Η κατάργηση των σχολικών επιτροπών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τον περασμένο Ιούλιο έχει προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στις σχολικές κοινότητες του Ρεθύμνου, οι οποίες ήδη επιβαρυμένες με ευθύνες και άλλα ζητήματα όπως το οξύ στεγαστικό, πλέον πρέπει να διαχειριστούν και το καθεστώς υποχρηματοδότησης που έχει επιβάλλει για αυτές το υπουργείο.
Με τη θεσμοθέτηση της νέας νομοθεσίας οι καθημερινές απλές δαπάνες για ένα σχολείο από την αγορά της γραφικής ύλης μέχρι την αποκατάσταση μιας μικροζημιάς, ή την επισκευή και επιδιόρθωση μιας σοβαρότερης φθοράς που μπορεί να σημαίνει τον κίνδυνο της ασφάλειας παιδιών και εκπαιδευτικών πλέον δεν βρίσκεται στα χέρια της σχολικής επιτροπής του τμήματος Παιδείας των δήμων που διαθέτουν κάτω από 100 σχολεία αλλά περνάει στη διαχείριση της οικονομικής υπηρεσίας.
Αυτό σημαίνει όχι μόνο ότι τα αιτήματα των σχολείων για μια δαπάνη φιλτράρονται πια από την κρίση της οικονομικής υπηρεσίας αλλά μπλέκονται και στις δύσκαμπτες και χρονοβόρες διαδικασίες του δημοσίου οι οποίες προβλέπουν διαγωνισμούς και συμβασιοποίηση της εκάστοτε δαπάνης είτε αυτή αφορά παροχή υλικών είτε υπηρεσιών. Οι απευθείας αναθέσεις από τις σχολικές επιτροπές που απλοποιούσαν τις διαδικασίες πλέον χάθηκαν μαζί με τις επιτροπές.
Από την άλλη, με την κατάργηση των σχολικών επιτροπών ορίστηκε αρχικά ότι κάθε σχολείο θα λαμβάνει μια πάγια προκαταβολή των 500€ με την οποία θα καλύπτονται ανάγκες άμεσες που δεν αφορούν όμως ούτε κάποια δαπάνη παροχής υπηρεσιών ούτε κάποια δαπάνη που συμπεριλαμβάνεται στους λεγόμενους κωδικούς του δήμου. Αυτή η προκαταβολή έπειτα από τροποποίηση έγινε 1.000€ για κάποια σχολεία ορισμένης δυναμικότητας όμως οι όροι, οι περιορισμοί και οι καθυστερήσεις με τη γραφειοκρατία όπως ισχυρίζονται πολλοί διευθυντές καθιστούν αδύνατη ακόμη και την αξιοποίηση του εν λόγω ποσού.
Η συμμόρφωση με τη νομοθεσία καθότι αναπόφευκτη, αναγκάζει τους διευθυντές να στέλνουν τα αιτήματά τους για τα έξοδα των σχολείων τους σε μια πλατφόρμα που έχει ο δήμος Ρεθύμνης όμως οι διαδικασίες, όπως ισχυρίζονται, ενέχουν πολλές καθυστερήσεις με αποτέλεσμα την υπολειτουργικότητα των σχολείων και την υποβάθμιση εν τέλει του δημόσιου χαρακτήρα τους.
«Δεν είναι δυνατόν να γίνεται αυτή η «οικονομία» από το υπουργείο. Τα πνίγουν τα σχολεία, δεν μπορούμε να εργαστούμε»
Η κατάργηση του θεσμού των σχολικών επιτροπών προήλθε από την ιδέα ότι σε πολλούς δήμους στην Ελλάδα γινόταν ενδεχομένως κάποιου είδους κατάχρησης των χρημάτων με αποτέλεσμα τη διαχείριση των κονδυλίων πια να την κατέχει αποκλειστικά η οικονομική υπηρεσία του δήμου.
Ο κ. Γιάννης Μαρκαντές, διευθυντής στο Πειραματικό Γυμνάσιο του Π.Κ., εξηγεί στα «Ρ.Ν.» πως η εν λόγω «οικονομία» από το υπουργείο απειλεί τη βιωσιμότητα των σχολείων. Ο ίδιος περιγράφει τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργεί η νέα νομοθεσία: «Η κατάργηση των σχολικών επιτροπών έχει επηρεάσει πάρα πολύ αρνητικά τη λειτουργία των σχολείων. Η συντήρηση του σχολείου είναι άθλια. Έχει υποβαθμιστεί πάρα πολύ η υλικοτεχνική υποδομή. Για να προμηθευτούμε τη γραφική ύλη θα πρέπει να έχει γίνει σύμβαση του δήμου με κάποια επιχείρηση που σε ό,τι αφορά αυτό υπάρχει μια και γίνεται δουλειά αλλά με τίποτε άλλο. Για όλα τα αλλά έχουμε πάρα πολύ μεγάλη δυσκολία. Σπάει ένα τζαμί, για να φτιαχτεί καθυστερεί πάρα πολύ με ό,τι κινδύνους εγκυμονεί αυτό το πράγμα. Χαλάει ένα καζανάκι αδύνατο σχεδόν να φτιαχτεί αργεί πάρα πολύ αυτή η διαδικασία. Υπάρχουν σπασμένα πλακάκια τα οποία πέφτουν πάνω στο κεφάλι των καθηγητών, τίποτα. Περιμένουμε σιδερά, κλειδαρά, υδραυλικό. Δεν έρχεται ποτέ. Με πολύ μεγάλη καθυστέρηση αν έρθει και μετά από πολύ μεγάλη πίεση», εξηγεί ο κ. Μαρκαντές και συνεχίζει λέγοντας πως το σχολείο καταφέρνει να (υπο)λειτουργεί περιστέλλοντας τις δραστηριότητες – δυνατότητές του: «Δεν είναι δυνατόν να γίνεται αυτή η «οικονομία» από το υπουργείο. Τα πνίγουν τα σχολεία δεν μπορούμε να εργαστούμε. Αν δεν βοηθούσαν οι γονείς, οι καθηγητές και κάποια χρήματα που μας μένουν από τα προγράμματα Erasmus θα το είχαμε κλείσει το σχολείο. Από τα 100 αιτήματα ικανοποιούνται μετά από πολύ μεγάλο διάστημα τα 10. Ικανοποιούνται αυτά που εγκυμονούν πολύ σοβαρούς κινδύνους για τα παιδιά. Για όλα τα αλλά, όταν χαλάσει π.χ. ένα καζανάκι αυτό δεν είναι επικίνδυνο για τους μαθητές αρά η αποκατάστασή του καθυστερεί. Στην πλατφόρμα που έχει ο δήμος στέλνουμε συνεχώς και διαμαρτυρίες. Έρχεται ένας τεχνικός κάνει τη μισή δουλειά εξαφανίζεται. Περνάνε πέντε μήνες για να ολοκληρωθεί η δουλειά ή υπάρχουν ένα σωρό εκκρεμότητες που δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα. Λειτουργούμε με περιορισμό των δραστηριοτήτων. Αν έχουμε τέσσερις τουαλέτες για τα παιδιά λειτουργούν οι δύο. Τα ντουλαπάκια των παιδιών δεν φτιάχνονται. Είναι απαράδεκτη η κατάσταση από το υπουργείο με τον τρόπο που χρηματοδοτεί τα σχολεία. Πρέπει να αλλάξει η νομοθεσία πάνω σε αυτό το θέμα διότι στο τέλος θα εμφανιστεί ότι κάνουν οικονομία με αυτόν τον τρόπο όμως τι οικονομία είναι αυτή όταν περιστέλλονται οι λειτουργίες του σχολείου; Αυτό δεν είναι πια οικονομία. Έτσι δυσφημείται το δημόσιο σχολείο και αργότερα θα δούμε να ξεφυτρώνουν ιδιωτικά σχολεία και πιστεύω αυτός είναι ο στόχος».
«Οι συμπονετικοί και ενσυναίσθησης λόγοι για τα ΑΜΕΑ είναι κούφιοι»
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η λειτουργία του 1ου Ειδικού Σχολείου Ρεθύμνου όπου η διευθύντρια κ. Αναστασία Παστουρματζή, μίλησε στα «Ρ.Ν.» για τις σοβαρές δυσλειτουργίες ενός σχολείου που έχει ακόμα πιο ιδιαίτερες ανάγκες και απαιτήσεις.
Η κ. Παστουρματζή περιγράφει μια κατάσταση κατά την οποία η αγορά απαραίτητου εξοπλισμού για τη λειτουργία του σχολείου με τα νέα δεδομένα έγκειται πολλές φορές στην εξεύρεση άλλων πόρων πέραν του δημοσίου κονδυλίου που δικαιούται το σχολείο, καθότι οι γραφειοκρατικές διαδικασίες δεν εξυπηρετούν το επείγον της περίστασης: «Με την κατάργηση των σχολικών επιτροπών ουσιαστικά είναι σαν να καταργήθηκαν οι οικονομικοί πόροι προς τα σχολεία. Παλαιότερα με τα χρήματα τα οποία διαθέταμε από τον δήμο μπορούσαμε κατά την κρίση μας, με βάση τις ανάγκες των σχολείων να ψωνίσουμε κάποια πράγματα απαραίτητα και στη συνέχεια καταθέταμε τα τιμολόγια στον δήμο και τελείωνε εκεί η ιστορία. Τώρα υπάρχει μια μορφή – θα το πω εντός εισαγωγικών – αυταρχισμού και λογοκρισίας. Φυσικά σε αυτό ξέρω ότι δεν ευθύνεται ο δήμος. Να το τονίσω αυτό. Για να ψωνίσουμε το οτιδήποτε θα πρέπει να στείλουμε αρχικά ένα αίτημα προς το τμήμα Παιδείας το οποίο θα το προωθήσει προς το οικονομικό τμήμα για να εγκριθεί το αίτημά μας, να μας δώσουν την άδεια. Αυτή η έγκριση – από ό,τι διαπίστωσα εγώ με όσα αιτήματα έχω στείλει – δεν έχει έρθει ποτέ, επομένως τελικά αναγκάζομαι να στρέφομαι σε ιδιώτες, να χρηματοδοτήσουν το παραμικρό που χρειάζεται το σχολείο, με πολύ δυσκολία και κόπο. Και αναφέρομαι τώρα στα βασικά. Δεν συζητάμε για παράδειγμα ότι χάλασε ο εκτυπωτής και θα έπρεπε να πάρω έναν καινούργιο και φυσικά αφού ο καινούργιος εκτυπωτής, με βάση τις τιμές της αγοράς υπερβαίνει τα 150€ θα έπρεπε να έχω μια ολόκληρη διαδικασία γραφειοκρατίας πάρα πολύ φριχτή προκειμένου να μου δικαιολογήσουν το υπερβαίνον των 150€ – γιατί μέχρι 150€ μπορείς να ξοδέψεις για πιο απλές διαδικασίες αλλά από τα 150€ και πάνω οι διαδικασίες γραφειοκρατικά είναι αφόρητες. Συν ότι δεν εγκρίθηκε το αίτημά μου για αγορά νέου εκτυπωτή δηλαδή δεν μου ήρθε πίσω μια έγκριση, αλλά ωστόσο το σχολείο έπρεπε να λειτουργήσει και αναγκάστηκα και πάλι με ιδιώτες να προμηθευτώ νέο εκτυπωτή».
Από την άλλη, η κ. Παστουρματζή τονίζει ότι οι ανάγκες του Ειδικού Σχολείου είναι ιδιαίτερα επαυξημένες καθώς τα παιδιά εκτός του ότι βρίσκονται πιο εκτεθειμένα απέναντι σε ζημιές των υποδομών από την άλλη για τη μαθησιακή τους διαδικασία είναι απαραίτητη η επιστράτευση πολυαισθητηριακών ερεθισμάτων, όπως εξηγεί. Όμως αυτά απαιτούν συχνές εκπαιδευτικές εκδρομές και μετακινήσεις στους διάφορους τόπους, μετακινήσεις οι οποίες επίσης απαιτούν χρήματα και έτσι το σχολείο μη διαθέτοντας τους πόρους αναγκάζεται να μην πραγματοποιεί πολλές από αυτές. Η κ. Παστουρματζή μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Είναι πάρα πολλά τα θέματα της εγκατάλειψης. Επομένως οι λόγοι περί ΑΜΕΑ, οι συμπονετικοί και ενσυναίσθησης λόγοι είναι κούφιοι. Θα γίνει η εκπαίδευση αγοραία κατά εκεί πήγαινε το περιεχόμενό της και τώρα πάει η λειτουργίας της».
«Θα γίνουν τα πράγματα αλλά πιο αργά»
Χαρακτηριστικό της νέας οικονομικής πραγματικότητας για τα σχολεία, αναφέρει ο κ. Ανδρέας Μπενάκης, διευθυντής του 15ου Δημοτικού Σχολείου, είναι ότι η πάγια προκαταβολή που δίνεται στα σχολεία μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο όταν δεν υπάρχει αντίστοιχη σύμβαση από τον δήμο. Ειδάλλως οι διευθυντές βρίσκονται υπόλογοι για την εκάστοτε δαπάνη. «Όλα αυτά είναι πολύ δυσλειτουργικά για οργανισμούς όπως τα σχολεία τα οποία καθημερινά έχουν ανάγκες, από πολύ μικρές έως πολύ μεγάλες. Από τη συντήρησή τους μέχρι τις άμεσες ανάγκες που δεν μπορούμε να περιμένουμε μεγάλα διαστήματα για εγκρίσεις» αναφέρει χαρακτηριστικά και συνεχίζει: «Για παράδειγμα, το 15ο Δημοτικό Σχολείο έχει προβλήματα στην περίφραξη, είναι γνωστά εδώ και πέντε έξι μήνες, κανείς δεν έρχεται να καλύψει και να φτιάξει την περίφραξη που είναι πολύ επικίνδυνο, ενώ έχουμε κάνει αίτημα».
Ενώ, από την άλλη, τονίζει πως παρόλο που ο δήμος έχει συνάψει σύμβαση με ιδιώτες για γραφική ύλη, το διάστημα αναμονής της παραλαβής είναι μεγάλο για είδη όπου η ανάγκη είναι άμεση: «Έγινε ένας διαγωνισμός, τον πήρε ένα βιβλιοπωλείο του Ρεθύμνου, μας στείλανε μια λίστα – πήγανε όλες οι λίστες στο βιβλιοπωλείο από όλα τα σχολεία, το βιβλιοπωλείο πρέπει να τις τσεκάρει, να τις ομαδοποιήσει να κάνει μια παραγγελία και να έρθουν τα πράγματα στο σχολείο. Αυτό τώρα για να υλοποιηθεί μπορεί να περάσει και ενάμισης μήνας. Μα εγώ θέλω τώρα να πάρω πράγματα. Μπορώ; Όχι δεν μπορώ».
Από την πλευρά του ο κ. Νίκος Βασιλόπουλος, διευθυντής του Εργαστηριακού Κέντρου Ρεθύμνου, μιας δομής με ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες καθότι υποστηρίζει τα εργαστήρια των ΕΠΑΛ της πόλης, σημειώνει ότι πολλές φορές η λειτουργία τους καθορίζεται από τη δημιουργικότητα των καθηγητών στην προσπάθειά τους να κάνουν οικονομία και να μην «ξοδέψουν» τα υλικά που απαιτούνται για τα εργαστηριακά μαθήματα.
Ο ίδιος παράλληλα, σημειώνει: «Έστω σπάει ένα τζάμι, όπως έγινε στο εργαστήριό μου: η σχολική επιτροπή είχε φτιάξει μια πλατφόρμα η οποία ευτυχώς υπάρχει ακόμα και περνούσαμε εμείς όλα τα αιτήματά μας με τις ζημιές, αξιολογούνταν και ερχόταν κάποιος και το φτιάχνε. Τώρα όμως πάει στην τεχνική υπηρεσία και ο χρόνος που χρειάζεται είναι πολλαπλάσιος γιατί η τεχνική υπηρεσία θα το δώσει σε έναν υπερεργολάβο ο οποίος θα μοιράσει τη δουλειά στους άλλους συνεργαζόμενους του δήμου. Μπήκε ένα ακόμα βήμα στη διαδικασία. Θα ‘ρθει κάποιος για το τζάμι αλλά δεν θα έρθει στις πέντε μέρες θα έρθει στις 15. Θα έρθει κάποιος για τα υδραυλικά αλλά δεν θα έρθει σε πέντε μέρες θα έρθει σε 1 μηνά. Θα γίνουν τα πράγματα αλλά πιο αργά».
Ν. Παπαδογιάννης: «Οτιδήποτε προταθεί που είναι σε θετική κατεύθυνση το οποίο δεν το έχουμε σκεφτεί, θα το υιοθετήσουμε»
Aπό την πλευρά του ο κ. Νεκτάριος Παπαδογιάννης, αντιδήμαρχος Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Νέας Γενιάς του δήμου Ρεθύμνης εξηγεί στα «Ρ.Ν.», ότι ο όγκος των σχολικών μονάδων που διαχειρίζεται ο δήμος είναι αυτός που αναγκάζει τις διαδικασίες να κινούνται μέσω των διαγωνισμών: «Ο δήμος Ρεθύμνης έχει ένα επιπλέον πρόβλημα: Δεν είναι ένας δήμος που έχει 10-15-20 σχολεία, ώστε να μπορεί να διαχειρίζεται την καθημερινότητα με απευθείας αναθέσεις, καθώς τα ποσά για τους συγκεκριμένους θεματικούς τομείς δεν ξεπερνούν το όριο της απευθείας ανάθεσης. Άρα χρειάζεται να κάνει πολύ μεγάλους διαγωνισμούς».
Και στη συνέχεια ανέφερε ότι σύμφωνα με το νέο καθεστώς τα χρήματα που δίνονται ως πάγια προκαταβολή στα σχολεία για να αξιοποιηθούν θα πρέπει πρώτον να μην παρέχεται από τον δήμο η εν λόγω υπηρεσία και δεύτερον θα πρέπει τα αιτήματα που γίνονται από τους διευθυντές για τις δαπάνες στο τμήμα Παιδείας -τα οποία όπως ανέφερε είναι 40-50 τη μέρα- θα πρέπει να φιλτράρονται από την οικονομική υπηρεσία, που σημαίνει να εξεταστεί από εκείνη αν ο δήμος παρέχει την υπηρεσία αυτή, υπηρεσία που όπως χαρακτηριστικά λέει «μπορεί να παρέχεται σήμερα αλλά να μην παρέχεται αύριο ή μπορεί να μην παρέχεται σήμερα και να παρέχεται αύριο» και από την άλλη, πλέον η οικονομική υπηρεσία του δήμου είναι εκείνη η οποία θα πρέπει να διαπιστώνει αν οι εν λόγω δαπάνες είναι απαραίτητες για τα σχολεία.
«Όλο αυτό το πολύπλοκο δαιδαλώδες γραφειοκρατικό σύστημα που μας έβαλε το κεντρικό κράτος προσπαθούμε να το ακολουθήσουμε για να μην υπάρχουν καταλογισμοί. Διότι ξέρετε στα χρήματα τα λίγα που παίρνουν την πάγια προκαταβολή οι διευθυντές των σχολείων και μπορούν να αξιοποιήσουν άμεσα πρέπει να μην παρέχει τις συγκεκριμένες υπηρεσίες ο δήμος με αποτέλεσμα ένα αίτημα μέχρι να αξιοποιηθεί χρειάζεται να υποστεί τη βάσανο της ασφάλειας των δημόσιων δαπανών: ότι πάει για τον σωστό σκοπό, ότι είναι επιλέξιμο δηλαδή ότι δεν παίρνει ο κάθε διευθυντής αυτό που νομίζει κ.λπ. ή αυτό είναι απαραίτητο, είναι άμεσο και δεν μπορεί να ενταχθεί σε έναν μακροχρόνιο διαγωνισμό που θα βγει του χρόνου. Δηλαδή ένα μεγάλο φωτοτυπικό δεν επιτρέπεται να αγοραστεί, θα πρέπει να μπει σε έναν μεγάλο διαγωνισμό να αγοραστεί του χρόνου και θα πρέπει δυστυχώς οι διευθυντές να προβλέπουν τα πάντα, να μας στέλνουν τις ανάγκες τους στις αρχές του χρόνου αυτές να καταγράφονται και να βγαίνουν οι μεγάλοι διαγωνισμοί. Εγώ με αυτό το σύστημα δεν συμφωνώ είναι τρομερά γραφειοκρατικό και αργό τη στιγμή που σε πολλά σχολεία όπως τα νηπιαγωγεία πχ οι διευθυντές αλλάζουν κάθε χρόνο οπότε δεν μπορούν εύκολα να κάνουν σχεδιασμό».
Ο κ. Παπαδογιάννης σημειώνει, επίσης, τον σχεδιασμό του δήμου για την εξομάλυνση της κατάστασης: «Αυτή τη στιγμή κάνουμε πολύ μεγάλους διαγωνισμούς τριών και δύο χρόνων δεσμεύοντας έναν μεγάλο αριθμό από κονδύλια τα οποία θα είναι πολύ παραπάνω, δηλαδή βάζουμε και κονδύλια από τον δήμο για την καθημερινότητα των σχολείων, ώστε να μπουν εργολάβοι οι οποίοι θα είναι έμπειροι και δεν θα εμπλακούμε ξανά με διαγωνισμούς και με καθυστερήσεις. Το δεύτερο πράγμα που κάνουμε είναι ότι προσπαθούμε να ελαφρύνουμε το σύστημα και το πρόβλημα που έχουν οι διευθυντές που φοβούνται καταλογισμούς. Ξέρετε ότι σε πολλά σχολεία του δήμου μας – 38 για την ακρίβεια, τα χρήματα επιστράφηκαν πίσω ως εδόθησαν. Διότι οι διευθυντές φοβούνται ότι θα έχουν καταλογισμούς. Το σύστημα που έχουμε οργανώσει είναι τέτοιο που πλέον δεν θα υπάρχει καμία απολύτως αμφιβολία: Δηλαδή γίνεται το αίτημα στο τμήμα Παιδείας, το τμήμα παιδείας εγγράφως ρωτάει την οικονομική και τεχνική υπηρεσία αν η συγκεκριμένη υπηρεσία παρέχεται από τον δήμο, αυτό απαντιέται εγγράφως και ενημερώνονται τα σχολεία αν μπορούν να ξοδέψουν χρήματα της πάγιας προκαταβολής για μια άμεση ανάγκη. Το σύστημα αυτό λειτουργεί αυτή τη στιγμή και μάλιστα με ηλεκτρονικό τρόπο. Προφανώς όταν θα ζητήσει κανείς κάτι να γίνει και είναι άμεσο δεν θα μπορεί να το κάνει την ίδια μέρα. Θα χρειαστεί μια με δύο μέρες το αργότερο τρεις μέρες από ό,τι παρακολουθώ τα αιτήματα. Και μιλάμε πάντα για τα άμεσα. Όλα τα μη άμεσα και μακροπρόθεσμα, αυτά εντάσσονται σε διαγωνισμούς».
Πάντως ο κ. Παπαδογιάννης τονίζει ότι αν και βρίσκεται αντίθετος με την εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθεσίας, ο δήμος είναι υποχρεωμένος στην τήρησή της. Παρόλα αυτά τονίζει «Το τμήμα Παιδείας, οι υπάλληλοι, είμαστε ανοιχτοί σε οποιονδήποτε έχει να προτείνει κάτι για βελτίωση. Είμαστε ανοιχτοί, το γραφείο μου είναι ανοιχτό. Οτιδήποτε προταθεί που είναι σε θετική κατεύθυνση το οποίο δεν το έχουμε σκεφτεί θα το υιοθετήσουμε».