Οριακά καλύπτονται οι φαρμακευτικές ανάγκες των ασθενών στο Ρέθυμνο. Το πρόβλημα με τις ελλείψεις σκευασμάτων όχι απλά παραμένει, αλλά διογκώνεται όσο περνάει ο καιρός. Οι συνθήκες γίνονται δυσμενέστερες με τον πολλαπλασιασμό του πληθυσμού τους θερινούς μήνες, όπου ο νομός (όπως κι όλη η Κρήτη) υποδέχεται μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Οι φαρμακοποιοί βρίσκονται σε απόγνωση. Έχουν ασχοληθεί κι αναδείξει το θέμα με κάθε τρόπο. Δεν περνάει εβδομάδα που να μην απευθυνθούν αρμοδίως, ελπίζοντας πώς κάποια στιγμή θα εισακουστούν οι αγωνίες και των ίδιων και των πολιτών, η ζωή των οποίων εξαρτάται (σε μεγάλο βαθμό πολλές φορές) από ένα φάρμακο.
Ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού συλλόγου Ρεθύμνου, Κώστας Βαρδιάμπασης περιγράφει κι αναλύει σήμερα στα «Ρ.Ν.» μία κατάσταση που αντί να εξομαλυνθεί, χειροτερεύει και πάει…
Οι αιτίες τις οποίες αναλύει και οι οποίες μεγεθύνουν το πρόβλημα, κατηγοριοποιούνται ως εξής:
- Αποδοχή της κατάστασης από τους φορείς.
- πρόσθετοι αιτιολογικοί παράγοντες.
Πώς και γιατί διογκώνεται το φαινόμενο
«Στην ουσία δεν έχει διαφανεί ότι υπάρχει πολιτική βούληση από τους φορείς – από το υπουργείο Υγείας και από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων – για να υπάρξουν σοβαρά και δραστικά μέτρα απέναντι στο φαινόμενο αυτό» λέει ο κ. Βαρδιάμπασης. «Από την άλλη, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι είναι ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, εξαιτίας του γεγονότος ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες οι οποίοι συντελούν να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε. Ο ένας παράγοντας είναι οι διατάξεις τιμολόγησης των φαρμάκων. Η χώρα μας εξακολουθεί να εφαρμόζει τις διατάξεις τιμολόγησης των φαρμάκων των μνημονίων, να έχουμε δηλαδή τη λεγόμενη δυναμική τιμολόγηση, κάτι το οποίο έχει ως κατάληξη να έχουμε τα φθηνότερα φάρμακα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τιμές των φαρμάκων της χώρας μας ορίζονται ως ο μέσος όρος των δύο ή τριών φθηνότερων τιμών που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα πολλά από τα φάρμακα τα οποία μας απασχολούν να γίνονται προσφιλή στους εξαγωγείς, επομένως να διογκώνεται το φαινόμενο των εξαγωγών και να μην καλύπτεται επαρκώς η εγχώρια αγορά. Είναι ένα πρόβλημα γνωστό, το οποίο για να λυθεί θα πρέπει να αλλάξει ολόκληρη η νομοθεσία».
Οι συγκυρίες, συγχρόνως, δεν είναι καθόλου ευνοϊκές: πόλεμος, ακρίβεια και πανδημία. «Όλα αυτά τα πράγματα μαζί έχουν δημιουργήσει περιστασιακές δυσκολίες στις διαδικασίες παραγωγής, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελλείψεις σε υλικά (υλικά συσκευασίας, πρώτες ύλες, δραστικές ουσίες), τα οποία όμως μπορεί να δημιουργούν πρόσκαιρες ελλείψεις για τις οποίες όντως μάς ενημερώνουν οι φαρμακευτικές εταιρείες. Πράγματι, είναι ένα φαινόμενο το οποίο αντιμετωπίζεται εφόσον επανέλθει το όποιο πρόβλημα το δημιούργησε, αλλά και την ίδια στιγμή υπάρχουν άλλες εταιρείες, άλλα φάρμακα, πολύ-πολύ φθηνά τα οποία (ευθέως το λένε οι εταιρείες) καθίσταται ασύμφορη η παραγωγή και η διάθεσή τους στην Ελλάδα. Και εγκαταλείπουν εντελώς τη διάθεση αυτών των φαρμάκων στην Ελλάδα» υπογραμμίζει ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού συλλόγου Ρεθύμνου, που αναφέρθηκε σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα «μιας εταιρείας για δύο φαρμακευτικά σκευάσματα για τον διαβήτη, για τα οποία επίσημα η εταιρεία ανακοίνωσε στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς ότι εγκαταλείπει εντελώς τη διάθεσή τους στην Ελλάδα – ενώ αντιθέτως τα φάρμακα αυτά θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν κανονικά στις υπόλοιπες χώρες ακριβώς για οικονομικούς λόγους. Όχι επειδή υπήρχε κάποιο φαρμακολογικό πρόβλημα, υπήρξαν φερειπείν κάποιες παρενέργειες ή κάτι τέτοιο· απλώς επειδή ήταν εντελώς ασύμφορη οικονομικά η διάθεσή τους στη χώρα».
Την προηγούμενη εβδομάδα, σύμφωνα με τον κ. Βαρδιάμπαση, μεγάλη πολυεθνική εταιρεία ανακοίνωσε ότι για πολύ γνωστό ηρεμιστικό φάρμακο που διακινεί στη χώρα μας, οι ποσότητες που θα λαμβάνουμε πλέον θα είναι ελάχιστες: ήτοι, δύο συσκευασίες ανά φαρμακείο ανά μήνα. Σε πιο απλή μετάφραση: ένα κουτάκι ανά δύο εβδομάδες!
«Πράγμα που σημαίνει ότι εάν από αυτό το δημοφιλές φάρμακο στη συνταγογράφηση ένα φαρμακείο χρειάζεται 20 κουτάκια το μήνα για τους ασθενείς του, τα υπόλοιπα 18 θα μείνουν ακάλυπτα. Εκεί έχουμε φτάσει» σχολιάζει ο πρόεδρος των φαρμακοποιών. «Και μιλάμε για φάρμακα των οποίων η τιμή ξεκινά από το 1 ευρώ έως 5 ευρώ. Μιλάμε για πολύ φθηνά φάρμακα, τα οποία όμως οι εταιρείες αποφασίζουν ότι δεν μπορούν να τα διακινούν πια στη χώρα. Υπάρχουν οικονομικοί λόγοι είτε γιατί αυτά τα φάρμακα εξάγονται, είτε γιατί αυτά τα φάρμακα δεν αποφέρουν ούτε τα στοιχειώδη έξοδα».
Σταθερές οι ελλείψεις σε φάρμακα πρώτης γραμμής
Οι μόνοι στην αλυσίδα της διακίνησης των φαρμάκων που έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με τους ασθενείς είναι οι φαρμακοποιοί. «Εμείς ερχόμαστε σε άμεση επαφή μαζί τους – δεν έρχεται ούτε ο χονδρέμπορος, ούτε ο φαρμακοβιομήχανος, ούτε η μεταφορική, ούτε ο ΕΟΦ, ούτε το υπουργείο. Είμαστε αυτοί σε όλη την αλυσίδα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα και σηκώνουμε στις πλάτες μας αυτό το βάρος. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι είμαστε όλη μέρα στα τηλέφωνα, στα email. Οι σύλλογοι φτιάχνουν καταγγελίες, είναι σε επικοινωνία με τις εταιρείες με τον ΕΟΦ, προκειμένου οριακά να καλύπτουμε αυτή τη στιγμή τους ασθενείς» επισημαίνει ο κ. Βαρδιάμπασης. Το οριακά δεν αφορά όλο τον πληθυσμό. «Υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν καλύπτονται οι ασθενείς. Και γυρίζουν από φαρμακείο σε φαρμακείο με τη συνταγή στο χέρι. Πολλές φορές στέλνουν πίσω τη συνταγή στο γιατρό, παρακαλώντας να γράψει κάποιο άλλο φάρμακο. Και πάει λέγοντας».
Μιλάμε για φάρμακα όλων των κατηγοριών, και φυσικά άμεσης ανάγκης: Αντιδιαβητικά, ηρεμιστικά, ψυχιατρικά, απλές αντιβιώσεις, αντικαρκινικά, αντιπηκτικά.
Τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα, στις σοβαρές περιπτώσεις, «διότι δεν μπορεί να περιμένει ο ασθενής κάποιες μέρες μέχρι να βρούμε αυτό που ψάχνει».
Η τελευταία επικοινωνία και οι νέες αντικειμενικές δυσκολίες
Την προηγούμενη εβδομάδα, το συντονιστικό όργανο των τεσσάρων Φαρμακευτικών Συλλόγων Κρήτης έστειλε ξανά επιστολές και καταγγελίες για τα φάρμακα μίας συγκεκριμένης κατηγορίας τα οποία είναι ενέσιμα ψυχιατρικά για δύσκολες περιπτώσεις (σχιζοφρένεια κ.λπ). «Καταλαβαίνετε ότι εκεί οι ασθενείς είναι σε μία κατάσταση η οποία χρήζει άμεσης επιτήρησης και επίβλεψης,. Πραγματικά αυτά τα σκευάσματα δεν μπορούσαμε να τα βρούμε» τονίζει ο κ. Βαρδιάμπασης.
«Δεν έγινε κάτι μία φορά και τελείωσε. Δεν υπάρχει εβδομάδα που να μην έχουμε ασχοληθεί με αυτό το πρόβλημα» μας πληροφορεί, ενώ θα θέσει και μία επιπρόσθετη επιβαρυντική συνθήκη: «Σε σύγκριση με άλλες περιοχές της χώρας, εμφανίζεται και το τονίζουμε κάθε φορά που έρχεται το καλοκαίρι, το εξής πρόβλημα: Η Κρήτη σχεδόν διπλασιάζει έως τετραπλασιάζει τον πληθυσμό της. Αυτό σημαίνει ότι ανάμεσα σε όλους τους επισκέπτες είτε είναι απόδημοι Κρήτες, είτε είναι ξένοι, θα είναι και διαβητικοί, θα είναι άνθρωποι που θα έχουν ατύχημα και θα χρειαστεί να πάρουν αντιβίωση. Θα είναι και άνθρωποι που θα χρειάζονται κάποια άλλη αγωγή. Ανάμεσά τους θα υπάρχουν και άνθρωποι που θα χρειάζονται ένα φάρμακο που είναι σε έλλειψη. Εδώ αυτή τη στιγμή καλύπτουμε οριακά τους ντόπιους, τι θα γίνει όταν θα υπάρξει αύξηση του πληθυσμού; Πώς θα το αντιμετωπίσουμε;» αναρωτιέται ο πρόεδρος των φαρμακοποιών.
«Αυτό είναι κάτι το οποίο πραγματικά μας προβληματίζει. Με κάθε δυνατό τρόπο έχουμε ασχοληθεί με αυτό το θέμα. Από εκεί και μετά, ειλικρινά δεν ξέρω τί άλλο μπορούμε να κάνουμε. Αν δεν πάρει δραστικά μέτρα ο ΕΟΦ, δηλαδή να απαγορεύσει εντελώς τις εξαγωγές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (να πει για έξι μήνες δεν γίνονται εξαγωγές φαρμάκων) δεν νομίζω να γίνει κάτι. Από ένα σημείο και μετά πρέπει να προστατευτεί η (δημόσια) Υγεία. Δεν γίνεται το κέρδος να μπαίνει πάνω από όλα» υποστηρίζει κλείνοντας ο κ. Βαρδιάμπασης.