Τεράστιες απώλειες στην αλιεία από τον λαγοκέφαλο
Διάβρωση ακτών, θαλάσσια ρύπανση από πλαστικά και επιπτώσεις του λαγοκέφαλου στην αλιεία και γενικότερα στο οικοσύστημα αναδεικνύονται ως τα σοβαρότερα προβλήματα του θαλάσσιου περιβάλλοντος της Κρήτης.
Προβλήματα τα οποία εντείνονται εξαιτίας των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής με την επιστημονική κοινότητα να αναζητά λύσεις που θα οδηγήσουν στην προστασία τους.
Τα προβλήματα και τους κίνδυνους, που απειλούν το θαλάσσιο περιβάλλον της Κρήτης, καταγράφουν και ιεραρχούν οι φορείς του Ρεθύμνου στο πλαίσιο του διαπεριφερειακού σχεδίου συνεργασίας με τίτλο «Θαλάσσιο Περιβάλλον, Παράκτιες Απειλές και Αλιεία» του τοπικού προγράμματος CLLD / Leader της ΟΤΔ ΑΚΟΜΜ-Ψηλορείτης.
Σχετική συζήτηση έγινε χθες σε συνάντηση στο δημαρχείο Ρεθύμνου παρουσία όλων των εκπροσώπων φορέων του τόπου (αλιέων, ξενοδόχων, εκπροσώπων εστίασης και δήμων), όπου έγινε συζήτηση για τα προβλήματα και τις απειλές στο παράκτιο και θαλάσσιο περιβάλλον.
Κύριος στόχος του διαπεριφερειακού σχεδίου συνεργασίας «Θαλάσσιο Περιβάλλον, Παράκτιες Απειλές και Αλιεία» είναι η ιεράρχηση των κινδύνων που αντιμετωπίζει το θαλάσσιο περιβάλλον και σχετίζονται με την αλιεία και τις παράκτιες περιοχές και η δημιουργία στοχευμένων προτάσεων για την αντιμετώπισή τους.
Μια από τις δράσεις του σχεδίου είναι η σύσταση ενός «Παρατηρητηρίου Θάλασσας»: Ενός (άτυπου) δικτύου ερευνητικών φορέων, φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλιευτικών συλλόγων και άλλων τοπικών φορέων για την ανάπτυξη του διαλόγου για το θέμα της θαλάσσιας μόλυνσης, της κλιματικής αλλαγής και άλλων περιβαλλοντικών απειλών. Ο σκοπός του παρατηρητηρίου είναι διττός: Αφενός μεν η ιεράρχηση των κινδύνων και των απειλών που καταγράφονται στο θαλάσσιο περιβάλλον και την αλιεία, αφετέρου δε η δημιουργία στοχευμένων προτάσεων για την αντιμετώπισή τους. Επιδίωξη της Δράσης είναι η συνεχής προσθήκη – ενημέρωση με έγκυρα δεδομένα, επιστημονικές δημοσιεύσεις, ειδήσεις και δράσεις του παρατηρητηρίου, ώστε να αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο ενημέρωσης και ενεργοποίησης φορέων, θεσμών της πολιτείας, υπηρεσιών του κράτους και της κοινωνίας.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο Δημήτρης Παττακός, διευθυντής του ΑΚΟΜΜ Ψηλορείτης ανάφερε: «είναι ένα πρόγραμμα που εντάσσεται στο τοπικό πρόγραμμα Leader που υλοποιήσαμε με τη χρηματοδότηση της Ε.Ε. και του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Είναι ένα διαπεριφερειακό πρόγραμμα συνεργασίας στο οποίο συμμετέχουν 22 φορείς – ομάδες τοπικής δράσης από όλη τη χώρα. Ονομάζεται «θάλασσα παράκτιες απειλές και αλιεία». Ο σκοπός μας είναι να καταγράψουμε και να ιεραρχήσουμε τους κινδύνους που αφορούν το θαλάσσιο περιβάλλον και τα προβλήματα της αλιείας, ώστε αυτά να καταγραφούν, να ιεραρχηθούν και μετά όσο το δυνατόν καλύτερα να διαχυθούν στην τοπική κοινωνία και στο υπουργείο φυσικά.
Τα προβλήματα έχουν να κάνουν τόσο με την κλιματική αλλαγή όσο και με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Η κλιματική αλλαγή σε συνδυασμό και με το άνοιγμα της διώρυγας του Σουέζ έχει συμβάλλει στο να έχουμε τα εισβολικά είδη -όπως είναι ο λαγοκέφαλος και τα λεοντόψαρα και άλλα, ενώ και η αύξηση της θερμοκρασίας στη θάλασσα ευνοεί την παραμονή των ψαριών αυτών και τον πολλαπλασιασμό τους, με αποτέλεσμα να διώχνουν ουσιαστικά τα ψάρια που ήταν προσαρμοσμένα στη θάλασσα της Κρήτης. Η Κρήτη αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με άλλες περιοχές της χώρας με τα λεοντόψαρα και τους λαγοκέφαλους. Εμείς παράλληλα συζητάμε και με τους ψαράδες να καταγράψουμε τα προβλήματα των αλιέων. Έχουν καταγραφεί και στο Ρέθυμνο και στην Αγ. Γαλήνη τα προβλήματα αυτά, συνδυάζοντας την εμπειρία των ψαράδων, τους ερευνητικούς φορείς, τους φορείς του νομού θέλουμε να γίνει ένα άτυπο δίκτυο, να διαχέεται αυτή η γνώση, τα προβλήματα και οι λύσεις τους στην τοπική κοινωνία».
Το 60% των ακτών της Κρήτης αντιμετωπίζει προβλήματα διάβρωσης
Το 60% των ακτών της Κρήτης κυρίως οι βόρειες παραλίες και η παραλία του Ρεθύμνου αντιμετωπίζουν προβλήματα διάβρωσης, τα οποία είναι ορατά και έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον. Αυτό ανέφερε στην διάρκεια της χθεσινής εκδήλωσης ο Γιώργος Αλεξανδράκης, ερευνητής εργαστηρίου Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας – ΙΤΕ, ο οποίος μίλησε για τις μεταβολές των ακτογραμμών, τις περιβαλλοντικές και τις οικονομικοκοινωνικές πιέσεις που ασκούνται σε αυτές. Όπως διασαφήνισε το πρόβλημα της διάβρωσης των ακτών αποτελεί ένα παγκόσμιο ζήτημα, το οποίο είναι εντονότερο στη μεσόγειο, μιας και πρόκειται για κλειστή θάλασσα. Ο ανθρώπινος παράγοντας και οι δραστηριότητες που αφορούν στον τουρισμό επηρεάζουν σημαντικά την ακτογραμμή και η λήψη μέτρων κρίνεται αναγκαία.
Υπάρχουν, όπως είπε, σειρά μέτρων που προβλέπονται ανάλογα με την ιδιαιτερότητα και τα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής, τα οποία κυρίως αφορούν στην αναπλήρωση της ακτής.
Ειδικότερα, ο κ. Αλεξανδράκης ανέφερε: «οι μεταβολές των ακτογραμμών αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα και είναι κάτι το οποίο ο κόσμος το αντιλαμβάνεται περισσότερο, καθώς βλέπει συνεχώς τις ακτογραμμές να μειώνονται σε πλάτος και αυτό είναι ανησυχητικό με δεδομένο ότι μιλάμε για ένα νησί, την Κρήτη, που αποτελεί ένα κατεξοχήν τουριστικό προορισμό και μεγάλο μέρος του πληθυσμού δραστηριοποιείται στον τουριστικό κλάδο. Δεν είναι το μοναδικό όμως, καθώς υπάρχουν και άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα οι μεταβολές του οικιστικού χώρου πίσω από τις ακτές, που και αυτός επηρεάζει τη μεταβολή του και πως ο άνθρωπος όταν διεκδικεί χώρο έναντι της φύσης δημιουργεί άλλα προβλήματα, όταν αυτό γίνεται άναρχα και μη δομημένα. Αυτό έχει διάφορες επιπτώσεις τόσο στην ακτογραμμή όσο και συνολικά στο παράκτιο σύστημα. Ερευνητικά το ΙΤΕ παρακολουθεί πολλές ακτές της Κρήτης τα τελευταία 12 χρόνια με μεγάλη ένταση κυρίως στις ακτές του Λασιθίου, την παραλία του Ρεθύμνου, κάποιες ακτές στο νότο και στα Χανιά. Βλέπουμε ότι όλες σχεδόν οι ακτές έχουν κάποιο μικρό ή μεγάλο ζήτημα με εξαίρεση κάποιες στα νότια παράλια που έχουν αρκετό μήκος και είναι περίπου σταθερές. Αλλά αυτές που εκμεταλλεύονται από τον άνθρωπο κυρίως στην βόρεια ακτή έχουν σημαντικό θέμα. Ένα περίπου 60% των ακτογραμμών είναι πάνω από τη μέτρια επικινδυνότητα στην Κρήτη. Όλες οι χώρες της Μεσογείου αντιμετωπίζουν αντίστοιχο πρόβλημα με την διάβρωση των ακτών. Η διαφορά είναι ότι επειδή η Κρήτη έχει απότομες ακτές, έχει λίγες μεγάλες παραλίες, όποτε φαίνεται πιο έντονο το πρόβλημα γιατί δεν βλέπουμε εύκολα μια μεταβολή σε ένα παράκτιο κρημνό όπως είναι ο δρόμος από Ηράκλειο προς Σκαλέτα, που έχει γκρεμνούς και βραχώδεις ακτές. Εκεί δεν φαίνεται το φαινόμενο και δεν απασχολεί και κανέναν αν ανεβεί η στάθμη της θάλασσας δέκα εκατοστά. Ωστόσο έχουμε παραλίες όπως του Ρεθύμνου που βρίσκονται σε ένα τέτοιο καθεστώς διάβρωσης και αυτό απασχολεί έντονα. Αντίθετα σε άλλες χώρες, όπως στην βόρεια Ιταλία, όπου επίσης το πρόβλημα είναι έντονο, απλά ο κυματισμός τους είναι διαφορετικός και έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και το αντιμετωπίζουν με άλλους τρόπους. Κάθε χώρα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, σίγουρα όμως είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, δεν είναι ούτε ευρωπαϊκό ούτε μεσογειακό, απλά η Μεσόγειος λόγω του ότι είναι κλειστή θάλασσα με δική της χαρακτηριστική συμπεριφορά. Αυτό που πρέπει να αποδεχτούμε είναι ότι πρέπει να κάνουμε κάτι. Η κύρια μέθοδος που γίνεται και είναι διεθνώς αναγνωρισμένη είναι η αναπλήρωση της ακτής με συνοδά έργα προστασίας ύφαλων κυματοθραυστών ή άλλου τύπου ανάλογα με την περιοχή και τις ιδιαιτερότητές της. Οπότε θα πρέπει να σκεφτούμε και να κάνουμε μια προτεραιοποίηση των θέλω μας ως νησί και ως χώρα για να βρούμε μια λύση».
Τεράστιες επιπτώσεις στο οικοσύστημα άλλα και στην υγεία η ρύπανση από πλαστικά
Για τις τεράστιες επιπτώσεις της θαλάσσιας ρύπανσης από πλαστικά τόσο στο ίδιο το οικοσύστημα όσο και στην υγεία μίλησε ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Γεωπάρκο Ψηλορείτη Δρ. Χαράλαμπος Φασουλάς, ο οποίος στη διάρκεια της χθεσινής εκδήλωσης παρουσίασε υλικό, το οποίο είχε γίνει στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος του Γεωπάρκου και θα διανεμηθεί στα σχολεία της περιοχής. Ο κ. Φασουλάς τόνισε ότι το πρόβλημα των πλαστικών γίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνο λέγοντας χαρακτηριστικά πως: «Εμείς στο Γεωπάρκο, έχουμε εστιάσει στα πλαστικά και μικροπλαστικά που προκαλούνται από αγροτικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες πάνω στο βουνό, αλλά βέβαια είναι προφανές ότι όλο αυτό το υλικό και οι ρύποι που συγκεντρώνονται στην ξηρά καταλήγουν στην θάλασσα. Έτσι αυτό που είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι από αυτόν τον τεράστιο όγκο των πλαστικών, τα οποία χρησιμοποιήσουμε, μόνο ένα 9% ανακυκλώνεται. Είναι ελάχιστη ποσότητα και είναι και ένα 22% το οποίο αποτίθεται ανεξέλεγκτα στο περιβάλλον. Κατά συνέπεια όλο αυτό το υλικό καταλήγει κάποια στιγμή στη θάλασσα γιατί εκεί είναι ο τελικός αποδέκτης και πλέον υπάρχουν πάρα πολλές μελέτες και έρευνες που δείχνουν τις επιπτώσεις που έχει η συγκέντρωση των πλαστικών και μικροπλαστικών στο θαλάσσιο περιβάλλον σε σημείο που να είμαστε στο χείλος να ορίσουμε ότι οι ωκεανοί είναι στο σύνολό τους σε κατάσταση ρύπανσης. Αυτό βέβαια συνεπάγεται ότι τα υλικά αυτά τα μικρά και τα νανοπλαστικά καταλήγουν κάποια στιγμή και στον οργανισμό μας, όπου περνάνε μέσα από την τροφική αλυσίδα και έχουν γίνει πάρα πολλές μελέτες, οι οποίες καταδεικνύουν τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία που είναι πολλαπλές. Παράλληλα έχουμε τις επιπτώσεις στα οικοσυστήματα που έχουν συνέπειες μέχρι και στον ίδιο τον τουρισμό, υποβαθμισθέντας το τουριστικό προϊόν».
Ο κ. Φασουλάς έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη αφύπνισης και ευαισθητοποίησης στο θέμα της ρύπανσης τονίζοντας ότι η αρχή μπορεί να γίνει με τον περιορισμό κατανάλωσης πλαστικού και ιδίως πλαστικού μιας χρήσης και αύξηση της επαναχρησιμοποίησης μετάλλων και υφασμάτινων υλικών: «Όπως σε όλα τα μεγάλα προβλήματα οι κύριοι παράγοντες που συντελούν στην μεγέθυνση και στην παρουσία των προβλημάτων αυτών είναι οι μεγάλοι παίχτες όπως είναι οι μεγάλες βιομηχανίες, όμως εμείς οι καταναλωτές είμαστε ο τελικός χρήστης αυτών των προϊόντων και από μας εξαρτάται κατά πόσο θα συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε και να καταναλώνουμε τόσο μεγάλες ποσότητες πλαστικών στην καθημερινή μας ζωή. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε, ώστε να λάβουμε κάποια μέτρα, να αλλάξουμε στάση και συμπεριφορές, ώστε να περιορίσουμε τη χρήση, γιατί τελικά αυτή οδηγεί στην συγκέντρωση αυτών των προϊόντων στο περιβάλλον. Αυτό μπορεί να γίνει με περιορισμό των πλαστικών μια χρήσης, επαναχρησιμοποίηση μετάλλου και υφασμάτινων υλικών και γενικότερα με τον περιορισμό της συσκευασίας των προϊόντων».
Σημαντικές απώλειες για την αλιεία εξαιτίας του λαγοκέφαλου
Για τα σοβαρά προβλήματα που προκαλεί ο λαγοκέφαλος στην παράκτια αλιεία μίλησε η Δρ. Παναγιώτα Περιστεράκη, ειδική επιστήμονας ΕΛΚΕΘΕ τονίζοντας πως το πρόβλημα στην Κρήτη είναι μεγάλο με σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις. Όπως είπε το Ελληνικό Κέντρο θαλάσσιων Ερευνών έχει κάνει την πρώτη μελέτη στη χώρα, στην οποία αναφέρονται αναλυτικά οι επιπτώσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αλιείς κάνοντας μάλιστα και την κοστολόγηση των ζημιών. Ο φάκελος αυτός, όπως πρόσθεσε, με την τεκμηριωμένη μελέτη, ήδη από το 2020 βρίσκεται στο αρμόδιο υπουργείο με τους αλιείς να διεκδικούν αποζημιώσεις για τις απώλειες που υφίστανται.
Χαρακτηριστικά η κ. Περιστεράκη μιλώντας για τον λαγοκέφαλο ανέφερε: «ο λαγοκέφαλος είναι ξενικό είδος, είναι εισβολικό είδος, έχει αναπτύξει πολύ μεγάλους πληθυσμούς, επιδρά αρνητικά στο οικοσύστημα. Καταναλώνει (τρώει δηλαδή) πολλούς αυτόχθονους οργανισμούς, κυρίως ψάρια, κεφαλόποδα και καρκινοειδή και κάνει μεγάλες καταστροφές με τα δόντια του (που είναι πολύ ισχυρά) στα εργαλεία τα αλιευτικά, στα δίχτυα και τρώει αλιεύματα πάνω από τα αλιευτικό εργαλεία (που είναι ήδη πιασμένα δηλαδή από τα αλιευτικά εργαλεία) και όσα δεν καταφέρει να φάει ολοκληρωτικά τα καταστρέφει με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον εμπορεύσιμα. Οι ψαράδες έχουν μεγάλες απώλειες οικονομικές και λόγω της απώλειας των εργαλείων και των αλιευμάτων (των εμπορικών) και αναγκάζονται να τον αποφεύγουν και για να τον αποφύγουν κάνουν αλλαγές στην αλιευτική τους τακτική, που επίσης έχει επιπλέον κόστος. Όλη η ανατολική Μεσόγειος υποφέρει από αυτά τα είδη, απλά ο λαγοκέφαλος είναι το μόνο που δεν τρώγεται γιατί έχει τοξίνη. Μελετήσαμε τα επίπεδα τοξίνης στη σάρκα του λαγοκέφαλου και βρήκαμε ότι το 52% αυτών που εξετάσαμε είχαν απαγορευτικά επίπεδα τοξίνης για κατανάλωση. Έχουν ακουστεί και σπάνιες περιπτώσεις με τραυματισμούς κολυμβητών. Εμείς στο ΕΛΚΕΘΕ μελετήσαμε κάποια εργαλεία για να ψαρεύουν οι αλιείς τον λαγοκέφαλο, όμως για να γίνει αυτό θα πρέπει οι ψαράδες να έχουν ένα κίνητρο να το κάνουν. Άρα θα πρέπει είτε να αποζημιώνονται οι ψαράδες για να ψαρέψουν τον λαγοκέφαλο είτε θα πρέπει να αποζημιώνονται για τις ζημιές που δέχονται. Εμείς έχουμε κάνει κοστολόγηση, είναι η πρώτη μελέτη στη Ελλάδα που τεκμηριώνει ότι υπάρχουν αυτές οι ζημιές και υπάρχει το κόστος. Μόνο για τα αλιευτικά εργαλεία και τα φαγωμένα αλιεύματα το μέσο ετήσιο κόστος ανά σκάφος είναι 5.500 ευρώ, υπάρχουν όμως και επιπλέον κόστη, όπως οι επιπλέον ώρες που απαιτούνται από τον ψαρά για να φτιάξει τα εργαλεία του ή τυχόν επιπλέον μεροκάματα για την αποκατάσταση των εργαλείων. Όλες οι εκθέσεις έχουν πάει από το 2020 στο υπουργείο Γεωργίας και στους αρμόδιους φορείς και μένει να δούμε την αντίδραση της πολιτείας».