Προσαρμογή, ανθεκτικότητα και μετριασμός επιπτώσεων οι βασικές προϋποθέσεις για τη διαχείριση της κλιματικής κρίσης
Τεράστιες και εμφανείς είναι πλέον οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και η ανάγκη λήψης μέτρων και πρωτοβουλιών για την προστασία πρώτα από όλα ανθρώπινων ζωών και δευτερευόντως του περιβάλλοντος και των περιουσιών, χαρακτηρίζεται περισσότερο από αναγκαία.
Απουσία σταθερού χωροταξικού πολεοδομικού σχεδιασμού, πεπαλαιωμένες υποδομές, αυθαιρεσίες και έλλειψη παρεμβάσεων, κρίσιμων για την θωράκιση των περιοχών, είναι δεδομένα που έχουν εδώ και καιρό κρούσει το καμπανάκι κινδύνου σε πολιτεία, αυτοδιοίκηση, επιστημονική κοινότητα και πολίτες.
Στο τρίπτυχο το οποίο δίδει ιδιαίτερη έμφαση ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και αφορά στις προτεραιότητες της αντιμετώπισης της κλιματικής, αναφέρθηκε χθες μεταξύ άλλων, ο καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμης Λέκκας, που συμμετείχε το βράδυ της Πέμπτης σε τηλεοπτικό πάνελ στην εκπομπή της Αντιγόνης Ανδρεάκη «Live», σημειώνοντας μεταξύ άλλων:
«Ζούμε την κλιματική κρίση, δηλαδή ένα σύνολο φαινομένων όπως οι μεγάλες θερμοκρασίες, οι ξηρασίες παρατεταμένες, δασικές πυρκαγιές, καύσωνες, έντονα καιρικά φαινόμενα με ραγδαία πλημμυρικά φαινόμενα, διαβρώσεις που ουσιαστικά καταλήγουν στην ερημοποίηση, που μαζί με άλλα φαινόμενα προκαλούν μεγάλες καταστροφές. Όλα αυτά συνθέτουν την κλιματική κρίση. Πριν 15 χρονιά δεν τα αντιμετωπίζαμε. Σήμερα, είναι μια καινούρια κανονικότητα που πρέπει να προσαρμοστούμε. Η προσαρμογή, ο μετριασμός όλης αυτής της διαδικασίας της κλιματικής κρίσης αλλά και η ανθεκτικότητα είναι τα τρία σημεία που δίνει μεγάλη σημασία και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.
Μετριασμός: Μετριασμό δεν βλέπουμε. Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις της Ελλάδας, της Ευρώπης. Πρέπει να έχει όλος κόσμος και αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο. Ούτε η Ινδία ούτε η Κίνα ούτε οι ΗΠΑ έχουν τέτοια διάθεση. Δεν αποδέχονται καταρχάς τη κλιματική κρίση.
Προσαρμογή: Μπορούμε να κάνουμε ενέργειες, όμως δεν θα ναι καθολικές και δεν θα μπορούν να είναι καθολικές γιατί δεν τις αποδέχονται όλοι. Εκείνο το οποίο μπορούμε να κάνουμε είναι η ανθεκτικότητα. Ανθεκτικότητα σε νέες δομές αλλά και στην κοινωνία για να είναι πιο ανθεκτική σε νέες καταστροφές, σε νέα τέτοια φαινόμενα. Ανθεκτικότατα σημαίνει ότι δίνουμε στις δομές μας έργα υποδομής, δίκτυα, δομές κοινωνικές, ώστε να ανταπεξέρχονται στη νέα κατάσταση. Αυτό μπορούμε να το δούμε αλλά δεν είμαι αισιόδοξος ότι εστιάζουμε πολύ σε αυτές τις διαδικασίες».
Πριν το 112 πρέπει να υπάρχει εκτίμηση του κινδύνου
Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, ενώ για τους σεισμούς έχει δοθεί μεγάλη βαρύτητα και από πλευράς ενημέρωσης και από πλευράς διαχείρισης κάτι που απέδωσε στην επί 40 χρόνια λειτουργίας του ΟΑΣΠ που διαμόρφωσε την αντισεισμική πολιτική της χώρας, δεν συμβαίνει το ίδιο με άλλα φυσικά φαινόμενα όπως είναι οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές.
Βήματα έχουν γίνει όπως πρόσθεσε, ενώ έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη σημασία εκτίμησης του κινδύνου: «Πριν το 112 πρέπει να υπάρχει η εκτίμηση του κινδύνου. Έχουμε κάνει βήματα τον τελευταίο χρόνο στην Ελλάδα. Έχει συσταθεί μια διεπιστημονική επιτροπή υπό τον γενικό γραμματέα πολιτικής προστασίας, εκπροσώπους από τα ερευνητικά ιδρύματα της χωράς οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για να εκτιμούν και να αναλύουν τον κίνδυνο από μια επερχόμενη κακοκαιρία. Κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο συγκαλείται επιτροπή και εκφράζονται απόψεις. Οι προγνώσεις διαβιβάζονται στους επιχειρησιακούς φορείς οι οποίοι αναλαμβάνουν συνέχεια την ενεργοποίηση δυνάμεων και επέμβαση αν εκδηλωθεί το φαινόμενο. Στην Ισπανία δεν υπήρχε αυτό. Υπήρχε λάθος αναμονή ουσιαστικά επικείμενης κακοκαιρίας αλλά όχι με μεγάλα ύψη βροχής. Δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και κάτι άλλο. Εκτός του ότι δεν υπήρχε ανάλυση εκτίμησης κινδύνου. Δεν υπήρχε προειδοποίηση. Το 112 λειτούργησε πολύ καθυστερημένα και εδώ εμείς επιβεβαιωνόμαστε και ακυρώνονται τα παραπάνω για το 112, ότι στέλνει ειδοποίηση χωρίς να υπάρχει λόγος. Προτιμούμε να στείλουμε μηνύματα που δεν επαληθεύονται άλλα να στείλουμε εφτά μηνύματα που θα πιάσουν τόπο. Γιατί προτάσσεται η ανθρώπινη ζωή. Δεν θα κάνουμε οικονομία στα μηνύματα για να χάσουμε ζωές. Δηλαδή το μήνυμα πήγε πέντε ώρες μετρά αφού είχε εκδηλωθεί το φαινόμενο χωρίς να έχει ιδιαίτερη σημασία», σημείωσε.
Και πρόσθεσε ότι: «Δεν μπορούν τα συστήματα να ειδοποιούν πολύ πιο πριν από ένα γεγονός. Βέβαια οι προειδοποιήσεις πάντα βοηθάνε. Όμως η επιστημονική εκτίμηση είναι εκείνη που θα πάρει το δεδομένο, θα τα αξιολογήσουν οι επιστήμονες και θα προτείνουμε μέτρα για την κατάσταση που δημιουργείται στους επιχειρησιακούς φορείς και στην περιφερειακή και αυτοδιοίκηση. Είμαστε μακρυά από την ακριβή πρόγνωση όλων αυτών των φαινομένων. Προόδους κάνουμε. Τα μηχανήματα θα βοηθούν, δεν είναι όμως πανάκεια .
Η απουσία σταθερού πολεοδομικού σχεδιασμού δημιουργεί σοβαρά προβλήματα
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Λέκκας στην τρωτότητα των συστημάτων επισημαίνοντας ότι: «Δεν υπάρχει αστικός και χωροταξικός σχεδιασμός στη χώρα. Συνεχώς γίνονται παραβιάσεις οποιασδήποτε νομοθεσίας με εντάξεις αυθαίρετων, επανεντάξεις αυθαίρετων, τακτοποιήσεις, επανατακτοποιήσεις. Επομένως δεν υπάρχει ένας σταθερός πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός. Πριν από κάθε εκλογές υπάρχουν υποσχέσεις για αυθαίρετες κατασκευές και ένταξη τους στο σχέδιο πόλης και αυτό είναι τραγικό.
Από την πλευρά του ο γεωλόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, Χαράλαμπος Φασουλάς, τόνισε ότι επιώ σειρά ετών υπήρχε εφησυχασμός αφού δεν είχαμε αντιληφθεί τη σπουδαιότητα της κλιματικής αλλαγής: «Αυτό που δεν αντιληφθήκαμε οι περισσότεροι και το έλεγαν τα μοντέλα από το 2000 είναι ότι θα πάμε σε μια μείωση των βροχοπτώσεων αλλά θα πάμε και σε μια ραγδαιότητα σε ό, τι αφορά τις καταιγίδες. Ναι μεν μειώνονται οι βροχοπτώσεις άλλα και ο χρόνος που πέφτουν, άρα μιλάμε για συνθήκες αδιανόητες, ενώ εμεις σχεδιάζαμε με συνθήκες της προηγουμένη 50τία».
Copernicus: Το 2024 θα είναι το θερμότερο έτος όλων των εποχών
Ως το θερμότερο έτος στην ιστορία της ανθρωπότητας αναμένεται να καταγραφεί το 2024, σύμφωνα με την υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα στοιχεία που δημοσίευσε να μαρτυρούν ότι το θερμόμετρο προβλέπεται ότι θα καταγράψει 1,5C (2,7F) περισσότερο από ό,τι πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση.
«Έπειτα από 10 μήνες του 2024 είναι πλέον σχεδόν βέβαιο ότι το 2024 θα είναι η πιο ζεστή χρονιά που έχει καταγραφεί ποτέ και η πρώτη (με τη θερμοκρασία) να είναι κατά 1,5° Κελσίου υψηλότερη σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα», με βάση τα στοιχεία ERA5 του Κοπέρνικου, σχολίασε η Σαμάνθα Μπέρτζες αναπληρώτρια διευθύντρια της υπηρεσίας κλιματικής αλλαγής (C3S) του Κοπέρνικου.
Είναι μάλιστα «πιθανό» η υπερθέρμανση του πλανήτη να ξεπέρασε τον 1,55° Κελσίου στη διάρκεια του 2024. «Πρόκειται για ένα νέο στάδιο στα ρεκόρ των παγκόσμιων θερμοκρασιών και θα πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου ώστε να ενισχύσουμε τις φιλοδοξίες μας στην επόμενη διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή, την COP29», υπογράμμισε η Μπέρτζες.
Η COP αυτή, που ξεκινά στις 11 Νοεμβρίου στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, θα είναι αφιερωμένη στην αναζήτηση τρόπων για τη χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών προκειμένου να μειώσουν τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου και να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή.
Σύμφωνα με τον Κοπέρνικο, ο Οκτώβριος του 2024 ήταν ο πιο ζεστός που έχει καταγραφεί παγκοσμίως μετά τον Οκτώβριο του 2023, με τη μέση θερμοκρασία να φτάνει τους 15,25 ° Κελσίου.
Πρόκειται για αύξηση κατά 1,65° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή (1850-1900). Πρόκειται επίσης για τον 15ο συνεχή μήνα σε μια περίοδο 16 μηνών κατά τον οποίο η μέση θερμοκρασία ήταν υψηλότερη κατά 1,5° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Αυτός ο συμβολικός αριθμός αντιστοιχεί στο πιο φιλόδοξο όριο που είχε τεθεί από την παγκόσμια κοινότητα στο Παρίσι το 2015, με στόχο να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από τους 2°Κελσίου και να συνεχιστούν οι προσπάθειες για να περιοριστεί στον 1,5° Κελσίου. Σύμφωνα όμως με τους πιο πρόσφατους υπολογισμούς του ΟΗΕ, ο κόσμος δεν βρίσκεται σε καμία περίπτωση σε σωστή πορεία για να πετύχει το όριο αυτό.
Με τις υφιστάμενες πολιτικές η υπερθέρμανση του πλανήτη αναμένεται να φτάσει το «καταστροφικό» επίπεδο των 3,1° Κελσίου στη διάρκεια αυτού του αιώνα, όπως εκτιμά το πρόγραμμα του ΟΗΕ για το Περιβάλλον (UNEP). Και ακόμη κι αν ληφθούν υπόψη όλες οι δεσμεύσεις για την υιοθέτηση καλύτερων πολιτικών, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,6° Κελσίου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ