Του Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη
Εορτή των Τριών Ιεραρχών (30 Ιανουαρίου): εορτή της Παιδείας σ’ έναν κόσμο χωρίς παιδεία – εορτή της αγάπης σ’ έναν κατακτημένο και ερειπωμένο κόσμο, που αναζητά την αγάπη.
Οι πυλώνες του ελληνικού πολιτισμού μπορούμε να πούμε πως είναι τρεις: η αρχαία Ελλάδα, οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας και οι νεότεροι και σύγχρονοι Έλληνες λογοτέχνες και στοχαστές.
Από τους τρεις αυτούς πνευματικούς χώρους ο άνθρωπος μπορεί να αντλήσει εφόδια για μια ζωή ελεύθερη και ποιοτική – και είναι επείγον να το κάνει, γιατί, όσο περνούν τα χρόνια, οι ισχυροί του κόσμου στερούν την ελευθερία μας και υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής μας.
Για την αρχαία Ελλάδα, στο σχολείο κάτι μαθαίνουμε. Για τους νεότερους και σύγχρονους Έλληνες πνευματικούς δημιουργούς, επίσης κάτι.
Βέβαια, το σχολείο είναι σαν πολιορκημένο κάστρο. Δέχεται βολές από παντού, με αποτέλεσμα οι μαθητές μας να μη βλέπουν την αξία του και να μην απλώνουν το χέρι, να πάρουν τα δώρα της παιδείας που, παρά τις αντιξοότητες, τους προσφέρει. Πάντως, εκείνος ο χώρος, για τον οποίο δε μαθαίνουμε σχεδόν τίποτε, είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας (δηλαδή οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού), που τις ελάχιστες αναφορές τους τις έχουμε περιορίσει στο μάθημα των Θρησκευτικών, ενώ έχουν θέση και στα φιλολογικά και τα κοινωνιολογικά μαθήματα. Τους αντιμετωπίζουμε μόνο σαν θρησκευτικούς στοχαστές, ενώ εκείνοι ήταν πυρπολητές ψυχών, μελετητές των βαθύτερων κινήτρων της ανθρώπινης συμπεριφοράς, μελετητές των κοινωνικών φαινομένων και διδάσκαλοι ειρηνικών επαναστάσεων.
Αν έστω ξέραμε γι’ αυτούς και, πολύ περισσότερο, αν λαμβάναμε υπόψιν τα κείμενα και το παράδειγμά τους, η ζωή και η κοινωνία μας θα ήταν εντελώς διαφορετικές. Ο ίδιος ο άνθρωπος, ως οντότητα, θα ήταν εντελώς διαφορετικός, γιατί εκείνοι τον ήθελαν βασιλιά, με κορώνα από φως, στη βασιλεία των ουρανών, και όχι ζητιάνο στο έλεος ενός καταπιεστικού Θεού, ούτε όργανο στα χέρια των ισχυρών του πλούτου και της εξουσίας.
Οι ίδιοι οι Πατέρες της Εκκλησίας αντιστάθηκαν στην εξουσία της εποχής τους άοπλοι, μέχρι θανάτου.
Κάποιοι από αυτούς υπήρξαν φιλόσοφοι, όπως ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Κάποιοι ήταν παιδαγωγοί και οργανωτές μεγάλης κλίμακας ανθρωπιστικών δράσεων, όπως οι Τρεις Ιεράρχες. Κάποιοι ήταν ποιητές και μουσικοί, που μας κληροδότησαν αριστουργήματα απαράμιλλης καλλιτεχνικής αξίας και φιλοσοφικού βάθους, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο άγιος Ρωμανός ο Μελωδός, ο άγιος Κοσμάς ο Μελωδός, η αγία Κασσιανή η Υμνογράφος και πολλοί άλλοι, τα έργα των οποίων ψάλλονται ακόμη και σήμερα στην εκκλησία, ακριβώς όπως γράφτηκαν.
Άλλοι, τέλος, υπήρξαν ερημίτες και ερημίτισσες, που έσπασαν κάθε στερεότυπο, έζησαν μια ζωή αυταπάρνησης και αγάπης και δίδαξαν στους ανθρώπους τη σοφία και την αυτογνωσία που αποκόμισαν με τον αγώνα τους.
Ανάμεσά τους υπάρχουν όχι μόνο Έλληνες, αλλά και Αιγύπτιοι (όπως ο Μέγας Αντώνιος, ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, η αγία Μαρία η Αιγυπτία), Σουδανοί, Αιθίοπες, Σύριοι (όπως ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος και ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος, που γιορτάζουν 28 Ιανουαρίου), Πέρσες, αλλά και Ιταλοί, Γάλλοι, Βρετανοί, Ισπανοί, από τις αρχαίες εποχές, τότε που ολόκληρη η Ευρώπη είχε ενιαία χριστιανοσύνη. Η αγία Γενεβιέβη του Παρισιού, ο άγιος Μαρτίνος της Τουρ, ο άγιος Γρηγόριος της Ρώμης ο Μέγας, ο άγιος Πατρίκιος της Ιρλανδίας, ο άγιος Δαβίδ της Ουαλίας και αμέτρητοι άλλοι (σ’ αυτούς προστέθηκαν και Ρώσοι και από όλες τις βαλκανικές χώρες), συνθέτουν ένα πανευρωπαϊκό μωσαϊκό, μια πραγματικά Ενωμένη Ευρώπη, που δεν έχει άξονα το οικονομικό συμφέρον των ολίγων, αλλά την αγάπη και την καλοσύνη, που – κατά το Ευαγγέλιο – αρχίζει τώρα και διαρκεί στην αιωνιότητα.
Και είχαν να παλέψουν αδίστακτους αυτοκράτορες, βάρβαρους επιδρομείς, συμμορίες φανατικών, απατεώνες που εξαπατούσαν τα πλήθη με δήθεν εξελιγμένες πνευματικές διδασκαλίες, ακριβώς όπως στις μέρες μας.
Η εποχή μας είναι ανησυχητικά όμοια με την εποχή των αρχαίων Πατέρων της Εκκλησίας, γι’ αυτό και επείγει να δούμε τι είπαν και τι έκαναν σε κάθε δύσκολη περίσταση.
Υπάρχουν αναρίθμητα επεισόδια από τη ζωή των αγίων, που θα ’θελα να σας αφηγηθώ. Επεισόδια για αγίους που θυσίασαν τη ζωή τους για να σώσουν άλλους – θυμάμαι αυτό που αναφέρει ο ιστορικός Ευσέβιος, για την επιδημία του 251 μ.Χ., όπου οι ειδωλολάτρες πέταγαν έξω από φόβο τους άρρωστους συγγενείς τους κι οι χριστιανοί τους μάζευαν από τους δρόμους, τους περιέθαλπαν και δεν τους ένοιαζε αν κολλούσαν οι ίδιοι – ή που μοίρασαν όλη τους την περιουσία στους φτωχούς, όπως ο άγιος Γεώργιος, ο Μέγας Βασίλειος, η αδελφή του αγία Μακρίνα η Φιλόσοφος, ο άγιος Φιλάρετος ο Ελεήμων, ο Μέγας Αντώνιος, η αγία Μελάνη η Ρωμαία, η αγία Φιλοθέη η Αθηναία, η αγία Ελισάβετ της Ρωσίας (οι δύο τελευταίες μαρτύρησαν κιόλας από ανθρώπους που δεν καταλάβαιναν το μεγαλείο της αγάπης τους) κ.π.ά.
Για αγίους γιατρούς, που θεράπευαν τους ανθρώπους χωρίς αργύρια (γι’ αυτό ονομάστηκαν Ανάργυροι – ανάμεσά τους είναι και τέσσερις αγίες γιάτρισσες, η αγία Ερμιόνη, Ζηναΐδα, Φιλονίλλα και Σοφία η Ιατρός, αλλά και η σημερινή γερόντισσα Γαβριηλία, που ταξίδεψε στον κόσμο για να προσφέρει τις ιατρικές της φροντίδες στους πιο βασανισμένους ανθρώπους), αγίους που αντιστάθηκαν στην εξουσία της εποχής τους, όπως όλοι οι μάρτυρες, ανάμεσα στους οποίους και μικρά κορίτσια, που συγκρούστηκαν με ανελέητους αυτοκράτορες, όπως ο άγιος Αμβρόσιος του Μιλάνου, ο άγιος Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Μαρτίνος Ρώμης, ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, ο άγ. Φίλιππος της Μόσχας (ο εχθρός του τσάρου Ιβάν του Τρομερού, ο οποίος και τον θανάτωσε), που συγκρούστηκαν ακόμα και με το εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής τους, όπως ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος (ο γίγαντας της φιλανθρωπίας), ο άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής, ο άγ. Μάξιμος ο Γραικός στη Ρωσία, ο άγ. Νείλος της Σόρα και πολλοί άλλοι…
Θα αναφέρω όμως μόνο μερικές περιπτώσεις, που ιδιαίτερα με αγγίζουν.
- Ο άγιος Νικηφόρος, την εποχή των διωγμών, παρέδωσε τον εαυτό του στις ρωμαϊκές λεγεώνες, ομολόγησε ότι είναι χριστιανός και θανατώθηκε, για χάρη του φίλου του, ιερέα Σαπρίκιου, ο οποίος είχε αρνηθεί το Χριστό. Για να σωθεί ο αρνητής στην αιωνιότητα, θυσιάστηκε ο άγιος. Το έκανε αυτό, παρότι ο Σαπρίκιος είχε πάψει να τον θεωρεί φίλο του και τον μισούσε κι όλες οι προσπάθειες του αγίου Νικηφόρου να συγχωρεθούν είχαν αποβεί άκαρπες.
- Οι Ρώσοι άγιοι πρίγκηπες Μπόρις και Γκλεμπ, το 1015, γνώριζαν ότι ο μοχθηρός αδερφός τους Σβιατοπόλκος σχεδίαζε να τους δολοφονήσει, αλλά δέχτηκαν το θάνατο χωρίς αντίδραση, και μάλιστα με διαφορά ενός μήνα ο ένας από τον άλλο. Θεώρησαν αταίριαστο στο χριστιανικό βάπτισμά τους να βάλουν τους στρατιώτες τους να πεθάνουν ή να σκοτώσουν άλλους για χάρη τους.
- Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, που αργότερα εξελίχθηκε σ’ έναν από τους σημαντικότερους πνευματικούς ανθρώπους, τουλάχιστον της δικής μας ιστορίας, όταν ήταν ακόμη νέος ασκητής και μόναζε κοντά σε μια πόλη, συκοφαντήθηκε από μια κοπέλα, που είχε μείνει έγκυος από κάποιον κρυφό εραστή, ότι το παιδί ήταν δικό του. Εκείνος το δέχτηκε, υπέμεινε κάθε είδους προσβολές από τον πληθυσμό εκείνου του τόπου και άρχισε να δουλεύει διπλάσια, για να συντηρήσει και τη γυναίκα με το παιδί της. Και, όταν αργότερα έμαθε ότι αποκαλύφθηκε η συκοφαντία, έφυγε κρυφά για να μη φέρει τους ανθρώπους στη δύσκολη θέση να του ζητήσουν συγχώρεση.
- Ο άγιος Παυλίνος, επίσκοπος Καμπανίας, τον 5ο αι. μ.Χ., αφού δαπάνησε μέχρι δεκάρας τα χρήματα της Εκκλησίας και τα δικά του, εξαγοράζοντας αιχμαλώτους από τους Βανδάλους επιδρομείς, έδωσε και τον εαυτό του ως δούλο, για να ελευθερωθεί ο μοναχογιός μιας χήρας.
- Ο άγιος Λέων ο Μέγας, πάπας της Ρώμης τον 5ο αιώνα μ.Χ. (χωρίς καμία σχέση με τους παντοδύναμους πάπες του δυτικοευρωπαϊκού μεσαίωνα), κατέβηκε άοπλος μαζί με τους ιερείς της πόλης και συναντήθηκε με το στράτευμα του Αττίλα, που ετοιμαζόταν για πολιορκία. Τι του είπε, δεν είναι γνωστό. Πάντως, μετά τη συνομιλία τους, ο Αττίλας ματαίωσε την πολιορκία και έφυγε.
- Τον άθλο αυτό επανέλαβε δύο αιώνες αργότερα ο πάπας άγιος Νικόλαος ο Β΄, ματαιώνοντας την πολιορκία της Ρώμης από το βασιλιά των Λομβαρδών Λιουτπτάνδο.
- Ας γνωρίζουμε όμως πως τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και σήμερα. Ο π. Θεμιστοκλής στη Σιέρρα Λεόνε, η γερόντισσα Νεκταρία στην Καλκούτα, ο π. Ιωνάς στην Ταϊβάν, ο π. Ιωάννης Κιμπούκα στην Ουγκάντα και αναρίθμητοι άλλοι, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (ναι, και στην Ελλάδα), αγωνίζονται ενάντια στις εξουσίες του κόσμου για να κάνουν πράξη την αγάπη του Χριστού.
«Ο αγώνας για το Θεάνθρωπο είναι αγώνας για τον άνθρωπο» είχε γράψει ο σύγχρονος Σέρβος άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο εξόριστος καθηγητής του πανεπιστημίου Βελιγραδίου.
Με το χαρακτηρισμό «Τρεις Ιεράρχες» έχει επικρατήσει να ονομάζονται τρεις σημαντικοί επίσκοποι του 4ου αιώνα μ.Χ., που έζησαν στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μόλις που είχε αρχίσει να επικρατεί ο χριστιανισμός. Είναι ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος ήταν αδελφικοί φίλοι μεταξύ τους και συμφοιτητές στη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών. Ο Χρυσόστομος έζησε μια γενιά μετά από τους δύο προηγούμενους, ήταν δηλαδή ακόμη νέος όταν εκείνοι έφυγαν από τη ζωή και δεν φαίνεται να τους είχε γνωρίσει. Και οι τρεις αυτοί ιεράρχες ήταν πολύ μορφωμένοι και η προσφορά τους στα γράμματα και στην κοινωνία ήταν μεγάλη και πολύπλευρη, γι’ αυτό και θεωρήθηκαν ως τρεις από τους σημαντικότερους Πατέρες της Εκκλησίας όλων των εποχών. Επειδή μάλιστα έγραψαν πολλά σχετικά με την παιδεία, η ημέρα της γιορτής τους καθιερώθηκε στο νεότερο ελληνικό κράτος ως ημέρα εορτής των σχολείων.
Φέτος επιλέξαμε να πούμε λίγα γι’ αυτούς και λίγα ακόμη και κάμποσους άλλους άγνωστους, μα σημαντικούς – σημαντικούς, αλλά άγνωστους – ειρηνικούς επαναστάτες και φωτεινούς νικητές. Του χρόνου να είμαστε καλά, να πούμε και για τους Τρεις Ιεράρχες περισσότερα.
Θα προσθέσω μόνο ότι ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι ο συγγραφέας της θείας λειτουργίας, που τελείται στις ορθόδοξες Εκκλησίες κάθε Κυριακή όλο το χρόνο, εκτός από τις περιπτώσεις όπου τελείται η λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. Οι δύο άγιοι την έφτιαξαν έτσι, που μέσα της να κυλάνε δυο ποταμοί: η συμβολική επανάληψη της ζωής του Χριστού (από τη γέννηση μέχρι τη σταύρωση και την – κατά τους χριστιανούς – ανάσταση και την ανάληψή Του) και ο συμβολισμός της δευτέρας παρουσίας, της ανάστασης των νεκρών (δηλαδή της νίκης εναντίον του θανάτου) και της βασιλείας των ουρανών, που προορίζεται για όλους μας.
Και τη λειτουργία αυτή (γράφει ο Χρυσόστομος) δεν την τελεί μόνο ο ιερέας, αλλά ολόκληρος ο λαός, άντρες και γυναίκες, χωρίς διακρίσεις και προκαταλήψεις, γιατί όλοι είμαστε βασιλείς και ιερείς, κληρονόμοι και συμβασιλείς στη βασιλεία του Θεού, όπως τονίζει σε πολλά σημεία και η Καινή Διαθήκη.
Συνεπώς, στη γιορτή τους, και κάθε Κυριακή, ας είμαστε όλοι στην Εκκλησία, να τελέσουμε αυτήν την αρχαία θεία λειτουργία, την επανάληψη του μυστικού δείπνου και πρόγευση της βασιλείας των ουρανών. Οι Τρεις Ιεράρχες θα είναι εκεί. Ο Χριστός και η Παναγία, οι άγγελοι και οι άγιοι θα είναι εκεί. Εκεί θα είναι επίσης χιλιάδες απλοί άνθρωποι, ορθόδοξοι χριστιανοί, που δε συγκινούνται από το Facebook και το Survivor, γιατί έχουν μεγαλύτερες προσδοκίες στη ζωή τους και στη ζωή των παιδιών τους: την προσδοκία της αγάπης και της αιωνιότητας.
Είναι κάτι παππούδες και γιαγιάδες, μερικές νοικοκυρές, άνθρωποι πιθανόν μέτριας μόρφωσης (ανάμεσά τους και μερικοί πολύ μορφωμένοι), που «αντιστέκονται ακόμα και θ’ αντιστέκονται πάντα στον κατακτητή». Αυτοί για μένα είναι οι ήρωές μου. Θα πάω να τους δω, να τους σφίξω το χέρι, να τους ευχηθώ και να μου ευχηθούνε «χρόνια πολλά». Γιατί «όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο», όπως λέει και ο ποιητής.
Η θέση μας λοιπόν είναι εκεί, δίπλα σ’ αυτούς τους απλούς ήρωες, κάποιοι από τους οποίους ίσως είναι μέλη της οικογένειάς μας (το ξέρατε ότι στην οικογένειά σας έχετε ήρωες;). Εκείνο το πλοίο, της λειτουργίας, σαλπάρει για τον ουρανό – και υπάρχουν θέσεις για όλους και για όλες σας, για όλους και για όλες μας.
Υ.Γ. Οι μητέρες των Τριών Ιεραρχών, αγίες Εμμέλεια, Νόνα και Ανθούσα, τιμώνται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την πρώτη Κυριακή του Φλεβάρη.