Για απουσία ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών κάνει λόγο σε παρέμβασή του ο περιφερειακός σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Νίκος Μανουσάκης, ο οποίος συμμετείχε στη συνεδρίαση, (την Τετάρτη 22-5) του Περιφερειακού Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας ΠΕ Ρεθύμνης, με αντικείμενο τον συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων και τον σχεδιασμό αντιμετώπισης κινδύνων από εκδήλωση δασικών πυρκαγιών.
Στην τοποθέτησή του μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Η απουσία ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, οι διαχρονικές ελλείψεις στην αντιπυρική προστασία, στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, η υποβάθμιση των Δασικών Υπηρεσιών είναι τεράστιες.
Όσον αφορά ειδικότερα την περιοχή του Ρεθύμνου, παραμένουν όλες οι αιτίες και οι αρνητικοί παράγοντες, που τα προηγούμενα χρόνια συνέβαλαν στην εκδήλωση και την εξάπλωση καταστροφικών πυρκαγιών, με πιο πρόσφατη την πυρκαγιά το 2022 στον δήμο Αγίου Βασιλείου, που κατέκαψε τότε περίπου 15.000 στρέμματα γης, γεωργικές καλλιέργειες, κυρίως ελαιώνες και αμπέλια, βοσκοτόπια, στάνες, ζώα και κυψέλες με μελίσσια, με σοβαρές επιπτώσεις σε μελισσοκόμους, αγρότες και κτηνοτρόφους.
Οι επικλήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης και της τοπικής διοίκησης (περιφέρειας και δήμων) για την κλιματική κρίση σε κάθε καταστροφή – είτε πνιγόμαστε είτε καιγόμαστε – δεν μπορούν να γίνουν άλλοθι για να καιγόμαστε «με δικαιολογία». Πίσω από αυτές τις επικλήσεις, κρύβεται η διαχρονική, αντιλαϊκή πολιτική των κυβερνήσεων κεντρικού και τοπικού κράτους που συνειδητά ΔΕΝ θέτει σε προτεραιότητα τα μέτρα πρόληψης, μέτρα αντιπυρικής προστασίας που είναι αναγκαία για να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές. Μέτρα που πρέπει να είναι αυξημένα, λόγω και της κλιματικής κρίσης, που τόσο πολύ την επικαλούνται.
Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Είναι σχεδόν ανύπαρκτα τα μέτρα πρόληψης και αντιπυρικής προστασίας. Παραμένουν οι ελλείψεις σε μέσα, προσωπικό, υποδομές, χρηματοδότηση των αρμοδίων υπηρεσιών και της Δασικής Υπηρεσίας. Συνεχίζεται η πολιτική της διάσπασης της ενιαίας διαχείρισης των δασών και ο αντιεπιστημονικός και καταστροφικός διαχωρισμός της πρόληψης από την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών, με αποτέλεσμα το βάρος να πέφτει σχεδόν αποκλειστικά στην καταστολή.
Η Δασική Υπηρεσία, τα δασαρχεία είναι απογυμνωμένα από χρηματοδότηση και προσωπικό. Στην πυροσβεστική υπηρεσία τα μέσα καταστολής υπολείπονται κατά πολύ για την αποτελεσματική καταστολή, ενώ και οι ελλείψεις σε μόνιμο προσωπικό είναι τεράστιες. Οι μάχιμοι πυροσβέστες κατά την αντιπυρική περίοδο φτάνουν κυριολεκτικά στα όριά τους αφού υφίστανται το «τέντωμα» του εργασιακού τους χρόνου με τις επιφυλακές, για να καλυφθεί η τεράστια έλλειψη προσωπικού».
Παράλληλα ο κ. Μανουσάκης μεταξύ άλλων σημείωσε ότι: «Κάθε πυρκαγιά θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αν εξασφαλίζονταν οι προϋποθέσεις υλοποίησης ενός σύγχρονου αντιπυρικού σχεδιασμού σε επιστημονική βάση, στο πλαίσιο της συνολικής και ολοκληρωμένης διαχείρισης και προστασίας των δασών από κάθε κίνδυνο, που θα έδινε βάρος στην πρόληψη, θα εξασφάλιζε την ενίσχυση των αρμόδιων υπηρεσιών σε χρηματοδότηση, προσωπικό, υποδομές.
Όμως σε όλα τα παραπάνω εμπόδιο μπαίνει ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης και η διαχρονικά ασκούμενη κυβερνητική πολιτική.
Και σε αυτή την περίπτωση, επιβεβαιώνεται η ανάγκη να δυναμώσει ο λαός μας τον αγώνα, για την προστασία της ζωής και της περιουσίας του, του φυσικού μας πλούτου. Για να παρθούν μέτρα προστασίας των δασών. Να παρθούν άμεσα όλα τα αναγκαία μέτρα πρόληψης και προστασίας από τις φυσικές καταστροφές».