Εκδηλώσεις επί εκδηλώσεων για να τιμηθούν τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.Θα μου επιτραπεί όμως σαν Μικρασιάτισσα να παρατηρήσω ότι παρά την καλή πρόθεση όσων ασχολήθηκαν, δεν βγήκε από όλα αυτά το πνεύμα αυτής της μεγάλης καταστροφής. Δεν βγήκε το μήνυμα αυτό που διέκρινα ξεκάθαρα πρώτα στα βιβλία του εξαίρετου Παρασκευά Συριανόγλου, που με ιδανικό τρόπο μας μετέδωσε το συναξάρι της προσφυγιάς με τη δυναμική του πένα, κι έπειτα στην ταινία «Σμύρνη μου αγαπημένη» και στην τηλεοπτική σειρά «Το Κόκκινο Ποτάμι».
Σ’ αυτά αναδεικνύεται όλη η αλήθεια και παράλληλα προβάλλονται άγνωστοι ευεργέτες που αυτούς θα έπρεπε να τιμήσουμε και να τιμάμε εσαεί.
H ευαισθησία κάποιων βέβαια συνεχίζει να αναδεικνύει μορφές, που κάποιες χιλιάδες δυστυχισμένων τους οφείλουν τη ζωή τους.
Κι όμως… Δεν βλέπουμε να υπάρχει ανταπόκριση. Καμιά απάντηση στο αίτημα του αντιστρατήγου ε.α κ. Νίκου Σαμψών να τιμηθεί ο Αμερικανός ευεργέτης των προσφύγων, Έισα Τζέννινγκς, που πρωτοστάτησε στη διάσωση περισσοτέρων από 300.000 αμάχων Ελλήνων προσφύγων. Ο κ. Σαμψών απέστειλε αίτημα στην ηγεσία των ΕΛΤΑ για την έκδοση σχετικού γραμματοσήμου αλλά χωρίς ανταπόκριση μέχρι στιγμής.
Πιο πρακτική η κ. Εύα Περπυράκη πρότεινε να τιμηθούν οι ευεργέτες αυτοί με κάτι συμβολικό, έστω στην πλατεία Μικρασιατών. Και πάλι δεν ξέρουμε ποια είναι η τύχη και αυτού του αιτήματος.
Ίσως μας βολεύουν καλύτερα οι μουσικές εκδηλώσεις που είναι και ψυχαγωγικές. Ένα μνημόσυνο όμως αυτοί οι ευεργέτες το δικαιούνται. Μεγάλοι ευεργέτες που έλαμψαν σαν ήλιος αγάπης και ζέσταναν τόσες δυστυχισμένες ψυχές. Αυτούς τους ήλιους αγάπης θα έπρεπε να τιμήσουμε, ήλιους αγάπης όπως ήταν η Εστέρ Λαβτζόι, η Μάνα των προσφύγων.
Καλή Σαμαρείτισσα την αποκαλούν οι γραφές αλλά σαν Μάνα φέρθηκε στους πρόσφυγες, η υπέροχη αυτή γυναίκα που κανένας δεν θυμάται πια.
Η Αμερικανίδα εθελόντρια Esther Pohl Lovejoy (Έσθερ Λαβτζόι) γεννήθηκε από Εγγλέζους γονείς στην Ουάσιγκτον στις 16 Νοεμβρίου του 1869 και πέθανε 31 Αυγούστου του 1967. Η πρωτοπόρος γιατρός Lovejoy έζησε από κοντά την καταστροφή της Σμύρνης. Ως επικεφαλής της ανεξάρτητης οργάνωσης «Νοσοκομεία Αμερικανίδων Γυναικών» στην Ελλάδα, αγωνίστηκε με πάθος για τη συγκέντρωση χρημάτων στην πατρίδα της και την περίθαλψη των προσφύγων στη χώρα μας. Στο Ρέθυμνο βρέθηκε το 1922-1923. Ο δήμος Ρεθύμνου αναγνωρίζοντας την προσφορά της, την τίμησε με το κλειδί της πόλης, (Μενέλαος Παπαδάκης 1923-1925), όπως επίσης και με την απόδοση του ονόματός της στη σημερινή οδό Εθνάρχου Μακαρίου και Νίκου και Μαρίας Καστρινάκη. (Ξεκινούσε από τη βόρεια πύλη του τότε νοσοκομείου και κατέληγε στη σημερινή πλατεία Αγνώστου Στρατιώτη). Η προσφορά της Αμερικανίδας γιατρού, ξεχάστηκε γρήγορα όπως ξεχάστηκαν πάρα πολλά σε αυτήν πόλη.
Είναι συγκλονιστικές οι λεπτομέρειες από την κατάσταση που είχε βρει στο Ρέθυμνο η σπουδαία αυτή γυναίκα.
Όταν έφθασε στην Κρήτη συνεργάστηκε στενά με τη Μάριαν Κρούκσανκ, μία γιατρό με την οποία εκτός από τις ρίζες τους στο Όρεγκον μοιραζόταν την ικανότητα της πρακτικής και ψύχραιμης αντιμετώπισης των προβλημάτων. Η Κρούκσανκ ανακηρύχθηκε από τους Κρητικούς «μάντισσα» όταν προειδοποίησε ότι θα ξεσπούσε επιδημία τύφου και ευλογιάς στο στρατώνα έξω από το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου ήταν στοιβαγμένοι 3.000 νέοι πρόσφυγες. Η φήμη της Αμερικάνας γιατρού απογειώθηκε όταν τους έδειξε πώς να θέτουν υπό έλεγχο τον τύφο εγκαθιστώντας λουτρά και χώρους απολύμανσης από τις ψείρες.
Στο Ρέθυμνο η Λαβτζόι και η Κρούκσανκ βρήκαν προσφυγόπουλα να ζητιανεύουν κρέας έξω από ένα εστιατόριο, κάτι που εξόργισε την Κρούκσανκ, η οποία αναφώνησε ότι πολύ θα ήθελε να δει τους πολιτικούς και τους διπλωμάτες που ήταν υπεύθυνοι για την ανταλλαγή πληθυσμών στη θέση των θυμάτων τους.
Ήταν άραγε υπερβολικά σκληρή η κριτική; Υπερασπιστές του πρωτοκόλλου της Λωζάννης θα ισχυρίζονταν ότι σκοπός του ήταν να φέρει τάξη και να θέσει κανόνες σε μία ανταλλαγή πληθυσμών που θα γινόταν έτσι κι αλλιώς – και ήδη συνέβαινε υπό τις πιο απάνθρωπες συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση, την ίδια ώρα που οι γιατρέσσες αγωνίζονταν να θέσουν την επιστημονική τους κατάρτιση, τις δυνάμεις και το μυαλό τους στην υπηρεσία των προσφύγων για να αντιμετωπίσουν τουλάχιστον τις άμεσες ανάγκες τους, φάνηκε καθαρά ότι τα έκτακτα οικονομικά επιδόματα δεν έλυναν το πρόβλημα. Στα κεντρικά γραφεία της Κοινωνίας των Εθνών λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Γενεύη, οι γραφειοκράτες μελετούσαν μία πιο μακροπρόθεσμη λύση στην πρόκληση της εγκατάστασης των προσφύγων και της σταθεροποίησης της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο…
Με την πάροδο των χρόνων, ξεχάστηκαν όλα. Ακόμα και οι προσφορές κάποιων σε ώρες δύσκολες.
Ο δήμαρχος Μενέλαος Παπαδάκης απονέμει στην Αμερικανίδα ευεργέτιδα το κλειδί της πόλης.
Πάει και η οδός που είχε δοθεί στο Ρέθυμνο προς τιμήν της.
Όπως είδαμε στην «Άγονη Γραμμή» η οδός Έστερ Λαβτζόι περιελάμβανε τις σημερινές οδούς Εθνάρχου Μακαρίου και τη συνέχειά της Νίκου και Μαρίας Καστρινάκη. (Πλατεία Άγνωστου Στρατιώτη έως Σχολή Αστυφυλάκων).
Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι για την Μάνα αυτή των προσφύγων ασχολήθηκε -ποιος άλλος- ο αξέχαστος Γιώργος Εκκεκάκης.
Έχουν επίσης ενδιαφέρον δημοσιεύματα της Αθηνάς Πετρακάκη, στην «Άγονη Γραμμή» από τις μεταφράσεις που έκανε αποσπασμάτων του βιβλίου του Clark Bruce, Δυο φορές ξένος – Twice a stranger. Απρίλιος 2007. Εκδόσεις Ποταμός. Ένα εξαιρετικό βιβλίο που αναφέρεται στη Λαβτζόι και στο Ρέθυμνο.
Όσο για τον Γιώργο Φρυγανάκη της αφιέρωσε τους παρακάτω στίχους:
Άγγελε του ελέους.
Ιέρεια του Ασκληπιού
Κόρη του Ιπποκράτη
Μάνα της προσφοράς
και Σαμαρείτισσα αδελφή,
ο θρήνος κι ο καπνός του ’22
σε συντάραξαν
κι ήρθες κι αγκάλιασες την προσφυγιά,
προσφέροντάς απλόχερα αγάπη και χαρά,
όπως προδήλωνε το όνομά σου!
Πάλεψες με αυταπάρνηση τον τύφο,
τη φυματίωση, την ευλογιά,
την πείνα, την ορφάνια
και την εξαθλίωση!
Δίκαια σου απένειμε η πόλη
το κλειδί της!
Δίκαια δόθηκε σε κεντρική οδό της
το όνομά σου!*
Δίκαια οι τότε πρόσφυγες
στο όνομά σου ορκίζονταν
και δίκαια σε κατευόδωσαν
με δάκρυα και ύμνους!
Μ’ αλήθεια πόσο άδικα
έγινε προσφυγάκι η πινακίδα σου
στον τοίχο τον αόρατο της λήθης!
Πότε επιτέλους θα απαλλαγεί
η «Πόλη των Γραμμάτων»
από το «μίασμα» α-χαριστίας;
Και τι θα απαντήσει άραγε
στον εγγονό σου που ’ρχεται;
με δάφνινο στεφάνι;
Το Ρέθυμνο μιας άλλης εποχής τίμησε αυτό τον άγγελο καλοσύνης. Το σημερινό Ρέθυμνο όμως τι έκανε;
Η Λέλα Κούνουπα
Και σαν Μικρασιάτισσα δεν θα πάψω να μνημονεύω το όνομα της Λέλας Κούνουπα. Μιας ακόμα γυναίκας που σε πείσμα των κανόνων της εποχής που ήθελε τη γυναίκα μέσα στην κουζίνα, εκείνη δεν δίστασε να κατέβει στους δρόμους και να ζητιανέψει για τα συσσίτια των προσφύγων που πέθαιναν από την πείνα στοιβαγμένοι στα κτήρια που τους έβαλαν πρώτα. Στο τούρκικο σχολειό, στη Λότζια και σε άλλα τριγύρω.
Η Λέλα Κούνουπα αδιαφόρησε για το πρωτόκολλο της εποχής. Γιατί ήταν μια αγωνίστρια.
Μια πρωτοπόρος της εθελοντικής προσφοράς. Μια γυναίκα που τίμησε τη μάνα, τη σύζυγο, τον ΑΝΘΡΩΠΟ.
Από το 1977, που έκανα το πρώτο μου δημοσίευμα για τη Λέλα Κούνουπα, είχα την ευκαιρία να μάθω περισσότερα, έτσι ώστε ο θαυμασμός στη φωτεινή αυτή μορφή που λάμπρυνε τον τόπο μας να μεγαλώνει. Γι’ αυτό και πολλά μου δημοσιεύματα αναφέρονται σ’ αυτή. Κάπου κάτι θα ανακαλύψω από την πολυσήμαντη δράση της. Και θέλω να το αναφέρω.
Ήταν μια πανέμορφη γυναίκα που επάξια κέρδισε την καρδιά του φαρμακοποιού Γιάννη Κούνουπα. Μας ήρθε από τα Χανιά, νύφη της ιστορικής οικογένειας των φαρμακοποιών το 1917.
Η Λέλα το γένος Καραπατάκη, είχε τελειώσει το Αρσάκειο, όπως αρκετές από τις κοπέλες της υψηλής κοινωνίας στον καιρό της. Η πόλη μας την κέρδισε αμέσως με τη μακραίωνη ιστορία και τον πολιτισμό της. Γιατί η νεαρή κοπέλα διέθετε παρά την ηλικία της ζηλευτή μόρφωση. Η χαρισματική αυτή γυναίκα φάνηκε εξ αρχής ότι θα γινόταν μια άριστη οικοδέσποινα. Και το αποδείκνυε σε πολλές περιπτώσεις κάνοντας τον σύζυγο να κρυφοκαμαρώνει τη γυναίκα τους για τις τόσες αρετές της.
Τα ανήσυχο πνεύμα της όμως δεν της επέτρεπε να περιοριστεί στα καθήκοντα μιας υποδειγματικής οικοδέσποινας, όπως επέβαλε η θέση της στην κοινωνική ιεραρχία.
Και ο Ιωάννης Κούνουπας προτιμούσε να σωπαίνει. Οι πνευματικοί του ορίζοντες μπορούσαν να αξιολογήσουν το μεγαλείο που έκρυβε η σύντροφός του. Και δεν την εμπόδιζε στο παραμικρό.
Ένας «Σείριος» στον τύπο
Ξεκίνησε να δημοσιογραφεί με το ψευδώνυμο «Σείριος» σε θέματα ποικίλου ενδιαφέροντος. Πώς να υπογράφει κείμενα στην εφημερίδα μια γυναίκα εκείνες τις εποχές; Είχε όμως αρκετούς φανατικούς αναγνώστες που είχαν γοητευθεί με την «ζωντανή» πένα και το γλαφυρό ύφος του άγνωστου κειμενογράφου.
Ο σύζυγος τότε αποτολμούσε κάποιες παρεμβάσεις για το καλό της και μόνο. Προσπαθούσε με πολλή διακριτικότητα να της επισημάνει κάποιες συμπεριφορές που ήταν «κόκκινο» πανί για τον καθωσπρεπισμό εκείνων των καιρών. Αυτό που τον ανησυχούσε περισσότερο ήταν η ευαισθησία που την κυρίευε όταν συναντούσε εικόνες αθλιότητας. Κι ήταν αρκετές.
Εκείνη με τη γλυκύτητα που τη διέκρινε και το χαμόγελο που κέρδιζε μικρούς και μεγάλους προσπαθούσε να εξηγήσει τις αφορμές που την έκαναν επικίνδυνα παρορμητική.
Μάνα της προσφυγιάς
Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν άρχισαν να φθάνουν στο Ρέθυμνο οι πρώτοι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Άκουγε για το γεγονός η Λέλα Κούνουπα και τα βράδια δεν έκλεινε μάτι.
Σκεπτόταν τους περήφανους εκείνους ανθρώπους να πεινούν, αλλά να μην απλώνουν χέρι επαιτείας από αξιοπρέπεια, μετρούσε τα θύματα από ασιτία και δεν μπορούσε να ησυχάσει.
Άφησε λοιπόν στην άκρη τους ενδοιασμούς και τις απαγορεύσεις που της επέβαλε το φύλο και η κοινωνική της θέση και ξεκίνησε πόρτα πόρτα να ζητά βοήθεια για τους πρόσφυγες.
Στην αρχή προκάλεσε ξάφνιασμα η κίνηση αυτή και ίσως σχόλια. Εκείνη όμως θαρραλέα συνέχισε την προσπάθεια μέχρι που πέτυχε το στόχο της. Οργανώνει συσσίτια, μαζεύει είδη πρώτης ανάγκης, αναζητά στέγη να βολέψει τους ξεριζωμένους.
Τα παιδιά της θυμούνται εκείνο το σοβαρό ύφος τις ώρες που θα έπρεπε να είναι ξέγνοιαστη. Μεγάλη ικανοποίηση της προκαλεί η απόφαση του Λυκείου Ελληνίδων να δημιουργήσουν τμήματα κοπτικής ραπτικής για τις προσφυγοπούλες. Να μάθουν μια τέχνη που είχε επαγγελματική προοπτική.
Στέγνωνε τα δάκρυα στα παιδικά μάτια
Ησυχία όμως δεν είχε. Επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά το σχολείο που φοιτούσαν και προσφυγόπουλα. Ανησυχούσε γιατί η αδενοπάθεια ήταν σε έξαρση, λόγω των συνθηκών διαβίωσης. Αρκετές φορές τη συνόδευε και ο τσαγκάρης για να πάρει μέτρα και να φέρει καινούργια παπούτσια στα παιδιά των ξεριζωμένων οικογενειών.
Μου διηγήθηκε κάποτε η σεβαστή φίλη Βασιλεία Καζαβή:
«Εκείνο το πρωινό που πήγε η αρχόντισσα (έτσι λέγαμε τη Λέλα Κούνουπα) με τον τσαγκάρη στο σχολείο, έτυχε να πάω καθυστερημένα. Κι έτσι δεν με πρόλαβαν να μου πάρουν μέτρα για παπούτσια. Κάθισα με μια γωνιά κι έκλαιγα. Κάποια στιγμή ένα χέρι άγγιξε τα μαλλιά μου και μια τρυφερή φωνή ζήτησε να μάθει την αιτία. Μέσα σε λυγμούς διηγήθηκα το πάθημά μου. Τότε εκείνη γιατί η Λέλα Κούνουπα ήταν που με εντόπισε, ήρθε να με παρηγορήσει με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στον τσαγκάρη. Πώς να ξεχάσω τέτοια ευεργεσία που στέγνωσε τα δάκρια ενός παραπονεμένου παιδιού».
Ζούσε για τους άλλους
Η Λέλα Κούνουπα ζούσε για τους άλλους παρά το γεγονός ότι ήταν μια ιδανική σύζυγος και μια υποδειγματική μητέρα.
Στο ημερολόγιό της η Μαρία Παπαϊωάννου, επίσης μεγάλη μορφή της πόλης μας, με πλούσια κοινωνική δράση αναφέρεται με θαυμασμό στη Λέλα Κούνουπα και στις προσπάθειές της να ανακουφίσει την ανθρώπινη δυστυχία.
Η περίφημη αυτή γυναίκα υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου των Κυριών και γενικά δεν απουσίαζε από κανένα κάλεσμα εθελοντικής προσφοράς στην πόλη.
Οι πρόσφυγες σιγά σιγά βρήκαν το δρόμο τους στην πόλη που μεταφυτεύτηκαν μετά τον άγριο ξεριζωμό τους.
Τα παιδιά όμως είναι πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Χανιώτισσας δασκάλας.
Η ανάγκη να τα δει ευτυχισμένα να παίζουν τα καλοκαίρια σαν όλα τα παιδιά που είχαν την ευκαιρία να απολαμβάνουν καλοκαιρινές διακοπές, την εμπνέει να ιδρύσει και να στηρίξει με κάθε τρόπο το 1930 παιδικές κατασκηνώσεις στα τρία Μοναστήρια.
Και συνεχίζει να πρωταγωνιστεί στη διοργάνωση δεκάδων εκδηλώσεων για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Κι ήρθε ο πόλεμος, να σπείρει τον όλεθρο και να δημιουργήσει πρόσθετες ανάγκες στον άμοιρο πληθυσμό. Η σκλαβιά δεν αφήνει σε ησυχία τις αδούλωτες ψυχές και βρίσκει πρόσφορο έδαφος η Εθνική Αντίσταση για να φουντώσει.
Η Λέλα Κούνουπα δεν μένει αδιάφορη. Κι είναι πολύτιμη, γιατί ξέρει να φέρνει σε πέρας κάθε της αποστολή με τη μεθοδικότητα που τη διακρίνει.
Οι αγώνες του λαού μας την είχαν ένθερμη οπαδό και ποτέ δεν απουσίασε από την οδό του χρέους.
Δεν είναι τυχαίο επομένως ότι τα παιδιά της ακολούθησαν τους ίδιους δρόμους με τις ίδιες ευαισθησίες για τον πάσχοντα συνάνθρωπο.
Κι είχε πάντα η αξιοθαύμαστη αυτή γυναίκα την υποστήριξη του συζύγου της που διέθετε πρωτοποριακό πνεύμα για την εποχή του.
Ένας δρομάκος σύμβολο τιμής
Σήμερα ένας μικρός δρόμος, όσο είναι η απόσταση από το «Μεσοστράτι» στην άλλη γωνία, πίσω από το ιερό των Τεσσάρων Μαρτύρων, φέρει το όνομα της Λέλας Κούνουπα.
Κι η πόλη αυτή, οι άνθρωποι που μεταλαμπάδευσαν στους επόμενους το θαυμασμό τους για τη γυναίκα αυτή, τον άγγελο καλοσύνης, τρέφουν αιώνια ευγνωμοσύνη για τη Χανιώτισσα «νύφη» που έδωσε χαμόγελο αισιοδοξίας και ζωής σε τόσους δυστυχισμένους, χωρίς ποτέ να ζητήσει αντάλλαγμα.