Έχουν περάσει δεκατρείς και πλέον μήνες απ’ την επίσκεψη του Υπουργού Ενέργειας & Περιβάλλοντος Κώστα Σκρέκα στην Κρήτη, για το θέμα των δασικών χαρτών. Παρά την ρητή δέσμευση του για λύση, ο πυρήνας του προβλήματος, δηλαδή το ιδιοκτησιακό, παραμένει άλυτο και αδιευκρίνιστο.
Προσμετρώντας ως θετική εξέλιξη την εξαίρεση ασπαλάθων και δασωμένων αγρών, ακόμα και η δέσμευση του για στελέχωση του δασαρχείου, παραμένει ανεκπλήρωτη. Καθώς εξακολουθεί να είναι ελλειμματική και υποτυπώδης.
Είναι ενδεικτικό ότι έγινε εκ νέου ανάρτηση, χωρίς ωστόσο να έχει ελεγχθεί καν, το 30% των εκτάσεων της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου. Ήδη το Δασαρχείο έχει ζητήσει απ’ το Υπουργείο να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος, για να ελεγχθούν οι συγκεκριμένες εκτάσεις, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει εισακουστεί.
Θα πρέπει να γίνει επιτέλους κατανοητό, από το κεντρικό κράτος και τις υπηρεσίες του Υπουργείου, ότι κανείς απ’ όλους εμάς, τους πολίτες, δε ζητάει ν’ αλλάξει η νομοθεσία για την προστασία του δάσους.
Ζητάμε όμως το αυτονόητο: να μπορεί να αναγνωρίζεται η περιουσία του πολίτη σαν ιδιωτικό δάσος, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης και σίγουρα όχι με συμβόλαια, καθώς στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων στην Κρήτη δεν υπάρχουν.
Θα πρέπει κάποιοι να μην ξεχνούν το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, που ισχύει στην Κρήτη και σε κάποιες άλλες περιοχές της χώρας, όσον αφορά την ανυπαρξία του τεκμηρίου ιδιοκτησίας υπέρ του δημοσίου (άρθρο 62 του Ν.998/1979).
Τις προηγούμενες μέρες δόθηκε μια ολιγοήμερη παράταση, μόνο πέντε ημερών, δηλαδή έως 31 – 5 – 2022 για το χρόνο υποβολής αντιρρήσεων, κατά του δασικού χάρτη. Ευελπιστώ ότι η κίνηση αυτή είναι μέρος, ενός ευρύτερου σχεδιασμού για επιπλέον πολύμηνη παράταση, έτσι ώστε να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στους ιδιώτες να καταθέσουν τις αντιρρήσεις τους, αλλά και στην υπηρεσία του τοπικού δασαρχείου να συνεχίσει τις εσωτερικές διορθώσεις στις εκτάσεις, που δεν έχουν ελεγχθεί. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η παράταση αυτή, κινδυνεύει να είναι ο ορισμός της γραφικότητας.
Θα έπρεπε, οι θεσμικοί φορείς του νομού και του νησιού γενικότερα, να είχαν ήδη απαιτήσει την εκ νέου «κάθοδο» του Υπουργού κ. Σκρέκα στην Κρήτη. Ο χρόνος, ο οποίος είχε ζητήσει, προκειμένου να λύσει το πρόβλημα, έχει παρέλθει.
Αυτή την φορά, οι δεσμεύσεις του θα πρέπει να είναι γραπτές και συγκεκριμένες:
Το δημόσιο δε θα εγείρει αξιώσεις στις δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις κατά την ανάρτηση του κτηματολογίου, εκτός από τις εκτάσεις, για τις οποίες κατέχει τίτλο κυριότητας.
Θα πρέπει να διασφαλιστούν οι επιδοτήσεις των αγροτών και κτηνοτρόφων, οι οποίες μέχρι σήμερα ενεργοποιούνται σε δασικές εκτάσεις στον υπό ανάρτηση χάρτη, χωρίς κυρώσεις και καταλογισμούς, όπως έχει παρατηρηθεί να γίνεται σε άλλες περιοχές της χώρας, μετά την ανάρτηση.
Επίσης, είναι αναγκαία και επιβεβλημένη η «γενναία» μείωση του τέλους των αντιρρήσεων, σε μία χρονική συγκυρία, που ο πολίτης δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στα καθημερινά και «αυτονόητα», λόγω της εκρηκτικής αύξησης του πληθωρισμού.
Είναι αυτονόητο ότι, η σωστή αποτύπωση του δασικού χάρτη θα αποτελεί ένα σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο για όλους. Όμως, λόγω του γεγονότος, ότι η σύνταξη των δασικών χαρτών έγινε με τρόπο πρόχειρο και καθόλου ενδελεχή, σε συνάρτηση με το πλήθος των άστοχων χειρισμών των τελευταίων ετών, στην συνείδηση των κατοίκων του νησιού είναι κατασταλαγμένο και δικαίως νομίζω, ότι οι δασικοί χάρτες αποτελούν την μεγαλύτερη νόμιμη ληστεία του Δημοσίου, έναντι της ιδιωτικής περιουσίας.
Έστω και την τελευταία στιγμή, θα πρέπει αναληφθούν οι απαραίτητες πρωτοβουλίες, καθώς μετά το πέρας των προθεσμιών και την κύρωση του δασικού χάρτη, καμία αντίδραση, ούτε επιτρέπεται και ούτε νομιμοποιείται.
Εκ των υστέρων, κανείς – απ’ όποια θέση κι αν βρεθεί – δεν μπορεί να ισχυριστεί, ότι δε γνώριζε ή ότι δεν προέβλεπε τη νέα «τάξη πραγμάτων».
Ως εκ τούτου, όσο υπάρχει ακόμη το χρονικό περιθώριο, να μην επιτρέψουμε να θεωρηθεί στο τέλος η ανοχή ως συναίνεση και συνενοχή.