Το Κέντρο Φυσικής και Ιατρικής Αποκατάστασης Ρεθύμνου ως η μοναδική δημόσια δομή αποκατάστασης στην Κρήτη, προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες σε ασθενείς με νευρολογικές, κινητικές και χρόνιες παθήσεις, ωστόσο, η λειτουργία του περιορίζεται σημαντικά από την υποστελέχωση
«Δεν αξιοποιούνται οι 12 νοσηλευτικές κλίνες» αναφέρει στα «Ρ.Ν.» ο Ιωάννης Δρίτσης, επιστημονικά υπεύθυνος του ΚΕΦΙΑΠ, επιμελητής Α’ και φυσίατρος
Εμπόδιο στο εξαιρετικά σημαντικό έργο που παράγει το Κέντρο Φυσικής και Ιατρικής Αποκατάστασης (ΚΕΦΙΑΠ) Ρεθύμνου αποτελεί η υποστελέχωση προσωπικού, με τις ελλείψεις σε απαραίτητες ειδικότητες και υποστηρικτικό εργατικό δυναμικό να οριοθετούν και να περιορίζουν τις δυνατότητες του μοναδικού δημόσιου κέντρου αποκατάστασης σε όλη την Κρήτη. Το ΚΕΦΙΑΠ εντάσσεται στις εξωνοσοκομειακές δομές του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου και στελεχώνεται σήμερα από 10 γιατρούς, μεταξύ των οποίων τρεις φυσικοθεραπευτές, μία εργοθεραπεύτρια, μία νοσηλεύτρια και μία ψυχολόγος, ενώ παράλληλα στερείται απαραίτητων ειδικοτήτων όπως είναι οι λογοθεραπευτες, οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι τραυματιοφορείς. Τα τελευταία τρία χρόνια, το κέντρο έχει αναλάβει χιλιάδες περιστατικά ασθενών με πρόσφατη, εγκατεστημένη ή μόνιμη αναπηρία, ορθοπαιδικές παθήσεις και νευρολογικά ή νευροσωματικά νοσήματα, καθώς και ήπια περιστατικά τραυματισμών και χρόνιου πόνου. Σήμερα η λίστα αναμονής για τα ήπια περιστατικά να φτάνει περίπου τις 100 αιτήσεις. Η φιλοσοφία του ΚΕΦΙΑΠ, πάνω στην οποία βασίζεται και ο τρόπος λειτουργίας του είναι να θέτει πάντα σε προτεραιότητα ασθενείς, που χρήζουν άμεσης αρωγής, όπως άτομα που έχουν υποστεί εγκεφαλικά ή με καίριες νευρολογικές και κινητικές δυσλειτουργίες.
Παράλληλα τους τελευταίους μήνες επαναλειτουργεί η πισίνα που κοσμεί στις εγκαταστάσεις του ΚΕΦΙΑΠ, με τις υδροθεραπείες που διενεργούν οι φυσικοθεραπευτές να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των προγραμμάτων αποκατάστασης. Ωστόσο, παρά το υπάρχον θεραπευτικό πρόγραμμα, η πισίνα αξιοποιείται μόνο για περιορισμένα χρονικά διαστήματα μέσα στη μέρα, λόγω έλλειψης προσωπικού, βάζοντας και πάλι φρένο στο εν δυνάμει μεγαλύτερο και αποτελεσματικότερο έργο του κέντρου. Επιπλέον, αναξιοποίητες παραμένουν οι 12 νοσηλευτικές κλίνες που διαθέτει το ΚΕΦΙΑΠ, οι οποίες έχουν παραχωρηθεί προσωρινά στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, που στεγάζεται στο κτίριο με αποτέλεσμα παρά την ανάγκη που υπάρχει για νοσηλεία ασθενών, αυτή να μην είναι δυνατή. Όπως ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ο Ιωάννης Δρίνης, επιστημονικά υπεύθυνος του ΚΕΦΙΑΠ, επιμελητής Α’ και φυσίατρος: «Για να πούμε ότι λειτουργεί πλήρως το ΚΕΦΙΑΠ χρειαζόμαστε έναν λογοθεραπευτή, έναν κοινωνικό λειτουργό, δύο τραυματιοφορείς και δύο φυσικοθεραπευτές οπωσδήποτε, για να πούμε ότι μπορούμε να εξυπηρετήσουμε όλα τα περιστατικά».
«Η έννοια της αποκατάστασης είναι διαφορετική από την έννοια της φυσικοθεραπείας»
Το Κέντρο Αποκατάστασης αποτελεί μία ανάσα για πολλούς ανθρώπους με προβλήματα στην καθημερινότητά τους, ακολουθώντας θεραπευτικά προγράμματα φυσικοθεραπείας, εργοθεραπείας και ψυχολογικής υποστήριξης, σύμφωνα με όσα δήλωσε στα «Ρ.Ν.», ο Ιωάννης Δρίνης, «Η δική μας αποστολή είναι να αναλάβουμε ανθρώπους, οι οποίοι δεν μπορούν να βρουν αντιμετώπιση αλλού. Ένας αθλητής ή κάποιος που πονάει ο ώμος του μπορεί να πάει σε ένα φυσικοθεραπευτήριο, αλλά κάποιος που έχει περάσει ένα εγκεφαλικό ή έχει νόσο του κινητικού νευρώνα χρειάζεται εξειδικευμένη αποκατάσταση».
Τα σύνθετα και βαριά περιστατικά απαιτούν ένα συνολικό πρόγραμμα αποκατάστασης, καθώς δεν εντοπίζονται μόνο κινητικές δυσκολίες, αλλά και εγκεφαλικές κακώσεις, που προκαλούν γνωστικά προβλήματα και κακουχίες, σύμφωνα με τον κ. Δρίνη. «Η έννοια της αποκατάστασης είναι διαφορετική από την έννοια της φυσικοθεραπείας. Εμείς εμπεριέχουμε τη φυσικοθεραπεία στις παροχές μας, αλλά δεν είναι η μόνη παροχή που χρειάζεται κάποιος. Ένα περιστατικό εγκεφαλικού, πέρα από τα κινητικά προβλήματα έχει και γνωστικά ελλείμματα και προβλήματα με την κατάποση, οπότε χρειάζεται εργοθεραπεία, λογοθεραπεία, ψυχοθεραπεία, ψυχολογική υποστήριξη, τα οποία μόνο σε ένα κέντρο αποκατάστασης μπορεί να τα βρει».
Οι ιδιαιτερότητες του κάθε ασθενή απαιτούν ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα, κατάλληλα προσαρμοσμένο στις ανάγκες και την περίπτωσή του. Ο κ. Δρίνης επεσήμανε: «Μετά τη διάγνωση, ακολουθεί το πρόγραμμα αποκατάστασης, δηλαδή ποιες θεραπείες θα γίνουν και με ποιον τρόπο. Το κάθε πρόγραμμα είναι εξατομικευμένο για κάθε ασθενή, γιατί μπορεί δύο άτομα να εμφανίζουν πόνο στο χέρι, αλλά να είναι άλλη η αιτιολογία του ενός και του άλλου». Αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας των προγραμμάτων και τις θεραπείες που δικαιούται ο κάθε ασθενής, ο κ. Δρίνης σημείωσε: «Τα ορθοπεδικά περιστατικά δικαιούνται 10 θεραπείες από τον ΕΟΠΥΥ και άλλες 10 αν χρειάζεται. Τα νευρολογικά περιστατικά δικαιούνται 48 θεραπείες, οι οποίες γίνονται μέσα σε ένα εξάμηνο, οπότε αν μπει ένα νευρολογικό περιστατικό τώρα, θα βγει από το πρόγραμμα μετά από 6 μήνες το λιγότερο».
«Μας λείπουν ειδικότητες του κοινωνικού λειτουργού και του λογοθεραπευτή»
Το ΚΕΦΙΑΠ με έδρα το Ρέθυμνο παρέχει αυτή τη στιγμή προγράμματα αποκατάστασης τα οποία περιλαμβάνουν φυσικοθεραπεία, εργοθεραπεία και ψυχολογική υποστήριξη, ενώ είναι στελεχωμένο με 10 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ο κ. Δρίνης. Μόνο το 40% του συνολικού προσωπικού της δομής θεωρείται μόνιμο, με τους υπόλοιπους εργαζομένους να ανήκουν σε επικουρικό προσωπικό και ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τον κ. Δρίνη. «Έχουμε τρεις φυσικοθεραπευτές, μία εργοθεραπεύτρια, μία ψυχολόγο, μία νοσηλεύτρια και βοηθητικό προσωπικό, έναν ηλεκτρολόγο συντηρητή, μία τραυματιοφορέα και εμένα. Παράλληλα, μας λείπουν οι ειδικότητες του κοινωνικού λειτουργού και του λογοθεραπευτή». Οι παραιτήσεις ορισμένων επικουρικών γιατρών τον τελευταίο χρόνο και οι αυξημένες απαιτήσεις του ΚΕΦΙΑΠ έχουν καταστήσει την υποστελέχωση, ως μία από τις βασικές αιτίες, που το κέντρο δεν μπορεί να λειτουργήσει στη μέγιστη απόδοση των δυνατοτήτων του. «Δεν χρειαζόμαστε άλλους γιατρούς, αλλά τουλάχιστον ένας λογοθεραπευτής, ένας κοινωνικός λειτουργός, δύο τραυματιοφορείς και δύο φυσικοθεραπευτές, για να μπορέσουμε να εξυπηρετήσουμε ακόμα και τα περιστατικά χρόνιου πόνου», συμπλήρωσε ο κ. Δρίνης, αναφέροντας επίσης ότι «στη λίστα αναμονής για τα μη επείγοντα βρίσκονται περίπου 100 άτομα».
Την ίδια ώρα, στον «πάγο» βρίσκονται οι 12 διαθέσιμες νοσηλευτικές κλίνες του ΚΕΦΙΑΠ, καθώς η λειτουργική ανεπάρκεια του κέντρου δεν μπορεί να υποστηρίξει τη νοσηλευτική κάλυψη σοβαρών περιστατικών. Ο χώρος που βρίσκονται οι κλίνες έχει παραχωρηθεί στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, όπως επεσήμανε ο κ. Δρίνης. «Το ΚΕΦΙΑΠ έχει και 12 κλίνες νοσηλείας, οι οποίες είναι ανενεργές. Στο κτίριο φιλοξενούμε το κέντρο ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων, καθώς και το κέντρο ψυχικής υγείας για ενήλικες. Στους χώρους νοσηλείας δηλαδή βρίσκεται το κέντρο ψυχικής υγείας. Οι κλίνες δεν αξιοποιούνται λόγω υποστελέχωσης. Έχω ασθενείς που λένε ότι πήγαν στη Λάρισα, ή στο Αμύνταιο για να κάνουν την αποκατάστασή τους, από τη στιγμή που χρειάζονται κλειστή νοσηλεία».
Μετά από τέσσερα χρόνια ξεκίνησε εκ νέου η λειτουργία της θεραπευτικής πισίνας στο ΚΕΦΙΑΠ τον Σεπτέμβριο του 2024, με τους τελευταίους μήνες να διενεργούνται υδροθεραπείες από φυσικοθεραπευτές. Ωστόσο, παρά τα καθημερινά θεραπευτικά προγράμματα, η πισίνα δεν λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, που αποτελεί και το στόχο του κέντρου. «Η πισίνα βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία, αλλά δεν μπορούμε να την αξιοποιήσουμε πλήρως, γιατί δεν υπάρχει το ανάλογο προσωπικό. Κάθε μέρα γίνονται τρεις ώρες συνεδρίες στην πισίνα, τις οποίες διευθύνει ένας φυσικοθεραπευτής, γιατί η υδροθεραπεία εντάσσεται σε αυτό το κομμάτι. Κανονικά την πισίνα θα θέλαμε να τη λειτουργούμε όλη μέρα». Παρά τις δυσκολίες, ο κ. Δρίνης υπογράμμισε επίσης ότι υπάρχει επάρκεια στον εξοπλισμό, ο οποίος χρησιμοποιείται για την εκπόνηση των προγραμμάτων αποκατάστασης, τονίζοντας επίσης ότι «σημασία έχουν οι άνθρωποι, όχι τόσο ο εξοπλισμός».
«Τα βαριά περιστατικά μπαίνουν σε προτεραιότητα»
Το ενδιαφέρον του κόσμου, που επιζητά τη συμμετοχή στα θεραπευτικά προγράμματα του ΚΕΦΙΑΠ παραμένει αμείωτο, με τον κ. Δρίνη να τονίζει ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει πληρότητα στα άτομα που μπορεί να εξυπηρετεί το κέντρο, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν αναμονές μεγάλης χρονικής διάρκειας. «Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον, αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να τους εξυπηρετήσουμε όλους. Τα βαριά περιστατικά μπαίνουν σε προτεραιότητα, καθώς δεν μπορούν να βρουν αλλού βοήθεια. Στην παρούσα φάση με το προσωπικό που έχουμε είμαστε γεμάτοι. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση και στα βαριά περιστατικά και δεν υπάρχει πλέον η δυνατότητα να εξυπηρετηθούν όλοι. Στα σοβαρά περιστατικά η αναμονή δεν είναι μεγάλη», ανέφερε ο κ. Δρίνης, ενώ στη συνέχεια πρόσθεσε: «Η πρότερη λειτουργία του κέντρου ήταν περισσότερο ως φυσικοθεραπευτήριο, οπότε υπάρχει πολύς κόσμος που απευθύνεται εδώ γι’ αυτό τον λόγο».
Επιπρόσθετα, σε εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα πρόληψης πτώσεων για ηλικιωμένους, OTAGO Plus, το οποίο αφορά ηλικιωμένους με άνοια και άλλα νευροεγκεφαλικά σύνδρομα. Σύμφωνα με στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας οι πτώσεις αναγνωρίζονται πλέον ως ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα υγείας των ηλικιωμένων αφού υπολογίζεται ότι ευθύνονται για το 70% των ατυχημάτων σε άτομα άνω των 75 ετών. Περίπου το 28 με 35% των ατόμων ηλικίας άνω των 65 πέφτουν κάθε χρόνο με το ποσοστό να αυξάνεται σε 32 με 42% σε αυτούς που είναι άνω των 70 ετών. Ο κ. Δρίνης ανέφερε: «Το Otagon Plus αφορά ηλικιωμένους που εντάσσονται στα νευρολογικά περιστατικά. Εμείς κοιτάμε με αυτό το πρόγραμμα να προετοιμάσουμε τους ηλικιωμένους, να τους ενδυναμώσουμε, να τους μάθουμε τεχνικές για το πώς να αποφύγουν την πτώση. Υπάρχει ένα πρωτόκολλο εξέτασης και διάγνωσης νευρολογικού προβλήματος στον ασθενή. Είναι αρκετά συνηθισμένο πρόβλημα και το έχουν πολλοί μεγάλοι άνθρωποι».