Την ανάγκη ανασύστασης και υποστήριξης του θεσμού των σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας επισημαίνει έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης και Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, τα στοιχεία της οποίας παρουσιάστηκαν σε διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας: Η πορεία και οι προοπτικές ενός καινοτόμου εκπαιδευτικού θεσμού στην Ελλάδα: Αποτύπωση, τάσεις, προβληματισμοί».
Η εκδήλωση άνοιξε με χαιρετισμό του διευθύνοντος συμβούλου του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ και πρόεδρου της ΟΙΕΛΕ κ. Γιώργου Χριστόπουλου και συμμετείχαν εκπαιδευτικοί, εκπαιδευόμενοι, πανεπιστημιακοί και εμπειρογνώμονες της εκπαίδευσης από όλη τη χώρα.
Από τη σύνθεση των στοιχείων που οι έρευνες ανέδειξαν προκύπτει ότι τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας ΣΔΕ ακόμα και σήμερα αποτελούν έναν σημαντικό και καινοτόμο εκπαιδευτικό θεσμό που προσφέρει αξιόλογο κοινωνικό και παιδαγωγικό έργο.
Ειδικότερα, τα ΣΔΕ αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες της Γενικής Εκπαίδευσης Ενηλίκων στη χώρα παρέχοντας τυπική, υποχρεωτική εκπαίδευση (βαθμίδα Γυμνασίου) με τη μεθοδολογία της εκπαίδευσης ενηλίκων.
Η πορεία των ΣΔΕ όλα αυτά τα χρόνια αποδεικνύεται ανθεκτική καθώς ο αριθμός των συμμετεχόντων διαχρονικά αυξάνεται, παρά τα εμπόδια και τις σημαντικές δυσκολίες που αυτά αντιμετωπίζουν σε επίπεδο υλικοτεχνικής και εκπαιδευτικής υποστήριξης. Το εκπαιδευτικό έργο που τα ΣΔΕ παρέχουν στηρίζεται κατά κανόνα στην προσφορά των ωρομίσθιων εκπαιδευτικών που προσλαμβάνονται με σημαντικές καθυστερήσεις παρέχοντας κατά μέσο όρο – στο σύνολο της χώρας – πέντε ώρες εβδομαδιαίας διδασκαλίας.
Οι βασικοί λόγοι συμμετοχής στα ΣΔΕ, σύμφωνα με τους μαθητές, είναι ο εμπλουτισμός των γνώσεών τους (51%), η χρησιμότητα στην αναζήτηση εργασίας (48,4%) αλλά και η ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους (11,3%). Πρόκειται για ανθρώπους που δηλώνουν ότι είχαν διακόψει το σχολείο για λόγους δυσκολιών μάθησης («δεν έπαιρνα τα γράμματα» λέει το 22,6%), λόγω άρνησης παρακολούθησης (22,6%) αλλά και γιατί έπρεπε να απασχοληθούν στην οικογενειακή επιχείρηση (16%) ή έπρεπε να δουλέψουν κάπου αλλού (16%). Είναι όλοι αυτοί για τους οποίους ο ομότιμος καθηγητής Επιμόρφωσης και Εκπαιδευτικής Πολιτικής Πανεπιστημίου Πατρών, Δημήτρης Βεργίδης, ψυχή των ΣΔΕ στη χώρα, είπε: «Είναι το σχολείο που τους εγκατέλειψε, δεν τo εγκατέλειψαν αυτοί. Τώρα ζούμε μια δεύτερη εγκατάλειψη, γιατί τα ΣΔΕ υποχρηματοδοτούνται. Αυτά τα σχολεία είναι μια δεύτερη ευκαιρία και για μας τους καθηγητές. Όμως, πλέον, λείπει η ειδική κατάρτιση των καθηγητών που διδάσκουν σε αυτά. Παράλληλα, μια σειρά υπουργικών αποφάσεων συρρίκνωσαν την αρχική φιλοσοφία του θεσμού».
Σύμφωνα με την ειδική έρευνα που παρουσιάστηκε από τον Μανώλη Κουτουζή (κοσμήτορας σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών ΕΑΠ) και τις συνεργάτριές του, Αναστασία Παπαδοπούλου και Αθηνά Χαλκιαδάκη, οι δύο βασικοί λόγοι της διαρροής από τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας είναι οι επαγγελματικές υποχρεώσεις των εκπαιδευόμενων και η έλλειψη χρόνου. Το 45% των μαθητών στα ΣΔΕ εστιάζει στο πόσο μακριά βρίσκονται από τον τόπο κατοικίας του, ενώ το 37% όλων όσοι σταμάτησαν χαρακτηρίζουν άβολο το ωράριο λειτουργίας τους.
Ως προς τα επιθυμητά χαρακτηριστικά των προγραμμάτων διά βίου εκπαίδευσης, οι εκπαιδευόμενοι ζητούν, εκτός από την παροχή γνώσεων, οι εκπαιδευτικοί να είναι κατάλληλα καταρτισμένοι στην εκπαίδευση ενηλίκων (94%), το πτυχίο να έχει πιστοποίηση κρατικού φορέα (87%), τα σχολεία να είναι κοντά στον τόπο κατοικίας (81%), τα προγράμματα να έχουν πρακτική εφαρμογή (81%) και να έχουν σχετικά μικρή διάρκεια (64%). Στα θετικά των ΣΔΕ οι μαθητές αναφέρουν την ευκαιρία για κοινωνικές συναναστροφές και γνωριμίες αλλά και τη μείωση της ανεργίας, ενώ το 88% τα θεωρεί «κοινωνική κατάκτηση». Στον αντίποδα, το 72% αναφέρει πως τα ΣΔΕ αποτελούν ένα μέσο για να ενσταλαχθεί η κυρίαρχη ιδεολογία, ενώ το 45% των ερωτώμενων θεωρεί πως προσφέρουν τυποποιημένες γνώσεις και όχι ουσιαστική παιδεία.
Σημαντικές επισημάνσεις ωστόσο διατυπώθηκαν για θέματα εκπαιδευτικής καθημερινότητας αλλά και ζητήματα άμεσης και επείγουσας προτεραιότητας.
Συγκεκριμένα εκφράστηκε προβληματική – στο επίπεδο συντονισμού του θεσμού – κρίνεται η «δυαρχία» που διέπει τη διακυβέρνηση των ΣΔΕ και ειδικότερα η σχέση ανάμεσα στη Γενική Γραμματεία Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Διά Βίου Μάθησης και το ΙΝΕΔΙΒΙΜ. Όπως τονίστηκε επιβάλλεται η επείγουσα υλικοτεχνική υποστήριξη των ΣΔΕ (αναλώσιμα, σύνδεση στο διαδίκτυο, εξοπλισμός, προμήθειες κ.ά.) καθώς και η άμεση πρόβλεψη οργανικών θέσεων, η «αναζωογόνηση» του Μητρώου Εκπαιδευτών, ο εξορθολογισμός των κριτηρίων επιλογής εκπαιδευτικού προσωπικού, με σκοπό τη θεσμική συνέχεια και την υποστήριξη του εκπαιδευτικού προσωπικού με όρους σταθερότητας και επαγγελματικής ανάπτυξης στο πεδίο.
Παράλληλα απαιτείται η ουσιαστική και άμεση ανασύσταση της επιτροπής παρακολούθησης του παιδαγωγικού έργου των ΣΔΕ με σκοπό να διαφυλαχθεί και να ενισχυθεί ο επιστημολογικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης ενηλίκων που αποτελεί το διακριτό και ιδιαίτερο μεθοδολογικό πρόσημο των ΣΔΕ. Επισημάνθηκε επίσης η πολύχρονη απουσία συστηματικής και δομημένης επιμόρφωσης στο σύνολο των εκπαιδευτικών των ΣΔΕ με συνέπεια την έλλειψη παιδαγωγικής κατάρτισης σε κρίσιμα και άμεσα ζητήματα (διαπολισμικότητα, μαθησιακές δυσκολίες, διαχείριση κρίσεων, προσβασιμότητα κ.ά.) αλλά και η επείγουσα θεσμική ανασύσταση, η υποστήριξη και η επανεκκίνηση του θεσμού με σκοπό την κάλυψη των σημαντικών και διευρυμένων μαθησιακών αναγκών στο σύνολο της χώρας ιδίως για ευπαθείς κοινωνικές κατηγορίες με κριτήριο την αντιμετώπιση των διαφοροποιημένων χαρακτηριστικών που οι περιφέρειες και οι τοπικές κοινωνίες εμφανίζουν.
Τα ΣΔΕ σε αριθμούς:
- Ο μέσος όρος ηλικίας των εκπαιδευόμενων μαθητών/τριών κινείται γύρω από τα 40 έτη.
- Οκτώ στους δέκα καταφέρνουν να ολοκληρώσουν τους δύο κύκλους μάθησης και να αποφοιτήσουν, ενώ η διαρροή από τα ΣΔΕ ανέρχεται στο 20% και σε αυτήν υπερτερούν οι άνδρες.
- Οι γυναίκες εκπαιδευτικοί υπερτερούν σε θέσεις διδακτικού προσωπικού ενώ υπο-εκπροσωπούνται σε θέσεις διευθυντικών στελεχών.
- Δύο στους δέκα μαθητές είναι αλλοδαποί, με την πλειονότητά τους να προέρχεται από χώρες εκτός Ε.Ε
- Σε κάθε τμήμα αντιστοιχούν 17 μαθητές και σε κάθε εκπαιδευτικό περίπου 39 μαθητές.
- Σε όλη τη χώρα λειτουργούν 79 Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας με πάνω από 5.000 μαθητές.
Τα παραπάνω στοιχεία παρουσιάστηκαν στη διάρκεια της εκδήλωσης στην έρευνα με θέμα «Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας: Βασικοί δείκτες και μεγέθη της υφιστάμενης πραγματικότητας» από τους Νίκο Φωτόπουλο, αν. καθηγητή Κοινωνιολογίας πανεπιστημίου Πελοποννήσου – επιστημονικό διευθυντή ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ και Πωλίνα Φατούρου, επιστημονική συνεργάτιδα ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ καθώς και στην ερεύνα με θέμα: «Διαρροή εκπαιδευομένων από τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας» από τον Μανώλη Κουτούζη, καθηγητή, και κοσμήτορα της σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Ελληνικού Ανοικτού πανεπιστημίου.
Στο δεύτερο μέρος υπό το συντονισμό του γενικού διευθυντή του ΙΝΕ και ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ κ. Χρήστου Γούλα ακολούθησε συζήτηση με θέμα: «Εκπαιδευτική συμπερίληψη και κοινωνική ένταξη: Ο ρόλος των ΣΔΕ στην αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων».
Στη συζήτηση έλαβαν μέρος οι: Δημήτρης Βεργίδης, ομότιμος καθηγητής Επιμόρφωσης και Εκπαιδευτικής Πολιτικής πανεπιστημίου Πατρών, Πιέρα Λευθεριώτου, (Ph.d), ΣΕΠ Εκπαίδευσης Ενηλίκων, Ελληνικό Ανοικτό πανεπιστήμιο, Νατάσα Μοσχοβάκου, διευθύντρια 1ου ΣΔΕ Κορυδαλλού, Ιωάννης Κακουλίδης, εκπαιδευτικός ΣΔΕ.