Στις σημαντικές ευκαιρίες που υπάρχουν για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις του Ρεθύμνου, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» αναφέρθηκε στη διάρκεια της εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο ο αν. υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Ο κ. Σκυλακάκης ήταν ομιλητής στην εκδήλωση που διοργάνωσε το Επιμελητήριο Ρεθύμνου με στόχο την ενημέρωση των επιχειρηματιών για τα χρηματοδοτικά εργαλεία και τις δυνατότητες που αυτά παρέχουν.
Σημειώνεται ότι το «Ελλάδα 2.0» είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων. Περιλαμβάνει, συνολικά, 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις, που αναπτύσσονται σε τέσσερις πυλώνες και θα υλοποιηθούν με 30,5 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – NextGenerationEU, ενώ υπολογίζεται ότι θα κινητοποιηθούν 60 δισ. ευρώ, συνολικά, σε επενδύσεις στη χώρα τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τον υπουργό το πρόγραμμα είναι ήδη «ζωντανό». «Έχουμε ήδη 7 δισ. επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί. Το πρόγραμμα μπορεί να χωρέσει πάνω από 25 δισ. επενδυτικά σχέδια. Οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν ήδη κινηθεί. Τώρα έχουμε και το πρώτο κύμα μικρών επιχειρήσεων που έρχεται. Περίπου το 40% των αιτήσεων αφορούν σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά χρειαζόμαστε πολύ περισσότερη κινητοποίηση της επιχειρηματικότητας, ειδικά σε μέρη που είναι σχεδόν όλοι αυτονόητα επιλέξιμοι. Για παράδειγμα στην Κρήτη, που υπάρχει αγροτοδιατροφή και τουρισμός είναι σχεδόν όλοι οι επιχειρηματίες αυτόματα επιλέξιμοι» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Σκυλακάκης έκανε λόγο για μια τεράστια ευκαιρία, καθώς το πως το επιτόκιο δανειοδότησης είναι πολύ χαμηλό 0,35% τονίζοντας πως «Είναι μεγάλη ευκαιρία, ειδικά σε μια περίοδο αύξησης των επιτοκίων, διότι εάν τα επιτόκια ήταν για μια μικρή επιχείρηση στο 6% μέχρι πρότινος, η αύξηση που έρχεται από την Ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα μπορεί να το οδηγήσουν στο 8-9% και να καθιστούν μη βιώσιμες τις επενδύσεις. Συνεπώς, το να έχεις τη δυνατότητα το να πάρεις το 50% με 0,35 και το 30% με το τραπεζικό επιτόκιο, αυτομάτως ρίχνει δραματικά το επιτόκιο και προσφέρει και την ασφάλεια, γιατί εμείς δίνουμε σταθερό επιτόκιο για μια 10ετία 12ετία».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην απουσία γραφειοκρατίας για την υποβολή αίτησης και εξέφρασε την ικανοποίησή του για την εξέλιξη του προγράμματος «…δεν υπάρχει ίχνος γραφειοκρατίας. Μεταξύ της αίτησης της επιχείρησης που γίνεται σε μία ηλεκτρονική πλατφόρμα χωρίς να μπαίνει ανθρώπινο χέρι, της αξιολόγησης που γίνεται από έναν ορκωτό ελεγκτή μας και με περιβαλλοντικούς μηχανικούς, νομικούς και άλλους ειδικούς σε θέματα κρατικών ενισχύσεων, ο οποίος προκύπτει από αυτοματοποιημένη κλήρωση μέσα από την πλατφόρμα, και της τελικής έγκρισης που γίνεται και η υπογραφή τής σύμβασης που υπογράφει η τράπεζα για λογαριασμό μας, δεν υπάρχει κανένας πολιτικός, υπουργός ή γραφειοκράτης, που να μεσολαβεί με την υπογραφή του. Δεν υπάρχει καμία υπογραφή κρατικού φορέα σε όλη τη διαδικασία».
Παράλληλα έκανε αναφορά στα προβλήματα που συναντούν οι επιχειρηματίες με τις τράπεζες τονίζοντας ότι σημαντικό κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας είναι να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ τραπεζών και επιχειρηματιών και οι επιχειρηματίες να απευθυνθούν στις τράπεζες λέγοντας πως: «Τα εργαλεία που έχουμε για να βοηθηθούν και να επενδύσουν οι επιχειρηματίες είναι πολλά και ποικίλα. Χρειάζεται, ειδικά σε σχέση με τα εργαλεία του τραπεζικού συστήματος, όπως είναι τα δάνεια του ταμείου ανάκαμψης, να διανύσουν και οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις αρκετό δρόμο για να συναντηθούν κάπου στη μέση και να αξιοποιήσουν αυτά τα πολύ ελκυστικά εργαλεία. Είναι κλειδί για να πετύχουμε, να πείσουμε και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να πάνε στο τραπεζικό σύστημα, να ζητήσουν την δανειοδότηση και αντίστοιχα οι τράπεζες να είναι πολύ πιο φιλικές από τούδε και στο εξής στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται όλες αυτές τις αιτήσεις, όμως τηρώντας πάντα τα τραπεζικά κριτήρια που προέρχονται από την Ευρώπη και δεν είναι διαπραγματεύσιμα.
Μετά από δέκα χρόνια, στα οποία οι τράπεζες στην ουσία δεν δάνειζαν για πολλούς και διάφορους λόγους, έχει δημιουργηθεί μια απόσταση μεταξύ της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας και του τραπεζικού συστήματος. Έχουμε πολλούς που δεν έχουν τραπεζικό προφίλ, πολλούς που έχουν επί της ουσίας αλλά δεν έχουν περπατήσει αυτήν τη διαδικασία με την τράπεζα, λειτουργούσαν με δικά τους κεφάλαια και έχουμε και πολλές επιχειρήσεις που πέρασαν περιόδους κόκκινες και πρέπει να δείξουμε τώρα τζίρους και κέρδη για να μπορούν να χρηματοδοτηθούν. Συνεπώς υπάρχει μια απόσταση που πρέπει να γεφυρωθεί.
Τέλος ο υπουργός απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφων, εμφανίστηκε ιδιαίτερα αισιόδοξος για την ελληνική οικονομία επισημαίνοντας πως: «Θα σας δώσω δύο στοιχεία για να έχετε μία εικόνα. Το 2019 παραλάβαμε ένα χρέος 181% του ΑΕΠ και μας έτυχαν τρεις τεράστιες κρίσεις – αυτές του πληθωρισμού, η πανδημία και η ενεργειακή κρίση ο πόλεμος. Και μετά το τέλος αυτών των κρίσεων, το χρέος μας είναι στο 169% του ΑΕΠ και μπροστά μας έχουμε να μπουν στην οικονομία το 90 και πλέον τοις εκατό των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης των 30 δισ., που σημαίνει ότι η χώρα θα αποφύγει την ύφεση που θα έρθει, και όταν θα έρθει η ανάκαμψη θα είναι εξαιρετικά καλά τοποθετημένη για να αξιοποιήσει μία μακρά περίοδο ανάκαμψης που θα ακολουθήσει αυτές τις κρίσεις» είπε ο αναπληρωτής υπουργός και προσέθεσε: «Συνεπώς είμαστε καλά, φτάνει να είμαστε σώφρονες και συνεπείς και να μην μπούμε σε αναίτιες περιπέτειες για πολιτικούς ή άλλους λόγους».
Στο Επιμελητήριο Ρεθύμνης, στη σύσκεψη των φορέων της οικονομίας του νομού και εκπροσώπων της αυτοδιοίκησης και στην ενημερωτική εκδήλωση για την παρουσίαση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», που υλοποιείται με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Σκυλακάκης ενημερώθηκε για τους προβληματισμούς των εμπλεκομένων με την τοπική οικονομία, απάντησε σε ερωτήσεις και σημείωσε προτάσεις ή ενστάσεις που τέθηκαν.
Στον σύντομο χαιρετισμό του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου Γιώργος Γιακουμάκης, ανέφερε: «Ως Επιμελητήριο Ρεθύμνου θεωρούμε ότι τα κεφάλαια που θα αντληθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελούν μια ιστορική ευκαιρία για την τοπική οικονομία και την ανάπτυξη σημαντικών υποδομών και τον μετασχηματισμό του μοντέλου της κρητικής οικονομίας. Μέσω της παροχής επιδοτήσεων και δανείων με ευνοϊκούς ορούς τα οφέλη που δημιουργούνται για την εθνική οικονομία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη δημιουργία πολλών χιλιάδων θέσεων εργασίας, αλλά επίσης και την κάλυψη του μεγάλου επενδυτικού κενού που είχε δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία στη χώρα. Είμαστε βέβαιοι ότι οι πόροι αυτοί πρόκειται να αξιοποιηθούν προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της Περιφέρειάς μας, επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε πολλά υποσχόμενους κλάδους, όπως για παράδειγμα της αγροτοδιατροφής, των νέων μορφών τουρισμού και των logistics.
Σε κάθε περίπτωση μέσα από άξονες όπως η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός δύναται να επιταχυνθεί η αναπτυξιακή πορεία της Κρήτης με κατεύθυνση μια ακόμα πιο ανταγωνιστική τοπική οικονομία με ισορροπία μεταξύ των τομέων οικονομικής δραστηριότητας και με περισσότερη εξωστρέφεια για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μας».