Της ΜΑΡΙΑΣ ΞΕΠΑΠΑΔΑΚΗ*
Η κλιματική κρίση αποτελεί αν όχι το μεγαλύτερο, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλούμαστε να επιλύσουμε ως κοινωνία. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η κλιματική αλλαγή ορίζεται ως: «Η μεταβολή στο κλίμα που οφείλεται άμεσα ή έμμεσα σε ανθρώπινες δραστηριότητες, διακρίνοντας τον όρο από την κλιματική μεταβλητότητα που έχει φυσικά αίτια». Τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής μπορούμε να τις δούμε παντού γύρω μας, από την αύξηση της θερμοκρασίας και της στάθμης του νερού, τη μείωση των βροχοπτώσεων μέχρι και τις επιπτώσεις της στην τροφική αλυσίδα.
Ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, με σκοπό την αντιμετώπιση της κλιματική κρίσης, ανέπτυξε την «Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη», που απαρτίζεται από 17 στόχους και 169 υπόστοχους. Ενδεικτικά κάποιοι στόχοι είναι: Βιώσιμες πόλεις και κοινότητες, υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή, φτηνή και καθαρή ενέργεια. Η ατζέντα αντανακλά την πίστη στην αξία της εκπαίδευσης για την επίλυση αυτών των ζητημάτων, διατυπώνοντας ρητά την εκπαίδευση ως αυτόνομο στόχο. Η εκπαίδευση αποτελεί ταυτόχρονα και στόχο και μέσο για την επίτευξη όλων των άλλων στόχων, αποτελώντας όχι απλώς αναπόσπαστο μέρος της βιώσιμης ανάπτυξης, αλλά και βασικό παράγοντα για αυτήν.
Με την ίδια λογική, παρατηρούμε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, για τη δια βίου μάθηση γενικά και την εκπαίδευση ενηλίκων ειδικότερα. Για αυτόν τον λόγο, στα πλαίσια του Εrasmus+, αναπτύχθηκε ένα πρόγραμμα κινητικότητας ΚΑ1 από το Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Εκπαίδευσης, το 1ο σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας στο Ρέθυμνο και το 1ο σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία με τον οργανισμό Equis – Equiilibri Sostenible που βρίσκεται στη Βαρκελώνη. To πρόγραμμα ονομάζεται «Climate for Change and Social inclusion». Στόχοι της κινητικότητας είναι η αναβάθμιση των δεξιοτήτων διδασκαλίας των συμμετεχόντων και η απόκτηση θεωρητικής και πρακτικής γνώσης της Ατζεντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη ως εννοιολογικό και λειτουργικό πλαίσιο για τη δημιουργία καινοτόμων προγραμμάτων και πρωτοβουλιών διδασκαλίας.
Η κινητικότητα σε άλλες χώρες, προσφέρει την ευκαιρία πρόσβασης σε νέες προοπτικές σε σχέση με τη διδασκαλία ενηλίκων εκπαιδευομένων. Επίσης, αποτελεί πεδίο προβληματισμού και ανάλυσης εργαλείων και προσεγγίσεων άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόγραμμα πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις: Στην πρώτη ροή, εκπαιδευτικοί από το Ρέθυμνο και το 1ο ΣΔΕ Θεσσαλονίκης επισκέφθηκαν την Βαρκελώνη από τις 27/4 μέχρι τη 1/5 ενώ η Β Ροή Κινητικότητας που πραγματοποιήθηκε αποτελούνταν από 14 καθηγητές του ΣΔΕ Ρεθύμνου. Η διάρκεια του προγράμματος κινητικότητας ήταν πέντε μέρες, ώστε οι συμμετέχοντες να γνωρίσουν τις πρακτικές και προσεγγίσεις της Ισπανίας πάνω στο ζήτημα της βιωσιμότητας και της αειφόρου ανάπτυξης.
Οι συμμετέχοντες παρακολούθησαν σειρά διαλέξεων σχετικά με το πως η Βαρκελώνη διαχειρίζεται τη βιωσιμότητα, την κλιματική αλλαγή μέσα από το πρίσμα της Ατζένα 2030 και του στόχους που θέτει. Η Ισπανία αποτελεί χώρα πρότυπο στα πλαίσια της Ευρωπαικής Ένωσης για τον τρόπο που έχει διαμορφώσει την πολιτική της ώστε να προσαρμόζεται στην Ατζέντα του 2030. Η παρουσίαση του τρόπου που η Βαρκελώνη διαχειρίζεται τα υπό ερώτηση ζητήματα, ήταν διαφωτιστικός και έδωσε κίνητρο στους συμμετέχοντες να υιοθετήσουν πρακτικές σε διάφορα επίπεδα. Επίσης, υπήρξε μία σειρά από βιωματικά εργαστήρια στα οποία οι εκπαιδευτικοί μπόρεσαν να αξιοποιήσουν πρακτικά όσα αποκόμισαν από την εμπειρία τους στη Βαρκελώνη. Τα αντικείμενα των εργαστηρίων αφορούσαν τη θαλάσσια ζωή, την ηχορύπανση, την διαχείριση απορριμμάτων και την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση.
Ανάμεσα στις δραστηριότητες, επισκέφτηκαν το πάρκο Guell του σημαντικού αρχιτέκτονα Antonio Gaudi, το οποίο είναι το σημείο αναφοράς της πόλης και βίωσαν από κοντά το όραμα μια ιδανικής κηπούπολης προηγούμενου αιώνα όπου η φύση καθορίζει την οργάνωση του αστικού χώρου. Η αρχιτεκτονική του Gaudi που ενσωματώνει φυσικές μορφές σε κτήρια και έπιπλα δημόσιου και ιδιωτικού χώρου απασχόλησε τη ροή σε όλη της τη διάρκεια και ακολούθησαν επισκέψεις τον εκπαιδευτών σε άλλα κτήρια όπως το Casa Batlo, το Casa Mila αλλά και τον καθεδρικό ναό Sagrada Familia.Άλλες επισκέψεις σε μουσεία, εκθέσεις και γειτονικές πόλεις εμπλούτισαν το πολύπλευρο πρόγραμμα εκπαίδευσης.
Η εμπειρία του προγράμματος έδωσε στους εκπαιδευτές έμπνευση και την εμπιστοσύνη να προχωρήσουν σε επόμενες συνεργασίες μεταξύ των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τους για την προώθηση της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Το πρόγραμμα αυτό ενίσχυσε τις γνώσεις και τις ικανότητες τους αλλά κυρίως θα αποτελέσει αφορμή για την ανάταση συνολικά της εκπαίδευσης στο νομό σε όλες τις βαθμίδες και με περιβαλλοντική κατεύθυνση δρώντας πολλαπλασιαστικά.
* Η Ξεπαπαδάκη Μαρία, είναι MSc, συντονίστρια Προγραμμάτων, Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Εκπαίδευσης