Μια θανατερή αγωνία είχε καταλάβει τον Αγαθάγγελο Λαγουβάρδο όταν ανέλαβε την ηγουμενία του Ιστορικού Μοναστηριού Πρέβελη.
Τεράστιο το βάρος της ευθύνης να διαποιμένει έναν ιερό χώρο που είχε λαμπρύνει με την παρουσία του κι ένας Μελχισεδέκ Τσουδερός, από τις πρώτες σπίθες που προκάλεσαν την έκρηξη της επανάστασης του 1821. Ένα χώρο που πρώτο δεχόταν τη μήνη του εχθρού όπως επί ηγουμενίας Εφραίμ που δέχτηκε την οργή των Τούρκων μετά την αποτυχημένη επανάσταση Δασκαλογιάννη.
Έκανε διπλή προσευχή και παρακαλούσε τον Ύψιστο να φανεί αντάξιος. Ο πατριωτισμός όμως όπου κρύβεται δεν ζητά παρά μια αφορμή να εκδηλωθεί. Και στην περίπτωση του Αγαθαγγέλου Λαγγουβάρδου η Μάχη της Κρήτης πυροδότησε την σπουδαία αντιστασιακή του δράση.
Αμαριώτης ήταν ο Αγαθάγγελος και μόνο η σκέψη πως ήταν γιος του Κωνσταντίνου Λαγουβάρδου, του έδινε δύναμη να τιμήσει τον τόπο του και τη γενιά του.
Ήταν σπουδαίος ο πατέρας του ο Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος.Η λαϊκή μούσα έχει διασώσει ότι στο μεγάλο ξεσηκωμό του 66, ο γενναίος αυτός τελευταίος εγκατέλειπε κάθε μάχη, αδιαφορώντας για τις φονικές σφαίρες που σφύριζαν δαιμονισμένα.Γεννήθηκε το 1845 στους Αποστόλους Αμαρίου. Ήταν γιος του Δημητρίου Λαγουβάρδου, που πολεμώντας κοντά στον Πάνο Κορωναίο είχε φθάσει στο βαθμό του χιλιάρχου. Ανεξάρτητα από τη συμπόρευση στους αγώνες ο Κορωναίος έτρεφε μεγάλο σεβασμό και αγάπη για την οικογένεια που θαύμαζε ιδιαίτερα.
Ο Κωστής μεγαλώνοντας σε αυτό το περιβάλλον ήταν φυσικό ότι θα αποκτήσει μια φλογερή αγάπη για την πατρίδα του. Από νωρίς έδειχνε πόσο γενναίος ήταν.Ήταν μόλις 20 χρόνων όταν μαζί με άλλους γενναίους όπως ο Χατζησυμεών και οι Νεονάκηδες, κάνανε γιουρούσι στον αιματωβαμένο Αρκαδιώτικο Κάμπο κατά των ορδών του Μουσταφά, με την ελπίδα ότι θα βοηθήσουν τους έγκλειστους ήρωες να απομακρύνουν τον κίνδυνο από το μοναστήρι.
Ανήμερα του Αη Γιωργιού 23 Απριλίου του 1867, έξαλλοι οι Τουρκοκρητικοί από τους Ρωμιούς που σήκωσαν κεφάλι και τους απειλούσαν σοβαρά, πάνε στο ορμητήριο της δράσης, τους Αποστόλους Αμαρίου, να «πατήσουν» το χωριό και να πάρουν εκδίκηση.
Για να μη χαθούν είχαν πάρει μαζί και μερικούς Τούρκους από την Αμπαδιά να τους δείχνουν τον δρόμο. Κάποια στιγμή έφθασαν στου «Κρουσταλί τη βάρδια» είκοσι λεπτά περίπου μακριά από τους Αποστόλους.
Βαρδιάνος εκείνη την ώρα ήταν ένας ατρόμητος πολεμιστής ο Δημήτριος Νεονάκης, που σιγοκουβέντιαζε με τον χιλίαρχο για να μην ανησυχήσουν τα παλικάρια που έπαιρναν μια ανάσα ξεκούρασης πριν συνεχίσουν τον αγώνα τους.
Ο Νεονάκης εκεί κοντά στο ξημέρωμα αντιλήφθηκε έναν αδιόρατο ήχο σαν «τσουτσούρισμα». Πετιέται αμέσως πάνω και φωνάζει προς τη μεριά που ακουγόταν ο θόρυβος.
«Ποιοι είστε μωρέ;».
Οι Αμπαδιώτες Τούρκοι τον γνώρισαν από τη φωνή και του απάντησαν:
«Εμείς ήμαστονε μωρέ Δημήτρη μον’ έλα επαέ».
Ο έμπειρος χιλίαρχος Δημήτριος Λαγουβάρδος, δεν ξεγελάστηκε και λέει του νεαρού Νεόνη.
«Μωρέ συ σύνομε, σαν πολλοί μου φαίνουνται. Δεν είναι χριστιανοί μόνο κάτσε αρνικός».
«Σώπα δα καπετάνιο» αποκρίθηκε ο Νεονάκης, μόνο Μερωνιανοί είναι».
Και παίρνει προς τα κάτω. Αυτή όμως ήταν και η μοιραία κίνηση που του έκοψε το νήμα της ζωής. Εκατό τουφέκια έδειξαν το μέγεθος της επιπολαιότητάς του αυτής στέλνοντάς τον στον Άδη.
Ακολούθησε άγρια μάχη
Άγριο τουφεκίδι ακολούθησε. Οι στιγμές ήταν εξαιρετικά κρίσιμες. Τότε ο χιλίαρχος στρέφεται στο γιο του και του ζητά να βάλει φτερά στα πόδια και να τρέξει στο χωριό να τους ξυπνήσει, πριν προλάβουν οι Τούρκοι να πάνε και τους σφάξουν.
Κάνει όπως έπρεπε ο Κωστής Λαγουβάρδος και μάλιστα επιβλέπει ο ίδιος την οργανωμένη αναχώρηση χωρικών με τα ζώα τους κιόλας. Μόλις είχαν ξεμακρύνει τα γυναικόπαιδα και φάνηκαν οι Τούρκοι που είχαν στο μεταξύ σπάσει τη βάρδια.
Ο Κωστής αντί να σπεύσει να κρυφτεί συνεχίζει να βοηθά όσους δεν είχαν τη δύναμη να απομακρυνθούν γρηγορότερα. Οι Τούρκοι έχουν πια πλησιάσει για τα καλά και σφάζουν δέκα Αποστολιανούς. Ο νεαρός Λαγκουβάρδος και πάλι δεν κάνει καμιά κίνηση για να προστατεύσει τον εαυτό του. Αντίθετα τρέχει στο σπίτι του και προβάλει από ένα παράθυρο το ντουφέκι του έτοιμος για όλα. Οι Τούρκοι πιστεύοντας ότι ο νεαρός έχει στήσει ενέδρα με άλλους δεν πλησιάζουν.
Στο μεταξύ έχουν ειδοποιηθεί οι κάτοικοι των γύρω χωριών που τρέχουν να βοηθήσουν. Η θέα τόσων αποφασισμένων παλικαριών τρέπει σε φυγή τους Τούρκους που κατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν να πετύχουν τον σκοπό τους. Στο κατόπι τους οι λεβέντες με πρώτο τον Κωστή, τους έδωσαν ένα μάθημα που για καιρό συζητούσαν αφρίζοντας από λύσσα για το χουνέρι που τους έκανε ο νεαρός Λαγκουβάρδος και οι άλλοι γενναίοι.
Λίγο καιρό αργότερα οι Αποστολιανοί φιλοξενούν έναν οπλαρχηγό από τα Βορύζα στο σπίτι του Κώστα Νεονάκη που ήταν κουνιάδος του Δημήτρη Λαγουβάρδου. Εκεί σμίγουν και κάνουν σχέδια για να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους.
Σε λίγες μέρες άρχισαν οι μάχες του Γερακαρίου. Οι Τούρκοι προλαβαίνουν να κάψουν το Μέρωνα, αλλά παθαίνουν πανωλεθρία στις Ελένες από τους ατρόμητους Αμαριώτες.
Η απίστευτη γενναιότητα που δείχνει ο Κωστής Λαγουβάρδος εντυπωσιάζει τους πάντες που τον διορίζουν βαρδιάμπαση (αρχηγό φρουρών) της περιφέρειας μαζί με τον Ιωάννη Νεονάκη και με αρχηγό της Περιφέρειας τον Χριστόδουλο Γαβρά.
Ο Κωστής Λαγουβάρδος δεν λείπει από καμιά επανάσταση στη συνέχεια.
Στις 18 Ιανουαρίου 1897 βρίσκεται στου Καλογέρου. Ενώ ετοιμάζεται το χωριό να τιμήσει τη μνήμη των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου, φθάνει ένας απεσταλμένος από το Ρέθυμνο και ενημερώνει πως την ίδια νύχτα αναχωρούν Τούρκοι από πολλά χωριά, με σκοπό να μπούνε στην πόλη του Ρεθύμνου και να σφάξουν Χριστιανούς.
Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Λαγουβάρδος ξεκινά με συγχωριανούς του, αλλά και άλλους αγωνιστές από Καλογέρου και Θρόνος, πιάνουν θέση στους Αρμούς και με τη βοήθεια πολλών άλλων από τα γύρω χωριά Αμαριωτών υποχρεώνουν τους Τούρκους να γυρίσουν στο Κλεισίδι, χωρίς να μπορούν να προχωρήσουν προς Ρέθυμνο. Έτσι ματαιώθηκε μια επιχείρηση που θα στοίχιζε πολλές ζωές Ρεθεμνιωτών.
Εκπρόσωπος στη συνθηκολόγηση
Η αποφασιστικότητα των αγωνιστών στο Ρέθυμνο υποχρεώνει τον πασά να προχωρήσει σε συνθηκολόγηση. Αμέσως και οι δυο πλευρές προχωρούν στο επόμενο βήμα που ήταν η ανταλλαγή αιχμαλώτων. Η συνάντηση γίνεται στο χωριό Μέση. Ο Κωστής Λαγουβάρδος παίρνει μέρος στη συζήτηση με σύμφωνη γνώμη των άλλων, επειδή ήταν γνωστή πέρα από τη γενναιότητά του και η ευθυκρισία του. Όλοι τον θαύμαζαν και ιδιαίτερα οι νέοι τον είχαν πρότυπο αγωνιστή.
Το σπίτι του στους Αποστόλους το είχε μεταβάλλει σε πολεμικό κέντρο.
Όταν το επέτρεψαν οι καιροί ο Κωστής αποφάσισε να κάνει οικογένεια.
Διαλέγει μια όμορφη κοπέλα από την ιστορική οικογένεια των Δραμιτινών και αποκτά δυο γιους που από βρέφη ακόμα γαλουχεί με τις ηθικές αξίες της φυλής. Ο στόχος του πετυχαίνει πέρα ως πέρα. Οι γιοι του γίνονται αληθινοί πατριώτες.
Θα πιει όμως και πικρό ποτήρι όταν ο γιος του Χαρίδημος σκοτώνεται στο πεδίο της τιμής στην Ουκρανία. Ο γαμπρός του επίσης Σπύρος Δραμιτινός χάθηκε κάπου στο Σαγγάριο χωρίς ποτέ κανείς να μάθει για την τύχη του.
Ένας άξιος γιος
Ο Αγαθάγγελος ήταν ο δεύτερος γιος του. Γεννήθηκε στους Αποστόλους το 1887. Διετέλεσε ηγούμενος της μονής Ασωμάτων στο Αμάρι και συμμετείχε στον πόλεμο του 1912-13 ως οπλαρχηγός της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Ο Αγαθάγγελος, υπήρξε τοποτηρητής της επισκοπής Λάμπης και Σφακίων (1928-33).
Και το 1941 ηγούμενος της Μονής Πρέβελη γίνεται η εμβληματική μορφή του αγώνα μεταβάλλοντας το μοναστήρι σε πύλη της ελευθερίας. Την περίοδο εκείνη περίθαλψε πολλούς Άγγλους στρατιωτικούς και τους βοήθησε να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή, δραστηριότητα που προκάλεσε την επικήρυξή του από τους Γερμανούς. Τελικά, ο ηγούμενος κατάφερε να διαφύγει στη Μέση Ανατολή, όπου υπηρέτησε στον εκεί ελληνικό στρατό ως στρατιωτικός ιερέας με τον βαθμό του λοχαγού.
Αξίζει να τονιστεί ότι εκείνες τις μέρες της Μάχης της Κρήτης, πλάι στους συνεργάτες και συμπολεμιστές του, δε χορηγούσε μόνο υλικά αγαθά για τον αγώνα αυτό, αλλά έδινε θάρρος και ψυχή για την ενίσχυση των ελληνοχριστιανικών ιδεωδών του εθνικού αγώνα της Κρήτης μας. Και όταν οι Γερμανοί πάτησαν την Κρήτη, ο Ηγούμενος εμψύχωνε τον αγωνιζόμενο λαό, φρόντιζε τους κατατρεγμένους και βοηθούσε όσους κατέφευγαν στο Μοναστήρι ζητώντας προστασία.
Σύμφωνα και με τον παπα-Αντώνη Ξυδάκη αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους συνδέσμους των αντιστασιακών ομάδων με τη Μέση Ανατολή. Η κλονισμένη υγεία του δεν τον άφησε να χαρεί τη λευτεριά για την οποία τόσο αγωνίστηκε. Πέρασε στο πάνθεον των ηρώων το 1944, μένοντας πάντα η εμβληματική μορφή που δεσπόζει σε κάθε αναφορά που γίνεται στη Μάχη της Κρήτης.
Μόλις άρχισε η μάχη της Κρήτης από τους Γερμανούς, ο Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος ήρθε σε συνεννόηση με τον Γ. Τσαγρή, τότε νομάρχη Ρεθύμνης, και τον Άγγλο επιτετραμένο σχετικά με την αντιμετώπιση του κινδύνου. Επειδή υπήρχαν πληροφορίες ότι στην περιοχή της Μονής θα έριχναν αλεξιπτωτιστές ή θα έκαναν απόβαση δια θαλάσσης, ο Ηγούμενος ανέλαβε την επίβλεψη και εφοδιαστήκαμε με όπλα «Γκρα» και φυσίγγια από εκείνα που βρίσκονταν στη Μονή από το 1896 ως και τρόφιμα. Σχημάτισε μια εθνοφρουρά από εργαζόμενους στη Μονή ως και άλλους από τα γύρω χωριά και ολόκληρη την αδελφότητα της Μονής.
Ο Ηγούμενος είχε επίσης την πρόνοια και διαφύλαξε όλα τα μεγάλης αξίας παλαιά ιερά άμφια και εκκλησιαστικά σκεύη οιουδήποτε είδους, σε ασφαλές κρησφύγετο, και μόνον τον Τίμιο Σταυρό είχεν αφήσει επάνω στην Αγία Τράπεζα της εκκλησίας της Μονής Θεολόγου, διότι καθημερινά έφθαναν στη Μονή προσκυνητές ασθενείς και ζητούσαν να τους «σταυρώσουν» με τον «Τίμιο Σταυρό» για θεραπεία τους.
Με δεξί του χέρι τον Διονύσιο Σταφυλάκη φροντίζει έξυπνα να προστατεύσει τους κυνηγημένους στρατιώτες κάτω κυριολεκτικά από τη μύτη του εχθρού, που πρώτα είχε εγκαταστήσει φυλάκιο στη Μύρθιο και στη συνέχεια το μετέφερε στη Λίμνη του Πρέβελη.
Στο μοναστήρι έστηνε καθημερινά ο Αγαθάγγελος δυο καζάνια για να ταΐσει τόσο κόσμο, ενώ παράλληλα όποτε έφθαναν Γερμανοί στο μοναστήρι αναλάμβανε ο Διονύσιος Σταφυλάκης να τους χορτάσει με όσα καλούδια εύρισκε για να φύγουν πιο γρήγορα ανυποψίαστοι για όσα συνέβαιναν στη μονή.
Εκεί σχεδιάστηκε και η πρώτη απόδραση με υποβρύχιο στη Μέση Ανατολή.
Από την έκθεση του Διονύσιου Σταφυλάκη
Αναφέρει σχετικά σε έκθεσή του ο Διονύσιος Σταφυλάκης:«Μια μέρα στις 25 με 26 Ιουλίου 1941 ημέραν Κυριακήν ενώ τελούσε λειτουργίαν στη Μονή Προδρόμου (κάτω Μοναστήρι) ξαφνικά ο Ηγούμενος χάθηκε από την Εκκλησία την ώρα που έψαλλε. Κοιτάζω βλέπω το στασίδι του κενόν. Κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει. Τελείωσα τη λειτουργία τη βοήθεια του Μοναχού Γερασίμου (νυν ιεροδιάκονου). Βγήκα από την εκκλησία και κοίταξα ασυναισθήτως το μέρος που κάθιζε και έπαιρνε τον καφέ του μετά το τέλος της λειτουργίας. Δεν ευρίσκετο εκεί και αμέσως έτρεξα να τον ζητήσω σ’ άλλο μέρος χωρίς να περιμένω καφέ, ούτε και να ρωτήσω κανένα μήπως εγείρω υπονοίας, δεδομένου ότι στη Μονή έμεναν πολλοί από διάφορα μέρη της Ελλάδος που επολέμησαν εδώ στα Μέτωπα της Κρήτης, και έμειναν κατόπιν εδώ, γιατί δεν μπορούσαν να φύγουν. Αυτούς η Μονή τους προσέλαβε στο εργατικόν προσωπικόν και τους πλήρωνε όπως τους λοιπούς υπαλλήλους της συσσιτούσαν δε και εκεί. Υπήρχαν άνδρες και της σχολής Ευελπίδων Αξ/κοί διαφόρων όπλων. Το Μοναστήρι είχε ματαβληθεί σε στρατόπεδο. Μεσημέρι βράδυ δυο μεγάλα καζάνια στα οποία παρεσκευάζαμε το φαγητόν πολλές φορές δεν επαρκούσε και δίναμεν και ξηρά τροφή τυρί και μέλι. Από φόβο λοιπόν δεν ρώτησα γιατί δεν έπρεπε να έχω σ’ ολους εμπιστοσύνη.
Τράβηξα κατευθείαν στο κελί του, και ηρώτησα την υπηρεσίαν του. Μου απήντησεν με απορίαν ότι δεν ξέρει και ότι έπρεπε να είναι στην εκκλησία. Αμέσως κατάλαβα περίπου τι συμβαίνει είπα ότι ητο στην εκκλησία, αλλά προς στιγμήν βγήκε και τον ζητούσα για κάποια υπόθεση. Πράγματι έτρεξα με ανυπομονησία στο ιδιαίτερο δωμάτιό του και βρήκα τη θύρα κλεισμένη και καλώς ασφαλισμένη. Εκτύπησα με προσοχή αφού ο ίδιος πλησίασε και ρώτησε ποιος κτύπησε του ομίλησα και με γνώρισε μου άνοιξε γρήγορα και με επιφύλαξη και πέρασα. Έκλεισα και πάλιν καλά και μετά με οδήγησε στο δεύτερο μέρος του δωματίου όπου καθόντουσαν δύο γνωστοί μου.
Τους καλημέρισα και αμέσως ο Ηγούμενος έδωσε τις δέουσες συστάσεις, απ’ εδώ ο Πάτερ Διονύσιος Ιερομόναχος της Μονής και πολύ πρόθυμος να μας βοηθήσει στην προκειμένη περίπτωση ..απ’ εδώ ο κ. Πόουλ Άγγλος υποπλοίαρχος .. και απ’ εδώ ο κ. Στρατής Λιπαράκης εξ Ανωπόλεως Σφακίων νυν κάτοικος Αλεξάνδρειας μου είπαν και κάθησα και ανέλαβε ο Άγγλος Ταγματάρχης να μου πει τους λόγους που τους ανάγκασεν να έλθουν στη Μονή. Σε άπτεστον Ελληνική άρχισε να λέει ότι το Στρατηγείο τους έχει πληροφορίας ότι πολλοί άνδρες δικοί μας ευρίσκονται ακόμη στη Κρήτη και δεν έχουν παραδοθεί στους Γερμανούς, οι οποίοι φιλοξενούνται στις τρύπες και τα σπήλαια από τους κατοίκους της Νήσου.
Έτρεξα αμέσως (για τους άλλους που έμεναν στον ξενώνα Άγγλους να παραλάβω ενδεχομένην μεταξύ τους συζήτησιν οπότε θα εγίνοντο αντιληπτοί από τους Γερμανούς που είχαν φθάσει ακριβώς στο κάτω μέρος του δωματίου των. Για να με ακούσουν και να με νιώσουν φώναζα δυνατά στους άνδρας του Αποσπάσματος – Σολτάτ Γκουτ Γερμανία, γκουτ και αμέσως τη μποτίλια τη ρακί αυγά τηγανιτά πατάτες και τυρί άφθονα όσπου χόρτασαν και έφυγαν κατευχαριστημένοι φωνάζοντες «Πρέβελης όλες εντάξει όλες εντάξει». Αμέσως την επομένην στείλαμεν τον Παύλον Περαντωνάκη από Φραττί στην Αγία Γαλήνη μέχρι Καλούς Λιμιώνες και ζητούσε καΐκι να έρθει λάθρα να παραλάβει τους Άγγλους για την Αίγυπτο με έξοδα της Μονής. Δυστυχώς δεν βρέθηκε γιατι οι Γερμανοί τα είχαν αχρηστεύσει όλα. Ζητήσαμε και προς τα Σφακιά αλλά με τα ίδια αποτελέσματα. Δεν υπάρχουν απάντησε ο Παπά Κατεχάκης προς τον οποίο ο Γουμενος είχε στείλει έμπιστον του. Ο Θεός όμως που κανονίζει τα πάντα τύφλωσε τους Γερμανούς και διέλυσαν το Φυλάκειον της Λίμνης και βγήκαν οι Πόουλ και Στρατής. Την επομένην από τις 8-9 μ.μ. ενώ οι Άγγλοι οδηγούμενοι από το Μετόχιον Ξηρορήτησα προς την Λίμνην ο Ηγούμενος μετά του Πόουλ μέσα στο ναίδριον του Αγίου Σάββα (στη Λίμνη) έδιναν τα σήματα από το μικρόν παράθυρο του ναϊσκου προς το πέλαγος με ειδικόν φακόν για τη προσέγγιση του Υποβρυχίου. Την 1 μ.μ. μεσονύκτιον φάνηκε ο πύργος του υποβρυχίου το οποίον ανεδύθει εις αποστασιν 70 μέτρων από την αμμουδιά. Προσέδεσε αμέσως χονδρά σχοινιά έξω πέταξε σωσίβια τα οποία φόρεσαν αμέσως οι στρατιώται και πέρασαν στο υποβρύχιο στηριζόμενοι στα σχοινιά εκείνα. Ολοι πέταξαν παπούτσια και φορέματα που φορούσαν αποχαιρέτησαν με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης στα μάτια τους δικούς μας τους οποίους και κατησπάζοντο και πέρασαν στο μέσον της σωτηρίας των, που αμέσως φόρεσαν καινούργιοι απ’ όλα. Έφυγαν με τους Άγγλους τότε και πολλοί δικοί μας. Σε λίγη ώρα αποχαιρέτησε κάποιος Αξ/κος του σκάφους τους δικούς μας πέρας σ’ αυτό με το μοναδικό μικρό βαρκάκι του που ήτο έξω και που χωρούσε μόνο ένα άτομον και το σκάφος αμέσως ανεχώρησε και κατεδύθει σε λίγην απόσταση έξω της Λίμνης.
Ητο τότε εσπέρα της 27ης Ιουλίου 1941 οτε τελείωσε η πρώτη αποστολή».
Είναι πολλά ακόμα τα στοιχεία που αναφέρονται στη δράση του Αγαθάγγελου Λαγουβάρδου και των μοναχών της Μονής. Όταν μας δοθεί άλλη ευκαιρία θα επανέλθουμε.