-Διηγήματα (Εκδόσεις Σμυρνιωτάκη, Ηράκλειο 2024, σχ. 16ο (24 χ 17), σσ. 176)
Ο Δημήτρης Ν. Θεοδοσάκης, από τον Χόνδρο Βιάννου, με το γλυκύτατο ψευδώνυμο του «Κάστρου ο Ταχυδρόμος», παρουσιάζει, μέσα από μια σειρά ιστορικών διηγημάτων και ποιημάτων του, τη ζωή των παλιών ανθρώπων του τόπου του, φτωχών όλων φαμελιάρηδων, των αρχών, βασικά, του 20ου αι. Τη ζωή τους δίπλα στα χωραφάκια και τα περβολάκια τους και τις λοιπές αγροτικές κυρίως ασχολίες. Όλοι οι άνθρωποι εκείνοι, στερνοί ακρίτες ενός αλλοτινού κόσμου, φωτοδότες της κρητικής μας παράδοσης «Μεγάλωσαν κι έφυγαν και τώρα πια έχουν μείνει μια φούχτα από ρημαγμένα σπιτάκια και στις καλύτερες περιπτώσεις κάποια μετοχάκια και οικισμοί, βουβοί όλα μάρτυρες να θυμίζουν ένα φεγγάρι μιας γεωργικής δοξαστικής εποχής».
Με τις διηγήσεις του αυτές και με κάποια στιλάτα και καλογραμμένα ποιήματά του – με τα οποία ο φίλος συγγραφέας διανθίζει τα διηγήματά του – ανασταίνει με τα πιο εύγλωττα, ζωντανά και καθάρια χρώματα τη ζωή των συγχωριανών του στα εν λόγω χωριά της επαρχίας του, Χόνδρο, Βιάννο, Κάστρο κ.λπ και την καθημερινή τους βιοπάλη προκειμένου να διασφαλίσουν το ψωμί τους και το ψωμί των παιδιών τους σε εποχές δύσκολες, σκληρές και απάνθρωπες.
Βλέπουμε, περαιτέρω, και διδασκόμαστε από το παράδειγμα των απλών αυτών ανθρώπων πως οι εξαιρετικές καταστάσεις και δυσκολίες της ζωής καθίσταντο γι’ αυτούς πηγή και μόνιμη δύναμη για δημιουργία, δημιουργώντας μέσα τους αντιστάσεις και σοβαρές ικανότητες. Έτσι κατάφερναν να επουλώνουν πληγές, να ξανακτίζουν χαλάσματα και να θρέφουν τα γηρατειά και τα γυμνά και λιπόσαρκα παιδιά τους, για να μην πεθάνουν από την πείνα.
Η αυθεντικότητα της πρώτης ύλης, το βάρος της προσωπικής εμπειρίας και η ιδεολογική φόρτιση προσδίδουν στη γραφή αυτήν του Δημήτρη Θεοδοσάκη την αμεσότητα του ρεαλισμού και τη λεπτότητα των αισθημάτων για την πατρώα γη και τους αγαπημένους συγχωριανούς του. Και είναι γεγονός ότι ένας ολόκληρος κόσμος ξεπηδά ολοζώντανος μπροστά στα μάτια μας μέσα από τις ρεαλιστικές αυτές διηγήσεις, ενώ η εσωτερικευµένη πραγματικότητα επιτρέπει, συχνά, λυρικές εξάρσεις υποκειμενικών βιωμάτων υποκινούμενων από μιαν έντονη συναισθηματική του συγγραφέα φόρτιση, χωρίς, πάντως, να αναιρείται ποτέ ο ρεαλισµός των διηγήσεων ούτε η αυθεντικότητα της πραγματικότητας.
Στα κείμενα του Δημήτρη Θεοδοσάκη αποτυπώνονται, επί πλέον, και τα καθαρά, τα γνήσια κρητικά έθιμα, όπως ζωντάνευαν τότε στις καθαρές εκείνες και αυθεντικές κρητικές κοινωνίες της «εποχής του λύχνου», με πλουσιότατα λαογραφικά στοιχεία από την καθημερινή ζωή, από τον γάμο και τα πανηγύρια και, ακόμα, με μαντινάδες, μοιρολόγια και παροιμίες, δοσμένα όλα με ένα μοναδικά δυνατό και απαιτητικά γενναιόδωρο κρητικό λεξιλόγιο.
Τι κρίμα, αλήθεια, που εμείς οι νεοέλληνες, και ειδικότερα οι νέοι, ολοένα και περισσότερο ξεχνούμε ή χάνουμε αυτόν τον πολύτιμο λαϊκό μας πολιτισμό, που αποτελεί, ακριβώς, τις ρίζες εκείνες που μας εξέθρεψαν. Ο ρυθμός τής νέας ζωής με τις ευκολίες και τις ταχύτητες της μηχανής, τα εύκολα ταξίδια και τις μετακινήσεις των πληθυσμών, ολοένα και περισσότερο αλλάζει κι εξαφανίζει την παραδοσιακή σταθερότητα και ομορφιά. Ευτυχώς, όμως, που υπάρχει η νοσταλγία, αυτή η πανανθρώπινη δυνατή «αδυναμία», που ξαναφέρνει τους απομακρυσμένους οδοιπόρους στο όνειρο και στα πρώτα βήματα της ζωής. Και στο βιβλίο του κ. Θεοδοσάκη η δύναμη αυτή, η νοσταλγία για τα παλιά, είναι που μεγαλώνει το όνειρο και προετοιμάζει και προδιαθέτει για την πνευματική σοδειά που θα επακολουθήσει.
Θεωρώ ότι με το παρουσιαζόμενο βιβλίο του, ο Δημήτρης Θεοδοσάκης κατάφερε να ζωντανέψει τη ζωή των ανθρώπων αυτών που του εμπιστεύτηκαν ένα μοναδικά σπάνιο και αδημοσίευτο φωτογραφικό υλικό και πλούσιες ιστορίες, αυθεντικές, με ήρωες και πρωταγωνιστές πρόσωπα υπαρκτά, που τα περισσότερα από αυτά και ο ίδιος τα πρόλαβε και τα συναναστράφηκε στα παιδικά του χρόνια. Είναι, γι’ αυτό, οι διηγήσεις του τόσο αληθινές, δοσμένες όλες με υψηλή λογοτεχνική δύναμη και με μια τέτοια αξιοπρέπεια και ομορφιά, που, εσένα τον αναγνώστη, σε συγκλονίζει και σε κάνει να ταυτίζεσαι με τα πρόσωπα και τα προβλήματά τους και ας μην τα γνωρίζεις ο ίδιος προσωπικά. Ζεις όμως μέσα σου τις καταστάσεις και τα βιώματά τους, διδάσκεσαι από τη ζωή και τα έργα τους και νιώθεις, στο βάθος, πως και συ, τελικά, είσαι άνθρωπος.
Τα θερμά μου, και πάλι, συγχαρητήρια στον αγαπητό φίλο Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, τον όμορφο αυτόν του «Κάστρου Ταχυδρόμο» και για την παρούσα πολύτιμη προσφορά του στα κρητικά γράμματα. Και τον διαβεβαιώνω ότι και με το βιβλίο του αυτό τα κατάφερε, ναι τα κατάφερε – όπως σημειώνει και στον Πρόλογό του – να στήσει στους στερνούς αυτούς ακρίτες της κρητικής γης έναν περίλαμπρο ανδριάντα μνήμης. Με τις παρουσιαζόμενες λογοτεχνικές δροσοσταλίδες του να είναι σίγουρος ότι μας ενθαρρύνει όλους εμάς και μας κάνει να πιστεύουμε ότι όσο συνεχίζουμε να ενδιαφερόμαστε και να σκύβουμε πάνω από τις αιώνιες αξίες της κρητικής γης, πάνω από τα ήθη και τις παραδόσεις των πατέρων μας, πάνω από τα ελληνορθόδοξα μετερίζια, δεν χάθηκαν ακόμα όλα κάτω από τον αδυσώπητο οδοστρωτήρα του σύγχρονου τεχνοκρατούμενου πολιτισμού.
http://ret-anadromes.blogspot.com