Ικανοποιητική κρίνεται η κίνηση στα τουριστικά καταστήματα του Ρεθύμνου, αφού ο ερχομός των πρώτων τουριστών στην πόλη έχει οδηγήσει κλιμακωτά και στην αύξηση των τζίρων τους, σε σύγκριση πάντα με τα προηγούμενα δύο χρόνια της πανδημίας, κατά τα οποία οι επιχειρήσεις ήταν ως επί το πλείστον κλειστές ή σε κάθε περίπτωση, υπολειτουργούσαν.
Αυτό που προβληματίζει βέβαια τους επιχειρηματίες εποχιακών καταστημάτων φέτος, είναι πως στην πλειοψηφία τους οι επισκέπτες της πόλης δεν είναι διατεθειμένοι να αφήσουν πολλά χρήματα στα ταμεία τους, κάτι που βέβαια δεν είναι παράλογο μιας και οι ίδιοι στις χώρες τους ήταν αντιμέτωποι με τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού. Από την άλλη η ακρίβεια που επικρατεί ως απόρροια της ενεργειακής κρίσης αποτελεί έναν ακόμα αποτρεπτικό παράγοντα για αγορές.
Παρότι υπάρχει λοιπόν κίνηση στα εμπορικά τουριστικά καταστήματα, με τους τουρίστες να τα επισκέπτονται και να δείχνουν ενδιαφέρον στα προϊόντα ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που… αποχωρούν με «άδεια» χέρια. Όταν αποφασίζουν να προχωρήσουν σε κάποια αγορά, δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση σε μαγιό, καπέλα και καλοκαιρινά ρούχα, ενώ αρκετοί προσπαθούν να κάνουν «παζάρια» με τους επιχειρηματίες, με σκοπό να πετύχουν μια καλύτερη τιμή.
Οι επιχειρηματίες από την πλευρά τους, αποδίδουν την εικόνα αυτή στη γενικότερη κρίση που επικρατεί στην Ευρώπη, ενώ εκτιμούν ότι με την πάροδο της σεζόν και με την εναλλαγή των επισκεπτών η κατάσταση θα βελτιωθεί. Προσπαθούν μάλιστα να απορροφήσουν οι ίδιοι, όσο αυτό είναι δυνατόν, τις αυξήσεις και τις ανατιμήσεις που σημειώνονται ως απόρροια του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης.
Πιο συγκεκριμένα, σε δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.», ο Γιώργος Νικολακάκης, ιδιοκτήτης τουριστικού καταστήματος στην παραλία Ρεθύμνου παραδέχθηκε, ότι υπάρχει μεν κίνηση, αλλά δυστυχώς ο κόσμος δεν ψωνίζει. «Δεν υπάρχει πάρα πολύ ενδιαφέρον, αλλά πιστεύουμε ότι με τις αλλαγές του κόσμου θα έρθουν επισκέπτες που θα είναι διατεθειμένοι να ψωνίσουν. Όλη η κρίση που επικρατεί στην Ευρώπη έχει επηρεάσει την κίνηση στον τουρισμό, αλλά και στα καταστήματά μας. Ένας ακόμη παράγοντας είναι φυσικά το γεγονός ότι έχουν ανέβει οι τιμές παντού, με αποτέλεσμα οι τουρίστες να μπαίνουν στα καταστήματα, να κοιτάνε, αλλά να μην προχωρούν πάντα σε αγορές».
Ανάλογη εικόνα περιέγραψε και η Έσθερ Παυλιδάκη, η οποία ανέφερε ότι ο Μάιος ολοκληρώθηκε με καλούς τζίρους στο κατάστημά της και η αύξηση των τουριστών στο Ρέθυμνο έχει γίνει πέρα για πέρα αισθητή. Βέβαια όπως επεσήμανε ότι, «Πολλοί τουρίστες μπαίνουν στα καταστήματά μας, χαζεύουν, αλλά σε καμία περίπτωση δε θα προχωρήσουν όλοι σε αγορές». Σε γενικές γραμμές όμως η κατάσταση που επικρατεί θυμίζει τις καλές εικόνες του 2019. «Μέχρι στιγμής είμαστε ευχαριστημένοι και πιστεύω ότι αν συνεχιστεί έτσι η κίνηση και γεμίσουν και τα ξενοδοχεία θα είμαστε πολύ καλά».
Από την πλευρά του ο Κουτσουρούμπης Γιαννίκος, διαπίστωσε ότι ανάλογα τα group των επισκεπτών που καταφθάνουν στο νησί καθορίζεται και η κίνηση στο μαγαζί του. «Δουλεύουμε μια εβδομάδα σχετικά καλά, μετά όμως μπορεί να περάσουν 20 ημέρες και να μην δουλέψουμε. Αυτό θεωρώ ότι οφείλεται στην ποιότητα των επισκεπτών γιατί τη μια εβδομάδα τα group που έρχονται ψωνίζουν και έχουμε δουλειά και την άλλη εβδομάδα δεν έχουμε».
Όπως τονίζει, σε σχέση με τα προηγούμενα δύο χρόνια που τα καταστήματά τους ήταν κυρίως κλειστά, η κατάσταση είναι σαφώς καλύτερη φέτος. «Πέρυσι εγώ άνοιξα τέλη Ιουνίου, οπότε φέτος που είμαστε ήδη ανοιχτά είναι μια «ανάσα». Δεν μπαίνουμε «μέσα» σαν επιχείρηση, αλλά σίγουρα το κέρδος δεν είναι το επιθυμητό. Ευελπιστούμε ότι θα βελτιωθεί η κατάσταση όμως τους επόμενους μήνες». Σύμφωνα με τον ίδιο, «Τον Απρίλιο 10 μέρες πήγαμε κάπως καλύτερα, μετά ένα 20ημερο δεν είχε καθόλου δουλειά. Το τελευταίο 10ημέρο του Μαΐου κάτι κάναμε, αλλά τώρα ο Ιούνιος έχει μπει κάπως υποτονικά».
Ο κ. Κουτσουρούμπης ανέφερε κλείνοντας ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία, αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην πορεία της τουριστικής κίνησης, καθώς έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών, αλλά και σε… παζάρια, από πλευράς των υποψήφιων πελατών. «Σε ορισμένα είδη έχουμε αυξήσει τις τιμές μας γιατί και εμείς τα προμηθευόμαστε πιο ακριβά. Ο κόσμος πάντα προσπαθεί να κάνει παζάρια. Εμείς προσπαθούμε να κρατήσουμε τις τιμές όσο το δυνατόν πιο χαμηλές, ειδάλλως θα έχουμε μεγάλο πρόβλημα», καταλήγει.