Αποτιμώντας τόσο το κλίμα της επίσκεψης του προέδρου Ερντογάν στην Αθήνα με την πολυπληθή κυβερνητική εκπροσώπηση της γείτονος, όσο όμως και το περιεχόμενο και την ουσία των συζητήσεων με τους ομολόγους τους Έλληνες υπουργούς, εκτιμούμε πως εγκαινιάστηκε μια «Άνοιξη στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις».
Η χειρότερη περίοδος
Είναι κοινά παραδεκτό από τους ασχολούμενους με τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, ότι η περίοδος 2020-2022 έως και τις αρχές του 2023, ήταν από τις χειρότερες περιόδους των τελευταίων δεκαετιών στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. Σαν κύριοι εκφραστές ή καλύτερα εκφωνητές των απαράδεκτων και καμιά φορά και επικίνδυνων θέσεων της Τουρκίας απέναντι στη χώρα μας, αναδείχτηκαν, ο Χολουσί Ακάρ υπουργός άμυνας της γείτονος,όπως βέβαια και οι υπουργοί εξωτερικών και εσωτερικών, αλλά και ο αρχηγός του Γενικού στρατιωτικού επιτελείου, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, Σουλεϊμάν Σοϊλού και Γιασάρ Γκιουλέρ αντίστοιχα. Μάλιστα θεωρείται ότι η περίοδος αυτή έχει σημαδευτεί από τη μεγαλύτερη σε ένταση και διάρκεια κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τα Ίμια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τον Αύγουστο του 2020, κατά τη διάρκεια της κρίσης του Ορούτς Ρέις, ο Γκιουλέρ ήταν εκείνος που έκρουε τα τύμπανα του «πολέμου» εισηγούμενος στον Ακάρ να αναπτύξει ολόκληρο σχεδόν τον Τουρκικό στόλο απέναντι στον Ελληνικό. Οι εντολές του Γκιουλέρ προς στους Τούρκους κυβερνήτες να προβαίνουν σε παράτολμες κινήσεις και να παρενοχλούν τις μονάδες του πολεμικού ναυτικού,οδήγησαν στο περιστατικό της «επακούμβησης» που λίγο έλειψε να προκαλέσει ανάφλεξη σε ολόκληρο το Αιγαίο.
Οι συγχρονικά ιδιαίτερες συνθήκες
Οι ιδιαίτερες συνθήκες που χαρακτήρισαν τη περίοδο αυτή, και οι οποίες εκτιμούμε ότι σχετίζονται με τη διαμόρφωση της θέσης της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, ήταν:
- Οι εκτεταμένες μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία με κύριες χώρες προέλευσης των μεταναστών, τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν αλλά και την Ινδία.
- Οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. και οι παλινωδίες της Τουρκίας σε σχέση με την ενταξιακή της πολιτική.
- Η απόφαση του προέδρου Ερντογάν, να είναι ξανά υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2023. Η απόφασή του αυτή, τον ώθησε στο να υιοθετήσει μια εθνικιστική γραμμή,η οποία σε ότι είχε σχέση με την Ελλάδα, εκφραζόταν με μια έντονη διχαστική ρητορική, με απαράδεκτες εθνικιστικές κορώνες, όπως της αμφισβήτησης της συνθήκης της Λωζάνης, και πολλά άλλα ευτράπελα. Προχώρησε δε σε αυτό, θέλοντας να συσπειρώσει μαζί του σημαντικό μέρος του Τούρκικου λαού που συγκινείται ιδιαίτερα με τον μεγαλοϊδεατισμό περί της μεγάλης και της πανίσχυρης Τουρκίας.
- Η δυσκολία του προέδρου Ερντογάν στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, και η απόφαση των Αμερικανών να ακυρώσουν τη συμφωνία για την προμήθεια στην Τουρκία των αεροσκαφών F35, όπως και στην πώληση των F16.
- Η προσπάθεια της Τουρκίας στο να επωφεληθεί από τη νέα κατάσταση στην μεθόριό της με την Συρία.
- Επίσης η προσπάθεια της στο να εδραιωθεί ηγέτιδα δύναμη στον Μουσουλμανικό χώρο.
- Ακόμη η πολιτική τακτική της Τουρκίας να πατάει σε δύο βάρκες τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της Ρωσίας σε ότι αφορούσε τον πόλεμο στην Ουκρανία.
- Ο σεισμός στην ανατολική Τουρκία και η τεράστια ανθρωπιστική και οικονομική τραγωδία του Τούρκικου λαού. Εδώ αξίζει να σημειωθεί και το πως εκτιμήθηκε η άμεση ανταπόκριση της Ελλάδας με την αποστολή των Ελλήνων διασωστών.
- Η πίεση του ΝΑΤΟ και κυρίως των ΗΠΑ για την έγκριση και από τη Τουρκία την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
- Το πολύ υψηλό ποσοστό πληθωρισμού που υποσκάπτει συνεχώς την οικονομία της Τουρκίας για την τελευταία τουλάχιστον πενταετία, και δυσχεραίνει τη διαβίωση του Τούρκικου λαού.
- Η απόφαση ΗΠΑ για τη δημιουργία επιτελικής ναυτικής και αεροπορικής βάσης εξυπηρέτησης του ΝΑΤΟ και των Αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αλεξανδρούπολη.
- Ακόμη η απόφαση των ΗΠΑ για την πώληση των F35 στη χώρα μας και την αναβάθμιση των F16 – block της πολεμικής μας αεροπορίας.
Οι νέες ήδη διαμορφωμένες συνθήκες
Ήδη όμως σήμερα πια, πέντε μήνες μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές, όπου ο πρόεδρος Ερντογάν επέτυχε την επανεκλογή του, η κατάσταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις διαμορφώνεται εντελώς διαφορετικά. Ενδείξεις βέβαια για τη νέα αυτή κατάσταση είχαν ήδη διαφανεί και πολύ νωρίτερα. Έμπειροι παρατηρητές το είχαν επισημάνει αυτό αμέσως μετά τις εκλογές, όπου παρατηρώντας την σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου διαπίστωναν ότι και οι τρεις υπουργοί που αναφέρθηκαν παραπάνω ως οι πρωτοστατούντες στις προκλητικές δηλώσεις κατά της Ελλάδας, δηλαδή εκείνοι της άμυνας, των εσωτερικών και των εξωτερικών, αντικαταστάθηκαν. Εκτιμούμε πως αυτό ήταν αναπόφευκτο, αφού με όσα επί χρόνια εκείνοι δήλωναν επανειλημμένως, δεν θα μπορούσαν σήμερα πια με το νέο πνεύμα στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, να εκφέρουν ένα εντελώς διαφορετικό λόγο από εκείνον που εξέφραζαν μέχρις και λίγους μήνες πριν.
Τι στην πραγματικότητα άλλαξε;
Όντας πέντε μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου, όλες οι παραπάνω εκτεθείσες συνθήκες συνεχίζουν να υφίστανται, με κάποιες διαφοροποιήσεις, άλλες με θετική και άλλες με αρνητική εξέλιξη ή και κάποιες συνεχίζουν όπως ακριβώς ήταν. Όμως η νέα συνθήκη που αναδιαμορφώθηκε ολοκληρωτικά, ήταν εκείνη που σχετίζονταν με την ανασφάλεια του προέδρου Ερντογάν για τις τότε επερχόμενες εκλογές. Η επανεκλογή του λοιπόν στη θέση του προέδρου, εκτιμούμε ότι ήταν ο παράγοντας που κυριολεκτικά τον απελευθέρωσε. Ο ίδιος λοιπόν συνεκτιμώντας με εντελώς διαφορετική πια αίσθηση ασφάλειας, όλες τις παραπάνω συνθήκες μετά την επανεκλογή του, αποφάσισε την αλλαγή της στάσης του στα Ελληνοτουρκικά. Ήταν αυτό που του έδωσε την ευκαιρία να απεμπλακεί από την έως τότε εκφραζόμενη απαράδεκτη ρητορική περί αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάνης, και περί της αμφισβήτησης της Ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου. Έτσι προχώρησε σε μια επανεκτίμηση των πραγμάτων. Θεώρησε πως με την επανα-ισχυροποίηση της θέσης του, το συμφέρον της χώρας του μέσω των σχέσεών της με την Ελλάδα είναι πια διαφορετικό. Θα έπρεπε λοιπόν να τείνει «χείρα φιλίας» προς την Ελλάδα. Και αυτό επιχείρησε. Δεν θα ήταν άστοχο λοιπόν αν αναφερθούμε στην «μετάλλαξη» του προέδρου Ερντογάν, η οποία βεβαίως και έγινε ευπρόσδεκτη από Ελληνικής πλευράς.
Η απόφαση για ένα νέο δόγμα
Εκτιμούμε λοιπόν ότι η επανεκλογή του προέδρου Ερντογάν, του πρόσφερε το πλεονέκτημα, στο να προσπαθήσει να χαράξει μια εντελώς διαφορετική στρατηγική,ή αλλιώς, ένα νέο δόγμα, για το κεφάλαιο των σχέσεων της Τουρκίας με τη χώρα μας. Η νέα αυτή στρατηγική επιλογή που όπως φαίνεται εγκαινιάζει καλές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, δευτερογενώς θα επηρεάσει και αρκετά άλλα κεφάλαια που αναφέρονται κυρίως στις διεθνείς σχέσεις της Τουρκίας. Τα κεφάλαια αυτά μπορούν να αναφερθούν ως τα:
1) Κατ’ αρχήν θα προκύψουν πολλά κοινά οφέλη από την αναθέρμανση των σχέσεων των δύο χωρών, όπως σε κάποια από αυτά ήδη αναφέρθηκε ο πρόεδρος Ερντογάν στους δημοσιογράφους στο αεροπλάνο επιστρέφοντας στην χώρα του. Αναφερόμενος μάλιστα στις αερομαχίες, όπως το είπε, στο Αιγαίο, δήλωσε «ας κλείσουμε αυτή τη σελίδα, ας τελειώσουμε με αυτή την υπόθεση».
2) Ακόμη θα υπάρξει βούληση στο να διαμορφωθεί μια νέα στάση της χώρας μας σε ότι αφορά την βοήθειά της για την πρόοδο των ενταξιακών σχέσεων της Τουρκίας με την Ε.Ε.
3) Επίσης πολύ πιθανόν ότι θα οδηγήσει στην αλλαγή της στάσης της Ελλάδας σε ότι αφορά τις αντιρρήσεις της για τη προμήθεια της Τουρκίας των F16 από τις ΗΠΑ ή των Eurofighter από την Ευρωπαϊκή κοινοπραξία συμπαραγωγής.
4) Το νέο δόγμα επίσης θα βοηθήσει σίγουρα και στην πρόοδο της επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος.
5) Ακόμη πολύ σημαντική θα είναι η συμβολή των σχέσεων καλής γειτονίας, στην προσπάθεια αξιοποίησης των υποθαλάσσιων ενεργειακών αποθεμάτων της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Άνοιξη στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις
Το νέο αυτό δόγμα που διαφαίνεται ότι θα διαμορφωθεί από πλευράς της Τουρκίας στις σχέσεις της με την Ελλάδα, σίγουρα θα είναι ευπρόσδεκτο από την πλευρά της χώρας μας. Εξ άλλου η Ελλάδα πάντα παρουσίαζε και παρουσιάζει ειλικρινή και καλοπροαίρετη στάση σε ότι αφορά τις σχέσεις των δύο χωρών. Τα πολλαπλά οφέλη, σχετίζονται με τη χάραξη της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών,την αξιοποίηση των ενεργειακών αποθεμάτων, όπως και παραπάνω αναφέραμε, στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, την αίρεση της Τουρκολυβικής ψευδοΑΟΖ και άλλα επωφελή και για τις δύο χώρες κεφάλαια. Θεωρούμε λοιπόν πως βρισκόμαστε στην αρχή μιας ιδιαίτερα αισιόδοξης κατάστασης που θα χαράξει νέες ειλικρινείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Έτσι θα φτάσουμε στο σημείο, ώστε να μπορούμε να μιλούμε για μια «Άνοιξη στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις».
Πηγές:
- ΑΠΕ-ΜΠΕ
- CNN. Greece