Το 15ο Δημοτικό Σχολείο και το 11ο Νηπιαγωγείο Ρεθύμνου διοργάνωσαν εκδήλωση με στόχο την ενημέρωση και την πρόληψη του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού, με συμμετοχή του Κέντρου Πρόληψης Π.Ε. Ρεθύμνου
Διατάραξη της ψυχικής υγείας, ενίσχυση της βίας, περιθωριοποίηση εντός του σχολικού περιβάλλοντος και κοινωνικοί αποκλεισμοί είναι οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού και του μπούλινγκ μέσω διαδικτύου για πολλά παιδιά στην Ελλάδα, δύο φαινόμενα που συνήθως είναι άρρηκτα συνδεδεμένα και σε αύξουσα πορεία τα τελευταία χρόνια, όπως επισημάνθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης που διοργάνωσε το 15ο Δημοτικό Σχολείο και το 11ο Νηπιαγωγείο Ρεθύμνου το απόγευμα της Δευτέρας, με τίτλο «Αντιμετωπίζοντας τον εκφοβισμό στο σχολείο και στο διαδίκτυο», στο αμφιθέατρο του 15ου Δημοτικού Σχολείου, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα ασφαλούς πλοήγησης στο διαδίκτυο, υπό την αιγίδα του Κέντρου Πρόληψης Π.Ε. Ρεθύμνου.
Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου για τη Βία και τον Εκφοβισμό, του Οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού», για το διάστημα 2023-2024, 1 στα 4 παιδιά, αισθάνεται πώς το σχολείο δεν του μαθαίνει να μην εκφοβίζει τους συμμαθητές τους, ενώ 1 στα 3 παιδιά που δηλώνει ότι ξοδεύει πολλές ώρες σε οθόνες ημερησίως, βιώνει σχολικό εκφοβισμό. Συνολικά τουλάχιστον το 33% των παιδιών δηλώνει ότι έχει δεχτεί μπούλινγκ, με αποτέλεσμα ο διαχωρισμός ανάμεσα στις φυσιολογικές συγκρούσεις μεταξύ ανηλίκων σε κοινωνικό πλαίσιο και του επαναλαμβανόμενου και προσχεδιασμένου εκφοβισμού να κρίνεται απαραίτητος, προκειμένου να μπορέσουν να θεσπιστούν και να εφαρμοστούν ξεκάθαροι κανόνες από γονείς και εκπαιδευτικούς, για την οριοθέτηση και την αντιμετώπιση παραβατικών, άσχημων συμπεριφορών. Παράλληλα, οι «τρίτοι» παρατηρητές περιστατικών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη γνωστοποίηση και την καταγραφή του εκφοβισμού, τόσο δια ζώσης, όσο και διαδικτυακά, με τα παιδιά να οφείλουν να αντιλαμβάνονται την ευθύνη που τους αναλογεί στην κοινοποίηση ενός περιστατικού, στο οποίο δεν συμμετείχαν.
Παράλληλα, το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης που ήδη εφαρμόζεται σε αρκετές σχολικές μονάδες είναι μία αξιοσημείωτη μέθοδος επίλυσης και αντιμετώπισης των διαφωνιών που προκύπτουν ανάμεσα στους μαθητές, επιβεβαιώνοντας ότι με σωστή καθοδήγηση και υποστήριξη, τα παιδιά μπορούν να υιοθετήσουν υγιή συμπεριφορές και ανεπτυγμένες επικοινωνιακές δεξιότητες, σύμφωνα με την Λύβια – Κουτσάκη Τρουλλινού, αναπληρώτρια, επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου Πρόληψης Ρεθύμνου και ομιλήτρια της εκδήλωσης
«Στις συγκρούσεις υπάρχει ισοτιμία – στους εκφοβισμούς εξουσία»
Αναγκαίος είναι ο διαχωρισμός των συγκρούσεων από τον εκφοβισμό, προκειμένου να αντιληφθούμε αν προκύπτει μία διαφωνία στην οποία συμμετέχουν και τα δύο μέλη ή αν δημιουργείται μία συνθήκη κατά την οποία η μία μεριά υποτάσσεται στη δύναμη και την εξουσία της άλλης. Η κ. Τρουλλινού ανέφερε: «Πρέπει να διαχωρίσουμε τον σχολικό εκφοβισμό από τις απλές συγκρούσεις, που μπορούν να συμβαίνουν μεταξύ των παιδιών και των μαθητών στον χώρο του σχολείου. Οι απλές συγκρούσεις και τα πειράγματα μεταξύ των παιδιών είναι φυσιολογικό να υπάρχουν. Εκεί που διαφοροποιείται ο σχολικός εκφοβισμός είναι στην ισχύ, στη δύναμη που ασκεί το ένα μέλος στο άλλο, στη διάρκεια και στο πόσο προσχεδιασμένα, συνειδητά και επαναλαμβανόμενα γίνεται όλο αυτό. Στις συγκρούσεις υπάρχει μία ισοτιμία, δηλαδή μπορεί τόσο το ένα μέλος, όσο και το άλλο να αντιδράσει, να αμυνθεί και να αντισταθεί. Στον εκφοβισμό υπάρχει η δύναμη και η εξουσία και συνήθως το ένα άτομο είναι αυτό το οποίο κλείνεται, επηρεάζεται και δεν αντιδρά, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγεί σε πολύ σοβαρές συνέπειες».
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών και των γονέων στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού δεν μπορεί παρά να είναι καίριος, συμβάλλοντας στην ενημέρωση και τη συνειδητοποίηση των παιδιών, σύμφωνα με την κ. Τρουλλινού: «Στον σχολικό εκφοβισμό χρειάζεται ένα πολύ ξεκάθαρο πλαίσιο με κανόνες και συνέπειες στο σχολικό περιβάλλον από τη μεριά των εκπαιδευτικών, στο τι ανεχόμαστε και τι όχι. Τα παιδιά ενημερώνονται, ακούν πολύ συχνά για τον σχολικό εκφοβισμό, γνωρίζουν τη θεωρία, αλλά στην πράξη είναι που προσπαθούμε ακόμα πολύ. Πρέπει τα παιδιά να συνειδητοποιούν ότι ο καθένας έχει δικαίωμα να είναι αυτό που θέλει και αυτό που επιλέγει να είναι, εμείς μπορούμε να διαφωνούμε με αυτό, αλλά όχι να κακομεταχειριζόμαστε, να υποτιμούμε και να κοροϊδεύουμε τον άλλον, επειδή δεν ταιριάζει με αυτό που εμείς έχουμε στο μυαλό μας».
Η δύναμη των παρατηρητών να αλλάξουν τα γεγονότα γύρω τους
Η παρουσία παρατηρητών στην εξέλιξη ενός περιστατικού βίας και εκφοβισμού, είτε διά ζώσης είτε μέσω διαδικτύου, μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας για την καταγραφή και την αντιμετώπιση του.
«Δίνουμε πάρα πολύ μεγάλη σημασία στο κομμάτι των παρατηρητών, είναι πολύ σημαντικό το τι μπορούμε να κάνουμε εμείς οι γύρω στο να αλλάξουμε τα γεγονότα. Όταν παρατηρούμε να συμβαίνει κάτι, να μην βγάλουμε το κινητό και να σιωπήσουμε. Είναι σημαντικό να ενδυναμώσουμε τα παιδιά να γνωρίζουν τι μπορούν να κάνουν σε αυτές τις περιπτώσεις και είναι σημαντικό να κάνουν τη διαφορά, γιατί αλλιώς γινόμαστε και εμείς ένα κομμάτι αυτού του κύκλου βίας», ανέφερε η κ. Τρουλλινού, η οποία επίσης τόνισε ότι ο φόβος των παιδιών, αλλά και η ανάγκη για ομοιογένεια με τους συνομηλίκους τους, τους κρατούν μακριά από το να κοινοποιήσουν ένα περιστατικό εκφοβισμού. «Πολλά παιδιά παρασύρονται, γίνονται κομμάτι της μάζας, αναζητούν την επιβεβαίωση με το να ανήκουν στο σύνολο και να μην διαφοροποιούνται, θεωρούν ότι αν μιλήσουν και μαρτυρήσουν ένα περιστατικό, αυτό είναι «κάρφωμα» και δεν βοηθούν, οπότε εκεί χρειάζονται στήριξη. Πολλά παιδιά μπορεί να φοβηθούν και να μην το πουν, εκεί χρειάζεται καθοδήγηση και ενίσχυση για το τι πρέπει να κάνουν και με ποιους τρόπους να είναι και εκείνα ασφαλή, γιατί πολλές φορές τα παιδιά φοβούνται ότι θα έρθει και η δική τους σειρά».
Όπως στην πραγματική ζωή, έτσι και στο διαδίκτυο, υπάρχουν πολλά μάτια που βλέπουν το περιεχόμενο που ανεβάζουν οι χρήστες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα παιδιά που εκτίθενται σε περιεχόμενο εκφοβισμού πρέπει να αποκτήσουν ψηφιακή υπευθυνότητα και να καταλάβουν ότι έχουν τη δύναμη να κάνουν τη διαφορά. Όπως ανέφερε η κ. Τρουλλινού: «Στο διαδίκτυο υπάρχουν επίσης παρατηρητές. Όταν διακινεί κάποιος την εικόνα και το βίντεο, ή όταν θα πέσει στην αντίληψή σου και δεν θα κάνεις κάτι για αυτό, είναι ένα κομμάτι παρατήρησης, οπότε και εκεί προσπαθούμε να δώσουμε στα παιδιά να καταλάβουν ότι έχουμε τη δύναμη, να κάνουν τη διαφορά, να αλλάξουν κάτι, να σπάσουν αυτό τον κύκλο, ακόμα και στο διαδίκτυο. Τα παιδιά βέβαια χρειάζεται να εκπαιδευτούν γιατί χρειάζεται να είμαστε ψηφιακά υπεύθυνοι, όπως απαιτούμε στην πραγματική ζωή μας».
«Το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης βρίσκει λύσεις»
Μέσω των συναντήσεων που διεξάγει το Κέντρο Πρόληψης, αλλά και των δράσεων ευαισθητοποίησης στα σχολεία, η κ. Τρουλλινού αναφέρθηκε στο κατά πόσο την προσεγγίζουν τα παιδιά για να μοιραστούν τα προβλήματά τους και να ενημερωθούν για το σχολικό εκφοβισμό: «Υπάρχουν παιδιά που έρχονται να μοιραστούν το πρόβλημά τους, κάποια μιλάνε πιο άνετα, κάποια πιο προσωπικά για εμπειρίες που είχαν, πως βοήθησαν τον εαυτό τους, πώς το ξεπέρασαν, το οποίο είναι πάρα πολύ ωραίο να γίνεται μέσα στην ομάδα και δίνει έτσι και στήριξη, ενθάρρυνση και ιδέες και στα άλλα παιδιά. Το παράπονο που βγάζουν μερικές φορές οι μαθητές είναι ότι μιλάνε, αλλά δεν ακούγονται. Δηλαδή ό,τι χρειάζονται το λένε, αλλά μπορεί να μην τους δώσουν τη σημασία που χρειάζονται εκείνη τη στιγμή. Εκεί τους λέμε ότι χρειάζεται να επιμείνουν. Εμείς οι ενήλικες μπορεί να υποτιμήσουμε το γεγονός, λίγο να παρηγορήσουμε το παιδί και να του πούμε άστο για αργότερα, αλλά τους λέμε ότι χρειάζεται να επιμείνουν, μέχρι να ικανοποιηθεί η ανάγκη τους».
Επιπλέον, το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης είναι μία μέθοδος επίλυσης των συγκρούσεων ανάμεσα στους μαθητές, στο οποίο ένας εκπαιδευμένος μαθητικός διαμεσολαβητής με ανεπτυγμένες επικοινωνιακές δεξιότητες επιχειρεί να συζητήσει με τους εμπλεκόμενους στο περιστατικό μαθητές και να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν το πρόβλημά τους: «Στο πρόγραμμα της σχολικής διαμεσολάβησης προσπαθούμε να προσεγγίσουμε τον σχολικό εκφοβισμό, με μαθητές που εκπαιδεύονται στο να επιλύουν τις συγκρούσεις των συμμαθητών τους, δηλαδή να γίνεται μεταξύ ομοτίμων. Το πρόβλημα που έχουν οι μαθητές το απευθύνουν στους εκπαιδευμένους διαμεσολαβητές, για να βρουν τη λύση. Αυτό εκπαιδεύει τόσο τα παιδιά με δεξιότητες επικοινωνίας και διαχείρισης συγκρούσεων, όσο και τα υπόλοιπα παιδιά που παίρνουν την ευθύνη του να απευθυνθούν για να λύσουν το πρόβλημά τους. Αυτό είναι βοηθητικό, γιατί δεν απευθύνονται σε έναν ενήλικα, αλλά σε έναν συνομήλικο, που θα τα καταλάβει καλύτερα», συμπλήρωσε η κ. Τρουλλινού.