Αν μας ζητούσαν να επιλέξουμε μεταξύ άλλων το βασικότερο ζήτημα που αναδείχθηκε στην περίοδο της πανδημίας και της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης είναι η ανάγκη για ένα αποτελεσματικό και επαρκές δημόσιο σύστημα Υγείας που θα βρίσκεται στην υπηρεσία όλων των πολιτών. Οι υπεράνθρωπες προσπάθειες του υγειονομικού προσωπικού του ΕΣΥ, γιατρών και νοσηλευτών, που η πλειοψηφία τους δεν δείλιασε μπροστά στην απειλή και για τη δική τους την υγεία, τη στιγμή που μια άλλη πλειοψηφία, αυτή των ιδιωτών, αρνούνταν να δεχθεί περιστατικά covid-19, αποτελούν από μόνες τους την αδιάψευστη απόδειξη για την κατεύθυνση που οφείλει η συντεταγμένη πολιτεία να στρίψει το καράβι του ευαίσθητου κοινωνικά αυτού τομέα.
Αφορμή γι’ αυτή τη διαπίστωση-υπενθύμιση αποτέλεσαν τα πρόσφατα περιστατικά που σχετίζονται με το ζήτημα, οι θάνατοι δηλαδή σε καρότσα αυτοκινήτου γυναίκας στην τουριστική Κω και μιας 18χρονης εγκύου στη Νέα Μάκρη λόγω έλλειψης ασθενοφόρου με τον βουλευτή της ΝΔ κ. Γιώργο Κουμουτσάκο να δηλώνει ότι «αυτά έχουν κριθεί» και ότι «υπάρχει μια κατατεθειμένη λαϊκή εντολή της τάξεως του 40%»(!), καθώς και οι δηλώσεις του υποψήφιου βουλευτή Ευβοίας με τη ΝΔ – δήλωσε ότι αν εκλεγεί θα παραιτηθεί της έδρας – κ. Σπύρου Πνευματικού, που ουσιαστικά και καθαρά πρότεινε διατίμηση και διαλογή για ασθενείς που βρίσκονται σε τελικό στάδιο καρκίνου, αφού έτσι και αλλιώς θα πεθάνουν. Να σημειώσουμε ότι ο τελευταίος είναι γιατρός και καθηγητής πανεπιστημίου!
Αυτό όμως που γίνεται φανερό είναι ότι δεν πρόκειται για λεκτικά ατοπήματα, αφού και ο κ. Κουμουτσάκος είναι έμπειρος στην επικοινωνία – πρώην εκπρόσωπος τύπου του υπΕξ, πρώην εκπρόσωπος τύπου της ΝΔ, πρώην υπουργός και έμπειρος πια κοινοβουλευτικός – και ο κ. Πνευματικός γνωρίζει καλά αυτά που λέει για το αντικείμενό του. Επί της ουσίας πρόκειται για την αλαζονεία που, δυστυχώς, επιδεικνύουν στελέχη της συντηρητικής παράταξης μετά το αποτέλεσμα της 21ης Ιουνίου, αλλά κυρίως για την αντίληψή τους για τον ρόλο και τη θέση του κράτους απέναντι σε κοινωνικές κατακτήσεις όπως η υγεία και δημόσια και δωρεάν παιδεία. Δυστυχώς, που αναγκαζόμαστε να το πούμε, αλλά μας φέρνουν στον νου τον τρόπο που ο Ντόναλντ Τραμπ και η πολιτική του εκθεμελίωσαν στις ΗΠΑ τη μεγάλη μεταρρύθμιση του Μπάρακ Ομπάμα στην υγεία και την κοινωνική ασφάλιση, το «Obamacare».
Χωρίς καμιά διάθεση κινδυνολογίας και καταστροφολογίας οι καιροί που έρχονται δεν θα είναι εύκολοι γιατί η καθημερινότητα στις κοινωνίες παγκοσμίως δυσκολεύει. Ακόμη κι αν «βολευτούμε» με την κατάσταση της ολιγάρκειας και των χαμηλά αμειβόμενων δουλειών, τα αγαθά της Υγείας και της Παιδείας, αν δεν παρέχονται δημόσια πρέπει να αγοραστούν. Και όποιος διαθέτει περισσότερα χρήματα θα αγοράσει και τις καλύτερες υπηρεσίες. Ωστόσο, δεν είναι αυτός ο κόσμος, της «διαλογής και της διατίμησης», που ονειρευτήκαμε μεταπολεμικά στην Ευρώπη με την «επανάσταση» του NHS (Εθνικό Σύστημα Υγείας) στη Βρετανία και μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα με το ΕΣΥ του Γιώργου Γεννηματά και του Παρασκευά Αυγερινού.
Κι αν οφείλουμε να το σκεφτούμε ως Έλληνες πολίτες και κάτοικοι αυτής της χώρας, ένας λόγος παραπάνω ως άνθρωποι που αγαπάμε το Ρέθυμνο. Γιατί ο τόπος έβγαλε έναν υπουργό Υγείας σαν τον Ανδρέα Ξανθό, που παρά τις όποιες αιτιάσεις περί ισόρροπης αντιμετώπισης του νομού με την υπόλοιπη Ελλάδα – κανονικά θα έπρεπε, αν πραγματικά ισχύει, να λογίζεται στα θετικά του – έδωσε τη μάχη στα χρόνια της κρίσης ως υπουργός για την αναμόρφωση του ΕΣΥ με έμφαση στο δημόσιο χαρακτήρα του για την επαρκή αντιμετώπιση όλων των περιστατικών. Και γιατί στη διάρκεια της πανδημίας αναγνωρίστηκε από φίλους και αντιπάλους και σε ευρωπαϊκό επίπεδο ότι συνέβαλε καθοριστικά στην κατανόηση από τους πολίτες της σοβαρότητας της κατάστασης στηρίζοντας τους επίσημους θεσμούς και την ορθή επιστήμη, τιμώντας στο έπακρο τον όρκο στον Ιπποκράτη.
*Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος – ιστορικός