«Δυτικόστροφος, ο νέος τσάρος της τουρκική οικονομίας, από «το βαθύ κράτος» του Ερντογάν προερχόμενοι οι νέοι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας.
Με άλλα λόγια η πολιτική της Τουρκίας παραμένει αποκλειστικά στα χέρια του Ερντογάν, ο οποίος με τις πολλαπλές αναφορές του στη «Γαλάζια Πατρίδα» λίγες αμφιβολίες αφήνει για αλλαγή στόχων και βλέψεων στα ελληνοτουρκικά, ενώ η «στροφή προς τη Δύση» του Ερντογάν θα παραμείνει στο συρτάρι.
ΗΠΑ και Ευρώπη ήλπιζαν σε μια αδύναμη τουρκική κυβέρνηση , απαλλαγμένη από τον Τ. Ερντογάν, ώστε να μπορέσουν να απομακρύνουν την Τουρκία από την στενή σχέση με τη Ρωσία, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη δυτική βοήθεια στην βαθιά οικονομική κρίση της Τουρκίας.
Ο Τ. Ερντογάν δεν έκανε αυτή τη χάρη στους «Ατλαντιστές» και έτσι η Δύση θα πρέπει να μάθει να ζει μαζί του. Ο επανεκλεγμένος πρόεδρος της Τουρκίας έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται να αλλάξει την πολιτική του και η Τουρκία, ως «δυτική» χώρα, θα εξακολουθήσει να παίζει σοβαρό παιχνίδι με τους «Ευρω-ασιάτες» (Ρωσία, Κίνα, Κατάρ Αζερμπαϊτζάν Ιράν Ινδία, αλλά και Αίγυπτο, Ισραήλ κ.λπ. Έτσι ώστε να εδραιωθεί ως απαραίτητος παράγων και για τα δύο «στρατόπεδα», αποκομίζοντας το μέγιστο του οφέλους.
Ο Ερντογάν και κατά την προεκλογική περίοδο δεν άφησε καμιά αμφιβολία για την στενή οικονομική σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία, η οποία αν μη τι άλλο εξασφαλίζει στη χώρα αυτή την ενεργειακή επάρκεια σε χαλεπούς οικονομικούς καιρούς. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι αν η Τουρκία έκοβε τις σχέσεις με τη Ρωσία, η ενεργειακή εξάρτηση της από τη Δύση , θα την είχε στείλει μια ώρα νωρίτερα στα ενεργειακά τάρταρα.. Επιπροσθέτως, η στενή σχέση με τον Πούτιν επιτρέπει στον Ερντογάν να παίζει επιτυχώς το ρόλο του μεσολαβητή ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση στη μεταφορά των ουκρανικών σιτηρών στον κόσμο. Κα βεβαίως δεν μπορεί να αποκλειστεί και η φημολογούμενη ισχυρή οικονομική ενίσχυση της Ρωσσίας προς την Τουρκία, όπως προσφάτως έπραξε δημοσίως και το Κατάρ.. Δι’ αυτού του τρόπου ο Ερντογάν πολύ δύσκολα θα στραφεί προς την «ελεημοσύνη» του ΔΝΤ, χωρίς να αποκλείει τις δυτικές επενδύσεις στην Τουρκία.
Τόσο ο Ερντογάν , όσο και ο Κιλιτζάρογλου κατά την προεκλογική περίοδο ουδόλως έκρυψαν την πρόθεση τους να ανοίξουν τους εμπορικούς δρόμους προς την ανατολή και ιδιαίτερα προς την Κίνα, με απώτερο , αλλά όχι ανέφικτο στόχο την εμπορευματική σιδηροδρομική σύνδεση!! της Κίνας με τα τουρκικά λιμάνια… Κάτι που προϋποθέτει ενεργότερη ανάμειξη και συνεργασία με χώρες της κεντρικής Ασίας, με πολλά τουρκογενή στοιχεία.
Στον αντίποδα, ο Ερντογάν στήριξε την προεκλογική πολιτική του στον αυξανόμενο αντιαμερικανισμό του τουρκικού λαού, τον οποίο και θα εκμεταλλευθεί προκειμένου να αποκομίσει τα οφέλη που επιθυμεί από την Ουάσιγκτον . Ήδη η κυβέρνηση Μπάιντεν διαμηνύει στον Ερντογάν ότι δεν θέλει τώρα να συσχετίσει την άρση του τουρκικού βέτο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ με τον εκσυγχρονισμό και αγορά από την Τουρκία αμερικανικών αεροσκαφών F-16, συναντώντας όμως την σθεναρή αντίσταση του γερουσιαστή Μενέντεζ. Στην πραγματικότητα η Άγκυρα – μετα την αγορά των ρωσικών συστημάτων S-400 δεν εξυπηρετεί καμιά τρέχουσα πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή, αν και ο Ερντογάν σε καμιά περίπτωση δεν θα μειώσει την παρουσία του μέσα στο ΝΑΤΟ, στη σημαντική νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας.
Όσο για τους Ευρωπαίους, ο Ερντογάν τους βλέπει μάλλον αφ’ υψηλού, αφού δεν πιστεύει πλέον στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, αν και δεν θα φέρει αντίρρηση στην αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης. Ο χειρισμός των προσφυγικών ροών από την Τουρκία στην Ευρώπη εξακολουθεί να αποτελεί ένα τουρκικό υπερόπλο απέναντι στην ΕΕ, η οποία ακόμα χρωστάει χρήματα στην Τουρκία για την παραμονή 3 εκατ. προσφύγων στο τουρκικό έδαφος.
Οι επικείμενες συναντήσεις των ηγετών της Δύσης με τον Ερντογάν στις αρχές Ιουλίου, στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ θα δείξει τις προθέσεις όλων.
* Η Κύρα Αδάμ είναι δημοσιογράφος