε η κακοποίηση του παιδιού. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο βλέπουμε και εμείς στις καταγγελίες που δεχόμαστε, δηλαδή έρχεται η γυναίκα, αλλά θα μιλήσει και για την κακοποίηση του παιδιού, οπότε και εμείς θα ενεργοποιήσουμε αντίστοιχα τις διαδικασίες αυτές», τόνισε ο κ. Σπετσίδης.
Όπως σημείωσε ο ίδιος στο Ρέθυμνο και στο Λασίθι πέρυσι συστάθηκαν γραφεία ενδοοικογενειακής βίας, ενώ έκανε εκτιμήσεις ότι σε αυτούς τους δύο νομούς θα υπάρξει μια έξαρση στις καταγγελίες, καθώς το πλαίσιο θα είναι περισσότερο προσιτό για μια γυναίκα να καταγγείλει.
«Ο εκπαιδευτικός έχει την υποχρέωση να καταγγείλει ένα περιστατικό»
Παράλληλα ο κ. Σπετσίδης έδωσε έμφαση στον ρόλο του σχολείου και των επαγγελματιών, που πλέον υπάρχει ρητή νομική υποχρέωση να καταγγέλλουν ύποπτα περιστατικά κακοποίησης.
Διευκρίνισε ότι υποχρέωση του εκπαιδευτικού είναι να καταγγείλει μόνο κάποιο περιστατικό, χωρίς ο ίδιος να συμμετέχει στη μετέπειτα διερεύνηση της καταγγελίας, οπότε και ερευνάται από τους αρμόδιους ειδικούς.
Όπως περιέγραψε ο κ. Σπετσίδης: «Υπάρχει μια εντατική προσπάθεια ευαισθητοποίησης των σχολείων και των εκπαιδευτικών. Είναι σύσταση και εντολή από τον νόμο ότι ο επαγγελματίας πρέπει να καταγγείλει, διαφορετικά είναι παράβαση καθήκοντος. Άρα είναι ρητή υποχρέωση των επαγγελματιών, είτε στη σχολική κοινότητα, είτε αλλού, να καταγγέλλουν περιστατικά κακοποίησης. Ένας εκπαιδευτικός απλώς καλείται να καταγγείλει, όχι να μπει στη λογική της διερεύνησης του περιστατικού. Το περιστατικό θα διερευνηθεί από ειδικούς που θα έρθουν, ο ειδικός ψυχολόγος της αστυνομίας, οι πραγματογνώμονες».
Αύξηση στις καταγγελίες των γυναικών άνω των 35 ετών
Όσον αφορά στο ηλικιακό προφίλ των θυμάτων, αύξηση καταγράφηκε, σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης στις καταγγελίες ενδοοικογενειακής βίας από τις γυναίκες μεταξύ 35 και 60 χρονών.
Αυτό που πρέπει να διερευνηθεί, τόνισε ο κ. Σπετσίδης, είναι το γεγονός γιατί μια γυναίκα κάτω των 35 ετών δεν προχωρά συχνά σε καταγγελία.
Όπως σημείωσε: «Μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι μια κοπέλα η οποία είναι κάτω από τα 35 πιθανόν είναι πιο εύκολο να φύγει από μια κακοποιητική σχέση. Επίσης μια κοπέλα που είναι σε αυτήν την ηλικία δεν πολύ πιστεύει στην αποτελεσματικότητα του συστήματος, οπότε θα πάρει τα πράγματα στα χέρια της ή δεν θα μιλήσει τόσο εύκολα».
Άλλο ένα αποκαλυπτικό στοιχείο της έκθεσης αποτελεί η συντριπτική πλειονότητα των καταγγελιών που προέρχονται από Ελληνίδες: «Φαίνεται πως οι γυναίκες άλλων εθνικοτήτων παραμένουν πιο σιωπηλές. Πιθανόν να μην γνωρίζουν ή να μην πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα του συστήματος και πολύ πιθανόν να θεωρούνε ότι δεν θα βγάλουν άκρη με το σύστημα, οπότε δεν καταγγέλλουν. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι στην κοινότητα των αλλοδαπών γυναικών ότι δεν υπάρχει κακοποίηση, το αντίθετο γνωρίζουμε από την εμπειρία μας, ότι υπάρχει πολύ έντονη κακοποίηση στις γυναίκες. Χειριστήκαμε πολλές φορές περιστατικά πολύ επικίνδυνα με θύματα γυναίκες αλλοδαπές και είδαμε τη βαναυσότητα και το θράσος των θυτών απέναντί τους».
«Μια γυναίκα η οποία αποφασίζει να καταγγείλει δεν γνωρίζει τα επόμενα βήματά της»
Για το πως λειτουργούν οι δομές υποστήριξης των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας στην Κρήτη μίλησε ο κ. Σπετσίδης, επισημαίνοντας ότι είναι αναγκαία η ενίσχυσή τους με ανθρώπινο προσωπικό, καθώς επίσης ένα σημαντικό κομμάτι στην υποστήριξη των γυναικών είναι ο συντονισμός των υπηρεσιών.
«Μια γυναίκα η οποία αποφασίζει να καταγγείλει δεν γνωρίζει τα επόμενα βήματά της. Της δίνουμε κάποιες οδηγίες, αλλά αντιλαμβάνεται κανείς ότι σε εκείνη τη φάση μια γυναίκα δεν είναι ψύχραιμη να σκεφτεί, να αντιληφθεί ποια είναι τα επόμενα βήματα. Οπότε χρειάζεται μεγαλύτερος συντονισμός και περισσότερα στελέχη. Βλέπουμε στελέχη που έχουν ξεπεράσει τα όρια του burn out, σε όλες τις βαθμίδες, στην αστυνομία και στις νομικές υπηρεσίες. Πλέον η απάντηση στην ενδοοικογενειακή βία δεν είναι αρμοδιότητα του ενός, είναι ευθύνη των πολλών και ευθύνη που μοιράζεται από την αστυνομία, τις υποστηρικτικές υπηρεσίες, τις κοινωνικές υπηρεσίες, ενδεχομένως και τις υπηρεσίες στα πρωτοδικεία. Δεν είναι κάτι που είναι αυτοτελές».
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΚΟΥΝΤΟΥΝΙΩΤΗ