Ισορροπία, συνεργασία, σεβασμός στον άνθρωπο και το περιβάλλον είναι οι λέξεις που μπορούν να προσδιορίσουν τη στρατηγική που χαρακτηρίζεται αναγκαία για τη στροφή της Κρήτης στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Ήδη, κάποιοι μιλούν για υπερτουρισμό, τα παράπονα των επισκεπτών όπως καταγράφουν σχετικές έρευνες που γίνονται από τα ανώτατα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα του νησιού είναι χαρακτηριστικά των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι υποδομές μας, αλλά και η ίδια η συμπεριφορά μας απέναντι στο περιβάλλον και στον άνθρωπο. Χαρακτηριστικά που οδηγούν σε υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών αλλά και κυρίως σε υποβάθμιση του ίδιου του τουριστικού προορισμού.
Η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη δεν είναι μια έννοια που πρέπει να τρομάζει, αντιθέτως βιωσιμότητα και οικονομική ανάπτυξη μπορούν να συνυπάρξουν και να οδηγήσουν το νησί σε νέους δρόμους με άξονες προτεραιότητας τον σεβασμό στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Τα «Ρ.Ν.» συνομίλησαν για τα ζητήματα αυτά με τον Αθανάσιο Σπυριάδη επίκουρο καθηγητή Μάνατζμεντ στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του πανεπιστημίου Κρήτης που ήταν μεταξύ των ομιλητών της ημερίδας που διοργάνωσε τον προηγούμενου μήνα το τμήμα στην Πανεπιστημιούπολη Γάλλου, με θέμα «Οικονομική Ανάπτυξη: Προοπτικές, Προκλήσεις και Περιορισμοί».
Όπως ξεκαθάρισε εξαρχής ο κ. Σπυριάδης υπάρχουν προσπάθειες που έχουν ξεκινήσει και γίνονται προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας του προορισμού της Κρήτης. Φυσικά δεν είναι αρκετές, για αυτό και ο ίδιος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη συνεργασιών αλλά και στην επιστημονική προσέγγιση του ζητήματος παράλληλα με την ενεργή συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών: «Υπάρχουν σίγουρα κάποιες προσπάθειες που γίνονται και είναι προς αυτήν την κατεύθυνση, όμως πιστεύω ότι χρειάζεται πολύ περισσότερη συνεργασία μεταξύ διαφόρων φορέων και κοινωνιών. Η κοινωνία των πολιτών θα πρέπει να συμμετάσχει σε αυτές τις δράσεις και τις συζητήσεις. Επίσης χρειάζεται περισσότερη επιστημονική προσέγγιση. Δεν μπορούμε να μιλάμε για βιώσιμη ανάπτυξη που για παράδειγμα είναι σε περιοχές που είναι Natura, όπως είναι το Γεωπάρκο στον Ψηλορείτη, χωρίς να έχουμε περιβαντολλόγους, κοινωνιολόγους, ακόμα και γεωλόγους. Οπότε θεωρώ ότι χρειάζεται το τραπέζι να μεγαλώσει και να καθίσουν κι άλλοι τριγύρω και όλοι μαζί να προσπαθήσουμε να δούμε τις διάφορες πτυχές ώστε να υπάρξει μια ισορροπία στις επιπτώσεις που θα έχουμε στον επισκέπτη, που να έχει μια καλή εμπειρία όταν θα έρθει, στους κατοίκους που να έχουν καλή ποιότητα ζωής, στις επιχειρήσεις να έχουν βιώσιμη λειτουργία και ανάπτυξη, καθώς και στο περιβάλλον ώστε να μην το καταστρέφουμε και να βοηθάμε να αναπτυχθεί κι αυτό» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον ίδιο οι απόψεις διίστανται αναφορικά με το εάν η Κρήτη έχει φτάσει στη φέρουσα ικανότητά της ή εάν την έχει ξεπεράσει. «Δεν είναι κάτι στατικό η φέρουσα ικανότητα, γι’ αυτό δεν μπορούμε να μιλήσουμε εύκολα και με ακρίβεια για φαινόμενα υπερτουρισμού ή βιώσιμης ανάπτυξης. Τίποτα από αυτά δεν είναι στατικό, συνεχώς αλλάζουν. Κάθε στιγμή που ανοίγει ένα καινούργιο ξενοδοχείο, ένα καινούργιο δωμάτιο ή μια καινούργια δραστηριότητα, αλλάζει και η φύση του προορισμού. Εάν έρθει ένας καινούργιος επισκέπτης ή δεν έρθει ένας επισκέπτης που ερχόταν, πάλι αλλάζει η φύση του προορισμού από τη μεριά της ζήτησης. Αυτό που χρειάζεται σίγουρα είναι δεδομένα που μπορούμε να τα έχουμε με συστηματική έρευνα. Δεδομένα όσο γίνεται πιο ακριβή που θα μας βοηθήσουν να παρακολουθούμε το τι γίνεται» πρόσθεσε.
ΤΑ επιστημονικά δεδομένα και οι καταγραφές των στοιχείων είναι απαραίτητα για τη διαχείριση του προορισμού συμπλήρωσε: «Για παράδειγμα, εάν το Ρέθυμνο μπορεί να δεχτεί του χρόνου άλλους 1000 επισκέπτες ή όχι; είναι δύσκολο να το πει κάποιος. Σίγουρα υπάρχουν κάποιες υποδομές οι οποίες πάσχουν, όμως ίσως κάποιες άλλες δεν χρησιμοποιούνται. Εάν θέλουμε να έχουμε μια καλύτερη εικόνα για τη φέρουσα ικανότητα και την κατάσταση αυτήν τη στιγμή, πρέπει να γίνονται περισσότερες έρευνες που να ρωτάνε ναι μεν τον επισκέπτη – όπως γίνεται ήδη -, αλλά να ρωτάνε και τον κάτοικο, τον επιχειρηματία και τον επιστήμονα που είναι η «φωνή» του περιβάλλοντος. Ένας επιστήμονας που θα μας πει για την κατάσταση, όπως για παράδειγμα κατά πόσο στην παραλία του Ρεθύμνου μπορεί να βγει η καρέττα-καρέττα και να γεννήσει ή όχι, εάν έχουν δει τον πληθυσμό της καρέττα-καρέττα να μειώνεται ή να είναι σταθερός ή να αυξάνεται. Σε αυτό πάσχουμε και θα πρέπει να έχουμε πολύ καλά ερευνητικά κέντρα στην Κρήτη και να γίνει μια συντονισμένη προσπάθεια και συνεργασία για να γίνουν αυτές οι έρευνες στην πραγματικότητα».
«Δεν θα πρέπει να φοβόμαστε τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη»
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα των «Ρ.Ν.», ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης εξήγησε ότι δεν πρέπει να τρομάζει ο όρος της βιωσιμότητας, εξηγώντας ότι αυτός μπορεί να συνδυαστεί και με υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης προσδιορίζοντας τη σημασία της ανάπτυξης: «Δεν θα πρέπει να φοβόμαστε τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Ίσα-ίσα θα έπρεπε να είναι κάτι αισιόδοξο και θετικό. Για να καταλάβουμε τι είναι η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη θα πρέπει να καταλάβουμε τι είναι η ανάπτυξη πρώτα, έπειτα είναι η βιώσιμη ανάπτυξη και μετά πάμε στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Πρέπει να ξανά πάμε από την αρχή και να ορίσουμε ξεκάθαρα τις έννοιες. Όταν θεωρούμε ανάπτυξη την οικονομική ανάπτυξη, που έχει γίνει το σύνηθες πλέον, είναι μόνο η μια πλευρά ενός πολύπλευρου συστήματος. Την ανάπτυξη ο άνθρωπος πρώτη φορά τη γνωρίζει όταν γεννιέται ή μάλλον και πριν γεννηθεί από την κοιλιά της μητέρας του/της. Έχει να κάνει με τη σωματική ανάπτυξη, την ψυχική ανάπτυξη, τη συναισθηματική ανάπτυξη, τις δεξιότητες του ατόμου, την ένταξή τους σε μια κοινωνία, έναν παιδικό σταθμό, ένα νηπιαγωγείο, ένα δημοτικό κ.λπ, όπως και την πρώτη κοινωνία που είναι η οικογένειά του. Μέσα σε αυτήν την ανάπτυξη του ατόμου και του συνανθρώπου, δηλαδή του κοινωνικού συνόλου όποιο και να είναι – οικογένεια, σχολείο κ.λπ. – υπάρχει εξέλιξη, υπάρχει αύξηση, βελτίωση, πρόοδος και αυτό είναι η ανάπτυξη σαν άτομα, αλλά και σαν σύνολο να μπορούμε να εξελιχθούμε και να προοδεύσουμε. Με στόχο τι όμως; Με στόχο την ευτυχία και την ευημερία. Δεν ορίζεται με το να έχεις περισσότερα χρήματα ή περισσότερους επισκέπτες που θα πληρώσουν για τον προορισμό που επισκέπτονται. Ίσως χρειάζονται λιγότεροι επισκέπτες και περισσότερο από κάτι άλλο. Κάποιος άλλος μπορεί να το ορίσει αλλιώς, αλλά πόσο είναι το πολύ, πόσο είναι το λίγο, πως θα το ορίσουμε; Είναι πολύ δύσκολο. Άρα η έννοια της ανάπτυξης είναι το ένα κομμάτι. Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης είναι επειδή ο άνθρωπος σαν άτομο και σαν κοινωνία δεν υπάρχει μόνος τους σε αυτό το σύμπαν, υπάρχει δίπλα σε δέντρα, σε πέτρες, σε ζώα, σε φυτά, σε ατμόσφαιρα, επομένως είναι μια ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος, αλλά και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, δηλαδή των κτιρίων, των δρόμων. Δεν μπορούμε σε ένα κτίριο που χωράει 100 άτομα να πάμε να του βάλουμε 1.000. Εάν είναι μνημείο θα το χαλάσουμε. Επίσης στα συστήματα τα κοινωνικά που έχουμε, όπως είναι η οικονομία για παράδειγμα πρέπει κι αυτή να έχει μια ισορροπημένη ανάπτυξη μέσα στο πλαίσιο του ατόμου, της κοινωνίας, του περιβάλλοντος. Αυτό είναι η βιώσιμη ανάπτυξη, να έχεις μια ισορροπία μέσα στο κοινωνικό, το οικονομικό και το περιβαντολλογικό κομμάτι. Ο τουρισμός είναι μόνο μια πλατφόρμα πάνω στην οποία μπορεί να αναπτυχθεί αυτή η βιώσιμη ανάπτυξη. Άλλη πλατφόρμα θα μπορούσε να είναι η αγροτική παραγωγή, η ιχθυοκαλλιέργεια ή άλλες υπηρεσίες. Δεν υπάρχει μόνο ο τουρισμός. Η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη μπορεί να συνδυαστεί με την οικονομική ανάπτυξη, και πρέπει να συνδυαστεί, διότι εάν δεν υπάρξει οικονομική ανάπτυξη δεν θα μπορέσει η βιώσιμη ανάπτυξη να υπάρξει» σημείωσε.
Χρειάζεται συνεργασία πολιτείας, επιχειρηματιών και πολιτών
Για την επίτευξη του στόχου της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης χρειάζεται συνεργασία πολιτείας, κοινωνίας και επιχειρηματιών σημείωσε ο κ. Σπυριάδης υποστηρίζοντας ότι έχει σημασία και το προφίλ του επισκέπτη στον οποίο απευθύνεται ένας προορισμός: «Από πλευράς μάρκετινγκ ένας προορισμός, όπως το Ρέθυμνο για να αναπτυχθεί, δεν θέλει μόνο την προσφορά, τα ξενοδοχεία και τα αεροδρόμια, αλλά θέλει και τη ζήτηση, θέλει και τον επισκέπτη. Εάν θέλουμε μια καλή βιώσιμη ανάπτυξη πρέπει να έχουμε καλή προσφορά, άρα καλά ξενοδοχεία, καλά αεροδρόμια και καλές υπηρεσίες. Όμως πρέπει να έχεις και έναν καλό επισκέπτη. Από πλευράς μάρκετινγκ τον επισκέπτη πρέπει να τον επιλέγουμε. Είναι μύθος ότι ο κάθε πελάτης είναι καλός. Οι έξυπνες εταιρείες δεν θέλουν κάποιους πελάτες. Ξέρουν ακριβώς το προφίλ του πελάτη που θέλουν και στοχεύουν σε αυτόν. Οπότε η ανάπτυξη έχει να κάνει και με την προσφορά και με τη ζήτηση. Δεν γίνεται να αναπτύξουμε μόνο τον προορισμό, πρέπει να αναπτύξουμε και την αγορά που θέλουμε. Άρα η κοινωνία, οι επιχειρηματίες, η πολιτεία και οι επισκέπτες πρέπει να συνυπάρξουν αρμονικά. Όπως ο κατάλληλος επισκέπτης θέλει να διαλέξει τον κατάλληλο προορισμό, έτσι λοιπόν και ο προορισμός πρέπει να διαλέξει τον κατάλληλο επισκέπτη του. Δεν είναι εύκολα πράγματα, είναι σύνθετα».
Σημαντικός είναι ο ρόλος των ξενοδοχείων από πλευράς οργάνωσης και λειτουργίας και κατά πόσο αυτά ακολουθούν φιλοπεριβαλλοντικές πρακτικές στις μονάδες τους αλλά και στο προσωπικό τους, τόνισε λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ξενοδοχεία που ακολουθούν βιώσιμες φιλοπεριβαλλοντικές μεθόδους είναι μέρος της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, όπως επίσης και η συμπεριφορά του ξενοδοχείου προς τους υπαλλήλους του είναι σημαντικό. Βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι μόνο περιβάλλον. Επίσης, ένα ξενοδοχείο πρέπει να είναι ευαισθητοποιημένο απέναντι στον πελάτη του, τον επισκέπτη του. Άρα πάμε πάλι στην ισορροπία και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ επισκεπτών, κατοίκων, εργαζομένων, περιβάλλοντος. Σεβασμός στους κατοίκους, επειδή το ξενοδοχείο δεν έχει 1.000 μεγάφωνα έξω στην πισίνα και ενοχλεί τους ανθρώπους που μένουν δίπλα που στην πόλη μέσα έχει πολλά ξενοδοχεία, θα μπορούσαν να έχουν πάρτι όλο το βράδυ, πυροτεχνήματα και ιστορίες. Σέβομαι τους κατοίκους – εργαζομένους, σέβομαι την επιχείρηση και είμαι ηθικός επιχειρηματίας και σέβομαι και το περιβάλλον που είναι για όλους, και για την επιχείρηση και για τον επισκέπτη και για τον κάτοικο».
Καταλήγοντας ο κ. Σπυριάδης ερωτώμενος για το αν μπορεί η Κρήτη να κερδίσει το στοίχημα της βιώσιμης ανάπτυξης μας απάντησε μεταφέροντας σχετικό ερώτημα που ετέθη στον ίδιο από φοιτητή αναφορικά με τους 17 στόχους που προβλέπονται στην απόφαση της Γ.Σ των Ηνωμένων Εθνών του 2015 για την υιοθέτηση των στόχων γνωστών ως «Στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης» σε μια προσπάθεια να ανταποκριθούν αποτελεσματικά όλες οι χώρες στα παγκόσμια προβλήματα.
Χαρακτηριστικά μας είπε: «Η ερώτηση του φοιτητή μου αφορούσε την ισότητα και αν σε 100 χρόνια θα μπορούμε να είμαστε όλοι ίσοι. Είπα στους φοιτητές. Να το σκεφτούν: Είναι η βιώσιμη ανάπτυξη ένα σημείο που θα το φτάσουμε; Ή είναι ένα όραμα που μας κινεί προς μια κατεύθυνση για να γινόμαστε καλύτεροι; Με αυτήν την εισαγωγή θα σας πω ότι τη βιώσιμη ανάπτυξη δεν θα την φτάσουμε ποτέ, αλλά εάν κινούμαστε στην κατάλληλη πορεία πιστεύω ότι θα βελτιωνόμαστε κάθε μέρα, θα γινόμαστε καλύτεροι. Υπάρχει περίπτωση να φτάσουμε στο τέλειο; Νομίζω πως όχι. Πιστεύω όμως ότι αξίζει να προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε συνεχώς. Δηλαδή να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο. Η λογική «Ας το κάνω και εγώ αφού το κάνουν όλοι» είναι μια λογική που υπήρχε στο παρελθόν και ίσως υπάρχει ακόμα, αλλά δεν είναι η σωστή λογική. Άρα αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δουλέψουμε πάνω στις αξίες μας σαν άνθρωποι, σαν εργαζόμενοι, σαν επιχειρηματίες και σαν επισκέπτες ώστε να πούμε ότι «εγώ δεν θα κάνω αυτό γιατί δεν είναι σωστό» και όχι «γιατί δεν με βλέπει κανείς» ή «εντάξει τώρα δεν πειράζει θα το απορροφήσει, ένα πλαστικό είναι το πέταξα». Το εγχείρημα της βιώσιμης ανάπτυξης είναι δύσκολο, αξίζει όμως να το προσπαθούμε και να κινούμαστε σε αυτήν την κατεύθυνση. Για να το πετύχουμε πρέπει όλες οι πλευρές να συνεισφέρουν και να καταλάβουν τον στόχο 17 που είναι η συνεργασία. Είναι ο μοναδικός στόχος που συζητάμε μέσα στο μάθημα. Χωρίς συνεργασία δεν μπορούμε να πετύχουμε αυτά τα πράγματα και να βελτιωθούμε. Ο ρόλος των ερευνητικών κέντρων, τον πανεπιστημίων, των επιστημόνων είναι πάρα πολύ σημαντικός. Έχουμε ευθύνη να επιδιώξουμε συνεργασία και συνεισφέρουμε όσο μπορούμε. Δεν είμαστε τέλειοι και δεν τα ξέρουμε όλα, αλλά η συνεργασία μεταξύ κοινωνίας των πολιτών, κυβερνητικών φορέων οποιοδήποτε επιπέδου, βιομηχανίας και ανθρώπων γενικότερα είναι πάρα πολύ σημαντική».