Είναι γεγονός ότι το πρώτο διάστημα μετά την κατάκτηση από τους Βενετούς, οι Κρήτες προσπάθησαν με επανειλημμένες επαναστάσεις να τους διώξουν, λόγω της σκληρής διοίκησης και της εξοντωτικής φορολογίας που αρχικά εφάρμοσε η Βενετία. Αργότερα, όμως, η εμφανισθείσα τουρκική απειλή ανάγκασε τη Βενετία να χαλαρώσει την καταπίεση και να προσπαθήσει να προσεταιριστεί τους Κρητικούς.
Τότε, η συνεργασία αυτή των δύο λαών ήταν που δημιούργησε το μέγα θαύμα, την άνθιση αυτή των επιστημών, των τεχνών και των γραμμάτων, που ονομάζουμε σήμερα Κρητική Αναγέννηση. Τα χρόνια από το 1500 μέχρι το 1669 έμειναν στην κρητική ιστορία τα πιο φωτεινά, που προβάλλουν σπουδαία κατορθώματα σε πολλούς τομείς της Τέχνης και της Επιστήμης, όπως λαμπρά οικοδομήματα, κρήνες και μνημεία στην αρχιτεκτονική, έργα μνημειακής τέχνης στη ζωγραφική και την κρητική αγιογραφία (Μ. Δαμασκηνός, Κλόντζας, Εμμανουήλ Τζάνε Μπουνιαλής) και στη λογοτεχνία και το θέατρο (Γεώργιος Χορτάτσης, Βιτσέντζος Κορνάρος, με κορυφαίες τους δημιουργίες στο θέατρο την Ερωφίλη και τον Ερωτόκριτο).
Αυτό το τελευταίο δημιουργικό διάστημα των χρόνων της Ενετοκρατίας μελετά με το τελευταίο βιβλίο του «Γνωριμία με το Ρέθυμνο της Αναγέννησης» ο καλός φίλος και ακούραστος ερευνητής της τοπικής μας Ιστορίας κ. Χάρης Κ. Στρατιδάκης.
Πρόκειται για μιαν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και από πάσης πλευράς άρτια και εμπεριστατωμένη ενημέρωση επί του γνωστικού φαινομένου που εκ των υστέρων αποκλήθηκε «Κρητική Αναγέννηση». Το νέο αυτό καλλιτεχνικό ρεύμα είχε αρχίσει να φθάνει στην Κρήτη ήδη από τα τέλη του 15ου αιώνα και, έκτοτε, σταδιακά, κυριάρχησε στο νησί για ενάμιση αιώνα στον χώρο της λογοτεχνίας, του θεάτρου, της ζωγραφικής, της μουσικής, της αρχιτεκτονικής και της γλυπτικής, φθάνοντας στα χρόνια της κατάληψης της Κρήτης από τα οθωμανικά στρατεύματα (1645-1669) και σε αυτόν τον μανιερισμό και το μπαρόκ, όπως το συναντούμε πολύ συχνά στις μέρες μας. Και με τους τελευταίους αυτούς όρους εννοούμε την αναζήτηση από την τέχνη της απόλυτης επιτήδευσης στο ύφος και στην τεχνοτροπία ενός καλλιτεχνικού δημιουργήματος, που φθάνει να χάνει τη φυσικότητα και την πρωτοτυπία του, σε αντίθεση με τα γνήσια αναγεννησιακά ιδεώδη, τα οποία αναζητούσαν τη ρεαλιστική και πραγματιστική απεικόνιση των φυσικών αναλογιών.
Ο συγγραφέας παρακολουθεί την Κρητική Αναγέννηση εντοπίζοντάς την στα σημαντικότερα ρεύματα εκπροσώπησής της, όπως στην «Κρητική Σχολή» στον χώρο της ζωγραφικής (με κυριότερους εκπροσώπους της τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, τον Μιχαήλ Δαμασκηνό, τον Γεώργιο Κλώντζα, τον Εμμανουήλ Λαμπάρδο κ.ά.), στην αρχιτεκτονική και στη γλυπτική (με σπουδαία δείγματά της σε μεγάλα μοναστήρια της Κρήτης, σε βίλες και κρήνες τόσο στον νομό Ρεθύμνου, όσο και σε όλη την Κρήτη) και στη μουσική (με γνωστότερο εδώ τον Φραγκίσκο Λεονταρίτη 1518- 1572).
Σημαντικό στο Μέρος αυτό του βιβλίου το κεφάλαιο της μεταφύτευσης της Κρητικής Αναγέννησης στα νησιά του Ιονίου (Ζάκυνθο, Κέρκυρα, Κεφαλονιά) και του Αρχιπελάγους (κυρίως Νάξο και Πάρο), μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τα οθωμανικά στρατεύματα.
Την αναγέννηση στο Ρέθυμνο εκφράζει για τον συγγραφέα πολύπλευρα και με μοναδική δυναμικότητα ο θαυμάσιος ζωγραφικός πίνακας Civitas Rethymnae, του Ανώνυμου Ρεθεμνιώτη Ζωγράφου, ο οποίος, για τον λόγο αυτόν, κατέχει στο παρουσιαζόμενο βιβλίο περίοπτη θέση συνολικά όσο και αποσπασματικά, προκειμένου να τονιστούν η καθημερινή ζωή των Ρεθεμνιωτών (περίπατοι στην παραλία και στις πλατείες), ο πολεοδομικός της πόλης ιστός κατά τη Βενετοκρατία (piazza, δρόμοι, γρότες και καντούνια) και τα λοιπά περίφημα μνημεία της (Φορτέτσα, κρήνη Rimondi, Lozzia), πράγματα που απασχόλησαν σε σοβαρές μελέτες και διδακτορικές διατριβές ερευνητές, όπως τον Giuseppe Gerola, τον Ιορδάνη Δημακόπουλο, την Ιωάννα Στεριώτου, τον Νίκο Παναγιωτάκη, τον Ανδρέα Νενεδάκη, τον Κώστα Καλοκύρη και τον Στυλιανό Αλεξίου.
Πόλη με έντονο τον Αναγεννησιακό της χαρακτήρα, το Ρέθυμνο ζει, τώρα και 25 χρόνια, σε ρυθμούς αναγεννησιακούς στη διάρκεια του Αναγεννησιακού φεστιβάλ, ενός θεσμού εμπνευσμένου, από τον οποίο εκπορεύεται καθαρή και αυθεντική Τέχνη.
Στα πλαίσια τού εν λόγω φεστιβάλ και με την ίδια αντίληψη κινούμενος ο κ. Στρατιδάκης πραγματοποίησε αργότερα τις περίφημες εκείνες ξεναγήσεις του, μέσα από τις οποίες διδάσκει κατά τρόπο εποπτικό στους συμπολίτες μας, μεταδίδοντάς τους γνώσεις πολύτιμες γύρω από τον αναγεννησιακό χαρακτήρα της πόλης του Ρεθύμνου και το εντυπωσιακό φαινόμενο της ρεθεμνιώτικης Αναγέννησης, όπως αυτό καθίσταται φανερό μέσω των δεκάδων Ρεθεμνιωτών συντελεστών της σε όλα τα πεδία των επιστημών.
Έτσι στις σελίδες 78-88 του βιβλίου εμπεριέχονται και παρακολουθούμε τα βήματα τριών εντυπωσιακών διαδρομών σε καλά διατηρούμενους αναγεννησιακούς οικισμούς της πόλης του Ρεθύμνου (παλιά πόλη) αλλά και σε οικισμούς, ενώ το βιβλίο συνοδεύει έγχρωμος χάρτης του δήμου και της Παλιάς Πόλης του Ρεθύμνου, όπου σημειώνονται οι θέσεις στις οποίες βρίσκονται πενήντα ένα αναγεννησιακά αξιοθέατα, των οποίων, στον ίδιο χάρτη, παρατίθενται και οι έγχρωμες εικόνες των.
Πρόκειται για μια, πράγματι, ενδιαφέρουσα εργασία, απόρροια των συστηματικών ερευνών τού συγγραφέα της, κ. Χάρη Στρατιδάκη, ακούραστου εργάτη και οτρηρού ερευνητή στον χώρο των Κρητολογικών και όχι μόνο Γραμμάτων. Δεν έχω παρά να του ευχηθώ να έχει απεριόριστες ψυχικές δυνάμεις, προκειμένου να επιτυγχάνει όλο και γενναιότερες και βαθύτερες στον πάτριο τόπο εξερευνήσεις, που θα αποσκοπούν στην πληρέστερη τού τόπου μας προσέγγιση, που – ας μην το ξεχνούμε – αποτελεί έργο εθνικής σημασίας και πολιτιστικής ομορφιάς.
http://ret-anadromes.blogspot.com