Το ζήτημα της πρόσβασης και της σύνδεσής του με τον νέο ΒΟΑΚ χαρακτηρίζεται μονόδρομος για την ανάπτυξή του
Το Βιοτεχνικό Πάρκο Ρεθύμνου (ΒΙΟΠΑ) το οποίο βρίσκεται στην Αγία Τριάδα, στην Επαρχιακή οδό: Άδελε – Αγία Τριάδα – Χάρκια, εγκαινιάστηκε το 2009 και δημιουργήθηκε με στόχο να αποτελέσει ένα σύγχρονο και οργανωμένο κέντρο παραγωγής για τις τοπικές επιχειρήσεις του Ρεθύμνου. Σήμερα, εν έτει 2025, δηλαδή δεκαέξι χρόνια μετά, στην περιοχή έχουν εγκατασταθεί μόλις οκτώ επιχειρήσεις από τα περίπου 90 οικόπεδα που βρίσκονται στον χώρο. Ο λόγος σύμφωνα με τη διοίκηση του επιμελητηρίου έχει να κάνει με την πολυετή οικονομική κρίση που ξεκίνησε από το 2009 και που είχε ως αποτέλεσμα να κλείσουν οι στρόφιγγες των τραπεζών και τα όποια σχέδια επιχειρηματιών για μετεγκατάσταση των επιχειρήσεών τους ναυαγήσουν.
Το τελευταίο διάστημα φαίνεται πως καταγράφεται μια κινητικότητα και το κλίμα δείχνει να αντιστρέφεται και πάλι όμως με αργούς ρυθμούς.
Βασικό ζητούμενο ήταν και παραμένει η στήριξη από την πολιτεία και κυρίως η προκήρυξη προγραμμάτων που θα προβλέπουν τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων για τη μετεγκατάστασή τους στο ΒΙΟΠΑ, κάτι που έχει επανειλημμένως αιτηθεί η διοίκηση του επιμελητηρίου Ρεθύμνης, ενώ αποτελούσε και πρώτο αίτημα στη λίστα του υπομνήματος που παρέδωσε στον πρωθυπουργό τον περασμένο Δεκέμβριο ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Κρήτης (ΠΕΣΚ) και του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης, Γιώργος Γιακουμάκης .
Στο ίδιο μάλιστα υπόμνημα αναφερόταν η ανάγκη οδικής σύνδεσης του ΒΙΟΠΑ με τον ΒΟΑΚ που παραμένει επίσης ζητούμενο, ενώ η ανάγκη να προχωρήσει το έργο αυτό χαρακτηρίζεται ζωτικής σημασίας για την εξέλιξη και ανάπτυξη του Βιοτεχνικού Πάρκου Ρεθύμνου. «Ένας κόμβος σύνδεσης με το Βόρειο Οδικό Άξονα της Κρήτης ΒΟΑΚ στην περιοχή Άδελε-Πηγής είναι ο πλέον ουσιώδης όρος για την ανάπτυξη του», αναφερόταν χαρακτηριστικά στο υπόμνημα που παραδόθηκε στον πρωθυπουργό.
Είναι φανερό επομένως ότι για να επιτευχθεί η πλήρης αξιοποίηση του Βιοτεχνικού Πάρκου, απαιτείται μια στρατηγική προσέγγιση που κυρίως θα προσανατολίζεται στο να κινητροδοτήσει τους επιχειρηματίες να εγκατασταθούν εκεί. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν είτε μέσω του νέου Αναπτυξιακού Νόμου που βρίσκεται σε διαβούλευση – η οποία τελειώνει 2 Μαΐου και εντός του Ιούνη το αργότερο θα έχουν προκηρυχθεί τα καθεστώτα, όπως μας επιβεβαίωσαν από το Επιμελητήριο Ρεθύμνου – μεριμνώντας ειδικώς για τις επιχειρήσεις που θα προβλέπουν στο επενδυτικό τους σχέδιο τη μεταστέγαση σε οργανωμένους χώρους όπως το ΒΙΟΠΑ είτε ενισχύοντας τες με επιπλέον επιδότηση είτε δίδοντάς τους επιπλέον μόρια στα κριτήρια επιλογής.
Ο κ. Στέφανος Δημητράκης μηχανικός της εταιρίας ΒΙΟΠΑ που μίλησε στα «Ρ.Ν.» πάντως υποστηρίζει ιδιαίτερα πως μια ακόμη ορθότερη κίνηση θα ήταν η πρόβλεψη να υπάρξει ενίσχυση για μετεγκατάσταση επιχειρήσεων από κάποιο πρόγραμμα ΕΣΠΑ, όπου σύμφωνα με τον ίδιο «από όσο γνωρίζουμε, στο υπουργείο προσπαθούν να ανοίξουν τώρα κάποιο πρόγραμμα ΕΣΠΑ για μετεγκατάσταση επιχειρήσεων».
Αυτό γιατί όπως αναφέρει τα προγράμματα ΕΣΠΑ είναι πολύ πιο εύκολο να υλοποιηθούν, ενέχουν πολύ λιγότερη γραφειοκρατία από ό,τι ο Αναπτυξιακός Νόμος και επίσης απευθύνονται σε μικρές επιχειρήσεις όπως είναι άλλωστε και η δυναμικότητα των επιχειρήσεων του Ρεθύμνου όπου εδώ μιλάμε για μεσαίας όχλησης επιχειρήσεις οι οποίες δεν παράγουν ούτε απόβλητα ούτε είναι ενεργειακά «αχόρταγες»: «Νομίζω το ΕΣΠΑ θα ήταν ικανό να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να μετεγκατασταθούν στο ΒΙΟΠΑ. Είναι πιο «εύκολο» από τον αναπτυξιακό, γιατί απευθυνόμαστε σε μικρές επιχειρήσεις ουσιαστικά στην περιοχή του Ρεθύμνου δεν απευθυνόμαστε σε μεσαίες και μεγάλες. Οι μικρές είναι μέχρι 10 άτομα προσωπικό. Αυτές που είναι στο ΒΙΟΠΑ είναι μικρές και πολύ μικρές», κατέληξε ο κ. Δημητράκης.
Η απουσία χρηματοδοτικών κινήτρων και άλλων ζητημάτων λοιπόν όπως οι υποδομές λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη του Βιοτεχνικού Πάρκου ακόμη και δεκαέξι χρόνια μετά τα εγκαίνιά του, παρόλα αυτά σύμφωνα με τον κ. Δημητράκη το κλίμα φαίνεται σιγά – σιγά να αντιστρέφεται. Αυτό γιατί όπως ο ίδιος ανέφερε ήδη κάποιες επιχειρήσεις βρίσκονται στη διαδικασία εγκατάστασης στο Βιοτεχνικό Πάρκο Ρεθύμνου: «βλέπουμε ότι υπάρχει μια σχετική κίνηση και μας ζητάνε οικόπεδα για να αρχίσουν να εγκαθίστανται επιχειρήσεις δηλ. τουλάχιστον τρεις με τέσσερις επιχειρήσεις είναι στη διαδικασία αδειοδότησης έγκρισης οικοδομικής άδειας για να προχωρήσουμε σε εγκαταστάσεις».
Ο κ. Δημητράκης πάντως στέκεται ιδιαίτερα στο ζήτημα της προσβασιμότητας, πράγμα που αποτελεί και μια δυσκολία και για τις επιχειρήσεις που είναι ήδη εγκατεστημένες εκεί όπου αίτημα αποτελεί η σύνδεση του Πάρκου με το εθνικό δίκτυο εξ’ αφορμής και της κατασκευής του νέου ΒΟΑΚ: «Άλλοι λόγοι που δεν εγκαθίστανται επιχειρήσεις στο ΒΙΟΠΑ θα λέγαμε ότι είναι περισσότερο η πρόσβαση. Που όντως το δίκτυο δεν είναι το καλύτερο και θα χρειαστεί σύνδεση με τον καινούργιο εθνικό δρόμο. Και επίσης υπάρχουν ήδη ιδιοκτήτες σε όλα τα ακίνητα, αυτό δημιουργεί πρόβλημα σε κάποιον που θέλει να εγκατασταθεί να αγοράσει γιατί θα πρέπει να βρει δύο ή τρεις ιδιοκτήτες για να μπορέσει να αγοράσει τα ακίνητα και να προχωρήσει. Το κύριο πρόβλημα και για αυτές που είναι εκεί είναι η προσβασιμότητα. Οι επιχειρήσεις που είναι όμως ήδη μέσα στο ΒΙΟΠΑ βλέπουν τα πλεονεκτήματα που έχει κάποιος με το να είναι σε ένα επιχειρηματικό πάρκο ή οργανωμένο χώρο υποδοχής επιχειρήσεων», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Δημητράκης.
Πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο το γεγονός ότι το Βιοτεχνικό Πάρκο Ρεθύμνου δεν παρουσιάζει μια ταχύτερη ουσιαστική ανάπτυξη τόσα χρόνια δεν είναι ανησυχητικό, καθότι παρόμοια πορεία έδειξαν και οι βιομηχανικές περιοχές Ηρακλείου και Χανίων. Αυτό που σίγουρα λειτούργησε ιδιαίτερα ανασταλτικά στην αξιοποίηση του Πάρκου του Ρεθύμνου, όπως αναφέρει, είναι η κρίση του 2009, όμως πλέον οι επιχειρηματίες δείχνουν πια το ενδιαφέρον τους για την περιοχή: «Πρέπει να πούμε ότι το 2009 ξεκίνησε η κρίση. Και αυτό συμπαρέσυρε τα πάντα. Δηλαδή υπήρχαν επιχειρήσεις που ήταν να εγκατασταθούν στο ΒΙΟΠΑ αλλά δεν προχώρησαν λόγω του ότι δεν είχαν χρήματα αλλά δεν υπήρχε και χρηματοδότηση ειδικά από τις τράπεζες. Γενικά οι περιοχές αυτές δεν αναπτύσσονται μέσα σε μια πενταετία. Χρειάζονται αρκετό χρόνο και αυτή είναι και ουσία. Η πρακτική και η εμπειρία μας δείχνει και από τις βιομηχανικές περιοχές του Ηρακλείου και των Χανίων ότι χρειάζεται αρκετός χρόνος. Εδώ όμως συνέπεσε και η οικονομική κρίση και αυτό ήταν το βασικό. Ενώ βλέπουμε τα τελευταία χρόνια που σχετικά υπάρχει μια καλύτερη οικονομική κατάσταση ότι υπάρχει κίνηση και υπάρχει ενδιαφέρον για εγκατάσταση επιχειρήσεων».