Ως μια καθυστερημένη προσπάθεια για τα λάθη του χτες για το μέλλον του Ρεθύμνου χαρακτηρίζει η επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης του δήμου Ρεθύμνου Ειρήνη Κουτσαλεδάκη, τον χωροταξικό σχεδιασμό στον δήμο Ρεθύμνου, τονίζοντας την επιτακτική ανάγκη επίσπευσης της διαδικασίας με σύμμαχο το ΤΕΕ και την επιστημονική γνώση για την χωροταξική οργάνωση του τόπου.
Σε σχετικό ενημερωτικό σημείωμα της τονίζει: «Η απώλεια μιας ενιαίας σύγχρονης χωροταξικής πολιτικής είναι ένα από τα πολλά μεταπολιτευτικά ελλείμματα της χώρας μας σε σχέση με τον δυτικό κόσμο στον οποίο και επίσημα ενταχθήκαμε πριν αρκετές δεκαετίες. Ακριβώς για αυτό αποτέλεσε την ιδανική ευκαιρία για αυτοδιοίκητους με τεχνικές γνώσεις και κυρίως με όρεξη και ουσιαστική οργανωτική κουλτούρα να προχωρήσουν μεμονωμένα σε ένα σχεδιασμό για τις περιοχές ευθύνης τους. Έτσι χωρίς να αδικούμε κανέναν έχουμε παραδείγματα και αντιπαραδείγματα: Παράδειγμα σωστής χωροταξικής οργάνωσης αποτελεί ο Βόλος, ενώ αντιπαράδειγμα αποτελεί το γειτονικό μας Ηράκλειο.
Με το χωρικό σχεδιασμό οργανώνονται περιοχές κατάλληλες για παραγωγικές δραστηριότητες, δραστηριότητες επιχειρηματικού ενδιαφέροντος και δημόσιες δομές σε περιοχές εντός και εκτός σχεδίου με κατάλληλο γεωγραφικό ανάγλυφο και χαρακτήρα. Καθορίζονται περιοχές προστασίας, προβολής και ανάδειξης με επιτρεπόμενες κατηγορίες χρήσεων γης και άσκησης δραστηριοτήτων .Περιοχές με ειδικό νομικό καθεστώς. Αναδεικνύονται αρχαιολογικοί χώροι ,χώροι ιστορικού χαρακτήρα και προστατεύονται με όρους και ειδικού καθεστώτος περιορισμούς. Ο χωροταξικός σχεδιασμός έρχεται να θεραπεύσει το παρελθόν και να βάλει τις βάσεις για ένα αναπτυξιακό και πιο οργανωμένο μέλλον. Ως εκ τούτου έρχεται να βοηθήσει να πάμε καλυτέρα, κάτι που όλοι οι φορείς, οι ενεργοί πολίτες και ο τεχνικός κόσμος αναγνωρίζουμε. Για να μπορέσουμε όμως να αντιληφθούμε τη σημασία του πρέπει να αντιληφθούμε τα προβλήματα που έχουν προκύψει από τη διαχρονική έλλειψη του σημαντικού αυτού εργαλείου. Το Ρέθυμνο έμεινε πίσω σε επίπεδο χωροταξικού σχεδιασμού με μοιραίες για την ανάπτυξη μας συνέπειες. Αντί να υπάρχει ως ένα υπαρκτό σχέδιο ανάπτυξης του αστικού ιστού προχωρήσαμε άναρχα, χωρίς πολεοδομικά εργαλεία, χωρίς δυνατότητα επέκτασης του αστικού ιστού για την εκτόνωση της οικιστικής ζήτησης. Αποτέλεσμα: Να μπορούμε οριακά να στεγάσουμε, γιατρούς, δασκάλους, φοιτητές και επισκέπτες με αποτέλεσμα να επικρατούν στο Ρέθυμνο συνθήκες παραμεθορίου. Η μη ύπαρξη και εφαρμογή πολεοδομικού σχεδιασμού έχει αναπόφευκτα προκαλέσει σειρά συνεπειών αρνητικών για τον τόπο μας και τους ανθρώπους του. Σε πολλά ζητήματα δόθηκαν λύσεις σε τοπικό επίπεδο μέσα από σπασμωδικές προσπάθειες λόγω απουσίας ενός καθολικού οράματος και σχεδιασμού. Δεν υπήρξε διακριτός χαρακτήρας και ειδικός αναπτυξιακός ρόλος μεταξύ ορεινών, παράκτιων και ημιορεινών περιοχών.
Παρ’ όλα αυτά ακόμα και τώρα ο σχεδιασμός δεν προχώρησε λόγω ετοιμότητας του δημοτικού συστήματος αλλά υπήρξε κεντρική κατεύθυνση στην οποία συρθήκαμε: Ειδικότερα, το 2020 επιταχύνθηκε ο χωροταξικός σχεδιασμός σε όλη τη χώρα με νομοσχέδιο που προέβλεπε μεταξύ άλλων τη μείωση του απαιτούμενου χρόνου εκπόνησης των πολεοδομικών μελετών στα 2,5 χρόνια και την εκπόνηση ενός ενιαίου προγράμματός πολεοδομικών μελετών με 500 Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ και προτεραιότητα στη νησιωτική χώρα συμπεριλαμβανόμενου και της Κρήτης. Η απαιτούμενη χρηματοδότηση εξασφαλίστηκε από το Ταμείο Ανάκαμψης και με τη σταθερή αρωγή, παρακολούθηση και τεχνική υποστήριξη του ΤΕΕ.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη και θα πρέπει να προωθηθεί χωρίς άλλη καθυστέρηση η εκπόνηση του Στρατηγικού Χωρικού Σχεδίου για το Ρέθυμνο το οποίο θα αφορά ολόκληρο το Δήμο και θα καθορίζει την ισορροπημένη κατανομή των πόρων, των ευκαιριών ανάπτυξης, των υποδομών, των μεγάλης κλίμακας χρήσεων. Ως συνδυασμός στηρίζουμε μια ολιστική προσέγγιση για τη βιώσιμη και ισόρροπη ανάπτυξη του Δήμου που θα λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, την κατανομή του πληθυσμού, τις ανάγκες της κοινωνίας και τους επιδιωκόμενους στόχους της πολιτείας αναφορικά με τις χρήσεις γης, τη διατήρηση της φύσης και του τοπίου, τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, την κοινωνική συνοχή και την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος. Έχοντας ως βάση την ανάγκη οργανωμένης ανάπτυξης ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη χωροθέτηση τομεακών πρωτοβουλιών – δραστηριοτήτων (βιομηχανία, τουρισμός, γεωργική ανάπτυξη κ.α.). σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος που δεν μπορεί παρά να βρίσκεται στον πυρήνα της χωροταξικής πολιτικής. Ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις για επίτευξη του στόχου για κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 (Fit for 55) και τις προκλήσεις που αναμένεται να επιφέρει η αύξηση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα κατά τα επόμενα έτη. Επίσης είναι βαρύνουσας σημασίας η ύπαρξη κατευθύνσεων υποδομών για την υλοποίηση ενός αναπτυξιακού οράματος για το Ρέθυμνο. Επίσης δεν μπορούμε να εξαιρέσουμε τη συμβολή που θα έχει ο χωροταξικός σχεδιασμός στη μακροπρόθεσμη προοπτική εξασφάλισης προσιτής στέγης, σε συνάρτηση με την υψηλή ποιότητα ζωής που ήδη έχει ο τόπος μας αλλά και την ένταξη στη μελέτη πράσινων σημείων ΣΜΑ, τη χωροθέτηση του ΚΤΕΛ ,του νέου Νοσοκομείου, την ανάπτυξη – βελτίωση του κυκλοφοριακού δικτύου και τόσων άλλων υποδομών.
Επενδύουμε στο πλαίσιο για τα «πράσινα νησιά» για την τόνωση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, και στη «γαλάζια ανάπτυξη» για την ανάπτυξη του θαλάσσιου χώρου με ταυτόχρονη προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Γίνεται αντιληπτό ότι αυτός ο σχεδιασμός αποτελεί προαπαιτούμενο για ότι πρόκειται, πρέπει και μπορεί να κατασκευασθεί στον Δήμο μας, είτε αφορά σε επένδυση, είτε σε έργο υποδομής, είτε σε ιδιωτική ή δημόσια χρήση ακινήτου. Την ίδια στιγμή, αποσκοπεί στην ισόρροπη ανάπτυξη του χώρου μέσα από την οποία θα πετύχουμε την βιώσιμη ανάπτυξη του όμορφου τόπου μας. Για αυτό και πρέπει να υπάρξει εκτεταμένη διαβούλευση και οι πολίτες να γνωρίζουν τι γίνεται με ακρίβεια.
Πρέπει λοιπόν να αφήσουμε την οπισθοδρομική προσέγγιση των πανηγυρισμών μετά από 20 χρόνια αδράνειας και να προχωρήσουμε γρήγορα. Με σύμμαχο τον τεχνικό κόσμο, το ΤΕΕ και την επιστημονική τεχνική γνώση θα πετύχουμε εξέλιξη χωροταξική, η οποία θα είναι εχέγγυο ποιότητας ζωής για εμάς και τα παιδιά μας».