Σχέδιο για την ανατροπή του καθεστώτος χωρίς αίσιο τέλος
Ο Ουρανογιώργης και ιδιαίτερα η σύζυγός του Φωτεινή, ήταν σημαντικά πρόσωπα για τον ιδρυτή των Ρεθεμνιώτικων Νέων Γιάννη Χαλκιαδάκη. Συνήθιζε μάλιστα να αποκαλεί τη Φωτεινή «Δασκαλοχαρίκλεια» εντυπωσιασμένος από το θάρρος της γυναίκας αυτής σε κρίσιμες περιόδους.
Αφορμή ήταν η κοινή τους περιπέτεια εκεί στο Αγιασμάτσι που μια 28η Οκτωβρίου 1967 συνεδρίασαν με άλλους δημοκράτες από όλη την Κρήτη καταστρώνοντας σχέδιο απαλλαγής από τη χούντα των συνταγματαρχών.
Ήταν νύχτα της 28ης Οκτωβρίου 1967. Στο φιλόξενο σπίτι του Γιώργη Ουρανού στο Αγιασμάτσι είχαν συγκεντρωθεί για σύσκεψη όλοι οι πυρήνες αντίστασης του νησιού. Ήταν δηλαδή εκτός από τον Γιάννη Χαλκιαδάκη και οι παπά-Πέτρος Γαβαλάς, Τηλέμαχος Πλεύρης, ο Γιώργης Ξυλούρης, ο Φοίβος Ιωαννίδης, ο γυμνασιάρχης Σταμαθιουδάκης, ο Μανόλης Σκουλάκης, ο Γ. Γιαννόπουλος.
Σκοπός της συνάθροισης ήταν ο σχεδιασμός δράσης με την ευκαιρία της άφιξης του Βασιλιά Κωνσταντίνου και των Παπαδόπουλου, Παττακού, Μακαρέζου για να παραστούν στις εκδηλώσεις των Αρκαδίων. Η παράτολμη πρόταση ήταν είτε να τους απαγάγουν και από τον βασιλιά και να ζητήσουν να ορκίσει δημοκρατική κυβέρνηση είτε να τους σκοτώσουν.
Σύμφωνα με μετέπειτα αφήγηση των γεγονότων του παπά-Πέτρου Γαβαλά που του είχε δοθεί η προεδρία στη συνάντηση και λόγω σχήματος ήταν ο πρώτος που αντέδρασε στο ενδεχόμενο δολοφονίας τονίζοντας ότι δεν μπορεί να σκοτώσει Έλληνες όσο εθνικά ανάξιοι και αν ήταν.
Όπως θα γράψει αργότερα ο Γιώργος Ουρανός σε ένα ενδιαφέρον κείμενο που δημοσιεύτηκε στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα», όλο αυτό ήταν σχέδιο της οργάνωσης Δ.Ε.Κ.Α. που είχε συσταθεί πολύ ενωρίς, μόλις ένα μήνα μετά την επιβολή της δικτατορίας. Δεν ήταν πολυάριθμη ομάδα για ευνόητους λόγους αλλά καθένας από τα μέλη του έκανε για περισσότερους.
Από το Ρέθυμνο, στους Πρωτεργάτες της οργάνωσης ήταν ο Γιώργης Ουρανός αργότερα πρόεδρος της Ένωσης Κιτροπαραγωγών Κρήτης που δεν είναι πια στη ζωή, ο Γιάννης Χαλκιαδάκης ιδρυτής των «Ρεθεμνιώτικων Νέων», ο Γιώργης Περάκης δικηγόρος και αργότερα βουλευτής και υπουργός, ο Μανούσος Σταμαθιουδάκης συνταξιούχος Γυμνασιάρχης 66 ετών που ήταν και ο μεγαλύτερος σε ηλικία από όλα τα μέλη της οργάνωσης.

Τελικά αυτό που αποφασίστηκε ήταν, ότι η οργάνωση με όλους τους ενόπλους θα έστηναν ενέδρα στη Δυτική πύλη του Αρκαδίου, θα συνελάμβαναν και θα απήγαγαν τον Βασιλιά κατά την έξοδό του από την εκκλησία μετά τη δοξολογία και τον οποίο θα οδηγούσαν σε ασφαλές μέρος. Από εκεί θα τον εξανάγκαζαν με την απειλή των όπλων, να ορκίσει Δημοκρατική κυβέρνηση καταλύοντας τη δικτατορία.
Πρόλαβε ο «εφιάλτης»
Όμως για κακή τους τύχη δύο ημέρες μετά την Παγκρήτια αυτή σύσκεψη, σε μια βομβιστική ενέργεια μελών της οργάνωσης στο Ηράκλειο, συνελήφθησαν από την Ασφάλεια Ηρακλείου τρεις από αυτούς, και στη συνέχεια ξεκίνησε πογκρόμ συλλήψεων. Σε λίγες ημέρες είχαν συλληφθεί όλα τα μέλη της οργάνωσης.
Στην αγροικία του στο Αγιασμάτσι αργά τη νύκτα της 7ης Νοεμβρίου μετά από συντονισμένη επιχείρηση της Ασφάλειας Ηρακλείου συνελήφθη και ο Γιώργης Ουρανός, η σύζυγός του Φωτεινή και ο πρωτανιψιός του Μανώλης Σταυρακάκης μαθητής του Γυμνασίου τότε, 16 χρόνων, ο οποίος εκείνη την περίοδο διέμενε μαζί τους.
Επίσης τότε βρέθηκαν και κατασχέθηκαν όλα τα όπλα τους, που ήταν κρυμμένα εκεί και όλοι μαζί το ίδιο βράδυ μεταφέρθηκαν στην Ασφάλεια Ηρακλείου.
Αμέσως ξεκίνησαν οι ανακρίσεις με τις γνωστές απάνθρωπες μεθόδους της χούντας. Με βάση την αναφορά της Ασφάλειας Ηρακλείου που φέρει ημερομηνία 22 Νοεμβρίου ’67 συντάχθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα του Φρουράρχου Χανίων προς τον Βασιλικό Επίτροπο του Έκτακτου Στρατοδικείου Χανίων με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου του ’67.
Ο Βασιλικός Επίτροπος ενεργών ως εισαγγελέας του Στρατοδικείου, συνέταξε το κατηγορητήριο με βάση τον Νόμο 509 του 1947 που είχε νομοθετηθεί στην έναρξη του Εμφυλίου πολέμου για τις διώξεις των Ελλήνων κομμουνιστών και «αντιφρονούντων» και τους ορίστηκε δίκη στις 13 Δεκεμβρίου ’67 με πολύ βαριές κατηγορίες για Εθνική προδοσία και σχεδιαζόμενη ένοπλον κατάλυσιν του πολιτεύματος.
Ωστόσο η πραγματική απόφαση για τη σχεδιαζόμενη επίθεση των αγωνιστών και για την απαγωγή του Βασιλιά δεν έγινε γνωστή, και για τούτο δεν ματαιώθηκε η επίσκεψη του Βασιλιά στις εκδηλώσεις ούτε και η συμμετοχή στην κυβερνητική αποστολή του Αντιπροέδρου της χούντας Στυλιανού Παττακού.
Οι κατηγορίες με τις οποίες παραπέμφθηκαν, ήταν βαρύτατες και φυσικά οι ποινές θα ήταν εξ’ ίσου εξοντωτικές και για την τρομοκράτηση των υπόλοιπων αντιδρούντων Δημοκρατών πολιτών.
Όμως την ημέρα που θα ξεκινούσε η δίκη στις 13 Δεκεμβρίου, ξημερώματα, εκδηλώθηκε το Βασιλικό πραξικόπημα από τη Θεσσαλονίκη, όπου δημιουργήθηκε πολύ μεγάλη αναστάτωση στο στράτευμα και έτσι η δίκη αναβλήθηκε.
Η νέα δίκη για τους αγωνιστές της Δ.Ε.Κ.Α. ορίζεται για την 1η Φεβρουαρίου ’68. Πράγματι η δίκη ξεκινάει την 1η Φεβρουαρίου στο Έκτακτο Στρατοδικείο και τελειώνει στις 3 Φεβρουαρίου με την έκδοση της απόφασης.
Οι ποινές που επιβλήθηκαν στους 24 καταδικασθέντες αγωνιστές ήταν, από 11 χρόνια φυλάκιση για τον Φοίβο Ιωαννίδη, 5 χρόνια για τον Θανάση Σκουλά, 4 χρόνια για τον Γιώργη Ουρανό και τον Γιώργη Γιαννόπουλο, 3,5 χρόνια για τον Δημήτρη Ξυριτάκη, 2 χρόνια για τον Γιάννη Χαλκιαδάκη, τον Στρατή Μεσσήνη, τον Μανώλη Παπαιωάννου, και τον παπα-Πέτρο Γαβαλά και λιγότερα χρόνια για τους υπόλοιπους.


Όλοι οι καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στις φυλακές. Άλλοι στην Ν. Αλικαρνασό άλλοι στην Αγυιά Χανίων, καθώς και σε άλλες φυλακές της χώρας όπου και εξέτισαν τις ποινές τους.
Απερίγραπτα βασανιστήρια
Συγκλονιστική η αφήγηση στο ΒΗΜΑ των Αθηνών, του παπά Πέτρου Γαβαλά από τον Άγιο Θωμά Ηρακλείου.
«Με συνέλαβε η Αστυνομία τη νύχτα της 9ης προς τη 10η Νοεμβρίου 1967. Με πήγαν στη Χωροφυλακή Ηρακλείου, όπου με τις πυτζάμες μου παρουσιάστηκα μπροστά σε έναν αξιωματικό ονόματι Καν…, που με ρώτησε σε τόνο αυστηρό: Παπά, τους ευλόγησες εκείνους εκεί, τους ευλόγησες με αγιασμό;. Δεν αποκρίθηκα. Ύστερα από λίγο, απαίτησε να μιλήσω. Όταν αρνήθηκα να του δώσω τα ονόματα ορισμένων προσώπων και δεν μπορούσα να του πω πράγματα για τα οποία όντως δεν γνώριζα, άρχισε να με χτυπά. Διέταξε τους άνδρες του να μου περάσουν χειροπέδες και με πήραν και με πέταξαν μέσα σ’ ένα κλειστό φορτηγό. Αργότερα με οδήγησαν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, όπου με διέταξαν να στέκομαι σε στάση προσοχής βλέποντας τον τοίχο.
Έμεινα έτσι γύρω στις 30 ώρες και, όταν τους ζήτησα να μου ελευθερώσουν τα χέρια για να ουρήσω, αρνήθηκαν. (Αυτοί ήταν άνθρωποι που δεν γνώριζα – ήταν ντυμένοι με πολιτικά.). Το αποτέλεσμα ήταν ότι αναγκάστηκα να ανακουφιστώ μέσα στα ίδια μου τα ρούχα τρεις φορές. Όταν πια στο τέλος δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο στα πόδια μου από την κούραση, γονάτισα. Ο φρουρός με διέταξε να σηκωθώ, αλλά αφού δεν μπορούσα να εκτελέσω τη διαταγή του, μου έδωσε μια σπρωξιά και σωριάστηκα στο πάτωμα. Τότε, σκόπιμα ή όχι, πάτησε το αριστερό μου πόδι, ανοίγοντάς μου ένα ελαφρύ τραύμα. Ακόμη δεν κατάφερνα να σηκωθώ στα πόδια μου κι έτσι μ’ έπιασε απ’ τα μαλλιά και με ταρακούνησε με τόση βία, που τούφες απ’ τα μαλλιά μου έμειναν στο χέρι του, ενώ εγώ, γεμάτος θλίψη, έστρεψα τα μάτια μου προς το μέρος του ψάχνοντας για συμπαράσταση και συμπόνια και εισέπραξα αντ’ αυτών χυδαίες βρισιές. Την ίδια στιγμή έπιασε το κεφάλι μου και το χτύπησε στον τοίχο. Έχασα τις αισθήσεις μου.
Όταν συνήλθα αργότερα, το τύμπανο του αριστερού μου αυτιού είχε σπάσει και αιμορραγούσε…».
Αναφέρει σχετικά και στην εφημερίδα «ΑΝΩΓΗ» η Ζαφειρένια Σκουλά, «Όταν ήταν η γιορτή του Αρκαδίου τον Νοέμβριο του 1967, ήρθε εδώ στο σπίτι μας ένας από τα Χανιά. Και έφερε τη πληροφορία ότι στον εορτασμό του Αρκαδίου θα κατεβούν από την Αθήνα ο Παττακός, ο Ιωαννίδης και ο βασιλιάς. Το ακούει αυτό όλη η ομάδα που κρυβόταν στο σπίτι μου και όλοι είπαν εδά είναι η ώρα μας να πάμε να τσι πιάσουμε να τσι εξολοθρεύσουμε. Εκεί όμως που κουβεντιάζανε ήταν μέσα ένας προδότης όπως εμάθαμε μετά και επήγε και είπε το σχέδιο αυτό και χάλασε η ιστορία. Ω τη παντέρμη τη προδοσία κακή που είναι! Αυτοί θελά τσι απαγάγουνε μα ο προδότης επήγε πιο μπροστά!
Τόσοι άνθρωποι που ήταν πάνω στον οντά και κάθε μέρα εμαγέρευγα για όλους. Κι έψηνα το κρέας και το βλέπανε το κρέας τα κοπέλια και εθαρρούσανε πως θέλα το φάνε! Και μετά από λίγο που το έβγαζα κρυφά απάνω να μου λένε τα κοπέλια «Ε, μα, το κρέας ίντα το κάμες;» και έλεγα πως επέρασε ο σκύλος και το έφαγε! Τα κοπέλια αν και μικρά ερωτούσανε, μα ποιοι είναι αυτοί και ίντα κάνουν εδώ κάθε βράδυ και τους έλεγα «Ρωτηχτάδες μωρέ είναι, από τα Βορίζια ήρθανε και χάνουν πρόβατα και τα ρωτούνε!» Μα τα κοπέλια δε μπορείς να τα κοροϊδέψεις εύκολα.
Δυο τρεις βραδιές επήγαινε ο άντρας μου και εξόμενε στση μάνας μου. Από εκεί τον πιάσανε. Κάποιος θα τον είδε και το πρόδωσε στσι χωροφύλακες και τον πιάσανε στο σπίτι τση μάνας μου στα Ανώγεια. Η μάνα μου ήταν εκεί και έμενε με τη θεία μου. Και επήγανε οι χωροφύλακες και τον έπιασαν και τον επήγαν στον σταθμό της χωροφυλακής επαέ στα Ανώγεια. Και μου μήνυσε ο άντρας μου να πάω δυο κουβέρτες κι ένα μαξιλάρι και του τα πήγα εκεί που τον κρατούσαν στα Ανώγεια.
Μετά τον πήγανε στο Ηράκλειο. Μια μέρα τον εστέσανε μου έλεγε ο άντρας μου στη γραμμή και εμπήκε μέσα ένας «καλοθελητής» (σ.σ. εννοεί προδότης) που έδειχνε στσι Χουντικούς ποιοι έκαναν αγώνα. Σα τσι δωσίλογους τσι κατοχής! Και είχανε στη γραμμή τον άντρα μου και τον Λιόντα, τον Καλομοίρη. Ψηλός ο άντρας μου, κοντός ο Λιόντας. Και μπαίνει μέσα ο καλοθελητής και τον ρωτά ο διοικητής: «Ποιος ήταν από τσι δυο αυτούς στην οργάνωση;». Λέει αυτός: «Ο κοντός δεν ήτανε ο ψηλός ήτανε…». Τον ήξερε ο άντρας μου τον προδότη, εθαρρούσανε πως ήταν πατριώτης μα αυτός δεν ήτανε και τον πρόδωσε. Και έκανε και τον άντρα ο προδότης και εφώναζε του Γιάγκο: «Ίντα μωρέ θελά τόνε κάμεις τον βασιλιά: Τα πρόβατά σου θέλα τόνε βάλεις να σου αρμέξει:» και έπιασε τον άντρα μου από τα μαλλιά και του τη παίζει και κολλά στο τοίχο. Ίντα θέλα κάμουνε: Μιλιά! Ούτε ο Λιόντας, ούτε ο Γιάγκος. Ίντα να κάμουνε έκεια μέσα, να αντισταθούνε: Αυτά τα μαρτύρια έκανε παιδί μου η Χούντα».

Πριν από τη σύλληψη
Ενδιαφέροντα και όσα μας είχε πει ο σπουδαίος αγωνιστής πρώην βουλευτής και υπουργός κ. Γιώργης Περάκης που είχε μεθοδεύσει δράση και πριν από τη σύλληψη.

Σταχυολογώ τα πιο σημαντικά στοιχεία από τη συνέντευξη εκείνη: «Στο Αγιασμάτσι είχα έτοιμη εναλλακτική πρόταση, αν δεν γινόταν δεκτή η πρώτη, γιατί με είχε πολύ ενοχλήσει η άνεση που κινιόταν στην Κρήτη η χούντα χωρίς καμιά αντίδραση.
Όταν πληροφορήθηκα κάποια μέρα στο Ρέθυμνο από τον Στρατηγό Λουκάκη, που είχαμε επαφή μέχρι που συλλήφθηκα, πως θα περνούσε ένας υπουργός, Ματθαίου νομίζω, από τα Χανιά στο Ηράκλειο, σκέφτηκα ευκαιρία να τους ζεστάνει κανείς μερικές μπαλωτιές έτσι για να τους κόψει τον αέρα. Έσπευσα στα Σκουλούφια, πήρα το πιστόλι μου κι έφυγα με δίκυκλο για το Αγιασμάτσι, αλλά για καλή τύχη, όχι του υπουργού, αλλά δική μου είχα μικρό ατύχημα με τη μηχανή και μέχρι να βρω άλλη, όταν έφτασα, μου λένε πριν από λίγο πέρασε.
Πρότεινα λοιπόν να στηθούν σε κατάλληλα μέρη δυο ενέδρες, μια από Χανιά, μια από Ηράκλειο, με σκοπό να τρομοκρατήσουν με πυροβολισμούς τους χουντικούς που θα περνούσαν από τη μια ή την άλλη διαδρομή.
Η πρόταση δεν απορρίφθηκε και περίμενα να υλοποιηθεί.
Όταν με συνέλαβαν το πρωί της 7ης Νοέμβρη θεώρησα ότι το σχέδιο – ενέδρα υλοποιήθηκε. Οι μπαλωτιές είχαν πράγματι παιχτεί όχι σε ενέδρα αλλά στον αέρα μαζί με βόμβες πριν τις 7 Νοέμβρη στο Ηράκλειο.
Έκτοτε όπως παρατηρεί κάποιος μελετητής τίποτε αξιόλογο δεν έγινε πλέον στην Κρήτη κατά της χούντας.
Με αυτήν την αφορμή έγιναν άπειρες προσαγωγές και πολλές συλλήψεις σε όλην την Κρήτη και ιδιαίτερα στο Ηράκλειο. Από το Αγιασμάτσι έμεινε μόνο η μάνα του Ουρανογιώργη η ωραία αυτή φυσιογνωμία, η κόρη του Τσαούση του Θερισσανού, που πρόλαβε ο Γιώργης, όπως μού ‘πε, και της έδωκε το πιστόλι του, η Φωτεινή, η ηρωική αυτή φυσιογνωμία ακολούθησε στα κρατητήρια του Ηρακλείου, και έμειναν και δυο ανώνυμοι σκοποί στην ταράτσα με ένα πιστόλι, ο Γιώργης κι ο Μιχάλης Παπαδάκης, φοιτητές, που παρά τις αντιρρήσεις μου γιατί υπήρχε αρκετή απόκρυψη με μέτρα στρατιωτικού κανονισμού, ο Γιώργης μου λέει «ασ’ τους να ψήνονται».
Δεν θα αναφερθώ στις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια. Το μένος των οργάνων της χούντας με ελάχιστες εξαιρέσεις ήταν απίστευτο καθ’ ολόκληρη εξ άλλου την επικράτεια και καθ’ όλη την επταετία.
Όταν μπήκα στη φυλακή ούτε μ’ ένοιαξε. Το θεώρησα εντελώς φυσιολογικό. Όταν βγήκα όμως, όπως βγήκαν σχεδόν όλοι από το Αγιασμάτσι με ποινές σε αναστολή, αφήνοντας πίσω τον Χαλκιαδάκη με δυο μικρά παιδιά που προφανώς πλήρωσε την ιδιότητα του δημοσιογράφου που δεν ήταν δημοφιλής στη χούντα κι από την άλλη τον Ουρανογιώργη που πλήρωσε ακριβά τη γενναία φιλοξενία στο σπίτι του, το δίκαιο ήταν να πληρώσω εγώ τα περισσότερα που θα ήμουν βουλευτής, εάν είχαν γίνει εκλογές, και αντί αυτού πλήρωσε ο Ουρανογιώργης χωρίς να χρωστά τίποτα, μόνο για τις ιδέες του. Και αυτή ήταν για μένα η πιο δυσάρεστη ημέρα αυτής της περιόδου.
Όπως αντιλαμβάνεστε μπορεί να δικαστήκαμε με αναστολή για να μας «έχουν στο χέρι» αλλά από εκείνη τη μέρα έγινε η ζωή μας κόλαση. Πίσω μας υπήρχε πάντα ο χωροφύλακας. Με το παραμικρό μας συλλαμβάνανε και μας ταλαιπωρούσαν χωρίς λόγο. Έτσι για να μη μας αφήνουν σε ησυχία. Για να μας λυγίσουν. Δεν το κατόρθωσαν όμως παρά τις λυσσαλέες προσπάθειες τους ΠΟΤΕ…».
Η αντοχή που έδειξαν οι συλληφθέντες στα βασανιστήρια έσωσαν τους νεαρούς τότε Γιώργη Παπαδάκη νομάρχη αργότερα Ρεθύμνου και τον αδελφό του Μιχάλη που κρατούσαν «τσίλιες» εκείνο το μοιραίο βράδυ έξω από το σπίτι του θείου τους Ουρανογιώργη. Διαφορετικά όπως ομολογούν οι ίδιοι ούτε που θα έπαιρναν ποτέ δίπλωμα στην επιστήμη τους.
Πολλές φορές αναφερόμαστε στο γεγονός αυτό με τον πρώην νομάρχη κ. Γιώργο Παπαδάκη. Κι εκείνος πάντα έχει λόγια ευγνωμοσύνης για τους έντιμους εκείνους δημοκράτες που παρά τα τόσα βασανιστήρια που υπέστησαν δεν πρόδωσαν τον ίδιο και τον αδελφό του για να ελαφρύνουν τη θέση τους.
Πηγές
Μαρτυρίες Γιάννη Χαλκιαδάκη, Γιώργη Παπαδάκη στην Εύα Λαδιά.
Γιώργου Ουρανού: «Αγιασμάτσι Μυλοποτάμου, Νοέμβρης ’67»
Συνέντευξη του Γιώργη Περάκη στην Εύα Λαδιά
Μαρτυρία του παπΆ Πέτρου Γαβαλά στο ΒΗΜΑ Αθηνών












