Η σημασία της αξιοποίησης του ελαιοτουρισμού στην Κρήτη εξαιτίας της άμεσης σχέσης του με τομείς του πολιτισμού, της οικονομίας, της ιστορίας και της διατροφής συζητήθηκε στην πρωτότυπη περιηγητική ημερίδα με θέμα «Ανάπτυξη ελαιοτουρισμού στην Κρήτη», που συνδιοργανώθηκε από τον ΣΕΔΗΚ, την Περιφέρεια Κρήτης, το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας και τον Δήμο Ρεθύμνου, το πρωί του Σαββάτου 12 Οκτωβρίου 2024 με αφετηρία το ξενοδοχείο «Aquila Porto» στο Ρέθυμνο. Ελιά και τουρισμός αποτελούν δύο σημαντικά κομμάτια της κρητικής κουλτούρας και καθημερινότητας, ενώ η προώθηση και ενθάρρυνση αυτής της εναλλακτικής μορφής τουρισμού που προκύπτει από το συνδυασμό τους, μπορεί να προσφέρει μεγάλα οφέλη στην Κρήτη, τουριστικά και πολιτιστικά. Στο πλαίσιο της ημερίδας έγιναν επισκέψεις στο Μουσείο Ελαιολάδου στους Αρμένους, το Ρωμαϊκό Ελαιοτριβείο στο Χαμαλεύρι και στην ταβέρνα στο Αστέρι για γευσιγνωσία, με τους συμμετέχοντες να αποκτούν μία επαφή με την ευεργετική επίδραση του ελαιολάδου και την αναπόσπαστη θέση του στην Κρητική διατροφή.
Υγεία, πολιτισμός και περιβάλλον επωφελούνται από τον ελαιοτουρισμό
Ο Νίκος Μιχελάκης, επιστημονικός σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ ανέφερε: «Η ελαιοκομία και ο τουρισμός αποτελούν τους δύο κύριους κλάδους απασχόλησης και οικονομίας της Κρήτης. Βέβαια ο τουρισμός τα τελευταία χρόνια έχει υποσκελίσει οικονομικά την ελαιοκομία άλλα η ελαιοκομία έχει βαθιά τις ρίζες της στην ζωή και στην ιστορία της Κρήτης και παρουσιάζει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα, ενώ επηρεάζεται κάποιες φορές από τις κλιματικές συνθήκες. Η ελαιοκομία και ο τουρισμός είναι δύο συνεργικοί κλάδοι που μπορούν να πραγματοποιούν κοινές και συμπληρωματικές δράσεις. Η ελαιοκομία μπορεί να συμβάλει στην ποιοτική βελτίωση και γεωγραφική και χρονική επέκταση του τουρισμού στην Κρήτη, ενώ ο τουρισμός μπορεί να συμβάλλει στην προβολή και κατανάλωση του ελαιολάδου εντός και εκτός Κρήτης. Ο ελαιοτουρισμός αποτελεί μια κοινή δράση Ελαιοκομίας -Τουρισμού, πρόκειται δηλαδή για τουρισμό που αναπτύσσεται στους χώρους και στα αξιοθέατα της ελαιοκομίας. Μέσα από τις γευσιγνωσίες ελαιολάδου, τις ξεναγήσεις, τους περιπάτους σε ελαιώνες και τις επαφές με τους ανθρώπους και τα προϊόντα της ελιάς, οι επισκέπτες και οι συμμετέχοντες ενημερώνονται για τις πολιτιστικές, γευστικές και υγιεινές αξίες του ελαιολάδου».
Παράλληλα, ο κ. Μιχελάκης σημείωσε την αξία του ελαιοτουρισμού για το περιβάλλον, την υγεία και τον Κρητικό πολιτισμό, αναφέροντας:
«Η Κρήτη διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη του ελαιοτουρισμού σε σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές της Μεσογείου και αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ο ελαιοτουρισμός μπορεί να προσελκύσει ενδιαφέρον στους τομείς της υγείας, του πολιτισμού και του περιβάλλοντος. Η ευεργετική επίδραση του ελαιολάδου στην υγεία και το ενδιαφέρον των τουριστών μεγαλύτερης ηλικίας και οικονομικών δυνατοτήτων για τη φροντίδα της υγείας τους θεωρούνται δεδομένα. Τα αρχαιολογικά μνημεία της Κρήτης αποτελούν ένα μοναδικό και ανεκτίμητο πλούτο για την ελιά και το ελαιόλαδο από τη Μινωική περίοδο, μέχρι τον περασμένο αιώνα. Επίσης, τα μνημειακά ελαιόδεντρα έχουν παρουσία χιλιάδων χρόνων, κάποια από αυτά έχουν αναπλαστεί και έχουν καταστεί επισκέψιμα. Το ίδιο ισχύει και για τα ΕλαιοΜουσεία που προβάλλουν και αναδεικνύουν τη σημασία και την ιστορία της ελιάς για τον τόπο. Τέλος, με περιβαλλοντικά κριτήρια, οι ελαιώνες καλύπτουν το 25% της επιφάνειας και αποτελούν το φυσικό δάσος του νησιού».
Τουρισμός και ελαιοκομία συνεργάζονται
Τη σχέση τουρισμού και ελαιοκομίας ανέδειξε ο κ. Μιχελάκης, ο οποίος επεσήμανε την ανάγκη για παροχή στήριξης από τα αρμόδια διοικητικά όργανα «Το προϊόν της ελαιοκομίας παρουσιάζει μεγαλύτερη ασφάλεια στη ζήτηση, από ότι το προϊόν του τουρισμού. Σήμερα καλούνται να συνυπάρξουν και να συνεργαστούν και αυτό είναι τόσο εφικτό όσο και συμφέρον για τους δυο κλάδους. Ο τουρισμός μπορεί να επωφεληθεί προβάλλοντας και αξιοποιώντας την υγιεινή και πολιτιστική αξία τους ελαιολάδου, άλλα και η ελαιοκομία μπορεί να επωφεληθεί προβάλλοντας το προϊόν της μέσα από τον τουρισμό. Και οι δυο κλάδοι παρουσιάζουν κατά καιρούς διακυμάνσεις, ωστόσο η προώθηση του ελαιοτουρισμού κρίνεται αναγκαία για την επέκταση του τουρισμού στην ενδοχώρα του νησιού και την αποτροπή του τουριστικού υπερκορεσμού που αρχίζει να παρατηρείται στις παραλιακές ζώνες.
Η επίτευξη του στόχου αυτού, οπωσδήποτε απαιτεί την ενθάρρυνση των αρμοδίων δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων την οποία ο ΣΕΔΗΚ ενθαρρύνει με τις βραβεύσεις έλαιο-μουσείων, επισκέψιμων ελαιοτριβείων, ξενοδοχείων, μονάδων διατροφικής ενημέρωσης, κάποιες από τις οποίες περιλαμβάνονται στο σημερινό πρόγραμμα. Επίσης, την κατάρτιση τόσο των επιχειρηματιών όσο και του προσωπικού υποδοχής και ενημέρωσης, καθώς και τη δημιουργία και λειτουργία σωστών υποδομών υποδοχής και ενημέρωσης των τουριστών την οποία πρέπει τόσο η περιφέρεια, όσο και τα αρμόδια υπουργεία να σχεδιάσουν και να υποστηρίξουν με ενισχύσεις και άλλες θεσμικές διευκολύνσεις».
Με τη σειρά της, η Μαρία Λιονή, η αντιπεριφερειάρχης Κρήτης υπογράμμισε τις ανακαινίσεις ελαιουργείων στην Κρήτη και το Ρέθυμνο, που συμβάλλουν ώστε αυτά να γίνονται πόλος έλξης για τους επισκέπτες, ενώ ευχαρίστησε τον Νίκο Μιχελάκη για την προσφορά και το έργο του.
«Ο ελαιοτουρισμός είναι πολύ όμορφη μορφή τουρισμού. Η Κρήτη είναι από τις περιοχές της Ελλάδας που προσφέρεται για ελαιοτουρισμό, διότι υπάρχουν μουσειακά ελαιόδεντρα, πολλά παλιά ελαιουργεία, τα οποία έχουν μπει σε προγράμματα και έχουν ανακαινιστεί. Ένα από αυτά πριν μερικούς μήνες, εδώ στο Ρέθυμνο το εγκαινιάσαμε και με πρόγραμμα του Δήμου Ρεθύμνου φτιάχτηκε καταπληκτικά. Πρόκειται για ένα καταπληκτικό ελαιουργείο, όπως και όλες οι διαδρομές που έχουν επιλεχθεί στο πλαίσιο της εκδήλωσης. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κύριο Μιχελάκη, που όλα αυτά τα χρόνια ασχολείται με τα ζητήματα των ελαιοκομικών δήμων, της ελιάς στην Κρήτη, ενώ παρέχει παράλληλα τις πολύτιμες συμβουλές του και την εμπειρία του. Θέλουμε για πολλά χρόνια να τον έχουμε ακόμα δίπλα μας, γιατί είναι από τους ανθρώπους που γνωρίζουν πολλά πράγματα και τον χρειαζόμαστε εδώ στην πατρίδα μας».
«Χρειάζεται εντονότερη και μεγαλύτερη προσπάθεια»
Ο Γιώργος Μαρινάκης, δήμαρχος Ρεθύμνου και επί σειρά ετών πρόεδρος του ΣΕΔΗΚ, αναφέρθηκε στον πλούτο των μνημειακών ελαιοδέντρων και στη ανάγκη παροχής κινήτρων ανάπτυξης και διατήρησης στους ιδιοκτήτες των παραδοσιακών ελαιώνων. «Η εκδήλωση είναι μία παράδοση του ΣΕΔΗΚ, αλλά και ένα κίνητρο για να κάνει ακόμα περισσότερα πράγματα. Το θέμα είναι συνυφασμένο με τον ανασχεδιασμό που πρέπει να κάνουμε, ειδικότερα στον τομέα του ελαιοτουρισμού και στη διασύνδεσή του με τον πρωτογενή τομέα. Ο πρωτογενής τομέας δεν είναι η παραγωγή, αλλά η ιστορία και ο πολιτισμός για να φτάσουμε και να μιλήσουμε για όλα αυτά. Νομίζω ότι εδώ στην Κρήτη μπορούμε να μιλήσουμε για την ιστορία της ελιάς, μιας και είμαστε τυχεροί και έχουμε πάρα πολλά τοπόσημα, που μπορούμε και να αναδείξουμε και να επισκεπτόμαστε. Ένας πλούτος που υπάρχει είναι τα μνημειακά ελαιόδεντρα, για τα οποία έχει γίνει μία σοβαρή προσπάθεια τα τελευταία χρόνια, αλλά χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη και εντονότερη, αλλά κυρίως συνεργασία των ιδιοκτητών αυτών των μνημείων της φύσης, γιατί δεν δικαιούται κανείς να αδιαφορεί επειδή αυτό το δέντρο δεν είναι «παραγωγικό» και να γίνεται καυσόξυλο για το τζάκι. Ένα άλλο σοβαρό θέμα είναι οι παραδοσιακοί ελαιώνες, οι οποίοι είναι στο έλεος του Θεού και καμιά φορά στη φύση της καταστροφής -όπως έγινε πρόσφατα στο Αμάρι με τις πυρκαγιές- όπου έχουμε κάνει πάρα πολλά χρόνια τώρα υπομνήματα, διαβήματα και αιτήματα προς κυβερνήσεις και υπουργούς. Συναντάμε την απόλυτη κατανόηση όταν συζητάμε και την απόλυτη αδράνεια, όταν αποχωρούμε. Δεν μπορούν να μη δοθούν κίνητρα σε όλους τους ανθρώπους που διατηρούν αυτούς τους παραδοσιακούς ελαιώνες. Αυτό δεν είναι θέμα ούτε υπηρεσιών, ούτε αυτοδιοίκησης. Είναι θέμα κεντρικής πολιτικής στρατηγικής, που πρέπει να περάσει μέσα από κεντρικά ευρωπαϊκά προγράμματα, να είναι βιώσιμα και να δίνουν μία προοπτική διατήρησης αυτών των μνημείων της φύσης».
«Να αποκτήσουμε σύνδεση με το παρελθόν μας και δυνάμεις για το μέλλον»
Ο δήμαρχος, Γιώργος Μαρινάκης, στην ομιλία του στα πλαίσια της ημερίδας, αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη σωστού σχεδιασμού και συντονισμένης προσπάθειας προκειμένου να προστατευτεί η ποιότητα και η βιωσιμότητα της Κρήτης. «Μία φύση που συνέχεια τιμωρούμε με τη συμπεριφορά μας, αλλά ήρθε η ώρα να μας τιμωρήσει και αυτή για την αδιαφορία μας και τον τρόπο που τη διαχειριζόμαστε. Δεν είναι τυχαία όλα αυτά τα παράξενα, όπως τα αποκαλούμε, γιατί είναι πράγματα που έχουν πει οι επιστήμονες χρόνια πριν. Τότε τους θεωρούσαμε στην καλύτερη περίπτωση ότι είναι απαισιόδοξοι και στη χειρότερη ότι δεν ξέρουν τι τους γίνεται, λέγοντας πράγματα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Τώρα πλέον, τα έντονα καιρικά φαινόμενα έφτασαν και στη δική μας πόρτα ήρθε η ώρα να αναστοχαστούμε σε πάρα πολύ βασικά πράγματα και νομίζω ότι καλύτερη αφετηρία είναι να αγαπάμε και να αγαπήσουμε το περιβάλλον, να προστατέψουμε τη φύση και να προσπαθήσουμε, μιας που η Κρήτη θεωρείται ένας από τους δημοφιλέστερους παγκόσμιους προορισμούς, να δείξουμε την ποιότητά μας, αλλά να κάνουμε και μια στρατηγική διάχυσης αυτού του τουριστικού ρεύματος στην ενδοχώρα, για να αποσυμφορήσουμε τα αστικά κέντρα από την τρομερή υπερπίεση του υπερτουρισμού».
Τέλος, ο δήμαρχος συμπλήρωσε: «Υπάρχουν νησιά που δεν είναι ούτε καν στο μέγεθος του Νομού Ρεθύμνης και έχουν πενταπλάσιο και δεκαπλάσιο τουρισμό από την Κρήτη. Πρέπει να κάνουμε ορθολογική κατανομή του τουριστικού ρεύματος και στη διάρκεια του χρόνου και στη διάχυσή του στην ενδοχώρα, στην επαρχία και παντού. Είναι γεγονός ότι δεν έχουμε κάνει καλές στρατηγικές, αυτό ξεκινάει από την έλλειψη σοβαρού χωροταξικού σχεδιασμού, δεν έχουμε κάνει ακόμα χρήσεις γης, τώρα με τα τοπικά πολεοδομικά σχέδια, το επιχειρούμε και οφείλω να πω ότι συναντούμε μία τρομακτική αντίδραση συμφερόντων που όλοι θέλουν η δική τους γη να γίνει οικόπεδο και ό,τι είναι δυσμενές και επαχθές να πάει απέναντι. Πρέπει να υπάρχει μερίδιο στην προστασία και στο σχεδιασμό της παραγωγικής γης. Δεν μπορούμε να λέμε ότι υποδεχόμαστε επισκέπτες και δεν έχουμε τα τρόφιμα να τους παρέχουμε. Νομίζω ότι η ημερίδα έχει λαμπρούς εισηγητές. Να αποκτήσουμε σύνδεση με το παρελθόν μας και δυνάμεις για το μέλλον».