Του ΣΩΤΗΡΗ ΔΟΓΑΝΗ*
Εσύ, ψυχή ταραγμένη σαν τα κύματα του Αιγαίου, άκουσε τη φωνή μου που αναβλύζει από τα σπλάχνα τούτης της γης, της ματωμένης και δοξασμένης.
Το Λάβαρο, το Ιερό Γαλάζιο που ανεμίζει σαν φτερούγισμα αετού στα βράχια του Ολύμπου, δεν είναι ο καθρέφτης του Αιγαίου, που λίκνισε καράβια φορτωμένα όνειρα και θανάτους… Είναι κραυγή, είναι σιωπή, είναι ο ίδιος ο Θεός που αναπνέει πάνω από την Ελλάδα. Είναι η ανάσα της Παναγιάς, της Μαύρης Μάνας που γέννησε τον Χριστό και θρηνεί αιώνια για τα παιδιά της.
Είναι η ανάσα του άπειρου, ο στεναγμός της ψυχής που ποθεί το άφθαρτο. Κάθε γαλάζια λωρίδα κι ένα δάκρυ της Θεοτόκου για τα πάθη του κόσμου, για τους αγώνες αυτού του λαού που πάλεψε και παλεύει κάθε που ριγά με θεριά και ανθρώπους.
Και το λευκό του τ΄ άσπρο, κάτασπρο σαν τα κόκαλα των ηρώων που έπεσαν για τούτη τη λευτεριά. Λάμπει σαν το φως της Ανάστασης, σαν το πρώτο χαμόγελο του παιδιού που ΄ρχεται στη γη. Είναι η αγνότητα της ψυχής που αντιστέκεται στη λάσπη, η καθαρότητα του αγώνα που δεν συμβιβάζεται με τη σκλαβιά.
Η άσπιλη Μάνα της καθαρής θυσίας και της αιώνιας ελπίδας.
Μην το λερώνεις, αδερφέ μου, με τα πάθη των ανθρώπων. Τούτο το λευκό ειν΄ Ιερό, σαν το σάβανο του Χριστού.
Ο Σταυρός… Ποιο χέρι, αλήθεια, τόλμησε να σ΄ αρπάξει απ΄ το κοντάρι!…
Δεν είναι απλή χαραγή στο γαλανόλευκο, αδελφέ μου. Είναι αγκάθι καρφωμένο στην ψυχή του πανιού, άνοιγμα στην άβυσσο του πόνου. Δάκρυ πετρωμένο, αιώνιος λυγμός της Ύπαρξης. Καρδιά της Σημαίας που πονά και παλεύει είναι, ρίζα που πιάνει στα σκοτάδια της Γης και άνθος που τρυπά τον ουρανό είναι!
Φάρος, λες; Όχι αδελφέ μου! Είναι κραυγή βουβή μέσα στη νύχτα, αχός από τα βάθη της θυσίας.
Δείχνει, με ρωτάς; Όχι, αδελφέ μου! Είναι σημείο να νιώθεις! Σπαράζει την αμφιβολία, χαράζει την ελπίδα στο πέτρωμα της απελπισίας.
Θυμίζει, με ξαναρωτάς; Πόσο φτωχή η έννοια της λέξης… Είναι ο ίδιος ο Υιός, σάρκα και αίμα απλωμένα στον άνεμο. Ανέβηκε τον Γολγοθά της Σημαίας, κάθε λωρίδα και ένα σκαλί μαρτυρίου. Άπλωσε τα χέρια Του για να χωρέσει μέσα τους τον καημό του κόσμου, τον φόβο του θανάτου, την πίκρα της προδοσίας… μια υπόσχεση αιώνιας αγάπης και θυσίας!
Και εγώ, που η ψυχή μου τραγουδά και ο νους μου οργιάζει σαν θύελλα, ακούω τη Σημαία να μου ψιθυρίζει ιστορίες με τη φωνή του ανέμου, με τον ψίθυρο των φύλλων, με τον βόμβο της καρδιάς μου. Είναι ο χτύπος της καμπάνας που καλεί σε αγώνα, ο λυγμός της μάνας που έχασε το παιδί της, ο θρίαμβος του λαού που λύτρωσε τη γη του. Κάθε ριπή του αγέρα και μια λέξη, κάθε τσαλάκωμά της μια ρυτίδα στον πρόσωπο της πατρίδας.
Σαν η ψυχή σου αστράφτει όπως η θάλασσα στον ήλιο κι η ρίζα σου κρατά γερά της γης την πίκρα και τη γλύκα, τη Σημαία κοίταξε, σαν να κοιτάζεις τον καθρέφτη της αλήθειας σου, εκεί που ανταμώνουν ο πόνος ο αλατισμένος κι η χαρά π΄ ανθίζει στα βράχια.
Νιώσε την οργή που βράζει σαν χυμός σταφυλιού και την ελπίδα που πετά σα γλάρος πάνω απ΄ τα κύματα.
Θάνατος και Ανάσταση, αδερφέ μου, σ΄ αυτό το πανί αιώνια χορεύουν με τα Φτερά του Χρόνου!
Είναι η ιστορία μας, γραμμένη με το αίμα των αηδονιών που θυσιάστηκαν για το φως και με τα δάκρυα της αυγής που θρέφουν τα λουλούδια της λευτεριάς. Είναι η Παναγία, η Μάνα η γλυκιά και πονεμένη, που μας σφίγγει στην αγκαλιά της σαν τ΄ αμπέλι που τυλίγει τον κορμό του. Δύναμη μας μοιράζει κάθε παφλασμός της να σηκωθούμε, λες και πίνουμε φως απ΄ τα μάτια του ήλιου, ξανά και ξανά, πάνω απ΄ τις σκιές.
Γιαυτό μην Την αφήσεις να γίνει ποτέ βορά των μικρόψυχων που δεν είδαν ποτέ τον ουρανό, αυτών που πουλάνε το φως για σκοτάδι. Κράτησέ Την ψηλά, σαν τον ήλιο που διώχνει τη νύχτα, σαν το λάβαρο της ψυχής που δεν σκύβει το κεφάλι μήτε με «το σουγιά στο κόκκαλο».
Ύψωσέ Την σαν αστραπή που σκίζει τη σιωπή!
Άκουσέ Την να τραγουδάει μέσα σου την ανάσα της αρετής και της ελευθερίας!
Με τη Χάρη της Παναγιάς μας να σκέπει τον καθένα,
Χρόνια πολλά Έλληνα!
* Ο Σωτήρης Δογάνης είναι Έλληνας ερμηνευτής, καθηγητής της βυζαντινής μουσικής και πρωτοψάλτης