Διακριτικές παρουσίες με μεγάλη κοινωνική προσφορά
Ευτύχησα στη διάρκεια της καριέρας μου να ζήσω στο Ρέθυμνο πολλές διακριτικές παρουσίες με σημαντικό κοινωνικό και πολιτιστικό έργο. Κι ήταν ο τρόπος ζωής τους μάθημα για μένα και παράδειγμα προς μίμηση.
Αν έμαθα για την προσφορά τους αυτό οφείλεται στην αναγκαία κατάθεση ευχαριστηρίου στην εφημερίδα, που δούλευα, για τις δωρεές που ενίσχυαν το έργο τους, κυρίως μέσω του Φιλοπτώχου και της Χριστιανικής Γωνιάς.
Από τις κυρίες που με εντυπωσίασαν κι ας μην τη γνώρισα προσωπικά ήταν η Ελισσάβετ Περακάκη. Μια πραγματική δέσποινα, που η οδύνη από τον θάνατο του παιδιού της, βρήκε μια ανακούφιση στην κοινωνική προσφορά.
Απ’ ό,τι θυμάμαι, της είχε ιδιαίτερη αδυναμία η Βαγγέλα Βαρούχα, γιατί κάθε φορά που έφερνε το ευχαριστήριο για τους δωρητές Φιλοπτώχου και της Χριστιανικής Γωνιάς, με πρώτη φυσικά στη λίστα την Ελισσάβετ, πάντα μου έλεγε δυο λόγια συμπαθείας για τη γυναίκα αυτή. Και πάντοτε βούρκωνε.
Με τον καιρό μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι θα επρόκειτο για μια αρχόντισσα που είχε τάξει σκοπό της ζωής της να ανακουφίζει τον ανθρώπινο πόνο. Εκείνες τις εποχές ήταν αρκετές οι κυρίες αυτές. Κι επειδή τις χαρακτήριζε βαθιά χριστιανική αντίληψη, δεν επέτρεπαν ιδιαίτερη δημοσιότητα για το άτομό τους.
Να σημειώσω όμως και για τους κοινωνιολόγους, ότι εκείνη την εποχή, δεκαετία του ’70, ήταν τρόπος ζωής εδώ στο Ρέθυμνο, που ζούσα και παρασκηνιακά λόγω επαγγέλματος, να προσφέρουν στο συνάνθρωπο οι οικογένειες που ανήκαν στα «μεγάλα τζάκια» της πόλης. Το θεωρούσαν αυτονόητο να κάνουν φιλανθρωπίες. Και οι αναξιοπαθούσες οικογένειες ήξεραν ποιες πόρτες να χτυπήσουν σε ώρα ανάγκης. Τότε βλέπετε οι τράπεζες δεν έκαναν τα «ανοίγματα» στις τοπικές κοινωνίες για δάνεια.
Πόσες φορές δεν έγινα μάρτυρας συγκινητικών προσφορών από ανθρώπους,που είχαν την οικονομική επιφάνεια. Και μιλάμε για σεβαστά ποσά. Θα μου πείτε ήταν και άλλες εποχές. Ο κόσμος κι εδώ στο Ρέθυμνο είχε περηφάνια. Δεν χτυπούσε πόρτα αν δεν είχε πραγματική ανάγκη. Ήταν φορές που δεν χρειαζόταν καν να ενοχλήσουν κανένα γιατί σύσσωμη η τοπική κοινωνία έσπευδε να βοηθήσει.
Σ’ αυτό το κοινωνικό περιβάλλον ζούσε και η Ελισσάβετ Περακάκη. Κι ήταν συνεχώς μια ακένωτη πηγή κοινωνικής προσφοράς. Συχνά μου μιλούσε γι’ αυτήν ο μακαριστός Τίτος που την έφερε παράδειγμα σε πολλές συζητήσεις.
Στα συμβόλαια αγοράς του οικοπέδου όπου κτίστηκε το Γηροκομείο είναι και η υπογραφή της Ελισσάβετ. Στο οικόπεδο κτίστηκε επί Τίτου το ίδρυμα. Στον διορισμό του αξέχαστου παπα-Σταύρου Τζαγκαράκη, που διετέλεσε διευθυντής στον Οίκο Ευγηρίας που προαναφέραμε, υπάρχει και η υπογραφή της Ελισσάβετ. Επάξια κρατούσε υψηλές θέσεις στα ευαγή ιδρύματα αφού λίγο ή πολύ ήταν η ψυχή τους.
Ιούλιο του 1985, πληροφορηθήκαμε τον θάνατό της. Και τότε μέσα από ένα δημοσίευμα, σαν νεκρολογία, έμαθα περισσότερα γι’ αυτήν.
Ανήκε σε μια εξαιρετική οικογένεια. Κι έτυχε να κάνει κι έναν επιτυχημένο γάμο με τον συμβολαιογράφο Ιωάννη Περακάκη. Η ζωή της χαμογελούσε. Είχε έναν εξαιρετικό σύντροφο και σύντομα απέκτησε και την ευλογία της μάνας. Η ευτυχία της όμως δεν κράτησε πολύ. Μέσα σε λίγους μήνες έχασε και τον άνδρα της και το μονάκριβο παιδί της. Στην αρχή νόμισε πως θα τρελαθεί. Ο σταυρός της ήταν ασήκωτος. Έκλαψε, ένιωθε να λυγίζει, έβλεπε να χάνεται γι’ αυτήν κάθε διάθεση να ζήσει. Ούτε σκέψη φυσικά να ξεκινήσει καινούργια σελίδα στη ζωή της. Έμοιαζε ζωντανή νεκρή. Κι ήρθε η πίστη να της ανοίξει ένα δρόμο στο αδιέξοδο που είχε βρεθεί.
Μετά από ατέλειωτη προσευχή και απομόνωση κατάλαβε πως έχει βρει κίνητρο να συνεχίσει να ζει. Αφιερώθηκε στην ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου. Αναζητούσε τις εστίες της δυστυχίας σε κάθε γωνιά του νομού. Και γινόταν ο καλός άγγελος για πολύ κόσμο. Σε αμέτρητες περιπτώσεις δεν άφησε ούτε και όνομα. Κανένας δεν ήξερε ποιας καλής νεράιδας ήταν το χέρι που έφερε λίγο φως στο στερημένο σπιτικό του.
Περισσότερα από 50 χρόνια η Ελισσάβετ Περακάκη σαν άλλη ιέρεια της αγάπης υπηρέτησε τη μεγάλη αυτή κοινωνική αποστολή της.
Το πιο σημαντικό είναι ότι ο επίγειος αυτός άγγελος δεν έκανε επιλογές. Ακολουθώντας κατά γράμμα τις ρήσεις του Ευαγγελίου άπλωνε το ενδιαφέρον της και στις φυλακές ακόμα και στα ξερονήσια. Δεν υπήρχαν γι’ αυτήν αριστεροί, δεξιοί, κεντρώοι.
Είναι μια συγκινητική λεπτομέρεια γιατί αφορά μια ακόμα σκοτεινή σελίδα εποχής γεμάτη μισαλλοδοξία. Μετά τον πόλεμο, μπορεί άνθρωποι που θα τους αναφέρουμε λεπτομερώς, να απέτρεψαν τελευταία στιγμή τον εμφύλιο σπαραγμό από το Ρέθυμνο, όμως δεν σταμάτησε ο διωγμός για πολλούς συμπολίτες, που δεν ήθελαν να κάνουν δήλωση μετανοίας. Και ακολουθούσαν καρτερικά τη μοίρα τους στη φυλακή ή στην εξορία. Οι περισσότεροι προέρχονταν από φτωχές οικογένειες που δεν είχαν τη δυνατότητα να ενισχύσουν τον κρατούμενο με κάποια εφόδια έστω.
Η Ελισσάβετ Περακάκη είχε τον τρόπο να πληροφορείται την κατάσταση ενός εκάστου κυρίως εξόριστων. Για είκοσι χρόνια μετά τον πόλεμο ετοίμαζε δέματα με τρόφιμα και ρούχα και τα έστελνε σε Ρεθεμνιώτες πολιτικούς εξόριστους και φυλακισμένους. Από το 1960 και μετά περιορίστηκε στην ανακούφιση των οικογενειών που ζούσαν στον τόπο της. Είχαν πολλά αλλάξει. Δεν την είχαν πια ανάγκη οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Φιλόπτωχο και Άγιος Τίτος
Το Φιλόπτωχο Ταμείο της Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου οφείλεται και σ’ αυτήν, καθώς υπήρξε από τους πρωτεργάτες της δημιουργίας του και από τους βασικούς συντελεστές του σπουδαίου έργου που επιτελούσε. Είναι πλεονασμός να σημειώσουμε ότι δεν απουσίαζε από καμιά φιλανθρωπική δραστηριότητα και αγαθοεργό πρωτοβουλία.
Από τους φορείς που είχε ευεργετήσει ήταν και η Μαθητική Εστία «Άγιος Τίτος» Πανόρμου. Από την πρώτη μέρα λειτουργίας του ιδρύματος η Ελισσάβετ έδειξε το ενδιαφέρον της. Μετά τον θάνατο του μονάκριβου παιδιού της έκανε δικά της όλα τα άλλα παιδιά. Και τα νοιαζόταν με κάθε τρόπο και υλικά και ηθικά.
Ήθελε όμως να ζει στην ανωνυμία μακριά από κοσμικές συγκεντρώσεις και ψυχαγωγικές αποδράσεις. Ήταν αφιερωμένη στο Θεό και στην εξυπηρέτηση κάθε ανθρώπου που χρειαζόταν βοήθεια για να επιβιώσει.
Έφυγε αθόρυβα και διακριτικά σε ηλικία 88 ετών με την ηρεμία του ανθρώπου που είχε πάντα ήσυχη συνείδηση. Ήταν πολλοί εκείνοι που πένθησαν την αναχώρησή της.
Η κηδεία της έγινε στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου, προεξάρχοντος του αοιδήμου Μητροπολίτη μακαριστού Τίτου.
Σε ψηφίσματα που δημοσιεύτηκαν έγινε γνωστό ότι το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Μητρόπολης (Πρόεδρος π. Κωνσταντίνος Αστρινάκης και μέλη Γ. Δρανδάκης, Ε. Παντελιδάκης, Ι. Χαμογιωργάκης, Κ. Λαγκουβάρδος αποφάσισε μεταξύ άλλων να γραφτεί το όνομα της Ελισσάβετ που ανήκε και στους ευεργέτες του ναού, στο δίπτυχο της Ιεράς Πρόθεσης για αιώνιο μνημόσυνο. Και το Δ.Σ. της Μαθητικής Εστίας «Άγιος Τίτος» (Ε. Μπριλλάκης πρόεδρος, Δημ. Μοσχονάς γενικός γραμματέας και Π. Φραγκάκης, Α. Αστρινάκης και Δ. Γαγάνη) βράβευσαν στη μνήμη της μαθητές Γυμνασίου και επιτυχόντες στις Ανώτερες Σχολές.
Η Έλλη Βότζη
Από ένα τέτοιο αφιέρωμα δεν μπορεί να λείψει μια μικρή έστω αναφορά στην Έλλη Βότζη. Δεν υπάρχει Ρεθεμνιώτης που να μην έχει ευεργετηθεί ή να έχει έστω και από μαρτυρία άλλων να καταθέσει κάτι για το μεγαλείο ψυχής της αξέχαστης μικροβιολόγου.
Η Έλλη Βότζη γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Ήταν από πολύ φτωχή αλλά και περήφανη οικογένεια. Προχωρούσε στο σχολείο, επιμελής πάντα, ενώ διακρινόταν για το ήθος και την ευγένειά της. Κάποιος άρχοντας και στην καρδιά συμπολίτης, από τους πλέον σεβαστούς, πρόσεξε την έφεση της Έλλης στα γράμματα και δεσμεύτηκε στην οικογένειά της να σπουδάσει το κορίτσι τους.
Η νεαρή κοπέλα πετάει στα σύννεφα. Ήθελε πολύ να σπουδάσει. Εκεί στην Αθήνα φροντίζει να μη χάνει χρόνο από τις σπουδές. Οι καιροί είναι δύσκολοι.
Η Κατίνα Σηφακάκη, σε ανύποπτο χρόνο, μας είπε πως τη θυμόταν σε μια αποστολή στη διάρκεια της Αντίστασης. Μάταια περίμενα να διασταυρώσω την πληροφορία αυτή και από άλλες πηγές. Όσο για την Έλλη, δεν μιλούσε για την ίδια όταν έπρεπε. Θα μου έλεγε για την όποια της ηρωική πράξη;
Μια μέρα όμως όταν την είχα πιέσει αρκετά μου είπε με θυμό:
«Δεν υπήρξε φοιτητής να μη βοηθά την πατρίδα του …Γιατί να πάρουμε όλοι περγαμηνές; Για ένα στοιχειώδες καθήκον;».
Μια υποδειγματική επιστήμων
Κατεβαίνει στο Ρέθυμνο με την ειδικότητα της Μικροβιολόγου και θέτει σε εφαρμογή όσες σύγχρονες μεθόδους είχε διδαχθεί, ανοικτή πάντα σε κάθε καινοτόμο δράση. Καθιερώνει την υποχρεωτική εξέταση για ομάδα αίματος, γίνεται απόστολος για την ανάγκη δημιουργίας σταθμού αιμοδοσίας, προσπαθεί με τη στενή συνεργασία των διοικητών Συντάγματος και Σχολής Χωροφυλακής να έχει μια σταθερή ποσότητα αίματος για τις ανάγκες του Νοσοκομείου. Αυτός ο Σταθμός Αιμοδοσίας γίνεται σκοπός ζωής. Και τον οργανώνει με τον καλύτερο τρόπο.
Το πράσινο μετά ήταν η μεγάλη της αδυναμία. Εκεί πια μου έκανε σεμινάριο για να ξεκινήσω σταυροφορία μέσα από τις στήλες της εφημερίδας.
Ο αείμνηστος Λεωνίδας Καούνης μου είχε πει, ότι το δέντρο που βρίσκεται στην πλατεία Τεσσάρων Μαρτύρων και δίνει σκιά στο κιόσκι του δήμου, ήταν δώρο στην πόλη, από τον Σύλλογο Φίλων του Πρασίνου και το είχε φέρει η Έλλη από το εξωτερικό με δικές της δαπάνες.
Μόλις έβλεπε μια γωνιά ανθισμένη η αξέχαστη φίλη έκανε σαν παιδί. Ονειρευόταν μικρές αλτάνες εκεί στα στενά της πόλης, στις πλατείες.
Όταν ο Γιάννης Χαλκιαδάκης την κάλεσε να γίνει μέλος στην επιτροπή κρίσης για το ωραιότερο μπαλκόνι η Έλλη Βότζη ενθουσιάστηκε.
«Να μια ωραία αφορμή να γίνουν τα μπαλκόνια ομορφότερα και η πόλη πιο ανθρώπινη» μου είπε με ενθουσιασμό.
Λάτρευε τη φύση και πολλές φορές με το αυτοκίνητο, καθώς οδηγούσε περίφημα, έκανε τις εξορμήσεις της.
Το ιατρείο της στην οδό Γερακάρη ήταν κέντρο διερχομένων. Η Έλλη είχε ταυτίσει την επιστήμη της με το όνομά της και ο κόσμος συνέρρεε, γιατί έδινε και μια εικόνα σιγουριάς στον ασθενή ή μια ανάσα ελπίδας αν κάτι χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα. Όσο για τους αναξιοπαθούντες έφευγαν με το αποτέλεσμα της εξέτασης, γεμάτοι ευγνωμοσύνη για τη γενναιοδωρία της Έλλης.
Η Έλλη Βότζη ποτέ δεν ήθελε να ξέρει κανένας τι έκανε για τον συνάνθρωπο και γινόταν θηρίο όταν αναφερόσουν στην φιλανθρωπική της δράση. Αναρωτιέμαι τι έμενε για τον εαυτό της όταν μετρούσα παιδιά που σπούδαζε, οικογένειες που ανακούφιζε, υποχρεώσεις που αναλάμβανε όπως τα τροφεία παιδιών που φιλοξενούσε η Παιδική Εστία, αρρώστους που βοηθούσε…
Ήταν ένας άγγελος προσφοράς. Κι επάξια της είχε γράψει κάποτε ο Κωστής Καλλέργης:
«Πάντα την πίστη στο Θεό
έχει για οδηγό τζη
γι’ αυτό και ευεργέτησε
πολλούς η Έλλη Βότζη».
Δυο αγγελικές μορφές
Με θλίβει το γεγονός ότι δεν υπάρχει πουθενά καταγεγραμμένο κάτι για τη ζωή και τη δράση δυο γυναικών που ανάλωναν και το τελευταίο λεπτό του χρόνου τους για τον συνάνθρωπο. Ο λόγος για τις αδελφές Αντιγόνη και Ευαγγελία Βαρούχα.
Τις θυμάμαι στο όμορφο νοικοκυρεμένο σπίτι τους στην οδό Γερακάρη. Μορφωμένες και οι δύο και μάλιστα με ανώτερη μόρφωση δεν έκαναν οικογένεια. Αφοσιώθηκαν στην πόλη τους και στον πάσχοντα συμπολίτη τους.
Με την Αντιγόνη, που είχε κάνει σπουδές στα οικονομικά και κρατούσε μια θέση νευραλγική και απολύτου εμπιστοσύνης στις επιχειρήσεις Καψαλιανού, βρισκόμασταν και στη Μικτή Ρεθεμνιώτικη Χορωδία, καθώς διέθετε και εξαιρετική φωνή σοπράνο. Αργότερα όταν ασχολήθηκα ιδιαίτερα με το έργο ζωής του Μπάμπη Πραματευτάκη, την Πειραματική Συμφωνική Ορχήστρα, πληροφορήθηκα ένα ακόμα ταλέντο της στο βιολί και μάλιστα ότι διετέλεσε μέλος και του πρώτου πυρήνα της Συμφωνικής Ορχήστρας Ρεθύμνου, όταν ιδρύθηκε από τον κ. Πραματευτάκη το 1955.
Η Αντιγόνη Βαρούχα ταύτισε σχεδόν το όνομά της με τη «Χριστιανική Γωνιά». Ακούραστη, εκτός από διαχείριση των δωρεών αναζητούσε και νέους δωρητές κι όποτε έφερνε τα σχετικά ευχαριστήρια στην εφημερίδα έδειχνε την αγωνία ανθρώπου που τον απασχολεί προσωπικά το θέμα.
Είχε πάντα την ευλογία του επίσης αξέχαστου παπα-Μιχάλη, του ιερέα με την αδάμαστη θέληση που ευτύχησε να δίνουν συνέχεια στο έργο ζωής του στην ενορία των Αγίων 4ων Μαρτύρων τόσο ο π. Ιωάννης Σκαλίδης, όσο και ο π. Νικόλαος Νικηφόρος.
Άγγελος καλοσύνης και η χαρισματική της επίσης αδελφή.
Η Ευαγγελία Βαρούχα επίσης διακρινόταν για την παιδεία της και τον γεμάτο καλοσύνη χαρακτήρα της. Δικό της μέλημα ήταν το Φιλόπτωχο Ταμείο. Στη συνεχή ροή δωρεών αναλωνόταν και κάποτε κάποτε ασκούσε και την επιρροή που είχε σε σημαντικά πρόσωπα για να υπάρχει ένα απόθεμα βοηθείας για κάθε πονεμένο άνθρωπο που τη χρειαζόταν.
Άγγελος καλοσύνης και η Ελένη Καούνη που πέθανε δυστυχώς πολύ νέα. Παράλληλα με τον άνδρα της Εμμανουήλ που έχουμε αναφέρει τη σημαντική του δράση, βοηθούσε κι εκείνη τους αναξιοπαθούντες χωρίς κανένας να ξέρει τις πράξεις της αυτές.
Οι πρόσφυγες από τις αλησμόνητες πατρίδες την συγκινούσαν πάντα. Κι επειδή ήξερε πόσο περήφανοι άνθρωποι ήταν φρόντιζε να αφήνει κάτω από τη σκάλα της δεματάκι αγάπης έτσι ώστε να μη φέρνει σε δύσκολη θέση εκείνο που χρειαζόταν τη βοήθειά της.
Ας μη λησμονήσουμε επίσης μια μικρή αναφορά έστω στον Εμμ. Καούνη που εκτός της πλούσιας προσφοράς του στο κοινωνικό σύνολο και στη σωτηρία τόσου αρχαιολογικού θησαυρού που του οφείλουμε είχε τακτοποιήσει χρέη πολλών συμπολιτών και τους έβγαζε από τη φυλακή χωρίς ποτέ να ξέρει κανένας τις πράξεις αυτές που γίνονται αιώνιο μνημόσυνο της άγιας ψυχής του.
Για τον υπέροχο αυτό άνθρωπο είχε κάνει εκτενή αναφορά ο Γιάννης Δαλέντζας ο μεγάλος μας λογοτέχνης και αντιστασιακός. Από τα σημειώματά του μαθαίνουμε και άλλες πτυχές της προσωπικότητας του χαρισματικού μας συμπολίτη
«Συντηρούσε πολλές οικογένειες βοηθώντας κρυφά και μυστικά τους αναξιοπαθούντες και η βοήθειά του ήταν γενναία ώστε να ανασταίνονται οικονομικά οι πάσχοντες. Έσωσε πολλούς επαγγελματίες από δύσκολη θέση χωρίς κανένα όφελος δικό του κι ήταν συνηθισμένο το φαινόμενο να τρέχει στα δικαστήρια και να πληρώνει τα δικαστικά έξοδα αγνώστω ντου δυστυχισμένων ανθρώπων Προπάντων τις παραμονές των εορτών έβγαζε πολλούς από τις φυλακές πληρώνοντας σοβαρότατα ποσά»
Αυτά έγραφε ο μεγάλος μας συγγραφέας με στοιχεία που του έδινε ο δικηγόρος Μιχαήλ Μύρωνος Παπαδάκις. Και οφείλουμε να τα αναφέρουμε δοθείσης ευκαιρίας για να ανασταίνουμε μνήμες μιας κοινωνίας με κρίκους άπειρους στην αλυσίδα της αλληλεγγύης.
Μιας κοινωνίας που μόνο ένα παράδειγμα θα δώσουμε για να μην προσκρούσομε στη μετριοφροσύνη απογόνων που σίγουρα θα ενοχληθούν αν αφηγηθούμε τις αγαθοεργίες των δικών τους ανθρώπων.
Θα μιλήσουμε μόνο για τον Ιωάννη Δετοράκη έμπορο που μας έχει αφήσει πολλές σπουδαίες αναμνήσεις του από το 1898. Και μας δίνει γλαφυρές εικόνες ενός Ρεθύμνου που δεν έχει καμιά σχέση με το σημερινό.
Σύμφωνα λοιπόν με μια αφήγηση της αγαπητής φίλης Αιμιλίας Βογιατζάκη που ήταν συγγενής του, στα τελευταία χρόνια της ζωής του συμπολίτη μας αυτού τον φρόντιζαν οι δικοί του. Ήταν καθήκον αγάπης αφού εκείνος δεν είχε κάνει οικογένεια.
Μια μέρα την ώρα που πήγαινε σπίτι του κρατώντας ένα καινούργιο παντελόνι, που του είχε δώσει η αδελφή του, πέρασε από το καμπαναριό στη βάση του οποίου καθόταν πάντα ένας επαίτης, περιμένοντας την αγάπη των συνανθρώπων του, για να εξασφαλίσει το φαγητό της ημέρας.
Ενώ ο Δετοράκης περνούσε κάθε μέρα από εκεί και τον συναντούσε εκείνη τη στιγμή μόνο πρόσεξε καθώς τον κοιτούσε, πόσο φθαρμένο ήταν το παντελόνι του. Έτοιμο να διαλυθεί. Χωρίς δεύτερη σκέψη του το άφησε το δέμα που κρατούσε κι έφυγε. Όταν χρειάστηκε να απολογηθεί για την αγαθοεργία του αυτή, να στερηθεί ο ίδιος ένα ολοκαίνουργιο παντελόνι, είπε απλά «Άστε τον καημένο να φορέσει κάτι πιο ζεστό. Έτσι που κάθεται κατάχαμα σίγουρα υποφέρει στα κουρέλια του».
Άνθρωποι σαν τον Δετοράκη και τους άλλους που προαναφέραμε ενδεικτικά αποτελούσαν τη Ρεθεμνιώτικη κοινωνία.
Μια κοινωνία που δυστυχώς δεν υπάρχει πια.
Πηγές:
Εύας Λαδιά: «Άγγελοι καλοσύνης στην παντέρμη πολιτεία».
Κώστα Μαμαλάκη: «Το Ρέθυμνο που χάνεται…».