Από τον Οκτώβριο μέχρι τον Φεβρουάριο πραγματοποιήθηκαν 20 εκπαιδεύσεις σε 495 άτομα σε ολόκληρη την Κρήτη
Προτεραιότητα η στελέχωση των σχολείων με εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, η ενίσχυση των σχολικών υποδομών και η συμπεριληπτική εκπαίδευση
Ημερίδα για τον απολογισμό του εκπαιδευτικού προγράμματος «Γέφυρες Συμπερίληψης», που πραγματοποιήθηκε από τον Οκτώβριο έως τον Φεβρουάριο, πραγματοποιήθηκε το πρωί της περασμένης Κυριακής στο Φοιτητικό Πολιτιστικό Κέντρο «Ξενία» στο Ρέθυμνο.
Το πρόγραμμα που υλοποιήθηκε στην Κρήτη με τη συνεργασία του οργανισμού «Διαβάζω για τους Άλλους» και του Συλλόγου Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Ατόμων με Αυτισμό Ρεθύμνου, είχε ως στόχο να παρέχει στους εκπαιδευτικούς εργαλεία για τη συμπερίληψη παιδιών με αναπηρίες και να ενισχύσει τον διάλογο μεταξύ σχολείων και γονέων.
Επικεντρώθηκε στην ενίσχυση της συμπερίληψης όλων των μαθητών στις τάξεις και στη διαμόρφωση μιας περισσότερο συμπεριληπτικής στάσης στην τοπική κοινωνία της Κρήτης, με απώτερο σκοπό τη μείωση των διακρίσεων απέναντι σε άτομα με αναπηρία και άλλες ευάλωτες ομάδες.
Το πρόγραμμα «Γέφυρες Συμπερίληψης» άφησε πίσω του σημαντικά αποτελέσματα, αλλά και καίρια ερωτήματα για το μέλλον της εκπαίδευσης στην Κρήτη. Παράλληλα, στο πλαίσιο του προγράμματος συλλέχθηκαν δεδομένα για τις ανάγκες του εκπαιδευτικού συστήματος και των εκπαιδευτικών σε σχέση με τη συμπερίληψη.
Στο Ρέθυμνο δράσεις ενημερώσεις στο πλαίσιο του προγράμματος πραγματοποιήθηκαν στο Σπήλι, στον δήμο Μυλοποτάμου, καθώς και σε δύο σχολεία στην πόλη του Ρεθύμνου, στο 14ο δημοτικό σχολείο και στο 1ο γυμνάσιο Ρεθύμνου.
«Ο στόχος ήταν να εκπαιδεύσουμε εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης γύρω από τον χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και τα ανθρώπινα δικαιώματα και να τους δώσουμε εργαλεία προκειμένου να μπορέσουν να μιλήσουν στις τάξεις τους για διαφορετικότητες και για τον τρόπο που μπορούν να συμπεριληφθούν άτομα με αυτισμό και με αναπηρία που συναντούν στις τάξεις τους, αλλά και στοιχεία για να μπορέσουν να βρουν τρόπους για οποιαδήποτε άλλη διαφορετικότητα υπάρχει», τόνισε χαρακτηριστικά η υποδιευθύντρια του οργανισμού «Διαβάζω για τους Άλλους» Κάλλι Λάσκαρη, μιλώντας στα «Ρ.Ν.».
Ταυτόχρονα μέσα από τις εκπαιδεύσεις, οι εκπαιδευτικοί είχαν την ευκαιρία να μοιραστούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στις τάξεις τους, όπως επεσήμανε η κ. Λάσκαρη: «Είδαμε 497 εκπαιδευτικούς στην Κρήτη. Ακούσαμε πολλά από τα πράγματα που ήθελαν να μας πουν και εκείνοι για το τι προβλήματα αντιμετωπίζουν μέσα στην τάξη τους που χρειάζονταν βοήθεια. Επίσης ήρθαν πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης και ειδικής αγωγής, ενδιαφέρθηκαν πολλοί γονείς καθώς ήθελαν να δουν και να ακούσουν».
Μια προσπάθεια αλλαγής της κουλτούρας όσον αφορά στη διαχείριση των ατόμων με αναπηρία στην εκπαίδευση αποτέλεσε το πρόγραμμα «Γέφυρες Συμπερίληψης», τόνισε ο υπεύθυνος των δράσεων του Συλλόγου Γονέων και Φίλων Ατόμων με Αυτισμό Ρεθύμνου Παύλος Μελισσινός.
«Μέσω του προγράμματος προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τη κουλτούρα που υπάρχει όσον αφορά στη διαχείριση των ατόμων με αναπηρία, τα δικαιώματά τους σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς τους».
Ελλείψεις στην ειδική αγωγή και ανάγκη για δομικές αλλαγές
Στη διάρκεια του προγράμματος εντοπίστηκαν σημαντικές ελλείψεις στις υποδομές και τη στελέχωση των σχολείων, με τα προβλήματα αυτά να επιδεινώνουν την απομόνωση των μαθητών με αναπηρίες, ενώ δυσχεραίνουν και το έργο των εκπαιδευτικών που δεν έχουν τα κατάλληλα μέσα, όπως επεσήμανε η κ. Λάσκαρη.
«Είδαμε την ανάγκη που υπάρχει για ενημέρωση και εκπαίδευση. Το πρόγραμμα αυτήν τη στιγμή της παράλληλης στήριξης ενώ δουλεύει, υπάρχουν πάρα πολλά κενά στα σχολεία. Οι δάσκαλοι επισημαίνουν ότι είναι ένα πρόγραμμα που βοηθάει πολύ στο να ενταχθούν παιδιά με αναπηρίες μέσα σε μια τάξη και να μην χρειάζεται να πάνε σε ειδικά σχολεία. Αλλά υπάρχουν μεγάλα κενά στον τρόπο που καλύπτονται αυτές οι θέσεις. Ένας δάσκαλος αυτήν τη στιγμή είναι σε τρεις μαθητές και όχι σε έναν. Οπότε υπάρχουν ώρες που αφήνει μόνο τον μαθητή. Ή μπορεί ένας δάσκαλος παράλληλης να είναι σε δύο σχολεία, κάτι το οποίο είναι δύσκολο για έναν μαθητή».
Όπως ανέφερε η κ. Λάσκαρη, παρά το γεγονός ότι τα σχολεία που επισκέφτηκαν στο Ρέθυμνο ήταν πολύ φροντισμένα, υπήρχαν προβλήματα όσον αφορά κυρίως στις υποδομές: «Στο Ρέθυμνο τα δύο σχολεία που επισκεφτήκαμε ήταν πολύ φροντισμένα, παρόλα τα προβλήματα που υπήρχαν. Πρέπει να γίνουν πολλά βήματα ακόμα για να μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ένα πραγματικά συμπεριληπτικό εκπαιδευτικό σύστημα. Έχουμε επαφή με το τι γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη, έχουμε πολύ δρόμο ακόμα για να πούμε ότι έχουμε ένα συμπεριληπτικό σχολείο που να επιτρέπει στα παιδιά να συναποφασίζουν τι θέλουν να κάνουν. Να μην υπάρχουν αποκλεισμοί για κάποιον, να είναι τα σχολεία τεχνικά προσβάσιμα. Δεν είναι εύκολο να πεις όταν έχεις ένα παιδί με αναπηρία να το πας σε ένα οποιοδήποτε σχολείο».
Ένα ακόμη ζήτημα που αναδείχτηκε μέσα από το πρόγραμμα είναι η έλλειψη νοσηλευτών στα σχολεία, όπως περιέγραψε ο κ. Μελισσινός: «Είδαμε ότι υπάρχει πολύ σοβαρό πρόβλημα με νοσηλευτές στα σχολεία, καθώς όλο και περισσότερα παιδιά με αναπηρία, με σακχαρώδη διαβήτη και διάφορα άλλα προβλήματα αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα. Δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει συμπερίληψη και να υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις που να αποκλείουν τα παιδιά από την εκπαίδευση. Οπότε το κυριότερο πρόβλημα που είδαμε είναι ότι τα σχολεία δεν στελεχώνονται σωστά, οι υποδομές είναι υποτυπώδεις και σε πολλές περιοχές δεν υπάρχουν».
Το μόνο «φάρμακο» στο κομμάτι του αυτισμού, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Μελισσινός, αποτελεί η εκπαίδευση και είναι σημαντική η επαρκής στελέχωση των σχολείων.
«Το 2012 βγήκε ο νόμος για την ειδική αγωγή για τη στήριξη τους στο γενικό πλαίσιο μέσω παράλληλης στήριξης, βλέπουμε ότι μετά από 13 χρόνια δεν υπάρχει όπως πρέπει να είναι. Ήδη με εγκύκλιο αρχίσει να αλλοιώνεται ο νόμος που λέει ότι ένας εκπαιδευτικός ανά τέσσερα παιδιά με αυτισμό να είναι ως παράλληλη στήριξη, κάτι που είναι τεράστιο λάθος. Οπότε είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα».
Κεντρικός παράγοντας ένταξης η επικοινωνία εκπαιδευτικών – οικογενειών
Ένα άλλο σοβαρό ζήτημα που αναδείχθηκε μέσα από το πρόγραμμα ήταν η δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ των εκπαιδευτικών και των οικογενειών.
Όπως επεσήμανε ο κ. Μελισσινός, το πρόγραμμα ανέδειξε την έλλειψη αυτής της επικοινωνίας των εκπαιδευτικών και γονέων, κάτι το οποίο είναι σημαντικό για τη στήριξη και τη συμπερίληψη των μαθητών ειδικής αγωγής:
«Είδαμε ότι υπάρχει ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα επικοινωνίας των εκπαιδευτικών με την οικογένεια. Ο εκπαιδευτικός αντιμετωπίζει και αυτό το πρόβλημα και έτσι έχουμε δει πολλές περιπτώσεις με τον εκπαιδευτικό να σταματάει να ασχολείται. Όμως είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει αυτή η επαφή. Η οικογένεια μέχρι να αποδεχτεί το πρόβλημα που υπάρχει θέλει χρόνο και στήριξη από το κράτος και τη κοινωνία η οποία δεν υπάρχει. Χρειάζεται επιμόρφωση. Οπότε είδαμε ότι είναι πολύ σημαντικό πρόβλημα και αυτό, γιατί εάν δεν υπάρξει η αποδοχή από τον γονέα, να στηριχθεί η οικογένεια να μπορέσει να στηριχθεί σε όλο το κομμάτι της δημιουργούνται αυτά τα προβλήματα. Οπότε ήταν ένα ακόμα σημαντικό θέμα που βλέπουμε ότι έχει μείνει πολύ πίσω, γιατί βλέπαμε ότι πριν από πολλά χρόνια μιλάγαμε για ψυχολόγους, για κοινωνικούς λειτουργούς που πρέπει να είναι στα σχολεία και τώρα είναι ένας από πέντε – επτά σχολεία, που σε πολλά δεν υπάρχει καθόλου», ενώ συμπλήρωσε για την επικοινωνία των γονέων με τα ίδια τα παιδιά: «Οι γονείς πρέπει να μιλάνε με τα παιδιά τους, είτε έχουν ένα άτομο με αναπηρία, είτε δεν έχουν ένα άτομο με αναπηρία, πρέπει να μιλάμε για την αποδοχή της διαφορετικότητας, τη συμπερίληψη. Δεν πρέπει τα παιδιά να μένουν απομονωμένα, πρέπει να τα καλούμε οπουδήποτε».
Ανθρώπινα δικαιώματα της εκπαίδευσης, της εργασίας και της υγείας
Το πρόγραμμα ανέδειξε τη σημασία της εκπαίδευσης, της εργασίας και της υγείας ως θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα για όλα τα άτομα, ανεξαρτήτως αναπηρίας. Η εκπαίδευση δεν πρέπει να είναι μόνο ένας τρόπος για να μάθουν τα παιδιά, αλλά και να κοινωνικοποιηθούν, να αποκτήσουν αυτονομία και να συμμετέχουν πλήρως στην κοινωνική ζωή.
«Μιλήσαμε πολύ για το ανθρώπινο δικαίωμα της εκπαίδευσης, της εργασίας και της υγείας. Είναι τρία πολύ σημαντικά δικαιώματα που είναι για όλους τους ανθρώπους. Μετά την εκπαίδευση έρχεται και η εργασία, που δεν είναι μόνο θέμα βιοπορισμού για τα άτομα με αναπηρία, είναι ένας τρόπος να κοινωνικοποιηθεί το άτομο, να αυτονομηθεί, να αποκτήσει αυτοπεποίθηση, να ανοίξει τον κοινωνικό του κύκλο» σημείωσε ο κ. Μελισσινός.
Δημιουργία παιχνιδιού για την ενσωμάτωση των μαθητών ειδικής αγωγής στην τάξη
Το πρόγραμμα «Γέφυρες Συμπερίληψης» ολοκληρώθηκε με τη δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού, το οποίο θα διανεμηθεί δωρεάν στα σχολεία, καθώς και με τη δημιουργία ενός οδηγού που θα βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς να διαχειριστούν καλύτερα τις ανάγκες των παιδιών με αναπηρίες.
Ο στόχος είναι να συνεχιστεί η εκπαίδευση και η υποστήριξη των εκπαιδευτικών, ώστε να μπορέσουν να συμβάλλουν στην ενσωμάτωση των παιδιών με αναπηρίες στην τάξη και στην κοινωνία.
Την ανάγκη για συστηματική εκπαίδευση των εκπαιδευτικών γύρω από τις διαφορετικότητες, με τη βοήθεια παιχνιδιών, τόνισε η κ. Λάσκαρη, προκειμένου να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των μαθητών με αναπηρίες.
«Δημιουργήσαμε ένα παιχνίδι και διδάξαμε τους εκπαιδευτικούς πως να παίξουν αυτό το παιχνίδι και σε μεγάλα και σε μικρά παιδιά με στόχο να βρουν ευκαιρία να μπορέσουν μέσα από αυτό να μιλήσουν στα παιδιά για τι διαφορετικότητες. Επίσης τους δείξαμε κι άλλα παιχνίδια πως μπορούν να βάλουν το παιχνίδι μέσα στην εκπαίδευση ώστε να μπορούν να εντάσσουν και τα παιδιά που έχουν διαφορετικότητα, που πολλές φορές μέσα στην τάξη μένουν «απ’ έξω». Εάν ένα παιδί έχει δυσλεξία δύσκολα μιλάει, όταν όμως είναι ένα παιχνίδι θα συμμετέχει πιο εύκολα. Εάν έχει ΔΕΠΥ το παιχνίδι βοηθάει στο να συμμετέχει ενεργά και να αποκτήσει και μια οικειότητα και να συμπεριληφθεί μέσα στην τάξη. Το ίδιο και ένα παιδί με αυτισμό και με τύφλωση».
Ο οργανισμός «Διαβάζω για τους Άλλους» έχει έδρα στην Αθήνα και δραστηριοποιείται σε όλη την Ελλάδα. Στις δράσεις του περιλαμβάνονται ηχογραφήσεις βιβλίων για άτομα με οπτική αναπηρία, ανάγνωση σε ηλικιωμένους, κυρίως σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων ή και μεμονωμένα στα σπίτια τους με εθελοντές, καθώς και ευαισθητοποίηση σε σχολεία και εταιρείες.