Μέρες σαν κι αυτές αρχές του περασμένου αιώνα και το Ρέθυμνο ετοιμαζόταν να γιορτάσει τη Γέννηση του Χριστού.
Πόσοι όμως γιόρταζαν στην πραγματικότητα; Η φτώχεια δεν άφηνε τους περισσότερους φτωχοφαμελίτες να καταλάβουν γιορτές. Όσοι δεν ήταν στη φυλακή, για χρέη, προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να φέρουν στο σπίτι τουλάχιστον λίγο ψωμί/
Ένας άγγελος καλοσύνης, όμως, περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία. Και μόλις συγκέντρωνε τα στοιχεία που ήθελε, άνοιγε το χρηματοκιβώτιό του, έπαιρνε ένα δέμα από χαρτονομίσματα και κατευθυνόταν στην αρμόδια υπηρεσία, για να βγάλει ταλαίπωρους από τη φυλακή. Φανταζόμαστε τη χαρά των μικρών παιδιών βλέποντας τον πατέρα να επιστρέφει στο σπίτι.
Αυτός ήταν ο Εμμανουήλ Καούνης, ο άρχοντας της Ρεθεμνιώτικης Αγοράς, ο διασώστης και προστάτης του αρχαιολογικού μας πλούτου, αλλά και κάθε παραδοσιακής αξίας. Και ό,τι έκανε γινόταν πάντα διακριτικά, για να μην σκανδαλίζει.
Γιος του ήταν ο Λεωνίδας Καούνης που σ’ αυτόν οφείλεται ένα μεγάλο μέρος πολύτιμων στοιχείων για το αρχείο μας και που εξασφαλίσαμε απολαμβάνοντας πάμπολλες φορές την τόσο υπέροχη συντροφιά του.
Στα πρώτα βήματα της καριέρας μου έτυχε να συναντήσω στο γραφείο δημοσίων σχέσεων της Νομαρχίας έναν κομψότατο κύριο, γεμάτο ενέργεια και με ένα βήμα χαρακτηριστικό των ανθρώπων που δεν σπαταλάνε ούτε δευτερόλεπτο από τη ζωή τους χωρίς να το αξιοποιήσουν δημιουργικά.
Μου έκανε εντύπωση η ευγένειά του. Πάντα δημιουργεί την αίσθηση ότι βρίσκεσαι μπροστά σ’ έναν σύγχρονο ιππότη.
Έτσι γνώρισα τον Λεωνίδα Καούνη που με τον αξέχαστο Μανουήλ Φωτάκη πρόσθεταν κύρος στον χώρο που υπηρετούσαν τη δημόσια διοίκηση.Εκείνο το διάστημα έτυχε να καλύψω και διαλέξεις που είχε δώσει με απόλυτη επιτυχία κυρίως στο λύκειο. Και στο βήμα του ομιλητή είχε μια ξεχωριστή παρουσία. Με ζηλευτή ευφράδεια και μεγάλη περιουσία γνώσεων παρουσίαζε το θέμα του. Κι ήταν χάρμα ακοής να τον παρακολουθείς.
Τι να πω για τα δημοσιεύματά του, που τα συγκεντρώνω ένα ένα με απώτερο στόχο την ανάρτησή τους στο «Πολιτιστικό Ρέθυμνο» για να διδάσκονται οι νεότεροι σε ύφος και ήθος γραφής.
Από τις έρευνές μου, προκύπτει ότι ο Λεωνίδας Καούνης είναι και ο πρώτος που αναλύει μεγάλες μορφές του Ρεθύμνου, που έγραψαν ιστορία και άφησαν εποχή.
Αλλά πώς να διαφέρει ο ξεχωριστός αυτός συμπολίτης μας από την τιμημένη γενιά του και από τον πατέρα του μεγάλο ευεργέτη του Ρεθύμνου, αφού διέσωσε με προσωπικό κόστος το μεγαλύτερο μέρος του αρχαιολογικού πλούτου του τόπου μας.
Πώς να μην διαθέτει τόσο πλούτο συναισθημάτων όταν μεγάλωσε πλάι σε έναν άνθρωπο με απόλυτα χριστιανική αντίληψη που διέθετε από την περιουσία του για να βγάζει από τη φυλακή δυστυχισμένους συμπολίτες κρατούμενους για χρέη στο δημόσιο.
Και πώς να μην διακρίνεται για τη μεγαλοψυχία του όταν γεννήθηκε από έναν άγγελο καλοσύνης και ανεξικακίας τη μητέρα του που δυστυχώς έφυγε πολύ νέα, έχοντας όμως προλάβει να αποκτήσει ενόραση δείγμα ανθρώπου αφοσιωμένου στο Θεό.
Γεμάτη προσφορά η ζωή του Εμμανουήλ Καούνη
Ο Λεωνίδας Καούνης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο και ήταν το μοναχοπαίδι του Εμμανουήλ Καούνη και της Ελένης το γένος Τζαγκαράκη.
Η γιαγιά του από τον πατέρα του καταγόταν από την ιστορική οικογένεια των Βλαστών που ανέδειξαν και τον μεγάλο λαογράφο Παύλο Βλαστό.Ο πατέρας του, αν και θα μπορούσε να διακριθεί σε κάποια επιστήμη, υποχρεώθηκε από τη ζωή να ασχοληθεί με το εμπόριο και να διακριθεί.
Το εξαιρετικό λάδι που έβγαζε το ατμοκίνητο εργοστάσιό του βραβεύτηκε άπειρες φορές σε διάφορες εκθέσεις ακόμα και του εξωτερικού. Ο φιλοπρόοδος Ρεθεμνιώτης διατηρούσε κι ένα κατάστημα στην οδό Αρκαδίου από το οποίο διέθετε τα προϊόντα του εργοστασίου του.
Υπήρξε όμως κι ένας γενναίος πατριώτης που απέδειξε τα θερμά του αισθήματα και σε εξεγέρσεις της δύσης του αιώνα πριν ενωθεί η Κρήτη με την Ελλάδα αλλά και στην επανάσταση του Θερίσου.
Ήταν από τους οργανωτές του συλλαλητηρίου της Μονής Ασωμάτων έχοντας γύρω του γενναίους συμπολεμιστές και αρχηγό τον Γιώργο Βλαστό.Σε καιρό ειρήνης ασχολήθηκε με πάθος στον εντοπισμό και διάσωση των αρχαιολογικών θησαυρών του τόπου μας προσφέροντας μεγάλες υπηρεσίες στην πατρίδα του που αιμοστάζοντας από πολέμους και συμφορές δεν είχε καμιά δυνατότητα να υποστηρίξει ανασκαφικές έρευνες.
Ακόμα κι ο αθηναϊκός τύπος ασχολήθηκε με το έργο του Εμμ. Καούνη. Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της «Εστίας» (9 Απριλίου 1928): «…το Μουσείον Ρεθύμνης το οποίον διευθύνει με ζήλο ο καθηγητής του γυμνασίου κ. Παπαδάκης και δια το οποίον μέγα ενδιαφέρον δεικνύει ο κ. Εμμ. Καούνης, μια χαρακτηριστική μορφή εμπόρου λογίου, ο οποίος αφήνει τας υποθέσεις του δια να μεταβεί εις το εσωτερικόν και κάμει ανασκαφάς εξ ιδίων…».
Παραμονές του θανάτου του έδωσε την ευχή του στον γιο του Λεωνίδα να παραδώσει στο μουσείο τα ευρήματα που προστάτευε στον χώρο του μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος αν ο ίδιος δεν είναι πια στη ζωή.
Και τι να γράψουμε για τη δράση του σαν Ερυθροσταυρίτη. Γιατί υπήρξε ιδρυτικό μέλος του τοπικού τμήματος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού από το 1922.
Αλλά και σε άλλους τομείς συνέβαλε τα μέγιστα διατελώντας μέλος της επιτροπής επαρχιακής οδοποιίας. μέλος του αδελφάτου του Δημοτικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου, μέλος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, Ταμίας του συλλόγου εταιρείας των φίλων του Ρεθύμνου. Ταμίας του Γυμναστικού συλλόγου Ρεθύμνου, μέλος της φιλοτελικής εταιρείας Ελλάδος, έφορος του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων. Ιδρυτής του Ορειβατικού συλλόγου.
Μια τόσο πολυσήμαντη προσωπικότητα δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τους στίχους του Ρεθεμνιώτη βάρδου Γιώργη Καλομενόπουλου που γράφει κάπου:
«Στη χαλάστρα κουβεδιάζουν
δυο άρχοντες της πόλης
Καψαλάκης Ιωάννης
και Καούνης ο Μανόλης»
Έτσι είχε καταξιωθεί στη συνείδηση όλων των συμπολιτών του που τον τιμούσαν ιδιαίτερα. Και σε βαθμό μάλιστα που έγραφε ο Θεμιστοκλής Βαλαρής και αναφέρεται στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις».
«Αν δεν έλειπε ο Εμμανουήλ Καούνης τώρα και το Βενετσιάνικο Ρολόι θα ήταν στη θέση του…».
Από την μητέρα του πήρε όλες τις βασικές αρχές ο Λεωνίδας
Δεν ήταν όμως μόνον ο πατέρας που επηρέασε τη ζωή του κ. Λεωνίδα. Ήταν η γιαγιά από τον Κάστελο που αν και μεγάλωσε σε χωριό καμιά δεν την ξεπερνούσε σε τρόπους αλλά και σε δυναμισμό. Ήταν ο παππούς ο περίφημος Αδελιανός, από τους πλουσιότερους αλλά και πιο βασανισμένους ανθρώπους του τόπου.
Ήρθε στο Ρέθυμνο με μοναδικές αποσκευές την εντιμότητα και το θάρρος του και δεν άργησε με τη σκληρή δουλειά και το υγιές επιχειρηματικό του πνεύμα να γίνει ο πρώτος του τόπου.Βάσκανη μοίρα όμως τον σημάδεψε.
Οι τρεις θυγατέρες του ήταν πανέμορφες και είχαν έφεση στα γράμματα. Δεν πρόλαβαν όμως οι δυο από αυτές να χαρούν τη ζωή.
Η Άννα του σπούδαζε και ήταν στο πτυχίο όταν χτύπησε η αρρώστια την πόρτα της. Από ένα τυχαίο γεγονός, ένα γερό κρυολόγημα, εξελίχθηκε σε φυματίωση. Και τι τραγική σύμπτωση. Το πτυχίο της έφτασε όταν εκείνη ήταν στο φέρετρο. Της έβαλαν το πολυπόθητο χαρτί στο χέρι. Έκλαψαν και οι πέτρες.Η μητέρα δεν άντεξε και ακολούθησε στον τάφο.
Αυτή δεν πρόλαβε να πιει και το άλλο πικρό ποτήρι από τη μητέρα του Λεωνίδα αυτή τη φορά.Ήταν άγγελος καλοσύνης η Ελένη, καλόκαρδη με αγγελικό πρόσωπο και ψυχή. Πρόφτασε να δώσει στο γιο της όλες τις βασικές αρχές που θα τον έκαναν τόσο πολύτιμο για την κοινωνία που ζει.
Δυστυχώς μια ασθένεια την πήρε νωρίς από την όμορφη οικογένεια που είχε δημιουργήσει με τον Εμμανουήλ Καούνη. Άφησε τον Λεωνίδα της ορφανό στην πιο τρυφερή του ηλικία. Πόσο τη θρήνησε η πόλη αποδεικνύει και το παρακάτω περιστατικό.
Πρώτη φορά είδαν οι Ρεθεμνιώτες Μητροπολίτη να πηγαίνει σε σπίτι νεκρού για το ξόδι του και να τον συνοδεύει στην εκκλησία για τη νεκρώσιμη ακολουθία.
Ο Λεωνίδας ήταν τότε μόλις 14 χρόνων αλλά με βαθειά χριστιανική αντίληψη όπως είχε μάθει από τη μητέρα του κατάφερε να αντιμετωπίσει τις δοκιμασίες της ζωής του.
Τα πρώτα γράμματα διδάχτηκε από δασκάλα στο σπίτι όπως συνηθιζόταν στις εύπορες οικογένειες.
Η δασκάλα του Ζαχαρένια Τυράκη έμεινε στη μνήμη του μέχρι τώρα με το γοητευτικό τρόπο που του μάθαινε τα γράμματα χρησιμοποιώντας πολύχρωμες καρτούλες.
Στο Τούρκικο σχολείο έβγαλε το δημοτικό, με πρώτο δάσκαλο τον περίφημο Γεώργιο Ζανουδάκη, εκείνον τον εξαιρετικό λόγιο της εποχής και φλογερό λάτρη της δημοκρατίας. Πόσα δεν είχε ο Λεωνίδας να θυμηθεί από την καλοσύνη και την ανθρωπιά αυτού του δασκάλου…
Στο γυμνάσιο που συνέχισε τις σπουδές του δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα. Αναφερόταν με μεγάλη συγκίνηση στον γυμνασιάρχη του Πλιάκα, που είχε το σπάνιο προσόν να τον λατρεύουν οι μαθητές του χωρίς ποτέ αυτός να δώσει σε κανέναν δικαίωμα περαιτέρω προσέγγισης. Είχε όμως να θυμάται με αγάπη και άλλους καθηγητές όπως τον Λίβα, τον Καυγαλάκη, τον Κοπανάκη, τον Τυράκη κ.ά.
Ο Λεωνίδας Καούνης είχε εκτός των άλλων την ευτυχία να ζήσει από κοντά τη θεία του, αδελφή της μητέρας του, την περίφημη Βαρβάρα Μαμαλάκη, γραμματέα του Λυκείου Ελληνίδων. Κοντά της απέκτησε αυτή την αγάπη στο ιστορικό μας σωματείο. Πόσες φορές δεν χρειάστηκε να τη συνοδεύσει βράδυ ως εκεί στην αίθουσα και να την περιμένει να επιστρέψουν μόλις τέλειωνε τα καθήκοντά της. Ήταν χαρακτηριστικό της εποχής οι κυρίες που ανέπτυσσαν σωματειακή δράση να εκτελούν με συνέπεια το καθήκον που είχαν αναλάβει σε βάρος της προσωπικής τους ζωής. Δεν διεκδικούσαν αξίωμα στις εκλογές απλά για να ενισχύουν το γόητρό τους.
Μια σπάνια μαρτυρία
Στον πρώτο βομβαρδισμό από τους Ναζί υποχρεώθηκε να ακολουθήσει τον πατέρα του στο Βυζάρι όπου είχαν έναν πατρογονικό αρχοντικό.
Εκεί έζησε την αγωνία του μέχρι να παραδοθούν οι αρχαιολογικοί θησαυροί που είχε καταφέρει να διασώσει ο πατέρας του στο Αρχαιολογικό μουσείο από τον ίδιο. Έτσι εκπλήρωσε την τελευταία επιθυμία του τόσο σημαντικού γεννήτορά του.
Ο Λεωνίδας Καούνης, διατηρώντας πάντα χαμηλούς τόνους δεν άφησε ποτέ να γίνει γνωστή η όποια πατριωτική του δράση. Κι όμως χάρις στο θάρρος του συνέβαλε στη σωτηρία της υπόλοιπης επαρχίας Αμαρίου πριν γίνει και αυτή ολοκαύτωμα όπως τα μαρτυρικά χωριά του Κέντρους.
Από τους τοπικούς παράγοντες που έτρεφαν θερμά συναισθήματα για το νεαρό Λεωνίδα ήταν ο γιατρός Ιάκωβος Σταυρουλάκης που εκπροσωπούσε τον Ερυθρό Σταυρό.
Ο Λεωνίδας τον θαύμαζε και έδειχνε πάντα πρόθυμος όταν μπορούσε να του προσφέρει κάποια βοήθεια στο δύσκολο έργο του. Η πιο σημαντική ήταν ένα μεσημέρι λίγο καιρό μετά τον θάνατο του πατέρα του. Εκεί που ήταν ξαπλωμένος έρχεται η κοπέλα του σπιτιού και του λέει έντρομη ότι έξω από το σπίτι έχει σταματήσει ένα γερμανικό αυτοκίνητο και κάποιος φωνάζει «Λεωνιδάκη. Λεωνιδάκη».
Τρέχει αμέσως και τι να δει. Ο Ιάκωβος ήταν ανάμεσα σε δυο ένοπλους Γερμανούς.
– Λεωνιδάκη, του λέει αλαφιασμένος. Τρέξε στη ma femme, τη γυναίκα μου και πες της να κόψει ένα σεντόνι να βάλει στη μέση ένα σταυρό, παίρνοντας ένα κομμάτι από την κόκκινη ρόμπα της και να μου το φέρεις παιδί μου αμέσως. Είμαι υπό κράτηση και κινδυνεύει και ο τόπος. Αν δεν αποδειχθεί ο ισχυρισμός μου στην ανάκριση που μου έκαναν κινδυνεύει όλο το ανατολικό Αμάρι να καεί. Κάνε γρήγορα…
Ο νεαρός Λεωνίδας δεν έχασε καιρό. Έκανε όπως παράγγειλε ο γιατρός και τελικά σώθηκε το Αμάρι…
Την κατάθεση αυτή που έχει προκαλέσει αίσθηση είχε κάνει ο Καούνης και στην ταινία μου «Το Κέντρος έχει καταχνιά…» προσθέτοντας ένα ακόμα συγκλονιστικό ντοκουμέντο στα όσα άλλα αναφέρονται από το αρχείο Σπύρου Μαρνιέρου.
Πόσα και πόσα δεν έχει να μας παρουσιάσει ο εκλεκτός αυτός Ρεθεμνιώτης από τη ζωή και το έργο του. Πόσο σημαντική υπήρξε η θητεία του και στον Ερυθρό Σταυρό με έργο πλούσιο και αξιομνημόνευτο.
Κι όμως ποτέ δεν θέλει να μιλούν για τον ίδιο. Αντίθετα ο ίδιος δεν άφησε ποτέ την πένα του να ξαποστάσει, αναβιώνοντας χρονικά του τόπου στον τοπικό τύπο με μοναδική μαεστρία. Τα τελευταία χρόνια πληροφορήθηκα και μια άλλη του ιδιότητα αυτή του ζωγράφου. Τα έργα του που κοσμούν το αρχοντικό του στην πλατεία 25ης Μαρτίου είναι αξιοθαύμαστα.
Ανάμεσα στα έργα αυτά κι ένα άνθος, από τα σπανιότατα του είδους που υπάρχουν στον Δημοτικό Κήπο.
Πόσα πρωινά και πόσα ακόμα απογευματινά δεν μου γέμιζε με μνήμες ο αξέχαστος Ρεθεμνιώτης που άφησε μνήμη αγαθή.
Ήταν αγνός Χριστιανός
Αγνός Χριστιανός με είχε κάνει κοινωνό της μικρής του απόδρασης, εκεί μέσα στο σπίτι του, που είχε δημιουργήσει ένα πανέμορφο εκκλησάκι. Δεν του έλειπε τίποτα. Και όταν το φωταγωγούσε ήταν ένα μικρό κομψοτέχνημα.
Από τους τακτικούς επισκέπτες του Αγίου Όρους, συνήθιζε να μας μεταφέρει τη σοφία των γεροντάδων. Ιδιαίτερα τον είχε εντυπωσιάσει ο Άγιος Παίσιος. Αμέτρητες φορές με έπαιρνε το τηλέφωνο να μου μεταφέρει την αγωνία του για τη διάδοση των όσων είχε ακούσει τελευταία από τον άγιο αυτό του καιρού μας. Έπρεπε να τα κάνουμε γνωστά για να συνέλθει ο κόσμος επέμενε. Και ατυχώς τον απογοήτευα γιατί η επικαιρότητα μας ωθούσε σε άλλα θέματα πιο …κοσμικά.
Ο καλός μου κ. Λεωνίδας. Πόσο αθώος, πόσο άνθρωπος ήταν.
Από τους δημάρχους που είχε ξεχωρίσει ο Λεωνίδας Καουνης, ήταν ο Τίτος Πετυχάκης. Θυμάμαι το δακρυσμένο του βλέμμα όταν μου μιλούσε για τον φιλεύσπλαχνο δήμαρχο.
Μια συγκινητική ιστορία κι αυτή που μου αφηγήθηκε σε μια από τις συναντήσεις μας.
Ζούσε στο Ρέθυμνο μια πανέμορφη γυναίκα, καλοπαντρεμένη. Ο άντρας της τη λάτρευε. Ήθελε πάντα να τη βλέπει ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας.
Βάσκανη μοίρα όμως δεν επέτρεψε την ευτυχία της γυναίκας να συνεχιστεί. Πέθανε ξαφνικά ο άνδρας της κι εκείνη βρέθηκε στο απόλυτο κενό. Δεν μπορούσε να πάρει καμιά πρωτοβουλία καθώς ήταν μαθημένη να τα βρίσκει όλα έτοιμα. Ευτυχώς παιδιά δεν είχε αποκτήσει. Γρήγορα όμως βρέθηκε ένα βήμα πριν από την απόλυτη ένδεια. Το έμαθε ο Τίτος Πετυχάκης.
Μάζεψε την οικογένειά του και της ανακοίνωσε ότι από την ίδια μέρα θα είχαν και άλλο μέλος ανάμεσά τους. Μια ακόμα αδελφή. Και λίγο αργότερα πήγε και έφερε στο σπίτι του την άτυχη χήρα που έζησε πια κάτω από ανθρώπινες συνθήκες χωρίς να χάσει την αξιοπρέπειά της.
Πόσα και πόσα δεν διδάχτηκα από τον Λεωνίδα Καούνη και πάντα θα τον ευγνωμονώ. Οι μακαριστοί Τίτος και Θεόδωρος ήταν πάντα σημείο αναφοράς στις συζητήσεις μας.
Ο Λεωνίδας Καούνης έφυγε σε βαθειά γεράματα αλλά πάντα ζει μέσα από τις μνήμες και τα γεγονότα που είχε καταθέσει στον φακό του Πολιτιστικού Ρεθύμνου. Ευτυχώς προλάβαμε τα περισσότερα. Ό,τι ποτέ δεν ξεπεράσαμε την απουσία του είναι γεγονός. Είναι όμως παρηγοριά να αναζητάς τα ανάλογα αρχεία, να πατάς έναρξη κι εκείνος να αρχίζει να αφηγείται. Με κείνο το γνωστό μοναδικό του τρόπο. Και είναι έτσι πάντα εδώ. Πάντα ανάμεσά μας.