Η αρχαία ελληνική λέξη που σημαίνει φρούτο, ήταν τα «τα ακρόδρυα», που χρησιμοποιήθηκε για τους καρπούς που έχουν ξυλώδες κέλυφος, όπως καρύδια, αμύγδαλα και φουντούκια. Την σκυτάλη πήρε η λέξη «οπώρα», την οποία όλοι γνωρίζουμε ως συνθετικό της λέξης «οπωρολαχανικά» που χρησιμοποιείται στα μανάβικα για το μεικτό εμπόρευμα από φρούτα και λαχανικά.
Η σημερινή λέξη φρούτο έχει την καταγωγή της στο λατινικό «fructus» που σημαίνει κέρδος, όφελος, ωφέλεια και αργότερα τον καρπό.
Τα φρούτα ήταν γνωστά και στους αρχαίους προγόνους μας, ίσως όχι στο πλήθος και την ποικιλία που τα βρίσκουμε σήμερα, αλλά σε ικανοποιητικό βαθμό για την εποχή τους. Οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν ιδιαίτερα τα φρούτα που γνώριζαν για τις ευεργετικές τους στην υγεία, ιδιότητες, είτε γιατί ήταν σχετικά εύκολο να τα προσθέσουν στην καθημερινή διατροφή τους, όπως μας έχουν γνωρίσει συγγραφείς και ποιητές της, σε μεγάλη έκταση και λεπτομέρεια
Τα πιο δημοφιλή φρούτα που καταναλώνουν οι άνθρωποι στην αρχαιότητα, ήταν το σταφύλι, το σύκο, το αχλάδι, το δαμάσκηνο, το κεράσι, το κυδώνι και το κούμαρο.
Κάποιες λεπτομέρειες για κάθε ένα από τα παραπάνω φρούτα
– Σταφύλι: Όπως γνωρίζουμε προέρχεται από το αμπέλι ή θεϊκό αμπέλι, όπως το χαρακτήριζαν οι αρχαίοι, γιατί η σημασία αυτού του φυτού ήταν τεράστια εκείνη την εποχή, όπου ο Θουκυδίδης την εξέφρασε λέγοντας πως «Οι Μεσογειακοί λαοί άφησαν πίσω τους το στάδιο της βαρβαρότητας, όταν έμαθαν να καλλιεργούν την ελιά και το αμπέλι».
– Σύκο: Ήταν το πρώτο νούμερο κατανάλωσης φρούτου στις προτιμήσεις των αρχαίων Ελλήνων και ιδιαίτερα των Αθηναίων να το λατρεύουν. Φρού-
το μεγάλης σημασίας κατά την αρχαιότητα, λόγω του γεγονότος ότι εκτός από φρέσκο μπορούσαν να το διατηρήσουν αποξηραμένο για σχεδόν όλο τον χρόνο, μέχρι την επόμενη σοδειά.
Εκτός από την ωφελιμότητα του συμβόλιζε την γονιμότητα , την ευημερία, την ενότητα και την γνώση.
Στην ηπειρωτική Ελλάδα άρχισε να καλλιεργείται γύρω 800-700π.χ, ενώ στην Κρήτη υπολογίζεται πως την καλλιεργούσαν ίσως και πριν από το 1600 π.Χ.
Τα σύκα ήταν από τα βασικότερα συστατικά της Ελληνικής διατροφής, τουλάχιστον από τα Ομηρικά χρόνια.
– Αχλάδι ή άπιον: Προέρχεται από το αρχαίο αχράς που η λέξη αναφερόταν στο άγριο αχλάδι. Ο Όμηρος αναφερόταν στα αχλάδια που τα είχε χαρακτηρίσει ως «δώρο των Θεών». Από αυτά τα αχλάδια παρασκευαζόταν το « μελίμηλον» κάποιου είδους ηδύποτο.
– Δαμάσκηνο ή κοκκύμηλον: Υπήρχε σε δύο είδη σε άγριο και σε ήμερη μορφή
– Κεράσι ή κέρασος: Το δέντρο της κερασιάς, το οποίο κατάγεται από περιοχές του Καυκάσου. Το όνομα της, κατά μια εκδοχή το οφείλει στην περιοχή του Ευξείνου Πόντο, απ όπου πιστεύεται ότι η κερασιά μεταφέρθηκε στην Ελλάδα. Το κεράσι ως φρούτο υπήρχε και καταναλωνόταν από τα προϊστορικά χρόνια, αλλά νεώτερα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν πιθανότητα καλλιέργειας από τα μυκηναϊκά χρόνια.
– Κυδώνι ή μήλον κυδωνικόν: Ίσως τα μήλα των Εσπερίδων της αρχαιότητας. Για να το καταναλώσουν, λόγω της στυφότητας του, το έψηναν, καμιά φορά το έκαναν και γλυκιά πίτα.
– Κούμαρο ή κόμαρος: Το δέντρο με καρπούς τα κούμαρα. Οι αρχαίοι πρόγονοι βλέποντας να τα τρώνε με μεγάλη βουλιμία τα πτηνά, τα δοκίμασαν και άρχισαν να τα τρώνε και αυτοί. Τα κούμαρα τρώγονται ευχάριστα μόνο όταν έχουν ωριμάσει πλήρως, κάτι που μπορεί να οδήγησε τον Διοσκουρίδη να τα χαρακτηρίζει «κακοστόμαχα, αχυρώδη και φέροντα στον εσθιόμενο κεφαλαλγία».
– Μήλο: Το μήλο ήταν το πιο αγαπητό φρούτο των αρχαίων Ελλήνων και το βρίσκουμε σε διάφορες ιστορίες της μυθολογίας μας, με σπουδαιότερη και διασημότερη αυτής του χρυσού μήλου, που έγινε η αφορμή που οδήγησε στον Τρωικό πόλεμο.
Άλλα φρούτα κατά την αρχαιολογία εν συντομία
Κράνα ή κρανεία, λωτοί, μούσμουλα ή μέσπιλον, καρπούζι ή μηλοπέπων, μούρο ή μόρον, ροδιά ή ρόα, πεπόνι ή σίκυος πέπων, αγριοφράουλες ή χαμαικέρασος.
Πηγές
– Εγγυκλ. Πάπυρος Λαρούς
– Συγρ. Ανδρέου Χάρου