• Εσχατολογία και αυτοκρατορική ιδεολογία στο Βυζάντιο του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081- 1118)
(Εκδόσεις Σιάτρα, Αθήνα 2024, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 448)
Υπό τον υπότιτλο τής εν τω τίτλω μελέτης «Εσχατολογία και αυτοκρατορική ιδεολογία στο Βυζάντιο του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού» εννοείται η ταύτιση του αυτοκράτορα Αλεξίου με τον εσχατολογικό ηγεμόνα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κάτι που αναφέρεται στην ψευδομεθόδεια προφητειακή γραμματειακή παράδοση. Η αντίληψη αυτή συντηρείται και εκτρέφεται μέσω της προσπάθειας προβολής τής βασιλείας του Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού – ιδρυτή της δυναστείας των Κομνηνών- ως κάτι το άνευ προηγουμένου, κάτι το μοναδικό (με μόνη εξαίρεση, ίσως – από το ένδοξο ιστορικό παρελθόν της χριστιανικής Αυτοκρατορίας – την περίοδο βασιλείας του ιδρυτή της, Μεγάλου Κωνσταντίνου και, ίσως, και του Ηρακλείου, ως του κυρίως πρώτου σταυροφόρου αυτοκράτορα, ταυτιζόμενης της βασιλείας του προς τον Τίμιο Σταυρό). Την αντίληψη αυτήν- της πιστής, δηλαδή, αναβίωσης του κωνσταντίνειου μοντέλου βασιλείας- κατά τα χρόνια της βασιλείας του Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού εξυπηρετούσε και η δραστική παρουσία στο κυβερνητικό σχήμα της πρώτης περιόδου της πρώιμης κομνήνειας διακυβέρνησης τής βασιλομήτορος Άννας Δαλασσηνής, ενώ η στρατιωτική επιτυχία που διακαώς επιζητούσε η κυβέρνηση του Αλεξίου Α΄ ήλθε στην περίπτωση της μάχης του Λεβουνίου, στις 29 Απριλίου 1091, όπου ο βυζαντινός στρατός, με τη συνδρομή των Λατίνων μισθοφόρων, κατενίκησε τους Πετσενέγους, προκαλώντας μεγάλη ανακούφιση στους πολίτες της βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η Δαλασσηνή απέδωσε τη νίκη στη Θεία Πρόνοια (θεόσταλτη) και στην ανδρεία του αυτοκράτορα και τη συνέδεσε με την παλαιοδιαθηκική θεία παρέμβαση, που φέρει εξόφθαλμες «αποκαλυπτικές» υποδηλώσεις, προκειμένου ο πατέρας της να ενδυθεί τα χαρακτηριστικά της εσχατολογικής μορφής του σωτήρα αυτοκράτορα. Ο Αλέξιος με τη λαμπρή νίκη του κατά των παγανιστών επιδρομέων δεν θα μπορούσε παρά να αναδείξει τη στενή σχέση του με την ψευδομεθόδεια παράδοση – (προπαγάνδα του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος), η οποία τώρα για πρώτη φορά φαινόταν να λαμβάνει σάρκα και οστά ενώπιον του λαού. ο Αλέξιος, δηλαδή, ήταν ο άνωθεν ορισμένος «τελευταίος Ρωμαίος Αυτοκράτορας», ο οποίος επέπρωτο να κατατροπώσει τους αντίθεους εχθρούς του Βυζαντίου/νέου Ισραήλ, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί η εσχατολογική ειρήνευση και ευημερία της Οικουμένης, ο ίδιος να ενδυθεί τον χιτώνα του εσχατολογικού ηγεμόνα και η βασιλεία του να παρουσιασθεί ως κατακλείδα της παγκόσμιας ιστορίας. Η περίπτωση αυτή του ιδρυτή της δυναστείας των Κομνηνών αποτελεί, ίσως, το ενδεικτικότερο – στο πλαίσιο του μεσαιωνικού ελληνικού κόσμου – παράδειγμα «εκμετάλλευσης» της διαχρονικής ιδεολογικής σημασίας της βυζαντινής «αποκαλυπτικής» παράδοσης προς ίδιον πολιτικό όφελος.
Δημιουργός τής παρουσιαζόμενης με το σημείωμά μας αυτό μελέτης είναι ο Διονύσιος Α. Μαμαγκάκης, πτυχιούχος και διδάκτωρ βυζαντινολόγος, του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με πλούσιο συγγραφικό, διδακτικό και ερευνητικό έργο σε προγράμματα, κυρίως, του ΕΚΠΑ, ενώ, περιπλέον, ο εν λόγω συγγραφέας – ερευνητής, πρέπει να το σημειώσουμε εδώ ότι – ως και εκ του ονόματος καθίσταται φανερόν – είναι Ρεθύμνιος στην καταγωγή, από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια, γιος του Ρεθεμνιώτη συνταξιούχου θεολόγου, συγγραφέως και ιερέως του ι. ναού του Αγίου Διονυσίου, της Μητροπόλεως Πειραιώς, π. Ανδρέα Ηλ. Μαμαγκάκη, του οποίου στο παρελθόν έχουμε, επίσης, παρουσιάσει αρκετά βιβλία από τον τοπικό ρεθεμνιώτικο τύπο.
Ο Δ. Μαμαγκάκης με την εν λόγω ιστορική μελέτη του, αφενός μελετά την αυτοκρατορική αυτήν ιδεολογία περί εσχάτων στο Βυζάντιο και αφετέρου διεισδύοντας βαθιά στο θέμα του επιτυγχάνει μια, επί πλέον, λεπτομερειακή αναψηλάφηση πλείστων ιστορικών θεμάτων της Βυζαντινής Ιστορίας.
Πρόκειται για μια εργασία καλογραμμένη και άκρως ευσυνείδητη, που, πραγματικά, σέβεται τον αναγνώστη της και την ελληνική γλώσσα. Σημείο ενδεικτικό της σοβαρότητας της ο πλούτος της χρησιμοποιηθείσας από τον συγγραφέα βιβλιογραφίας, που εκτείνεται σε εβδομήντα οκτώ σελίδες ξενόγλωσσων, το πλείστον, συγγραμμάτων και προλογίζεται από τον Paul Magdalino, ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου του Αγίου Ανδρέα της Σκωτίας και μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα – κυρίως για τον ειδικό επιστήμονα – κρίνουμε και την παράθεση από τον Δ. Μαμαγκάκη πολλών και ποικίλων κρίσεων και απόψεων τόσο προσωπικών όσο και άλλων Ελλήνων και, κυρίως, ξένων ερευνητών σε επίμαχα και προβληματικά σημεία του θέματος των εσχάτων ημερών και της αυτοκρατορικής ιδεολογίας στο Βυζάντιο του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού.
Η εν λόγω μελέτη απευθύνεται πρωτίστως στον ερευνητή της φιλολογικής και θεολογικής επιστήμης και δη της Βυζαντινής Φιλολογίας με δυνατές, πάντως, διασυνδέσεις του θέματος και προς σχετικούς κλάδους της Θεολογίας, όμως, παράλληλα, έχει πολλά να επιδαψιλεύσει και στον απλό αλλά φιλομαθή και προσεκτικό, σε σοβαρής θεματολογίας κείμενα, αναγνώστη, ενημερώνοντάς τον με έγκυρες και ποικίλες απαντήσεις σε πολλά άκρως ενδιαφέροντα και σημαντικά ζητήματα της Ιστορίας των χρόνων εκείνων του Βυζαντίου και κυρίως – ως έχουμε αφήσει να διαφανεί – της τελευταίας ισχυρής βυζαντινής δυναστείας, των Κομνηνών, που, υπό τον Αλέξιο τον Α΄, πέτυχε να αποκαταστήσει τον βυζαντινό έλεγχο τόσο στις δυτικές περιοχές, όσο και στο μεγαλύτερο μέρος του παραλιακού μετώπου της Μ. Ασίας, αξιοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ευκαιρία που του παρέσχε η διέλευση των Λατίνων πολεμιστών της Α΄ Σταυροφορίας από τα εδάφη της αυτοκρατορίας.
Για όλα αυτά, ο κ. Μαμαγκάκης είναι αληθινά άξιος του «δικαίου επαίνου» και γι’ αυτό το νέο πόνημά του, που αποτελεί, τωόντι, περισπούδαστη και κεφαλαιώδους σημασίας μελέτη, απόρροια των συστηματικών και ενδελεχών ερευνών του στον χώρο της Βυζαντινής Ιστορίας. Η προσπάθειά του, ανάγκη βαθιά εσωτερική, αντανακλά το περίσσευμα της ψυχής του. Χωρίς κανένα δισταγμό μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το φωτισμένο ενδιαφέρον ορισμένων ανθρώπων αποτελεί την ασφαλέστερη δικλείδα για την προαγωγή, ανάπτυξη και καταξίωση κάθε επιστημονικού πεδίου.








