Η ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους, αλλά και οι ανατιμήσεις στα οικοδομικά υλικά που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούν το 200% θέτουν σε κίνδυνο τα έργα, τόσο αυτά που έχουν ξεκινήσει, όσο και εκείνα που έχουν προγραμματιστεί.
Μόνο η τιμή του πετρελαίου κίνησης έχει αυξηθεί κατά 30% τις τελευταίες εβδομάδες, γεγονός που έχει συμπαρασύρει προς τα πάνω όλες τις εργασίες που απαιτούν χρήση βαρέων μηχανημάτων, όπως π.χ. χωματουργικά έργα, οδοποιίες.
Η κατάσταση αυτή που είχε ξεκινήσει από τα τέλη του 2021 έχει επιδεινωθεί δραματικά τον τελευταίο μήνα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα οι εργολάβοι να μην μπορούν να καλύψουν την αύξηση του κόστους και να βρίσκονται σε αδιέξοδο επικαλούμενοι αντικειμενική αδυναμία να προχωρήσουν στην ομαλή εκτέλεση των έργων.
Αυτό σημαίνει ότι δεκάδες δημόσια έργα κινδυνεύουν να μείνουν ημιτελή ή να καθυστερήσουν σημαντικά, καθώς ακόμα και η αναπροσαρμογή τιμής που συζητείται σε κεντρικό επίπεδο, φαίνεται να μην ικανοποιεί τον εργοληπτικό κλάδο, που επισημαίνει πως η άνοδος των τιμών είναι τέτοια που η αναπροσαρμογή που συζητιέται να δοθεί δεν καλύπτει τα εξόδια τους.
Τόσο σε επίπεδο περιφέρειας όσο και σε επίπεδο δήμων είναι πολλά τα έργα που έχουν συμβασιοποιηθεί, αλλά έχουν ξεκινήσει και αλλά βρίσκονται στο στάδιο της ολοκλήρωσης. Κάνεις όμως δεν μπορεί με βεβαιότητα να διασφαλίσει την περάτωσή τους, με δεδομένη την κατάσταση που επικρατεί. Κάποιες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι εργολάβοι θα ζητήσουν εξάμηνη παράταση, προκειμένου να δουν αν μπορούν να ολοκληρώσουν το έργο που έχουν αναλάβει.
Μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα στα έργα που έχουν ανατεθεί με σημαντικές εκπτώσεις της τάξεως του 40% ή και ακόμα παραπάνω, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι αδύνατη η εκτέλεσή τους λόγω της τεράστιας ζημίας που θα υποστούν οι ανάδοχοι, ακόμα και με την αναθεώρηση των τιμών από πλευράς υπουργείο.
Ο πρόεδρος της ΝΕ του ΤΕΕ Ρεθύμνου Σπύρος Καλησπεράκης μιλώντας στα «Ρ.Ν.», τόνισε πως η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και οι εργολήπτες τηρούν στάση αναμονής. Όπως είπε η αγορά έχει «παγώσει» εν αναμονή των εξελίξεων. Για τα μεν έργα που είναι στο στάδιο της ολοκλήρωσης αυτά θεωρητικά θα περατωθούν, ενώ για τα υπόλοιπα η τύχη τους είναι άγνωστη. Οι ελπίδες στρέφονται στην αναπροσαρμογή των τιμών, όμως δεν είναι γνωστό προς το παρόν αν αυτή θα είναι προς όφελος των έργων. Το σίγουρο είναι ότι η ανησυχία είναι διάχυτη τόσο για το μέλλον των έργων των δημοσίων, όσο και για τις ιδιωτικές επενδύσεις οι οποίες έχουν «παγώσει».
Χαρακτηριστικά, ο κ. Καλησπεράκης, ανέφερε: «Η μεταβολή των τιμών τις τελευταίες εβδομάδες είναι εξωφρενική, ειδικά σε κάποια υλικά όπως είναι το αλουμίνιο. Αυτό συνεπάγεται με «πάγωμα» της οικοδομικής δραστηριότητας και όλοι είμαστε σε φάση να κατανοήσουμε τι συμβαίνει και να διαπιστώσουμε αν αυτές οι ανατιμήσεις είναι προσωρινές ή θα μονιμοποιηθούν. Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικές επενδύσεις, βίλες και ξενοδοχεία που είναι σε φάση να λειτουργήσουν τους επόμενους μήνες, θα επωμιστούν οι ιδιοκτήτες το αυξανόμενο κόστος για να ολοκληρωθούν. Από την άλλη τα πρότζεκτ που είναι σε πρώιμο στάδιο, «παγώνουν», με τους ιδιοκτήτες τους να βρίσκονται σε φάση αναμονής.
Στα δημόσια έργα το θέμα είναι πιο περίπλοκο. Υπάρχει σε εξέλιξη μια διαδικασία αναπροσαρμογής των τιμών του δημοσίου, η οποία είχε «παγώσει» και τώρα ξανατίθεται σε ισχύ. Στα δημόσια έργα, δεν μπορεί ο εργολάβος που έχει υπογράψει σύμβαση να σταματήσει. Από την άλλη, όταν έχει διπλασιαστεί το κόστος κατασκευής είναι προφανές ότι δεν μπορεί να το υλοποιήσει για οικονομικούς λόγους. Άρα τώρα αναμένεται η ενεργοποίηση του μηχανισμού του κράτους στον τομέα της αναπροσαρμογής των τιμών, για να βοηθήσει τους εργολάβους να μπορέσουν να ολοκληρώσουν τα έργα. Παράλληλα στα νέα έργα περιορίζεται στο εξής το ποσοστό εκπτώσεων, ώστε τα έργα να μπορούν να είναι βιώσιμα».
Καταλήγοντας ο κ. Καλησπεράκης τόνισε πως η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και αδιέξοδη, αν άμεσα δεν αλλάξει η εικόνα της αγοράς: «Το ένα σκέλος του προβλήματος αφορά το ενεργειακό κόστος, το δεύτερο αφορά στην επανεκκίνηση της αγοράς στην μετά covid εποχή, όπου διαπιστώνεται έλλειψη υλικών και επίσης σίγουρα υπάρχει πληθωριστική τάση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δυστυχώς η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Μιλάμε για διπλασιασμό των τιμών και καμία πρόβλεψη δεν είναι ασφαλής».
Αγωνία για τα έργα που εκτελούνται στην Περιφερειακή Ενότητα
Η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου Μαρία Λιονή, μιλώντας στα «Ρ.Ν.», εξέφρασε την αγωνία της για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με δεδομένο ότι δεκάδες έργα στον νομό έχουν συμβασιοποιηθεί και οι συνθήκες που επικρατούν, καθιστούν το μέλλον τους αβέβαιο. Ειδικότερα η κ. Λιονή, τόνισε: «Το πρόβλημα είχε ξεκινήσει πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, εξαιτίας της τεράστιας αύξησης του ενεργειακού κόστους, που οδήγησε σε μεγάλες ανατιμήσεις στα υλικά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα δημοπρατημένα έργα – τα οποία σημειωτέον είχαν συμβασιοποιηθεί με μεγάλες εκπτώσεις – να είναι επίφοβα. Τώρα λοιπόν που έχει η κατάσταση χειροτερέψει λόγω του πόλεμου και λόγω της τιμής του πετρελαίου, αλλά και της τεράστιας αύξησης των τιμών στα οικοδομικά υλικά, το πρόβλημα γιγαντώνεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ασφαλτόμιγμα έχει αυξηθεί κατά 200%, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο τα περισσότερα έργα, διότι είχαν έρθει σε συζήτηση οι σύλλογοι των εργολάβων με το αρμόδιο υπουργείο για να υπάρξει μια αναθεώρηση των τιμών, όμως τουλάχιστον από ότι λένε αυτή δεν θα είναι τόση, ώστε να τους καλύπτει. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι να γίνει αναθεώρηση, υπάρχει κίνδυνος κάποιοι εργολάβοι να προτιμήσουν να εγκαταλείψουν τα έργα, χάνοντας τις εγγυητικές επιστολές».