Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που έχουν πλήξει την ελληνική κοινωνία αρχής γενόμενης με την οικονομική, στη συνέχεια της υγειονομικής και τώρα της ενεργειακής έχουν προκαλέσει ρωγμές στον κοινωνικό ιστό, διευρύνοντας τις κοινωνικές ανισότητες όπως αυτό αποτυπώνεται από έρευνες σε ευρωπαϊκό ελληνικό και παγκρήτιο επίπεδο. Η χώρα μας κατέχει υψηλά ποσοστά φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού 27%, ενώ σύμφωνα με τη Euorstat το ποσοστό των φτωχών στην Ελλάδα ανέρχεται σε 18%, στοιχείο που αποδεικνύει την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα τόσο σε σχέση με τα φτωχά νοικοκυριά, με τα ποσοστά ανεργίας αλλά και σε σχέση με την απασχόληση και τις μορφές που αυτή έχει. Σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις στην πρόσβαση των υπηρεσιών υγείας ειδικά για τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες.
Ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος είναι σήμερα περισσότερο αναγκαίο παρά ποτέ με τους επιστήμονες να επισημαίνουν ότι παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία υπάρχουν μετρά τα οποία μπορούν να συμβάλλουν στην κοινωνική συνοχή και στη δημιουργία ενός δικτύου ασφάλειας για τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες.
Τα παραπάνω επισημάνθηκαν μεταξύ άλλων ενδιαφερόντων στη διάρκεια της ομιλίας του πανεπιστημίου Κρήτης με θέμα «Κρίσεις, Κοινωνικές Ανισότητες και Κοινωνική Πολιτική» που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Δευτέρας στο Σπίτι του Πολιτισμού, στο πλαίσιο του κύκλου ομιλιών «Το πανεπιστήμιο στην Κοινωνία». Την εκδήλωση παρακολούθησαν ακαδημαϊκοί, η αντιπεριφερειάρχης Μαρία Λιονή, οι αντιδήμαρχοι Γιώργος Σκορδίλης και Άννα Ελευθεριάδου-Γκίκα, φοιτητές και πολίτες του Ρεθύμνου.
Ο Γιώργος Παναγής καθηγητής στο τμήμα Ψυχολογίας και κοσμήτορας της σχολής Κοινωνικών Επιστημών του πανεπιστημίου Κρήτης άνοιξε την εκδήλωση τονίζοντας πως: «Ξεκινάμε και φέτος αυτόν τον κύκλο ομιλιών, έναν θεσμό τον οποίο σκεφτήκαμε στην σχολή Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κρήτης και συνδιοργανώνουμε μαζί με τα εργαστήρια που έχει η σχολή στο ΚΕΜΕ, τον δήμο Ρεθύμνης και την Αντιπεριφέρεια. Ξεκίνησε πέρυσι ένας εξωστρεφής κύκλος ομιλιών πάνω σε θέματα επίκαιρα, θέματα τα οποία απασχολούν τους πολίτες, ενδιαφέρουν τους πολίτες, θέματα πάνω στα οποία μπορούν να ενημερωθούν από ειδικούς, αλλά μπορεί να γίνει και μια γόνιμη συζήτηση και ένας προβληματισμός και ένας αναστοχασμός ορισμένες φορές. Το θέμα που έχουμε σήμερα «Κρίση, κοινωνικές ανισότητες και κοινωνική πολιτική» είναι δυστυχώς ιδιαίτερα επίκαιρο. Ένα θέμα το οποίο νομίζω ότι απασχολεί όλους και μέσα στην Ελλάδα, αλλά και γενικά μέσα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, γιατί βλέπουμε πράγματα να αλλάζουν με έναν εξαιρετικά δυναμικό τρόπο, όχι μόνο τα δύο τελευταία χρόνια με την ενεργειακή κρίση. Μη ξεχνάμε ότι και στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλα μέρη στον κόσμο πέρασε μια οικονομική κρίση για πολλά χρόνια, έχει αφήσει ανεξίτηλα τα αποτυπώματά της. Αυτή η οικονομική κρίση και η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε τώρα, η οποία ουσιαστικά και αυτή μετατρέπεται σε οικονομική, δεν είναι αποτέλεσμα απλώς της παγκοσμιοποίησης, είναι αποτέλεσμα ενός ολόκληρου δομικού μοντέλου».
«Στους επισφαλείς εργαζομένους είναι πολλαπλάσιες οι πιθανότητες να φτωχοποίησης τους»
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Νίκος Παπαδάκης, καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης πανεπιστημίου Κρήτης, διευθυντής του ΚΕ.Π.Ε.Τ. (Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης), διευθυντής του ΚΕΔΙΒΙΜ (Κέντρο Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης) του Π.Κ. που ήταν ομιλητής στην εκδήλωση, είναι αναγκαία η προστασία των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων γιατί αυτές έχουν πολλαπλάσιες πιθανότητες φτωχοποίησης: «Οι ανισότητες έχουν την τάση να συσσωρεύονται και να αναπαράγονται και να εκβάλλουν σε κοινωνική ευπάθεια η οποία παίρνει σχεδόν μόνιμα χαρακτηριστικά. Ένα δεύτερο παράδειγμα, μέσα σε όλα αυτά, μέσα στις κρίσεις αναδύονται και νέα μοντέλα. Η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση, η έλευση της ψηφιακής οικονομίας έχει δημιουργήσει έναν τρίτο τύπο ανάμεσα στον άνεργο και τον εργαζόμενο όπως τον κατανοούσαμε παλιά, που είναι ο επισφαλώς εργαζόμενος. Στους επισφαλείς εργαζομένους είναι πολλαπλάσιες οι πιθανότητες να φτωχοποιηθεί ο εργαζόμενος. Είναι ένα φαινόμενο που το γνωρίζουμε, το βιώνουμε δίπλα μας, αλλά το βλέπουμε πια και στατιστικά αποτυπωμένο» ανέφερε εξηγώντας πως η χώρας μας έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ημιαπασχόλησης στη Ευρώπη, ενώ η Κρήτη κατατάσσεται στις περιοχές με υψηλά ποσοστά εποχικής απασχόλησης, κάτι που σχετίζεται με τον τουριστικό κλάδο: «Όταν μιλάμε για επισφαλή απασχόληση εννοούμε όλες εκείνες οι μορφές ενασχόλησης που έχουν αυξημένο βαθμό επισφάλειας με την έννοια λιγότερα κοινωνικά δικαιώματα, περισσότερες απαιτήσεις, συχνά χαρακτηρίζονται και από καταχρηστικές πρακτικές, δηλωμένη-αδήλωτη εργασία, η φασόν απασχόληση, η εκ περιτροπής απασχόληση, η προσωρινή απασχόληση, η εποχική απασχόληση που στην Κρήτη την έχουμε πολύ έντονη. Όλες αυτές είναι μορφές που έχουν έντονο το στοιχείο της επισφάλειας και με την έννοια της αποστέρησης της πλήρους απασχόλησης, δηλαδή του μειωμένου ωραρίου. Με αυτά βιώνει ο εργαζόμενος μια συνθήκη με την οποία είναι εγκλωβισμένος σε μια κανονικοποιημένη ελαστικοποιήση που δεν αφήνει περιθώρια να επιστρέψει σε μια πιο κανονική απασχόληση. Στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μη ηθελημένης προσωρινής και part time απασχόλησης στην Ευρώπη. Αυτό εκβάλλει και σε έναν άλλον δείκτη για την αγορά εργασίας τον labor market slack, δηλαδή την υποτονικότητα της αγοράς εργασίας στο σύνολο των μη εκπληρωμένων αναγκών απασχόλησης. Μπορεί να είσαι εργαζόμενος αλλά να θέλεις μια άλλη δουλειά από αυτήν που έχεις, σε αυτόν τον δείκτη καταγράφεσαι, που δεν καταγράφει ο παραδοσιακός δείκτης ανεργίας. Έτσι δημιουργείται ένα τοπίο δυστοπικό» προσέθεσε. Με τα δεδομένα αυτά όπως εξήγησε ο κ. Παπαδάκης είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό και ενός παραμετροποιημένου παραγωγικού αναπτυξιακού μοντέλου: «Στα τρία προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής οι πρώτες και μεγαλύτερες περικοπές ήταν σε υπηρεσίες που αφορούσαν την κοινωνική προστασία και το κοινωνικό κράτος, την υγεία και την παιδεία. Τι σημαίνει αυτό; Πρέπει να το επανεφεύρουμε (το κοινωνικό κράτος). Πρέπει να επανεφεύρουμε ένα κοινωνικό κράτος με όρους αναδιανεμητικού πραγματισμού και επιμένω στον όρο πραγματισμός. Δεν είναι άπειροι οι πόροι και το γνωρίζουμε. Μπορούμε όμως με δικαιότερη φορολόγηση, αντιμετώπιση παραοικονομίας, μείωση του διοικητικού κόστους το οποίο προσθέτει δημοσιονομικό βάρος και δεν επιτρέπει την ευελιξία των υπηρεσιών, πιο στοχευμένη κοινωνική πολιτική σε αυτές τις κοινωνικά ευάλωτες και ευπαθείς ομάδες. Έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε μόνο του ως τέτοιο; Όχι. Στην πραγματικότητα ανακινείται ένα ακόμα ζήτημα, ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού και παραμετροποιημένου παραγωγικού και αναπτυξιακού μοντέλου, όπου μέσα σε αυτό μπορείς να έχεις μια τόνωση της ενεργούς ζήτησης αλλά και αύξηση του safety net, του δικτύου ασφαλείας σε επίπεδο κοινωνικού κράτους. Μέσω κρίσης αυτό γίνεται δυσκολότερο γιατί αναγκαστικά έχεις ad hoc διαχειρίσεις του προβλήματος. Πρακτικά αυτό που εννοώ είναι ότι έχεις περισσότερη παθητικότητα στη δημόσια πολιτική, επιδοματική απαραίτητη, δεν το αμφισβητούμε το βιώνουμε όλοι. Από την άλλη μεριά όμως, δεν μπορεί αυτό να μη γίνεται με ένα ισόρροπο πολιτισμό με μια ενεργητικότητα στη δημόσια και κοινωνική πολιτική» κατέληξε ο κ. Παπαδάκης.
«Αναγκαίος ένας ισχυρός υγειονομικός τομέας καθώς και συστήματα διαχείρισης κρίσεων»
Για την υγειονομική κρίση που αντιμετώπισε η χώρα την τελευταία διετία και η οποία ακόμα δεν έχει λήξει μίλησε ο καθηγητής στο τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής και κοσμήτορας της σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του πανεπιστημίου Πελοποννήσου Κυριάκος Σουλιώτης, επισημαίνοντας ότι η κρίση αυτή βρήκε το σύστημα υγείας της χώρας μας «λαβωμένο» από την οικονομική κρίση. Σύμφωνα με τον ίδιο τα διδάγματα είναι ότι είναι απαραίτητο για τη χώρα ένα ισχυρό σύστημα υγείας όπως επίσης εξίσου απαραίτητα όπως είπε, είναι τα συστήματα διαχείρισης κρίσεων για να υπάρχει ετοιμότητα αντιμετώπισης αντίστοιχων τέτοιων πανδημιών ή κρίσεων στο μέλλον.
Χαρακτηριστικά ο κ. Σουλιώτης ανέφερε: «Ο τομέας υγείας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης επλήγη βάναυσα και χρηματοδοτικά και σε ανθρώπινο δυναμικό, άρα έρχεται η πανδημία και μας βρίσκει σχεδόν απροετοίμαστους. Παρ’ όλα αυτά, κατά την πρώτη φάση της πανδημίας, τα αντανακλαστικά της χώρας ήταν καλά σε σχέση με άλλες χώρες. Μετά φάνηκαν τα κενά. Το θέμα είναι να είμαστε χρήσιμοι για την κοινωνία. Τα διδάγματα της πανδημικής κρίσης η οποία ακολούθησε την οικονομική κρίση για τον τομέα της υγείας είναι 2: 1ον χρειαζόμαστε ισχυρό υγειονομικό τομέα, δεν μπορούμε να έχουμε ομαλή οικονομική και κοινωνική ζωή με ανθρώπους που ασθενούν. Αυτό είναι ένα διαχρονικό εύρημα αλλά μας το επισήμανε ακόμα περισσότερο η πανδημική κρίση. 2ον χρειαζόμαστε συστήματα διαχείρισης κρίσεων. Επειδή πάντα θα υπάρχουν απειλές, άλλοτε πιο έντονες άλλοτε λιγότερο έντονες, αλλά έτσι όπως είναι η ανθρωπότητα με ανταλλαγές πληθυσμών, με διατροφικά πρότυπα, με έναν τρόπο συμβίωσης με τα άλλα όντα, εάν υπάρχει μια βεβαιότητα είναι ότι στο απόλυτα αβέβαιο περιβάλλον της υγείας θα υπάρχουν διαρκώς τέτοιες απειλές. Άρα, πρέπει σαν οργανωμένες κοινότητες να οργανωθούμε, να φτιάξουμε σχέδια διαχείρισης κρίσεων διατομεακά. Δεν είναι πια υπόθεση του υπουργείο Υγείας η διαχείριση μιας πανδημίας και το είδαμε. Είναι υπόθεση όλων των τομέων άσκησης δημόσιας πολιτικής. Χρειάζεται συντονισμός, χρειάζονται πόροι, χρειάζονται σχέδια. Πρέπει να ξέρουμε με το που εκδηλωθεί μια πανδημία ποιος κάνει τι και πότε, πως παρακολουθούμε τα κρούσματα, πως παρακολουθούμε την πορεία μιας πανδημικής απειλής. Άρα, βγαίνουμε σοφότεροι, με οδυνηρό τρόπο πήραμε το μάθημά μας, το οποίο είναι ισχυρά συστήματα υγείας και μηχανισμοί διαχείρισης κρίσεων και βέβαια παρακολούθηση. Χρειάζεται μηχανισμός καταγραφής και παρακολούθησης. Ήμασταν ψηφιακά αναλφάβητοι πριν από 15 χρόνια, έχουν γίνει τεράστια ψηφιακά άλματα, είδαμε τον τρόπο που κλείναμε τα ραντεβού, έχουμε την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, έχουμε πλούτο δεδομένων που εάν αξιοποιηθούν σωστά θα μας δώσουν τεκμηριωμένες πολιτικές επιλογές. Νομίζω ότι πρέπει να πατήσουμε πάνω σε αυτά να χαράξουμε την πολιτική υγείας για το αύριο, γιατί αν υπάρχει κάτι βέβαιο στον τομέα της υγείας είναι η απόλυτη αβεβαιότητα. Εμείς αύριο δεν ξέρουμε αν θα είμαστε ασθενείς και από τι θα είμαστε ασθενείς και πόσο θα κοστίσει η διαχείριση της ασθένειάς μας, γι’ αυτό ως κοινότητες έχουμε συμφωνήσει να πληρώνουμε όλοι φόρους και εισφορές με βάση τις δυνατότητές μας για να έχουμε φροντίδες υγείας με βάση τις ανάγκες μας όλοι. Αυτό είναι ένα «υπογεγραμμένο» συμβόλαιο στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης και πρέπει να το τηρήσουμε, πρέπει να απαιτήσουμε να τηρείται».
«Η απάντηση στις σύγχρονες ανισότητες είναι προοδευτικές πολιτικές ισότητας, αλληλεγγύης και κοινωνικής δικαιοσύνης»
Ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Ρεθύμνου Ανδρέας Ξανθός, στην παρέμβασή του στην εκδήλωση επεσήμανε πως η απάντηση στις σύγχρονες ανισότητες είναι οι προοδευτικές πολιτικές ισότητας, αλληλεγγύης και κοινωνικής δικαιοσύνης τονίζοντας μεταξύ άλλων:
«Η έκρηξη των ανισοτήτων υπονομεύει την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατία. Ο Κώστας Γαβράς λέει ότι «Όσο ανοίγει η ψαλίδα τόσο συρρικνώνεται η δημοκρατία». Η αξία των ισχυρών δημόσιων συστημάτων υγείας και των αποτελεσματικών υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας είναι το μεγάλο δίδαγμα της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης.
Η παρατεινόμενη υγειονομική κρίση όμως ανέδειξε και ένα ακόμα σοβαρότερο έλλειμμα του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα: Την ασθενική κοινωνική μέριμνα και φροντίδα, ιδιαίτερα για ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως τα παιδιά, οι γυναίκες, οι ηλικιωμένοι, οι ανάπηροι, οι χρονίως πάσχοντες, οι ασθενείς με άνοια, οι ψυχικά ασθενείς, οι φιλοξενούμενοι σε κλειστές δομές, οι πρόσφυγες – μετανάστες. Η διεθνώς αναδυόμενη «οικονομία της φροντίδας» (economy of care) που στηρίζεται σε δημόσιες υπηρεσίες για την παιδική φροντίδα, την γηριατρική φροντίδα, την κατ’ οίκον φροντίδα, την ψυχοκοινωνική υποστήριξη ευπαθών ομάδων, τη μέριμνα για την αναπηρία κλπ., αποτελεί για τη χώρα μας μια τεράστια αναπτυξιακή πρόκληση με την οποία πρέπει να αναμετρηθούμε. Αν μας ενδιαφέρει η εξάλειψη των ανισοτήτων, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και του Κράτους Δικαίου, αλλά και η αξιοπιστία των δημοκρατικών θεσμών.
Συμπερασματικά, η απάντηση στις σύγχρονες κρίσεις και στις νέες κοινωνικές ανισότητες, είναι δημόσιες πολιτικές αναδιανομής που προωθούν την Ισότητα, την Αλληλεγγύη και την Κοινωνική Δικαιοσύνη, δηλαδή αριστερές και προοδευτικές πολιτικές».